19/1/10

Επιμνημόσυνος λόγος του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κ. Μιχάλη Πολυνείκη

Επιμνημόσυνος λόγος του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, κ. Μιχάλη Πολυνείκη στο θρησκευτικό μνημόσυνο του Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄, στην Ιερά Μονή Χρυσορρογιατίσσης
19/01/2010





Με συγκίνηση βρίσκομαι σήμερα μαζί σας σ΄ αυτόν εδώ τον ιστορικό χώρο για να αποτίσουμε φόρο τιμής στο πιο εκλεκτό τέκνο που γέννησε η Παναγιά και θέλω να ευχαριστήσω το Ιστορικό Πολιτιστικό Κέντρο Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄ Παναγιάς για την τιμητική του πρόσκληση να είμαι ο ομιλητής στο φετινό μνημόσυνο.

Η 19η Ιανουαρίου, ημέρα των ονομαστηρίων του αείμνηστου Εθνάρχη, καθιερώθηκε και τιμάται από την Πολιτεία ως ημέρα μνήμης για τον Μακάριο. Τον Αρχιεπίσκοπο και πρώτο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος αναδείχθηκε με το έργο και την προσφορά του ως μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του σύγχρονου Ελληνισμού. Τιμούμε σήμερα την αξεθώριαστη μνήμη του μεγάλου ηγέτη μας, 33 σχεδόν χρόνια από το θάνατο του. Πολλά μέχρι τώρα ειπώθηκαν και περισσότερα γράφτηκαν για το Μακάριο. Τα λόγια μπορούν μονάχα να ιχνογραφήσουν την επιβλητική μορφή του και απλώς να σκιαγραφήσουν το υποβλητικό μεγαλείο του. Αλλά ο Μακάριος ήταν και θα παραμένει υπεράνω περιγραφών και αξιολογήσεων.

Αυτή είναι η μοίρα, το προνόμιο και η αναπόφευκτη συνέπεια της αξιοσύνης και του εκτοπίσματος των μεγάλων ανδρών της Ιστορίας. Το ύψος τους εμποδίζει την ανάβαση στην κορυφή και το βάθος τους δυσκολεύει την κατάβαση στα άδυτα της ψυχής τους. Εκεί που η Ιστορία ολοκληρώνει την προσέγγιση και την καταγραφή της μεγάλης πορείας του Μακαρίου, τότε αναλαμβάνει ο θρύλος να αφηγείται τη δόξα και τη μεγαλοσύνη του ανθρώπου. Μιας προσωπικότητας που για τριάντα ολόκληρα χρόνια στάθηκε η ζωντανή συνείδηση του τόπου του, ο ρυθμιστής των παλμών της καρδιάς του λαού του, ο ερμηνευτής και εκφραστής των ονείρων και των καημών της πατρίδας του.

Η πολυτάραχη ζωή του Μακαρίου αρχίζει στις 13 Αυγούστου 1913 στην Παναγιά, όπου γεννήθηκε. Ακολουθεί στη συνέχεια μια μυθιστορηματική πορεία που θα τον φέρει στα ανώτατα θρησκευτικά και πολιτικά αξιώματα της πατρίδας του, υπηρέτη και πρωταγωνιστή των αγώνων της για εθνική ελευθερία. Το μικρό βοσκόπουλο της Πάφου γίνεται στα δεκατρία του χρόνια δόκιμος μοναχός στη Μονή του Κύκκου. Φοιτά στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και αργότερα σπουδάζει στην Αθήνα, Θεολογία και Νομικά και στη Βοστώνη των Ηνωμένων Πολιτειών, Κοινωνιολογία της Θρησκείας. Το 1948 χειροτονείται Μητροπολίτης Κιτίου και τον Οκτώβριο του 1950 εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Δέκα χρόνια μετά, το 1960, ο Μακάριος εκλέγεται στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα του νεοσύστατου κυπριακού κράτους ως ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το κύριο χαρακτηριστικό της ισχυρής προσωπικότητας του Μακαρίου ήταν η απαρασάλευτη και βαθιά πίστη του στην ιδέα της ελευθερίας. Και το ιδανικό αυτό της ελευθερίας δεν περιοριζόταν στα στενά όρια της ιδιαίτερής του πατρίδας αλλά επεκτεινόταν και αγκάλιαζε όλους του ανθρώπους, ανεξάρτητα από χρώμα, φυλή και θρησκεία. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαία που ο Μακάριος είχε καθιερωθεί ως παγκόσμιο σύμβολο όλων των λαών που αγωνίζονταν για την απόκτηση και διαφύλαξη της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας τους. Και προς αυτή την κατεύθυνση, της διαφύλαξης της ελευθερίας που κέρδισε ο Κυπριακός Ελληνισμός μέσα από τον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59 και της διασφάλισης της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, αγωνίστηκε ο Μακάριος μέχρι το τέλος της ζωής του.

