19/3/12

Ομιλία του Υπουργού Υγείας δρος Σταύρου Μαλά στο μνημόσυνο των ηρώων της κοινότητας Τσάδας, στον Ιερό Ναό Παναγίας Χρυσελεούσης, στην Τσάδα

19/03/2012





Τιμούμε σήμερα τέσσερις νέους ανθρώπους, τέσσερα παλικάρια της Τσάδας και της Κύπρου που αγωνίστηκαν για την ελευθερία και την υπεράσπιση της πατρίδας. Ο καθένας σε διαφορετική έπαλξη, ο καθένας σε διαφορετική ιστορική περίοδο, ο καθένας κάτω από διαφορετικές συνθήκες, όλοι αναμετρήθηκαν με τον φόβο του θανάτου και τα όρια της ζωής και όλοι πέρασαν ηρωικά στην ιστορία.

Ο καθένας τους θα μπορούσε να είναι ένας απλός, συνηθισμένος άνθρωπος. Όλοι τους γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε χωριό, παιδιά μεροκαματιάρηδων αλλά περήφανων γονιών που θα έδιναν τα πάντα για τη μόρφωση των παιδιών τους. Όλοι τους μάλλον έπαιξαν μπάλα σε κάποιο στενοσόκακο στην Τσάδα, όλοι τους μάλλον ένιωσαν τα πρώτα εφηβικά χτυποκάρδια σε κάποιο γυμνασιακό θρανίο στο Κτήμα. Όλοι τους πρέπει ν’ άκουσαν χίλιες φορές το «Γιε μου, να προσέχεις». Όλοι τους, όμως, ένιωσαν επίσης την αγωνία του αύριο και τα ασφυκτικά όρια του παρόντος όταν ο καθένας περπατούσε τον δύσκολο δρόμο προς την ελευθερία, είτε αυτός ήταν η ανηφοριά που χάραζε η ανυποταξία του αντάρτη, είτε το φυλάκιο που στελέχωνε η πειθαρχία του στρατιώτη, είτε η εμπόλεμη ζώνη όπου κρινόταν η άμυνα των συντρόφων και η υπεράσπιση της δημοκρατίας και της μητρώας γης.

Όλοι πολέμησαν για την πατρίδα, ο καθένας όμως με μοναδικό τρόπο έγινε μάρτυρας μιας ξεχωριστής μορφής βίας την οποία καλούμαστε, στο όνομα της μνήμης τους, να θυμούμαστε, να αναγνωρίζουμε και να πολεμούμε σήμερα στο πλαίσιο του αγώνα μας για μια ελεύθερη, επανενωμένη πατρίδα και για ένα κοσμοπολιτισμό της δικαιοσύνης που αντιστέκεται στη νεοαποικιοκρατική κυριαρχία.

Τιμούμε σήμερα τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, τον Βλαδίμηρο Ηρακλέους, τον Ανδρέα Χριστοδούλου και τον Ηρόδοτο Σάββα.

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε το 1938. Παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη Παλληκαρίδη και της Αφροδίτης Παπαδανιήλ, μαθητής του Ελληνικού Γυμνασίου και φέρελπης ποιητής, ο Παλληκαρίδης ήταν μόλις 15 χρονών όταν πρωτοστάτησε στις μαθητικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας με αφορμή την ανάρτηση της αγγλικής σημαίας. Η σημαία της αυτοκρατορικής κυριαρχίας είχε αναρτηθεί στη θέση της ελληνικής σημαίας στην είσοδο του Ιακώβειου Γυμναστήριου στο πλαίσιο των εορτασμών για τη στέψη της Βασίλισσας. Ο Ευαγόρας θα ανέβει στον ιστό και θα κατεβάσει τη σημαία. Τα επόμενα δυο χρόνια θα συμμετάσχει σε διάφορες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, θα μυηθεί στην ΕΟΚΑ, και στις 5 Δεκεμβρίου 1955, παραμονή της δίκης στην οποία είχε διαταχθεί να παρουσιαστεί μετά τη σύγκρουσή του με Άγγλους στρατιώτες κατά τη διάρκεια μαθητικής διαδήλωσης, θα πάρει τον δρόμο του αντάρτικου. Το βράδυ της 18ης Δεκεμβρίου, η ομάδα του Παλληκαρίδη θα βρεθεί αντιμέτωπη με αγγλική περίπολο στον δρόμο μεταξύ Λυσού και Σταυρού της Ψώκας. Ο Ευαγόρας, ο μόνος από την ομάδα που δεν καταφέρνει να ξεφύγει, συλλαμβάνεται, δικάζεται για παράνομη μεταφορά όπλου και εκτελείται δια απαγχονισμού τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957, παρά το κύμα διαμαρτυρίας που έχει ξεσπάσει όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στον διεθνή χώρο. Ήταν ο τελευταίος αγωνιστής που ανέβηκε το ικρίωμα.

