17/3/11

Ομιλία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια με θέμα: «Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κύπρου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου», στη Λευκωσία
17/03/2011

Να μη μεταδοθεί πριν τις 8 μ.μ.



Εκφράζω τη χαρά μου για το αποψινό συναπάντημα που γίνεται στα πλαίσια του Φόρουμ που πραγματοποιεί το έγκριτο περιοδικό ‘Economist’. Το Φόρουμ πραγματοποιείται ξανά στην Κύπρο έπειτα από αρκετά χρόνια. Εύχομαι αυτό να είναι η αφετηρία για την καθιέρωση ενός θεσμού που θα παρέχει βήμα για συζήτηση επί διαφόρων επίκαιρων και σημαντικών προβλημάτων και εξελίξεων που αφορούν στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.

Οι εξελίξεις σ’ αυτή την περιοχή, δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι ενδιαφέρουν τον κόσμο ολόκληρο, δεδομένης της τεράστιας γεωστρατηγικής σημασίας της. Άλλωστε, η σπουδαιότητα της περιοχής αναδεικνύεται μέσα από την ιστορία της και τη συνεχή προσπάθεια των μεγάλων δυνάμεων κάθε εποχής να τη θέσουν υπό τον έλεγχό τους, γιατί έτσι θα έλεγχαν όλες ουσιαστικά τις εμπορικές οδούς του τότε γνωστού κόσμου. Αυτό το γεγονός, από την αρχαιότητα μετέτρεψε την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, σε χώρο συνεχών επεμβάσεων, συγκρούσεων, πολέμων, κατακτήσεων. Στα νεότερα χρόνια δε, όταν το πετρέλαιο καθιερώθηκε ως η κινητήρια δύναμη του βιομηχανικού κόσμου, η σημασία της περιοχής αναβαθμίστηκε ακόμη περισσότερο λόγω των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου που εντοπίστηκαν στο μεταίχμιο του 19ου με τον 20ο αιώνα. Απέκτησε πλέον πραγματικά παγκόσμιες διαστάσεις.

Η περιοχή μας δοκιμάστηκε πάρα πολλές φορές μέσα από τη διαδρομή των αιώνων. Η περιοχή μας δοκιμάζεται κι αυτή τη χρονική περίοδο. Εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας για όσα διαδραματίζονται στη γειτονιά μας και προσβλέπουμε στην όσο το δυνατόν πιο σύντομη επαναφορά της ομαλότητας και κατίσχυση της δημοκρατίας, χωρίς περαιτέρω αιματοχυσία.

Η Κύπρος αποτελεί μέρος αυτής της περιοχής. Η πολύ σημαντική γεωγραφική θέση του νησιού καθόρισε ουσιαστικά την ιστορική εξέλιξή του. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η χώρα μας ευεργετήθηκε με πολλά οφέλη και ταυτόχρονα αδικήθηκε δεχόμενη πολλά κτυπήματα από διάφορους κατακτητές.

Η Κύπρος, έπειτα από μακρόχρονους σκληρούς αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία, κατέκτησε την ελευθερία της και το 1960 ανακηρύχθηκε σε ανεξάρτητο κράτος. Πρόσφατα, το 2010, τιμήσαμε τα 50 χρόνια ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο απολογισμός είναι θετικός, παρά τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα και παρά την τεράστια καταστροφή που προκάλεσε η παράνομη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974, και η οποία έκτοτε παράνομα κατέχει μεγάλο μέρος του εδάφους της χώρας μας. Η Κύπρος πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πέτυχε πολλά. Πάνω σ’ αυτές τις επιτυχίες και τα επιτεύγματα, ως Κυβέρνηση, επενδύουμε για να οικοδομήσουμε την Κύπρο του μέλλοντος.

Μια Κύπρο, που να προσφέρει ευημερία και πρόοδο σε όλους τους πολίτες της. Μια Κύπρο, που να λειτουργεί ως γέφυρα ειρήνης, αλληλοκατανόησης και συνεργασίας μεταξύ των κρατών της περιοχής, αλλά και μεταξύ αυτών των κρατών με την ΕΕ. Η Κύπρος διαθέτει όλα τα εχέγγυα και όλες τις προϋποθέσεις για να υλοποιήσει αυτούς τους σημαντικούς στόχους.

