11/7/17

Εισαγωγική ομιλία Προέδρου της Δημοκρατίας στη συνέντευξη Τύπου για τα αποτελέσματα της Διάσκεψης για την Κύπρο, στο Κραν Μοντανά

Εισαγωγική ομιλία Προέδρου της Δημοκρατίας στη συνέντευξη Τύπου για τα αποτελέσματα της Διάσκεψης για την Κύπρο, στο Κραν Μοντανά




Στόχος της σημερινής διάσκεψης Τύπου είναι πρώτον, η ενημέρωση του συνόλου του λαού, Ελληνοκυπρίων αλλά και Τουρκοκυπρίων, με τεκμηρίωση και αναφορά στα πραγματικά γεγονότα και δεύτερον, η παράθεση κάποιων πρώτων προβληματισμών που αφορούν στην παρά πέρα πορεία.

Όπως καλά γνωρίζετε, η Διάσκεψη για την Κύπρο, στο Κραν Μοντανά, ήταν το αποτέλεσμα της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί στις 4 Ιουνίου 2017, στη Νέα Υόρκη και η οποία ανεδείκνυε για πρώτη φορά ότι χωρίς την επίλυση ή την επίτευξη επαρκούς προόδου στο Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων δεν θα μπορούσε να αναμένεται θετικό αποτέλεσμα από την παρούσα διαδικασία.

Στις 28 Ιουνίου, με την έναρξη των εργασιών στο Κραν Μοντανά, ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κ. Φέλτμαν, ο οποίος και προήδρευε της Διάσκεψης, επεσήμανε πως το Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων είναι το πλέον κρίσιμο για την εξεύρεση συνολικής λύσης, ενώ ξεκαθάρισε πως το έγγραφο που είχε παρουσιαστεί ως κοινό δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως τέτοιο λόγω των διαφωνιών που εκφράσθηκαν.

Κατά την απογευματινή σύνοδο της Διάσκεψης, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών παρουσίασε την τουρκική πρόταση, η οποία αποτελείτο από τα ακόλουθα μέρη:
(α) Η Συνθήκη Εγγύησης θα συνεχίσει να ισχύει και θα επεκταθεί και στις δύο συνιστώσες πολιτείες,
(β) Η Συνθήκη Συμμαχίας θα συνεχίσει να ισχύει, αλλά θα καταργηθεί το τριμελές στρατηγείο,
(γ) Τα τουρκικά στρατεύματα θα μειωθούν σημαντικά με την έναρξη εφαρμογής της λύσης και μετέπειτα, θα μειωθούν σε αντίστοιχο αριθμό με αυτόν των ελληνικών στρατευμάτων, μέχρι να φθάσουν σε συμφωνημένο αριθμό με μόνιμη όμως παρουσία εσαεί,
(δ) Η εφαρμογή της λύσης θα επιβλέπεται από μια επιτροπή στην οποία θα συμμετέχουν με έναν εκπρόσωπο η Τουρκία, η Βρετανία και η Ελλάδα, ένας Ελληνοκύπριος και ένας Τουρκοκύπριος από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ένας εκπρόσωπός από κάθε συνιστώσα πολιτεία και ένας εκπρόσωπος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που θα προεδρεύει, με ρητή αναφορά –προσέξετε– τον αποκλεισμό συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως ήταν αναμενόμενο, τόσο εγώ ο ίδιος όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας απορρίψαμε την τουρκική πρόταση.

Άξια αναφοράς, θα πρέπει να σημειώσω, είναι η τοποθέτηση του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Τίμμερμανς, ο οποίος σημείωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολλά να συνεισφέρει και ρόλο να διαδραματίσει στον τομέα της Ασφάλειας, σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στη συνέχεια, ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, εμμένοντας στην άποψη ότι το θέμα Ασφάλειας και Εγγυήσεων έχει υψίστη σημασία για την περαιτέρω πορεία των διαπραγματεύσεων, κάλεσε τα μέρη να τοποθετηθούν σε τρία βασικά ερωτήματα:
(α) Ποια θεμελιώδης αλλαγή ή ποιο σύστημα ασφάλειας θα αντικαθιστούσε τη Συνθήκη Εγγύησης και το σύστημα Εγγυήσεων ευρύτερα;
(β) Πώς αντιμετωπίζονται οι ανησυχίες των δύο κοινοτήτων στο θέμα της Ασφάλειας;
(γ) Πώς διασφαλίζεται η εφαρμογή και παρακολούθηση της λύσης;

