29/3/16

Ομιλία του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ειδική συνεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων

Ομιλία του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
σε ειδική συνεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων


Προσφώνηση
Κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας,
K ύριε Πρόεδρε της Βουλής των Αντιπροσώπων,
Αγαπητοί συνάδελφοι,

Σας ευχαριστώ θερμά που με καλέσατε να μιλήσω σήμερα ενώπιον του Σώματος. Είναι μεγάλη τιμή για μένα. Και χαίρομαι ιδιαίτερα που είμαι εδώ κοντά σας σε αυτή τη χρονική συγκυρία, τώρα που ο κυπριακός λαός βρίσκεται μπροστά σε μια αποφασιστική στιγμή της ιστορίας του.

Γεννήθηκα το 1955 - στη μεταπολεμική Γερμανία, κοντά στα σύνορα Γερμανίας-Βελγίου-Ολλανδίας, σε μια διαιρεμένη χώρα. Γνωρίζω από τις προσωπικές μου εμπειρίες πόσο πολύς χρόνος χρειάζεται για να επουλωθούν οι πληγές του πολέμου και τι σημαίνει να μεγαλώνεις σε έναν τόπο περιτριγυρισμένο από σύνορα. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση έδωσε τη δυνατότητα στη Δυτική Γερμανία να επιστρέψει μετά τον πόλεμο στην οικογένεια των ευρωπαϊκών λαών. Οι γείτονές μας δεν επέλεξαν την εκδίκηση, αλλά μας έτειναν χέρι συμφιλίωσης. Αργότερα, με τη Συνθήκη του Σένγκεν, έπαυσαν να υπάρχουν οι μπάρες στα ευρωπαϊκά εσωτερικά σύνορα. Το 1989, άναψε η σπίθα της ελευθερίας και μαζί της η σπίθα της δημοκρατικής επανάστασης που διαδόθηκε από τη μια χώρα της Ανατολικής Ευρώπης στην άλλη. Εικοσιπέντε χρόνια πριν, τα μάτια όλου του κόσμου ήταν στραμμένα στο Βερολίνο. Όλος ο κόσμος έγινε μάρτυρας ενός συγκλονιστικού γεγονότος: θαρραλέοι άνδρες και γυναίκες γκρέμισαν το Τείχος του Βερολίνου, ένα Τείχος που συμβόλιζε την αυθαίρετη διαίρεση Γερμανίας και Ευρώπης, φρουρούμενη από στρατιώτες, θωρακισμένη με αγκαθωτό συρματόπλεγμα και παγιωμένη με αυτό το ίδιο το Τείχος, ένα Τείχος του φόβου, στο οποίο δύο μεγάλες δυνάμεις στέκονταν εχθρικά η μία απέναντι στην άλλη· στο οποίο συγκρούονταν δύο πολιτικά συστήματα· ένα Τείχος που είχε χωρίσει με τόσο βάναυσο τρόπο οικογένειες, μια χώρα, μια ολόκληρη ήπειρο. Μια ειρηνική επανάσταση ήρθε να βάλει τέλος σε αυτήν την οδυνηρή διαίρεση. Χωρίς να βγει στους δρόμους ούτε ένα τανκ. Χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός. Χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίμα. Μια μαγική στιγμή στην ιστορία της Γερμανίας και η έναρξη μιας νέας εποχής στην Ευρώπη. Διαιρεμένες κοινότητες ενώθηκαν και πάλι, μέλη χωρισμένων οικογενειών έπεσαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Η Γερμανία ενώθηκε και πάλι, η Ευρώπη ενώθηκε και πάλι.

Πριν από μια δεκαετία, η Κύπρος έγινε επιτέλους μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως γνωρίζετε, υπερασπίστηκα πάντα την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι χωρίς την Κύπρο η Ευρώπη δεν θα ήταν πλήρης - και θα είναι πραγματικά πλήρης όταν ολόκληρη η Κύπρος γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αξιότιμες κυρίες, αξιότιμοι κύριοι,

επί πολλά χρόνια οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση της Κύπρου προσέκρουαν σε εμπόδια, ορισμένες φορές μάλιστα έφτασαν πραγματικά σε αδιέξοδο. Πριν από μερικά χρόνια, κανείς δεν θα πίστευε ότι οι συνομιλίες θα μπορούσαν να διεξαχθούν σε τόσο θετικό κλίμα.