Για την υλοποίηση αυτών των στόχων, η Κυβέρνησή μας αξιοποιεί τις παραδοσιακά στενές σχέσεις που ανέπτυξε ως ανεξάρτητο κράτος μέσα από το Κίνημα των Αδεσμεύτων, με τις γειτονικές χώρες. Η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης έχει στις προτεραιότητές της την παραπέρα ανάπτυξη αυτών των σχέσεων οι οποίες αποκτούν ένα νέο ποιοτικό περιεχόμενο, ένεκα της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.


Με συγκροτημένες και καλά σχεδιασμένες προσπάθειες, χωρίς πολλά λόγια και πανηγυρισμούς, η Κυβέρνησή μας κατόρθωσε σε μικρό χρονικό διάστημα να αναβαθμίσει το επίπεδο των σχέσεων με αρκετές γειτονικές χώρες και να προχωρήσει σε υπογραφή πολλών νέων συμφωνιών. Εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη στην εφαρμογή της εξωτερικής μας πολιτικής, είναι η υπογραφή της συμφωνίας για οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κύπρου με την Αίγυπτο, τον Λίβανο και το Ισραήλ. Αυτές οι συμφωνίες αναβαθμίζουν τη δυνατότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας να προχωρεί σε συνεργασίες για εκμετάλλευση του δικού της υποθαλάσσιου πλούτου που φαίνεται να είναι υπαρκτός, αλλά και για ανάδειξη της χώρας μας σε διεθνές ενεργειακό κέντρο. Αυτό είναι μια καινούρια εξέλιξη η οποία αναμφίβολα θα αναβαθμίσει το ρόλο της Κύπρου και ειδικά τον οικονομικό της ρόλο.

Η ΕΕ αποτελεί τον κύριο οικονομικό και εμπορικό εταίρο της Κύπρου. Ταυτόχρονα, όμως, η Κύπρος αξιοποιώντας τις διαχρονικές σχέσεις της με χώρες από τη Μέση Ανατολή, τον Αραβικό Κόλπο και την Ανατολική Ευρώπη, όπως είναι η Ρωσία και η Ουκρανία, αναπτύσσει ευρύτερα τις εμπορικές της σχέσεις με μεγάλα οφέλη για την οικονομία του τόπου.

Για την οικονομία της Κύπρου, έχει μεγάλη σημασία η συνεργασία μεταξύ του δημόσιου, του ιδιωτικού και του συνεργατικού τομέα. Ο ιδιωτικός τομέας διαδραματίζει τον κυρίαρχο ρόλο στην παραγωγή. Ο κυβερνητικός ρόλος επικεντρώνεται στη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος μέσω της διατήρησης συνθηκών μακροοικονομικής σταθερότητας και της ανάπτυξης της οικονομικής, κοινωνικής και νομικής υποδομής.

Η κυπριακή οικονομία έχει επιδείξει δυναμισμό και ευελιξία σε όλη τη χρονική περίοδο από την ανεξαρτησία του νησιού. Αυτό αποδείχθηκε ιδιαίτερα την περίοδο μετά την τουρκική εισβολή του 1974, όταν κατάφερε να ορθοποδήσει και να σημειώσει σημαντικά επιτεύγματα. Ο διεθνής Τύπος χαρακτήρισε τα επιτεύγματα αυτά ως «οικονομικό θαύμα».

Η Κύπρος τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε σύγχρονο χρηματο-οικονομικό κέντρο. Είναι γεγονός ότι η Κύπρος αναγνωρίζεται ως επιχειρηματικό κέντρο διεθνούς εμβέλειας. Η θέση αυτή κατακτήθηκε ύστερα από πολύχρονες προσπάθειες τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, ιδιαίτερα σε τομείς προτεραιότητας της οικονομίας, και η αξιοποίηση της Κύπρου ως Επιχειρηματικού Κέντρου στην περιοχή είναι σημαντικές στρατηγικές επιδιώξεις της Κυβέρνησης. Αυτές οι επενδύσεις προσφέρουν ευκαιρίες για άμεσες δράσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης πάνω στην κυπριακή οικονομία.