Την επομένη, ανέπτυξα εκτενώς και με συγκεκριμένα επιχειρήματα τη εμπεριστατωμένη πρόταση που υπέβαλα τον Σεπτέμβριο 2016, η οποία καλύπτει και απαντά πλήρως αλλά και τεκμηριωμένα το σύνολο των ερωτημάτων που υπέβαλε ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά περιορίστηκαν στο να επαναλάβουν τις τουρκικές θέσεις που έχω ήδη προαναφέρει, με εμμονή της τουρκοκυπριακής πλευράς στη διατήρηση των δεσμών της με την Τουρκία.

Από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Τίμμερμανς, απαντώντας στα ερωτήματα του Βοηθού Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αναφέρθηκε σε μια σειρά από ρήτρες των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρέχουν τη δυνατότητα αντιμετώπισης του αισθήματος ανασφάλειας των δύο κοινοτήτων, τόσο σε θέματα εσωτερικής όσο και σε θέματα εξωτερικής ασφάλειας.

Θέσεις κατέθεσε και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας κ. Κοτζιάς, με βάση την ίδια γραμμή που είχε συμφωνηθεί.

Στις 30 Ιουνίου, κατά την πρώτη παρουσία και συμμετοχή του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Διάσκεψη για την Κύπρο και ύστερα από διαβουλεύσεις με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, καθόρισε τις παραμέτρους μέσα στις οποίες, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα των συστάσεών του, θα έπρεπε να κινηθούν οι διαπραγματεύσεις προκειμένου να επιτευχθεί πρόοδος ή/και συγκλίσεις στις ακόλουθες έξι ενότητες.

Αναφέρω αυτολεξεί από το κείμενο όπως κατεγράφη:

(α) Ασφάλεια και Εγγυήσεις
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα νέο καθεστώς ασφαλείας και όχι τη συνέχιση του παλιού. Νομίζω – ανέφερε – ότι χρειάζεται ο τερματισμός των μονομερών επεμβατικών δικαιωμάτων και ο τερματισμός της Συνθήκης Εγγυήσεως.

Η παρούσα κατάσταση θα αντικατασταθεί από ένα σταθερό σύστημα ασφάλειας όπου ολόκληρη η Κύπρος και το σύνολο των Κυπρίων και από τις δύο κοινότητες, θα αισθάνονται ασφάλεια μέσω ισχυρών μηχανισμών εφαρμογής και εποπτείας της λύσης, που θα περιλαμβάνουν διεθνή διάσταση, όπως ΟΗΕ, πολυμερές – διεθνές πλαίσιο, φιλικές χώρες. Οι σημερινές εγγυήτριες δυνάμεις – ανέφερε – δεν είναι σε θέση να εφαρμόζουν και να εποπτεύουν οι ίδιοι την εφαρμογή της λύσης.

(β) Ξένα στρατεύματα
Θα πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη ημέρα εφαρμογής της λύσης και στη συνέχεια, ο αριθμός των δυνάμεων να μειωθεί στα επίπεδα με βάση τις Συνθήκες Συμμαχίας του 1960, ενώ ταυτόχρονα να συμφωνηθεί το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης αλλά και οι μηχανισμοί εποπτείας.

Αναφορικά με τη ρήτρα λήξης της παραμονής των στρατευμάτων έναντι της ρήτρας αναθεώρησης, δηλαδή κατά πόσον θα υπήρχε το λεγόμενο sunset ή review clause, κατά πόσον θα ετερματίζετο οριστικά ή θα υπήρχε επανεξέταση του χρονικού πλαισίου που θα παρέμεναν οι μειωμένες δυνάμεις, είπε ότι αυτό θα πρέπει να συζητηθεί με τη συμμετοχή των Πρωθυπουργών και των τριών εγγυητριών δυνάμεων.

(γ) Εδαφικό
Οι εδαφικές αναπροσαρμογές θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανησυχίες που εκφράσθηκαν από πλευράς των Ελληνοκυπρίων.