Η εκτέλεση του Παλληκαρίδη από το αποικιοκρατικό καθεστώς φέρει μαρτυρία στην ηρωική θυσία του αγωνιστή. Φέρει επίσης μαρτυρία στη βία των μέτρων έκτακτης ανάγκης που εξάγγειλε σύντομα μετά την άφιξή του ο προτελευταίος Άγγλος Κυβερνήτης της Κύπρου, ο Στρατηγός John Harding, τον οποίο έστειλε στην Κύπρο το Λονδίνο, μετά την έναρξη του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα, με την εντολή να «γονατίσει» το κίνημα.

Τιμούμε την ηρωική μνήμη του αγωνιστή του Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Παράλληλα, θυμόμαστε την ανηλεή του εκτέλεση και φέρουμε εμείς, ως μνημονεύοντες, μαρτυρία στη νεοαποικιοκρατική βία, την επιλεκτική καταδίκη των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που γενικεύεται όλο και περισσότερο σήμερα μέσα από τις νέες μορφές και τα νέα πεδία της παγκόσμιας κυριαρχίας.

Ο ήρωας Βλαδίμηρος Ηρακλέους γεννήθηκε το 1937. Ήταν παιδί της οικογένειας του Ηρακλή και της Ελένης Αθανασίου. Ο Ηρακλέους ήταν από τους πρώτους που κατατάγηκαν στην ΕΟΚΑ με την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα και συμμετείχε ενεργά στις δράσεις της οργάνωσης. Μετά την ανεξαρτησία, με την έναρξη των δικοινοτικών εχθροτήτων το 1963, εντάσσεται σε ομάδες εθελοντών στρατιωτών που φυλάνε με βάρδιες στο Κτήμα. Στις 9 Μαρτίου 1964, σε σύγκρουση έξω από την τουρκική συνοικία του Μούτταλλου, ο Βλαδίμηρος Ηρακλέους δεν θα διστάσει να μπει στο αυτοσχέδιο τεθωρακισμένο που κατευθύνεται μέσα από καταιγιστικά πυρά προς τα τουρκικά πολυβολεία. Μια από τις εχθρικές σφαίρες θα πλήξει τον Ηρακλέους στο κεφάλι, κόβοντας το νήμα της ζωής του.

Ένα χρόνο αργότερα θα πέσει ηρωικά ένας ακόμη συγχωριανός του Ηρακλέους, ο Ανδρέας Χριστοδούλου. Ο Χριστοδούλου γεννήθηκε το 1946. Παιδί της οικογένειας του Χριστόδουλου Σάββα και της Ρεβέκκας Χριστοδούλου, παιδί κι αυτός πολυμελούς οικογένειας όπως ο Παλληκαρίδης και ο Ηρακλέους, κατατάσσεται στην Εθνική Φρουρά τον Ιανουάριο του 1965 και υπηρετεί σε ακριτικό φυλάκιο στο Αμπελικού, κοντά στη Μόρφου, όταν μια σφαίρα από τα φυλάκια των Τούρκων θα τον κτυπήσει στο κεφάλι.

Οι Ανδρέας και Βλαδίμηρος έπεσαν υπέρ πατρίδας σε μια τραυματική για την πατρίδα μας περίοδο. Στον πόνο και το αίμα εκείνης της περιόδου επένδυσαν πολλοί που ήθελαν να σπείρουν τον φανατισμό και να προωθήσουν πολιτικές εθνοκάθαρσης. Οι ηρωικοί νεκροί της περιόδου μας στοιχειώνουν, μας ρωτάνε αν κάναμε ό,τι έπρεπε τότε για να σώσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία, αν προσπαθήσαμε αρκετά τότε για να σώσουμε τον συνταγματικό πατριωτισμό από το εθνοτικό μίσος και τους συνασπισμούς της καχυποψίας.