Οι ξένες επενδύσεις έχουν πολλαπλά οφέλη και άμεσο θετικό αντίκτυπο στην οικονομία μιας χώρας. Η δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης, η εισαγωγή νέων δεξιοτήτων και τεχνικών διαχείρισης, η πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες και καινοτόμες μεθόδους εργασίας, η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών ψηλής προστιθέμενης αξίας σε γνώση, είναι μερικά από τα οφέλη αυτά.

Ανάμεσα στα σημαντικά πλεονεκτήματα που προσφέρει η Κύπρος για την ανάπτυξη επενδυτικών δραστηριοτήτων είναι το ελκυστικό φορολογικό καθεστώς, η πλήρως ελευθεροποιημένη πολιτική ξένων επενδύσεων, οι διμερείς συμφωνίες για επενδύσεις με πολλές χώρες και οι συμφωνίες αποφυγής διπλής φορολόγησης με 40 χώρες. Επίσης, η ελεύθερη διακίνηση ξένου συναλλάγματος, οι σύγχρονες υποδομές και το άρτιο εκπαιδευμένο εργατικό και επιστημονικό προσωπικό, το αποτελεσματικό σύστημα νομικών, λογιστικών και τραπεζικών υπηρεσιών.

Η Κύπρος έχει επιπρόσθετα εξελιχθεί σε διεθνές ναυτιλιακό κέντρο για τη διαχείριση ναυτιλιακών δραστηριοτήτων και για την παροχή υπηρεσιών που σχετίζονται με την ναυτιλία διεθνώς. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στα συγκριτικά πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η Κύπρος, καθώς και στις άριστες υπηρεσίες που παρέχονται στον τομέα αυτό.

Τα τελευταία τρία χρόνια η παγκόσμια οικονομία ταλανίζεται από μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση. Οι εθνικές οικονομίες σχεδόν όλων των χωρών του πλανήτη δέχτηκαν πολλαπλά κτυπήματα από την κρίση. Δεν είναι τυχαίο που η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχώς προβληματίζεται για την αντιμετώπιση της κρίσης και για παροχή βοήθειας στις χώρες που αντιμετωπίζουν μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Ευτυχώς η Κύπρος δεν είναι από τις χώρες που έχουν αυτή την ανάγκη, παρά το γεγονός ότι η κυπριακή οικονομία επηρεάστηκε δυσμενώς από αυτήν.
Το 2009, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης των συνεπειών της επερχόμενης ύφεσης, η Κυβέρνηση υιοθέτησε δέσμη άμεσων μέτρων για τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και διατήρηση στον ψηλότερο δυνατό βαθμό του ρυθμού ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας, όπως και διατήρηση ψηλών επιπέδων απασχόλησης. Όπως είναι φυσικό, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε σε δύο νευραλγικούς τομείς: τον τουριστικό και τον κατασκευαστικό.

Σαν αποτέλεσμα της έγκαιρης και στοχευμένης λήψης μέτρων, η συρρίκνωση της κυπριακής οικονομίας το 2009 περιορίστηκε στο -1,7% έναντι της συρρίκνωσης του -4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το 2010, οι προσπάθειές μας επικεντρώθηκαν στη συγκράτηση του δημοσιονομικού ελλείμματος και στην έξοδο από την ύφεση. Το δημοσιονομικό έλλειμμα είχε φτάσει στο επίπεδο του 6% του ΑΕΠ, καθώς το κράτος απώλεσε σημαντικά έσοδα εξαιτίας της συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, ειδικότερα σε σχέση με την εξωγενή ζήτηση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αρχή της περσινής χρονιάς οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών ως προς την έξοδο της Κύπρου από την ύφεση ήσαν απαισιόδοξες, ενώ αναμενόταν περαιτέρω επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Καταφέραμε με την ολοκλήρωση του 2010 να πετύχουμε την ανάκαμψη της οικονομίας, αφού ο ρυθμός ανάπτυξης κυμάνθηκε στο 1%.

Πετύχαμε, επίσης, συγκράτηση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 5,3% και να βρεθούμε αρκετά πιο κάτω από το στόχο του 6% που έθεσε ενώπιον της Κύπρου η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνειδητά επικεντρωθήκαμε στον περιορισμό των δημοσίων δαπανών χωρίς να περικόψουμε μισθούς και ωφελήματα. Μειώσαμε επίσης τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων περιορίζοντας τις νέες προσλήψεις και καταργώντας μόνιμες θέσεις στο Δημόσιο. Ταυτόχρονα, δώσαμε έμφαση στην τόνωση της ανάπτυξης με την υλοποίηση δύο γενναιόδωρων πακέτων στήριξης της οικονομίας.