Και για αυτό, θα ήθελα να εκφράσω τη βαθιά μου εκτίμηση προς τον κύριο Αναστασιάδη και τον κύριο Akıncı: για το θάρρος που είχαν να επαναρχίσουν αυτές τις διαπραγματεύσεις. Για τον επιδέξιο τρόπο με τον οποίο διεξήγαγαν τις συνομιλίες. Και για την αποφασιστικότητά τους να μην δεχθούν να γίνουν όμηροι της ιστορίας, αλλά, αντίθετα, να εργαστούν από κοινού για την οικοδόμηση ενός καλού μέλλοντος για όλους τους Κυπρίους. Ο κοινός περίπατός τους στην οδό Λήδρας τον Μάιο πριν από έναν χρόνο ή η επιστολή του κυρίου Αναστασιάδη προς την ολλανδική Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί η τουρκική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν ισχυρά μηνύματα, ισχυρά σημάδια που μαρτυρούν το εποικοδομητικό κλίμα και τη διάθεση συνεργασίας.

Εξακολουθούν βέβαια να υπάρχουν εμπόδια στην επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας - καθώς ισχύει η αρχή «τίποτα δεν έχει συμφωνηθεί μέχρι ότου συμφωνηθούν όλα». Όλες οι πλευρές πρέπει να κάνουν υποχωρήσεις στο ένα ή το άλλο σημείο για να μπορέσουν να επιτευχθούν συμβιβασμοί. Η τύχη της Κύπρου δεν επιτρέπεται τώρα να εξαρτηθεί από λεπτομέρειες. Διότι, αν επιτευχθεί η επανένωση, αυτό θα είναι προς όφελος όλων των Κυπρίων, από πολιτική, οικονομική και πολιτιστική άποψη.

Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από λίγα χρόνια, ή ακόμα και πριν από λίγους μήνες, ότι η επανένωση της Κύπρου θα μπορούσε να γίνει ρεαλιστική πιθανότητα; Αλλά τώρα η επανένωση της Κύπρου έχει γίνει ρεαλιστική πιθανότητα - και πρέπει να αδράξουμε αυτήν την ιστορική ευκαιρία.

Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,

Αυτόν τον μήνα η Κύπρος θα εξέλθει με επιτυχία από το πρόγραμμα διάσωσης και θα ήθελα να σας συγχαρώ θερμά για το επίτευγμα αυτό.

Μέσα σε τρία χρόνια η χώρα σας κατόρθωσε να βγει από τη δίνη της οικονομικής κατάρρευσης και να μπει στον δρόμο της οικονομικής ανάκαμψης. Εφαρμόστηκαν γρήγορα μεταρρυθμίσεις, που έκαναν την οικονομία πιο ανθεκτική μέσω της ευρύτερης κατανομής των κινδύνων. Γνωρίζω ότι ο κυπριακός λαός κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες και ότι οι θυσίες αυτές αποδίδουν. Αυτή είναι και η πρέπουσα απάντηση σε μια κρίση που ήταν το αποτέλεσμα μιας μη υγιούς επικέντρωσης σε έναν τομέα της οικονομίας. Ο τρόπος με τον οποίο εκσυγχρονίζετε την οικονομία σας υποστηρίζεται πλήρως από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Τα πρώτα σημάδια οικονομικής ανάπτυξης είναι ήδη ορατά. Αν επιτευχθεί τώρα και η επανένωση της Κύπρου, τότε θα ζήσουμε μια μαγική στιγμή για τη χώρα σας, αλλά και μια μαγική στιγμή για ολόκληρη την Ευρώπη. Η Ευρώπη χρειάζεται σήμερα περισσότερο από ποτέ ένα μήνυμα ελπίδας, χρειάζεται περισσότερο από ποτέ ένα παράδειγμα όπως η Κύπρος, που δείχνει ότι τα προβλήματα μπορούν να υπερνικηθούν με πολιτική βούληση και αποφασιστική δράση.