Η απόδοση τιμής μέσα από ένα εθνικό μνημόσυνο είναι τελετή που ακροβατεί επικίνδυνα όταν ο τιμώμενος είναι αγνοούμενος. Ο Ηρόδοτος Σάββα, γιος της Σοφίας και του Χριστόδουλου Σάββα, είναι το τέταρτο παλικάρι που τιμούμε σήμερα. Κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά μόλις αποφοίτησε από το Οικονομικό Λύκειο Πάφου το 1973 και το 1974 θα τον βρει να υπηρετεί στην έδρα του 361ου Τάγματος Πεζικού στο Συγχαρί. Είναι αγνοούμενος από τις 16 Αυγούστου 1974. Δεν αρμόζει να μιλάμε για τη «μνήμη» ενός παλικαριού όταν αυτός είναι αγνοούμενος.

Αυτή η αδυνατότητα όμως είναι επίσης κομμάτι της βίας που βίωσαν και βιώνουν οι γονείς και συγγενείς των αγνοουμένων, αλλά και της συμβολικής βίας που ασκείται στους αγνοούμενους. Είναι άραγε πιο αρμόζουσα η σιωπή; Μα η σιωπή δεν είναι επίσης ένοχη όταν μετά από 38 ολόκληρα χρόνια το ζήτημα των αγνοουμένων μετατρέπεται από ζήτημα πολιτικό και αίτημα ηθικό σε ένα τεχνοκρατικό βιοπολιτικό εγχείρημα ταυτοποίησης οστών; Τι ακολουθεί μετά την ταυτοποίηση και την ταφή; Ποιος θα μιλήσει για τα εγκλήματα πολέμου;

Τιμούμε τα τέσσερα παλικάρια. Τιμούμε τη ζωή, τη φιλοπατρία τους τη στιγμή που αναμετρήθηκαν με τον υπέρτατο φόβο και νίκησαν. Τιμούμε το θάρρος τους να διακρίνουν στην ηλικία των 17, 18 και 19, τη διαφορά ανάμεσα στην ομαλότητα μιας ήσυχης ζωής, μιας ζωής ταυτόσημης με την απλή επιβίωση, μιας ζωής άδειας από πολιτικό νόημα και μιας άλλης ζωής που θα υπονόμευε την ομαλότητα της κυριαρχίας, θα πολεμούσε για την πατρίδα, θα αρνιόταν να προδώσει το καθήκον ή να συναινέσει με την ηγεμονία. Ενάντια στη βία του αποικιοκράτη και του εισβολέα, ενάντια και στη βία της λήθης, υψώνεται σήμερα η μορφή του καθενός από τα τέσσερα παλικάρια. Ο ηρωισμός τους καταδεικνύει, πέρα από εθνοτικά και εθνικά σύνορα, τις ψυχικές δυνάμεις που μπορούν να συσπειρώσουν τους αδύνατους και να εμπνεύσουν αγώνες κατά του κατακτητικού ιμπεριαλισμού. Γιατί, τι άλλο δείχνει η απόφαση να πάρει μια ανηφοριά ή να σταθεί ατρόμητος φύλακας της πατρίδας παρά την ανατρεπτική, συναισθηματική, αισθητική και πολιτική δύναμη ενός πατριωτισμού που διεκδικεί προσανατολισμούς σε ιδεώδη πολιτότητας, πολιτισμού, παιδείας και δικαιοσύνης πέρα από τα στενά όρια της οικογένειας, της κοινότητας, της φυλής, του οικείου χώρου και του γλωσσικού ιδιώματος, πέρα από τα όρια του τόπου και του χρόνου μέσα στα οποία γεννήθηκε κανείς;

Το εθνικό μνημόσυνο ενός ήρωα δεν είναι δώρο για τους νεκρούς αλλά δώρο για τους ζωντανούς. Είναι δώρο μνήμης και ευθύνη προβληματισμού. Η αναφορά στους ήρωες δεν είναι λίπασμα για να τονώνει τον ρητορικό του στόμφο ο πολιτικός, για να συνενώνει οπαδούς του ο αρχηγός, για να εξασκεί τη φωνή του ο δάσκαλος. Τα ονόματά τους δεν είναι καταφύγιο πολιτικής νοσταλγίας για να προσφεύγουμε εκεί όταν το παρόν αναδεικνύεται κρίσιμο και το μέλλον δυσοίωνο. Το μνημόσυνο είναι δώρο δύσκολο διότι εμπεριέχει το βάρος μιας μεγάλης ευθύνης να αναλογιστούμε τι σημαίνει σήμερα για μας, ως Κύπριοι πολίτες, ως ΄Ελληνες Κύπριοι, ως Ευρωπαίοι, ως οικουμενικοί άνθρωποι, η ρήξη που επιφέρει ο αγωνιστής της ελευθερίας, μέσα από τη ζωή και το θάνατό του, στην ομαλότητα της βίας.

Αιωνία τους η μνήμη.