Αποφύγαμε τη λογική των περικοπών σε μισθούς και ωφελήματα τόσο για κοινωνικούς όσο και για οικονομικούς λόγους. Αν είχαμε προβεί σε τέτοιες δραστικές περικοπές, όπως διάφοροι μας καλούσαν να κάνουμε, πιθανότατα σήμερα η χώρα μας να παρουσίαζε αρνητικό πρόσημο, χωρίς βελτίωση των διαφόρων δεικτών και η κυπριακή οικονομία να βρισκόταν ακόμη σε ύφεση. Η Κύπρος έχει πάρει τα εύσημα τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2010, που έγινε κατορθωτή λόγω των έγκαιρων και ορθών μέτρων που λήφθηκαν.

Πέραν από την επιτάχυνση της ανάπτυξης και τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, στόχος μας για το 2011 είναι η αντιμετώπιση συσσωρευμένων για δεκαετίες διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας. Τούτο θα το πετύχουμε στη βάση της δοκιμασμένης παράδοσης για διαβούλευση και διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους. Αναλαμβάνονται συγκεκριμένες ενέργειες για αντιμετώπιση των προβλημάτων στο συνταξιοδοτικό του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, που αποτελεί μεγάλη πληγή για τα δημοσιονομικά δεδομένα του τόπου.

Οποιαδήποτε αναφορά γίνεται στην κατάσταση και στις εξελίξεις που αφορούν την Κύπρο, δεν μπορεί παρά να καταλήγει στο άλυτο μέχρι σήμερα κυπριακό πρόβλημα.

Η λύση του Κυπριακού επιβάλλεται για πάρα πολλούς λόγους. Είναι πρώτα απ’ όλα η ανάγκη για διασφάλιση του μέλλοντος της Κύπρου και του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, των οποίων τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι βασικές ελευθερίες παραβιάζονται από την Τουρκία με την παράνομη κατοχή μεγάλου μέρους του κυπριακού εδάφους. Η συνέχιση της εκκρεμότητας του προβλήματος, αποτελεί μόνιμη πηγή κινδύνων στην ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Το Κυπριακό δεν επιτρέπει την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας και Τουρκίας και προκαλεί μεγάλα προβλήματα στην ενταξιακή πορεία της ίδιας της Τουρκίας. Με τη συνέχιση της κατοχής, η Τουρκία δεν μπορεί να ελπίζει σε ένταξη στην ΕΕ. Η συνέχιση της κατοχής αποτελεί μεγάλο πρόβλημα και για τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι μαζικά βγήκαν στους δρόμους διαδηλώνοντας κατά της πολιτικής που η Τουρκία εφαρμόζει στην κατεχόμενη Κύπρο και η οποία απειλεί την επιβίωσή τους. Πολιτική που τους απειλεί ακόμη να απολέσουν την ταυτότητά τους ως Κύπριοι.

Για την Κυπριακή Δημοκρατία, η επίλυση του Κυπριακού είναι το διαβατήριο για διασφάλιση των όσων μέχρι σήμερα έχει πετύχει ο λαός μας με τη σκληρή του εργασία. Δεν ευσταθεί αυτό που συνεχώς η Τουρκία προπαγανδίζει: ότι οι Ελληνοκύπριοι τάχα δεν θέλουν λύση, επειδή έχουν ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τερμάτισε την προσφυγιά και δεν πήρε τους χιλιάδες των προσφύγων πίσω στα σπίτια τους. Η ένταξη στην ΕΕ δεν τερμάτισε τον παράνομο εποικισμό των κατεχομένων από την Τουρκία, ούτε και οδήγησε στην αποχώρηση των δεκάδων χιλιάδων κατοχικών στρατευμάτων ή στον τερματισμό του σφετερισμού των περιουσιών των Ελληνοκυπρίων.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά επείγεται για λύση. Είναι γι’ αυτό που από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε την Προεδρία, αρχίσαμε τις προσπάθειες για να τερματιστεί η στασιμότητα και να επαναρχίσει ο διακοινοτικός διάλογος.