Δεν υπάρχει ασφαλώς καμμιά αμφιβολία ότι η ανεξαρτησία που επιτεύχθηκε το 1960 δεν ήταν η ελευθερία που οραματιζόταν ο Κυπριακός Ελληνισμός και ο ίδιος ο Μακάριος. Ούτε βέβαια υπάρχει αμφιβολία σήμερα ότι στις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου ενυπήρχαν όλα τα σπέρματα των κατοπινών δεινών του νεοσύστατου ανεξάρτητου κράτους. Μας δόθηκε τότε ένα σύνταγμα το οποίο αντί να συνενώνει το λαό εμπεριείχε τέτοια στοιχεία διαχωρισμού που σε πολλές περιπτώσεις καθίστατο προβληματική η λειτουργία του κράτους. Μέσα σε πολύ αντίξοες συνθήκες, ο Μακάριος καλείται να οδηγήσει τα βήματα του νεοσύστατου κράτους στον κόσμο της προόδου, της ευημερίας, της ανάπτυξης, της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Δεν θα επιχειρήσω να ανασυνθέσω, έστω και συνοπτικά, την κυματώδη πορεία από την ανεξαρτησία μέχρι το μαύρο και πικρότατο εκείνο καλοκαίρι του 1974. Στην πορεία αυτή ξεχωρίζουν ως ορόσημα η τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964, η απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας το 1967, η υπονομευτική για το κυπριακό κράτος δράση της Χούντας της Αθήνας και της Ε.Ο.Κ.Α. Β΄ με αποκορύφωμα το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και, φυσικά, το επιστέγασμα της συνωμοσίας και της προδοσίας, η βάρβαρη τουρκική εισβολή που έφερε στον τόπο μας τον όλεθρο και την καταστροφή. Η πολιτική και το όραμα του Μακαρίου για μια πραγματικά ανεξάρτητη κυρίαρχη και εδαφικά ακέραιη Κύπρο, κοινή ευημερούσα πατρίδα όλων των Κυπρίων και χωρίς εξαρτήσεις από ξένες δυνάμεις, δεν συμβάδιζε με τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις ορισμένων από τις χώρες που διαδραμάτιζαν και εξακολουθούν να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των πραγμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο. Για τον ψύχραιμο και αντικειμενικό αναλυτή είναι σαφές ότι η μικρή Κύπρος αποτέλεσε θύμα των στυγνών γεωπολιτικών συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων και του τουρκικού επεκτατισμού. Σταθερός σε αρχές και ιδεώδη, ο Μακάριος αγωνίστηκε με σθένος για να αποτρέψει τα άνομα σχέδια σε βάρος της Κύπρου και του ιδίου, όμως ο αγώνας ήταν άνισος και προδομένος αφού, αλλοίμονο, βρέθηκαν χέρια Ελλήνων που άνοιξαν την κερκόπορτα στον Τούρκο εισβολέα.