(δ) Περιουσιακό
Υπάρχουν δύο αρχές που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη: (α) Για περιοχές που υπόκεινται σε εδαφικές αναπροσαρμογές όπου θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στους εκτοπισθέντες ιδιοκτήτες, αλλά όχι σε απόλυτο βαθμό – σε 100% είχε πει, – και (β) Το υπόλοιπο καθεστώς που θα πρέπει να οικοδομηθεί κατά τρόπο που θα δίδεται προτεραιότητα στους χρήστες, αλλά όχι και πάλι σε απόλυτο ποσοστό. Συγκεκριμένα στοιχεία θα πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω, όπως ανέφερε.

(ε) Αποτελεσματική συμμετοχή
Αυτό το θέμα θα πρέπει να συζητηθεί – όπως ανέφερε – περαιτέρω όσον αφορά στο θέμα της θετικής ψήφου (πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις, σε ποια σώματα και ποιοι θα είναι οι σχετικοί μηχανισμοί επίλυσης αδιεξόδου), ενώ άλλα εκκρεμούντα ζητήματα που αφορούν στον καταμερισμό εξουσίας, θα πρέπει επίσης να συζητηθούν, περιλαμβανομένης και της αξίωσης της τουρκοκυπριακής πλευράς για εκ περιτροπής προεδρία.

(στ) Μεταχείριση Τούρκων υπηκόων
Όσον αφορά στη μόνιμη διαμονή των Τούρκων, να υπάρξει μια ποσόστωση, η οποία θα είναι ακριβοδίκαιη (equitable) και όχι ίση, σε σχέση με τους Έλληνες υπηκόους που θα αποκτούν μόνιμη διαμονή, εκτός από το καθεστώς που σχετίζεται με τους φοιτητές, τουρίστες και εποχικούς εργάτες.

Όπως ανέφερε, απαιτείται περαιτέρω συζήτηση αναφορικά με το τι κρίνεται ως ακριβοδίκαιο για την εφαρμογή της μόνιμης διαμονής.

Κυρίες και κύριοι,

Ως αποτέλεσμα της άρνησης της τουρκικής πλευράς να διαπραγματευθεί στο πλαίσιο των παραμέτρων του Γενικού Γραμματέα και ενόψει ενός διαφαινόμενου αδιεξόδου, ανέλαβα την πρωτοβουλία και στις 5 Ιουλίου, κάτω υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, υπέβαλα προτάσεις που αντιμετώπιζαν τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, χωρίς να παραγνωρίζουν τις ευαισθησίες της ελληνοκυπριακής πλευράς.

Και μιλώ για προτάσεις οι οποίες αναφέρονταν από τη μια, σε γενικές γραμμές στο σύστημα ασφάλειας, αλλά κατά κύριο λόγο, που αντιμετώπιζαν τις εσωτερικές πτυχές του κυπριακού προβλήματος, μέσα στις παραμέτρους όπως τις προδιέγραψε ο Γενικός Γραμματέας.

Θέλω να τονίσω πως μέσω των εγγράφων προτάσεων μας, σαφέστατα ετονίζετο ότι ουδεμία των προτάσεων θα ίσχυε εάν δεν ετερματίζετο το μονομερές δικαίωμα επέμβασης και οι εγγυήσεις, εάν δεν υπήρχε αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και εάν δεν ικανοποιούνταν οι δίκαιες αξιώσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς επί των εδαφικών αναπροσαρμογών.

Προτάσεις, οι οποίες οφείλω να πω ότι έτυχαν θετικής αντιμετώπισης από τους συμμετέχοντες, πλην, βεβαίως, της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων.

Κυρίες και κύριοι,

Στις 6 Ιουλίου, στην παρουσία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ανέπτυξα εν εκτάσει τις εμπλουτισμένες αλλά και τεκμηριωμένες προτάσεις μας, ειδικότερα για τα θέματα που άπτονται της κατάργησης των επεμβατικών δικαιωμάτων και των τουρκικών εγγυήσεων, και της αντικατάστασής τους από ένα νέο σύστημα αρχιτεκτονικής ασφάλειας, το οποίο θα επέτρεπε την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας.

Την ίδια ώρα, εισηγηθήκαμε έναν αξιόπιστο μηχανισμό παρακολούθησης εφαρμογής της λύσης.