Ζούμε σε δραματικούς καιρούς. Η Ευρώπη λειτουργεί διαρκώς υπό καθεστώς κρίσης. Εδώ και χρόνια η μία σύνοδος κορυφής για την αντιμετώπιση της κρίσης διαδέχεται την άλλη. Όλα άρχισαν με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, πέρασε τον Ατλαντικό και έφτασε σε μας. Οι ρυθμοί ανάπτυξης σημείωσαν θεαματική πτώση, τα ποσοστά ανεργίας και τα δημόσια χρέη εκτινάχθηκαν στα ύψη, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, το «Grexit», αποτελούσε ορατή απειλή, και το ευρώ βρισκόταν στο στόχαστρο των κερδοσκόπων. Υπερασπιστήκαμε με επιτυχία το κοινό μας νόμισμα και η οικονομία μας ανακάμπτει – αν και με βραδείς ρυθμούς, είναι αλήθεια, ίσως υπερβολικά βραδείς ρυθμούς. Ωστόσο, οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία δεν είναι ιδιαίτερα ευοίωνες, η ζήτηση σε πολλές χώρες με αναδυόμενη οικονομία έχει σημειώσει μεγάλη πτώση. Και σε αυτή τη δύσκολη πραγματικότητα έρχονται να προστεθούν οι βίαιες συγκρούσεις που μαίνονται στις χώρες της άμεσης γειτονίας μας: από τις συγκρούσεις στην Ουκρανία έως τις ωμές τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες και αλλού, οδυνηρή υπόμνηση της παγκόσμιας απειλής που συνιστά το Da'esh. Εκατομμύρια Σύροι εγκαταλείπουν τη χώρα τους για να ξεφύγουν από τη βιαιότητα του Da'esh αλλά και από τις βόμβες του καθεστώτος Άσαντ. Το 2015 ήταν ο δυσκολότερος χρόνος που βίωσα στην 30ετή πολιτική μου σταδιοδρομία.

Αυτό που μου προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία είναι ότι οι κρίσεις αυτές δεν μας φέρνουν πιο κοντά εμάς του Ευρωπαίους, αλλά απειλούν να μας διχάσουν. Η δυσπιστία έχει αυξηθεί και έχει φέρει στην επιφάνεια δυνάμεις που επιδιώκουν την οπισθοδρόμηση της Ευρώπης, λαϊκίστικες δυνάμεις που μιλούν για επανεθνικοποίηση, που αμφισβητούν την ίδια τη δημοκρατία μας και είναι μάλιστα έτοιμες να καταστρέψουν την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Λησμονούν την ιστορία εκείνοι που θέλουν να υψώσουν και πάλι τείχη και φράχτες στην Ευρώπη για να αντιμετωπίσουν τις ροές προσφύγων – και αυτό μόλις εικοσιπέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου!

Η προσφυγική κρίση αποτελεί αναμφισβήτητα ιστορική πρόκληση και σε κάποιους εμπνέει φόβο. Και αυτό μπορεί μεν να το κατανοήσει κανείς, αλλά ο φόβος δεν είναι ποτέ καλή βάση για τη χάραξη πολιτικής. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο: ας υπερνικήσουμε τους φόβους μας, ας σταματήσουμε να ρίχνουμε το φταίξιμο ο ένας στον άλλο και, αντί για αυτό, ας προσπαθήσουμε να βρούμε λύσεις μαζί!

Ο ρεαλισμός απαιτεί να αναγνωρίσουμε τουλάχιστον τρία πράγματα αν θέλουμε να ακολουθήσουμε μια αποτελεσματική πολιτική για τους πρόσφυγες: Πρώτον, κανένα κράτος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του μια κρίση τέτοιων διαστάσεων. Η κρίση αυτή όμως μπορεί να επιλυθεί με τη συνεργασία. Τα αποτελέσματα της τελευταίας συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης επικρίθηκαν από πολλές πλευρές. Για μένα, όμως, αυτή η σύνοδος κορυφής ήταν –θα τολμούσα να πω– ένα σημαντικό σημείο καμπής, διότι για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό ήταν επιτέλους και πάλι αισθητή η πολιτική βούληση να βρεθούν κοινές λύσεις. Και ο ρεαλισμός επιτάσσει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι δεν θα βρούμε λύση χωρίς την Τουρκία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είμαστε διατεθειμένοι, σε αντάλλαγμα, να θυσιάσουμε τις αξίες μας. Και θα ήθελα επιπρόσθετα να υπογραμμίσω πως ένα πράγμα είναι η ενταξιακή διαδικασία και άλλο πράγμα η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.

Δεύτερον, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να έρχονται προς την Ευρώπη όσο εξακολουθούν να υπάρχουν τα αίτια που τους αναγκάζουν να παίρνουν τον δρόμο της φυγής. Μέχρι τώρα 250.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στον πόλεμο στη Συρία. Ο μισός πληθυσμός, έξι εκατομμύρια άνθρωποι, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τους. Και, ανεξάρτητα από τα όσα ισχυρίζονται μερικοί, όποιος φεύγει για να γλιτώσει από τις βόμβες του καθεστώτος Άσαντ ή από τις βιαιότητες του Da'esh δεν πρόκειται να συγκρατηθεί ούτε από τη θαλασσοταραχή ούτε από τείχη ούτε από φράχτες. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο: πρέπει να παράσχουμε την πλήρη υποστήριξή μας στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που διεξάγονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.