Οι απευθείας συνομιλίες στο Κυπριακό επανάρχισαν το Σεπτέμβριο του 2008. Μαζί με τον προηγούμενο ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας κ. Ταλάτ, διαπραγματευτήκαμε το Κυπριακό περίπου για ενάμιση χρόνο. Οι διαπραγματεύσεις απέδωσαν συγκλίσεις και πρόοδο σε τρία κεφάλαια - στη διακυβέρνηση και διαμοιρασμό εξουσίας, στα ευρωπαϊκά θέματα και στην οικονομία, ενώ στα υπόλοιπα θέματα, αυτό των εδαφικών αναπροσαρμογών, των εποίκων, της ασφάλειας και των εγγυήσεων και το περιουσιακό, δεν υπήρξε καμιά ουσιαστική σύγκλιση.

Οι διαπραγματεύσεις αυτή την περίοδο ανέδειξαν τη μεγάλη διάσταση θέσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Την ίδια ώρα, όμως, αναδείχθηκαν και οι δυνατότητες για να εξευρεθούν συγκλίσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε συμφωνία.

Από το Μάιο του 2010, όταν ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας αναδείχθηκε ο κ. Ντερβίς Έρογλου, μέχρι και σήμερα, η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις είναι μηδαμινή. Παρά τις διαβεβαιώσεις που είχαν δοθεί από μέρους της νέας τουρκοκυπριακής ηγεσίας ότι οι συνομιλίες θα συνεχίζονταν στην ίδια βάση και από το σημείο που είχαν φτάσει με τον κ. Ταλάτ, εντούτοις πολλές από τις θέσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς είτε αποτελούν οπισθοδρόμηση είτε εκφεύγουν από τη βάση διαπραγμάτευσης, που είναι η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως περιγράφεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, για ένα κράτος με μία και μόνη κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα.
Αυτό το γεγονός έχει προκαλέσει περισσότερα προβλήματα στη διαπραγματευτική διαδικασία, η οποία δεν προχωρά. Ακόμα και έτσι, εμείς δεν εγκαταλείπουμε τις προσπάθειες. Αντίθετα. Αναλαμβάνουμε νέες πρωτοβουλίες και καταθέτουμε νέες προτάσεις με στόχο να αναζωογονηθεί ο διάλογος και να αποκτήσει νέα δυναμική για επίτευξη λύσης.

Για την προώθηση των διαπραγματεύσεων προτείναμε τη διασυνδεμένη συζήτηση κεφαλαίων του Κυπριακού που αντικειμενικά σχετίζονται μεταξύ τους. Προτείναμε τη συζήτηση του περιουσιακού με αυτή των εδαφικών αναπροσαρμογών και με το θέμα των εποίκων. Παράλληλα, προτείναμε όπως η περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου παραδοθεί στα Ηνωμένα ΄Εθνη για να αρχίσουν όλες οι απαραίτητες εργασίες, ώστε να μπορούν να επιστρέψουν σ’ αυτή οι νόμιμοι κάτοικοι της πόλης. Αυτό άλλωστε προβλέπεται τόσο στο Ψήφισμα 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας όσο και στη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων, του 1979. Επιπρόσθετα, εισηγηθήκαμε όπως το λιμάνι της Αμμοχώστου τεθεί υπό την εποπτεία της ΕΕ ώστε οι Τουρκοκύπριοι να μπορούν να αναπτύξουν εμπορικές σχέσεις με την Ένωση, χωρίς ασφαλώς να παραβιάζεται η κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράλληλα, εκφράσαμε την ετοιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αν η Τουρκία αποδεχθεί αυτή την πρόταση, να συζητήσουμε τον τερματισμό του παγώματος ενταξιακών κεφαλαίων της χώρας που η Κύπρος έχει παγώσει το 2009, λόγω της άρνησης της Τουρκίας να εκπληρώσει τις κυπρογενείς υποχρεώσεις της που προκύπτουν από το επιπρόσθετο Πρωτόκολλο της Συμφωνίας της Άγκυρας. Δυστυχώς, ούτε και σ’ αυτό η τουρκική ηγεσία ανταποκρίθηκε θετικά.