Στις διαβουλεύσεις του Γενικού Γραμματέα που ακολούθησαν με τα μέρη, η τουρκική πλευρά άφησε να νοηθεί πως θα επεδείκνυε ευελιξία στο πλαίσιο των παραμέτρων που καθόρισε ο Γενικός Γραμματέας όσον αφορά στα επεμβατικά δικαιώματα αλλά και την κατάργηση των εγγυήσεων.

Στη μακρά διαβούλευση που επακολούθησε κατά τη διάρκεια του δείπνου και κατ’ αντίθεση με τις εντυπώσεις που η τουρκική πλευρά δημιούργησε στον Γενικό Γραμματέα, ο κ. Τσαβούσογλου αρνείτο πεισματικά να αποκαλύψει τις τουρκικές θέσεις, ισχυριζόμενος ότι είναι γνωστές στον Γενικό Γραμματέα.

Ταυτόχρονα, απαιτούσε την εκ των προτέρων ικανοποίηση των τουρκοκυπριακών θέσεων στα Κεφάλαια που άπτονται της εσωτερικής πτυχής, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη ικανοποίησης της Τουρκίας στο θέμα της ισότιμης μεταχείρισης Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων, όπως επίσης της ανάγκης η λύση να καταστεί πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάτι που ετίθετο εκτός παραμέτρων ως έβδομο θέμα και ηγέρθη με έντονο τρόπο ως προαπαιτούμενο προκειμένου να αποκαλύψει τις θέσεις του.

Προ του διαφαινόμενου αδιεξόδου, ο Γενικός Γραμματέας ανέλαβε την πρωτοβουλία να προτείνει ένα σύντομο ανακοινωθέν, που θα κατέγραφε γενικά αποδεκτές θέσεις στο Κεφάλαιο Ασφάλειας και Εγγυήσεων, όπως επίσης επί κάποιων άλλων πτυχών που θεωρείτο δυνατόν να επιτευχθεί σύγκλιση.

Στις επανειλημμένες δικές μου ερωτήσεις αλλά και του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών κ. Κοτζιά, εάν οι πρόνοιες του τερματισμού του επεμβατικού δικαιώματος και της Συνθήκης Εγγυήσεων θα ίσχυαν από την πρώτη ημέρα εφαρμογής της λύσης, ο κ. Τσαβούσογλου, αποφεύγοντας πλέον τις υπεκφυγές, αποκάλυψε πως η θέση της Τουρκίας παρέμενε αμετάβλητη.

Δηλαδή, το σύστημα Ασφάλειας και Εγγυήσεων, όπως επίσης και το επεμβατικό δικαίωμα θα πρέπει να διατηρηθούν με ρήτρα αναθεώρησης – ενδεχόμενης κατάργησης δηλαδή – σε δεκαπέντε χρόνια, ενώ στο θέμα των στρατευμάτων, η απόλυτη θέση της Τουρκίας ήταν πως ο όποιος αριθμός συμφωνηθεί θα παραμείνει μονίμως στην Κύπρο.

Ο Γενικός Γραμματέας, προς αποφυγή όξυνσης μιας περαιτέρω κρίσης, ανέλαβε το βάρος των ευθυνών δηλώνοντας πως υπό τις εξελίξεις, διαφαίνεται ότι στο θέμα του τερματισμού της Συνθήκης Εγγυήσεων και του παρεμβατικού δικαιώματος, οι όλες εισηγήσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια των διαβουλεύσεων βασίζονταν σε εσφαλμένη αντίληψη που είχε σχηματίσει κατά τις συνομιλίες του με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών.

Σαφέστατα ο Γενικός Γραμματέας ανέλαβε ένα βάρος, που είμαι βέβαιος, πως δεν του αναλογούσε αλλά υπήρχαν οι σκοπιμότητες προς αποφυγήν, επαναλαμβάνω, μιας όξυνσης ή μιας κρίσης.

Θα ήθελα να σημειώσω πως στο θέμα των εσωτερικών πτυχών, πέραν των άλλων διαφωνιών, η θέση της τουρκοκυπριακής πλευράς στο θέμα των εδαφικών αναπροσαρμογών περιοριζόταν στην παραχώρηση μέρους μόνον της Μόρφου.