Ο Μακάριος, αυτοεξόριστος ύστερα από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, επέστρεψε στην Κύπρο στις 7 Δεκεμβρίου του 1974 για να επιδοθεί σε ένα πολυμέτωπο αγώνα για απαλλαγή της αιμάσσουσας πατρίδας από την κατοχή, την επιστροφή των εκτοπισμένων στις εστίες τους και τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του στις 20 Μαΐου 1977: «Όσο η καρδιά μου κτυπάει, οι παλμοί της θα είναι παλμοί αγώνος για τη σωτηρία της Κύπρου, για την πρόοδο και την ευημερία του λαού της στο σύνολο του». Με κάθε ευκαιρία διακήρυσσε: «Ουδέποτε ο Κυπριακός Ελληνισμός θα υποκύψει εις την ωμήν βίαν και εν ουδεμία περιπτώσει θα υποχωρήσει εις εκβιασμούς και θα αποδεχθεί ως τετελεσμένα γεγονότα τας υπό του τουρκικού Αττίλα δημιουργηθείσας καταστάσεις». Τόνιζε ακόμη πως «Λαοί οι οποίοι αγωνίζονται, οι λαοί αυτοί ζουν και ποτέ δεν πεθαίνουν. Και ο Κυπριακός Ελληνισμός προώρισται να ζήσει και θα ζήσει». Στην τελευταία του ομιλία, στις 20 Ιουλίου 1977, ο Μακάριος θα αφήσει ως ιερή παρακαταθήκη αυτή τη δραματική υποθήκη: «Δεν ξεχνούμε τα σκλαβωμένα χωριά και τις πόλεις μας, δεν ξεχνούμε τους σκλαβωμένους τόπους που πάνω τους είναι θαμμένοι γονιοί και πρόγονοι μας».

Τιμώντας σήμερα τη μνήμη του, ας έχουμε όλοι κατά νουν την αγωνιστική του παρακαταθήκη, η οποία είναι και σήμερα επίκαιρη υπό το φως της διαπίστωσης ότι μετά και από τον πρώτο γύρο των εντατικών συνομιλιών η τουρκοκυπριακή πλευρά, και κατ΄ επέκταση η Τουρκία, είναι προσκολλημένη σε θέσεις οι οποίες δεν συνάδουν με τον επιδιωκόμενο από την πλευρά μας στόχο για την εξεύρεση μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του κυπριακού προβλήματος που θα επανενώνει τη χώρα μας μέσω ενός συστήματος πραγματικής ομοσπονδίας, δικοινοτικής και διζωνικής και με πολιτική ισότητα όπως αυτή καθορίζεται στα ψηφίσματα του Ο.Η.Ε.

Η προοπτική μιας ειρηνικής και δίκαιης λύσης μέσα από συνεχείς διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του Ο.Η.Ε. είναι η μοναδική ασφαλής πορεία που χάραξε πρώτος ο αείμνηστος Εθνάρχης. Τώρα είναι η ώρα της αγωνιστικής ενότητας γύρω από το διαπραγματευτή της ελληνοκυπριακής κοινότητας, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια, με κοινό υπέρτατο στόχο την αποκατάσταση των καταπατούμενων εδώ και 35 χρόνια από τον τουρκικό Αττίλα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του λαού μας. Η συστράτευση και η ενότητα όλων στην επιδίωξη των κοινών στόχων και επιδιώξεων μας, όπως έχουν επιβεβαιωθεί πρόσφατα από το Εθνικό Συμβούλιο, είναι το καλύτερο μνημόσυνο για τον Μακάριο.

Τριάντα τρία χρόνια από το θάνατο του, τι μένει σήμερα από το Μακάριο; Μένει και διαρκεί η πνοή του, το αγωνιστικό φρόνημα του, το αδούλωτο πνεύμα του, ο καθαρός λόγος του, η ζωντανή μνήμη του που καθοδηγεί και εμψυχώνει. Και ενόσω μέσα στην καρδιά μας ενοικούν αυτά που μένουν από το Μακάριο, οι ελπίδες για το καλύτερο μέλλον του τόπου μας δεν ρυτιδώνουν και δεν ξεθωριάζουν ποτέ. Αν όλοι χρωστούμε κάτι στο Μακάριο, αν όλοι χρωστούμε πολλά στην Κύπρο, αυτό το κάτι και αυτά τα πολλά είναι η συνέχιση του αγώνα για τη δικαίωση του προδομένου τόπου μας και του μεγαλομάρτυρα λαού μας. Αν ο σημαιοφόρος έπεσε πριν από 33 χρόνια, η σημαία για το καλύτερο μέλλον της Κύπρου δεν υποστέλλεται, δεν αναδιπλώνεται.

Αιωνία ας είναι η μνήμη του.