Είναι με ανησυχία που διαπιστώνουμε ότι η τουρκική πλευρά ολοένα και περισσότερο επαναλαμβάνει τη διχοτομική ρητορική περί ύπαρξης δύο ξεχωριστών κρατών και δύο λαών στην Κύπρο. Αυτή η ρητορική, καμιά σχέση δεν έχει με την προοπτική της επανένωσης της χώρας και του λαού στα πλαίσια μιας ομοσπονδίας. Αντίθετα. Εξυπηρετεί στοχεύσεις και διευθετήσεις χωριστικές και διχοτομικές, οι οποίες αποτελούν παραβίαση όλων των περί Κύπρου αποφάσεων του ΟΗΕ, της ΕΕ και άλλων διεθνών οργανισμών.

Οι ανησυχίες μας αναφορικά με τις προοπτικές επίτευξης λύσης αυξάνονται, όταν παρατηρούμε να εντείνονται η προκλητικότητα και ο κυνισμός της τουρκικής ηγεσίας σε βάρος της Κύπρου. Η Τουρκία συνεχίζει να αγνοεί και να παραγνωρίζει τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την Κύπρο. Συνεχίζει να μην υλοποιεί τις υποχρεώσεις της έναντι της Κύπρου. Επιπρόσθετα, η τουρκική πλευρά ολοένα και περισσότερο πιέζει για εγκατάλειψη της διαδικασίας που μέχρι σήμερα ακολουθείται, και η οποία στηρίζεται σε ψηφίσματα του ΟΗΕ, με πρόσχημα την έλλειψη προόδου στο Κυπριακό. Στόχος της είναι η σύγκληση τετραμερούς διάσκεψης η οποία θα οδηγήσει είτε σε άσκηση επιδιαιτησίας είτε σε αδιέξοδο, το οποίο όμως πλήρως θα την αποενοχοποιεί.

Κυρίες και κύριοι,

Ο καιρός για επίτευξη λύσης έχει ωριμάσει. Είναι σίγουρο ότι χωρίς τη συναίνεση της Τουρκίας, λύση στο Κυπριακό δεν μπορεί να επιτευχθεί. Ο ρόλος της Τουρκίας στην επίτευξη λύσης είναι κρίσιμος γι’ αυτό και έμπρακτα πρέπει να εργαστεί προς αυτή την κατεύθυνση, όπως επισημαίνεται στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τόσο του 2009, όσο και του 2010, καθώς και σε πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιβάλλεται, λοιπόν, η Τουρκία να πάρει τις αποφάσεις της αναφορικά με το Κυπριακό. Δεν μπορεί να τις αποφεύγει και να αρκείται σε γενικόλογες διακηρύξεις ότι τάχα υποστηρίζει τη λύση.

Η Τουρκία επιβάλλεται να κατανοήσει ότι το Κυπριακό δεν είναι απλά πρόβλημα για την Κύπρο και τους Κυπρίους, αλλά και για την ίδια. Η συνέχιση της εκκρεμότητάς του προκαλεί μεγάλα προβλήματα στην υλοποίηση των ευρωπαϊκών της φιλοδοξιών. Το Κυπριακό αποτελεί εμπόδιο για την υλοποίηση της φιλοδοξίας της να αναδειχθεί σε πολιτικό παράγοντα στην περιοχή.

Η λύση του Κυπριακού μπορεί να αποτελέσει κατάσταση νίκης για όλους. Όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να κερδίσουν από τη λύση. Αυτό το κατανοούμε πλήρως. Δεν μπορεί, όμως, η λύση να παραγνωρίζει τα συμφέροντα των Κυπρίων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η λύση θα πρέπει να εξυπηρετεί πρώτα απ’ όλα τα δικά τους καλώς νοούμενα συμφέροντα γι’ αυτό και επιμένουμε πάρα πολύ να είναι συμφωνημένη και αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Θα πρέπει, επίσης, να διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες του λαού. Θα πρέπει να ικανοποιεί τις εύλογες ανησυχίες και προσδοκίες των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων για να εγκρίνουν τη συμφωνία λύσης στα χωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα που θα διεξαχθούν στις δύο κυπριακές κοινότητες.

Μια βιώσιμη και λειτουργική λύση, ασφαλώς θα είναι προς όφελος της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή μας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι το παράδειγμα της επανενωμένης Κύπρου μπορεί να λειτουργήσει θετικά για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Είμαστε πεπεισμένοι ότι μια επανενωμένη Κύπρος μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά για την προώθηση της ειρήνης και της προόδου.