Κυρίες και κύριοι,

Δεν θα ήθελα να επεκταθώ σε αναφορά της σειράς των γεγονότων, αφού είμαι βέβαιος πως μέσα από τις ερωτήσεις σας θα μου δοθεί η ευκαιρία να παραθέσω περαιτέρω λεπτομέρειες και πληροφορίες.

Εκείνο όμως που θα ήθελα να καταστήσω σαφές σε όσους κακόβουλα διοχετεύουν μηνύματα πως τάχα η ελληνοκυπριακή πλευρά ευθύνεται για το ατυχές αποτέλεσμα ή πως τάχα η Τουρκία ήταν έτοιμη να αποδεχθεί τερματισμό του μονομερούς δικαιώματος και των εγγυήσεων, θέλω να δηλώσω πως η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί μια λύση μέσα στις παραμέτρους που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας αν:

Πρώτον, η Τουρκία εννοεί τα όσα έλεγε, ή ως άφηνε να νοηθεί, ή ως αφήνουν να νοηθούν κάποιοι κύκλοι, ότι πρώτον, τερματιστούν από την πρώτη ημέρα εφαρμογής της λύσης οι Συνθήκες Εγγυήσεων και Συμμαχίας, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος επέμβασης.

Δεύτερον, εξευρεθεί αποτελεσματικός μηχανισμός εφαρμογής και αξιόπιστης παρακολούθησης αλλά και αξιόπιστης υλοποίησης της λύσης, με βάση την ολοκληρωμένη πρόταση που έχουμε υποβάλει.

Τρίτον, να συμφωνηθεί χρονοδιάγραμμα πλήρους αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων, με βάση την πρόταση που έχουμε υποβάλει.

Θέλω να επαναλάβω πως στόχος και σκοπός μας είναι όπως, μέσα από τις προτάσεις που έχουμε υποβάλει είναι η δημιουργία ενός πραγματικά ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, απαλλαγμένου από τις όποιες εξαρτήσεις τρίτων χωρών ή της οποιαδήποτε τρίτης χώρας.

Ενός σύγχρονου, απόλυτα εναρμονισμένου με το ευρωπαϊκό κεκτημένο κράτους, που θα δίδει πραγματικά την προοπτική ειρηνικής συνύπαρξης και προοπτικής για το μέλλον για όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους του – Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

Κυρίες και κύριοι,

Η Κυβέρνηση τις επόμενες των ημερών αναλαμβάνει εκστρατεία ενημέρωσης των ηγετών ξένων χερών, των Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με προσωπικές επιστολές του ιδίου αλλά και με δραστηριοποίηση και κινητοποίηση του συνόλου των διπλωματικών αποστολών.

Ταυτόχρονα, σε διαβούλευση με το Εθνικό Συμβούλιο αλλά και σε συνεργασία με την Ελληνική Κυβέρνηση θα χαράξουμε την πάρα πέρα πορεία.

Κυρίες και κύριοι,

Προτού τελειώσω, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμότατες ευχαριστίες μου στον Έλληνα Πρωθυπουργό και στον Υπουργό Εξωτερικών και τους συνεργάτες του, για την άψογη συνεργασία και την απόλυτη στήριξη κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων στο Κραν Μοντανά.

Δεύτερον, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες και προς τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου, που με υπευθυνότητα, έστω και με διαφορετικές απόψεις, στήριξαν τις προσπάθειες που καταβάλαμε.

Ιδιαίτερες ευχαριστίες θα ήθελα να εκφράσω προς τον Διαπραγματευτή, τη διαπραγματευτική ομάδα και τους τεχνοκράτες, που σημαντικά με βοήθησαν στη διαμόρφωση προτάσεων ή την αντιμετώπιση των αξιώσεων από πλευράς είτε της Τουρκίας είτε της τουρκοκυπριακής πλευράς.

Ευχαριστίες οφείλω και σε όλους εσάς ή σε όσους των δημοσιογράφων μας είχαν τιμήσει με την παρουσία τους και, εν πάσει περιπτώσει, μέσα από τις ανταποκρίσεις τους δεν υπήρξε η μη αναμενόμενη ή αβεβαιότητα ή ανασφάλεια – διότι θέλω να πιστεύω πως οι ανταποκρίσεις ήταν αντικειμενικές.

Σας ευχαριστώ και είμαι στη διάθεσή σας να απαντήσω στις όποιες ερωτήσεις έχετε.