Τρίτον, πρέπει να βοηθήσουμε τους Σύρους πρόσφυγες να μπορέσουν να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή στις γειτονικές χώρες της Συρίας και να έχουν ελπίδα για το μέλλον. Όπως είπε ο πρώην Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες António Guterres, η μη παροχή οικονομικών πόρων ήταν η αιτία για τη ροή προσφύγων στην Ευρώπη τους τελευταίους μήνες. Οι πρόσφυγες αισθάνονταν ότι είχαν εγκαταλειφθεί από τη διεθνή κοινότητα. Ποιος μπορεί να κατηγορήσει αυτούς τους ανθρώπους που κάτω από τέτοιες δυσμενείς συνθήκες και χωρίς ελπίδα αναζητούν στην Ευρώπη ένα ασφαλές καταφύγιο και μέλλον; Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο: οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει επιτέλους να διαθέσουν όντως τους οικονομικούς πόρους που έχουν υποσχεθεί, για να μπορέσουν οι Σύροι πρόσφυγες να οικοδομήσουν το μέλλον τους.

Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, δυστυχώς η Συρία δεν είναι η μόνη εστία κρίσης στην άμεση γειτονιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κατάσταση στην Ανατολική Ουκρανία εξακολουθεί να είναι ανησυχητική. Ποιος από εμάς θα μπορούσε να φανταστεί ότι τα σύνορα της Ευρώπης θα άλλαζαν και πάλι με τη βία των όπλων; Ότι άνθρωποι στην Ευρώπη θα ζούσαν και πάλι με τον φόβο του πολέμου;

Η κρίση στην Ουκρανία ανέδειξε ένα πρωτόγνωρο πνεύμα αλληλεγγύης στην εξωτερική πολιτική. Οι εθνικές κυβερνήσεις ξεπέρασαν τα μεμονωμένα συμφέροντα, τους εγωισμούς και τις ματαιοδοξίες τους και συμφώνησαν σε μια κοινή ευρωπαϊκή γραμμή. Μέχρι τώρα δεν έχουμε επιτρέψει σε κανέναν να μας χωρίσει. Αυτό από μόνο του αποτελεί μεγάλη επιτυχία. Και τούτο διότι, αν ο καθένας μας δρα μεμονωμένα, είμαστε αδύναμοι, μόνο όταν είμαστε ενωμένοι, είμαστε ισχυροί.

Αν εμείς οι Ευρωπαίοι μείνουμε ενωμένοι, μπορούμε να επιτύχουμε τόσα πολλά. Σκεφτείτε τη συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα ή τη συμφωνία για την προστασία του κλίματος που επετεύχθη στο Παρίσι τον περασμένο Δεκέμβριο. Κανείς δεν θεωρούσε ότι ήταν δυνατόν να επιτευχθούν αυτές οι συμφωνίες! Τα παραδείγματα αυτά μπορούν να μας δώσουν ένα ισχυρό κίνητρο ώστε εμείς ως Ευρωπαίοι να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη στη διεθνή σκηνή και να μείνουμε ενωμένοι!

Σε μία εποχή όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδεικνύουν όλο και μεγαλύτερη εσωστρέφεια, όπου η Ρωσία θέτει υπό αμφισβήτηση την παγκόσμια αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ουκρανία και τη Συρία, όπου η Κίνα αποκτά όλο και μεγαλύτερη επιρροή στην Ανατολική Ασία, εμείς οι Ευρωπαίοι καλούμαστε να απαντήσουμε στο ερώτημα: θέλουμε να υπερασπιστούμε το κοινωνικό μας μοντέλο και την ανταγωνιστικότητά μας σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο καθένας μόνος του ή όλοι μαζί;

  Τα εθνικά στενά οράματα προπαγανδίζουν την επιστροφή στο εθνικό κράτος ως ειδυλλιακή κατάσταση, μια Νήσο των Μακάρων, και προσπαθούν να πείσουν ότι τα εξαιρετικά πολύπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος τον 21ο αιώνα θα μπορέσουν να λυθούν με απλοϊκές απαντήσεις, όπως «κλείστε τα σύνορα» ή «καταργήστε το ευρώ». Όταν όμως τα προβλήματα έχουν γίνει πλέον ευρωπαϊκά προβλήματα, αλλά οι τρόποι και τα μέσα που προτείνονται για την επίλυσή τους παραμένουν εθνικά, τότε η αποτυχία είναι αναπόφευκτη.

Είμαι πεπεισμένος ότι αν χωριστούμε στα συστατικά μας μέρη, η Ευρώπη θα βυθιστεί στην ασημαντότητα. Στον παγκοσμιοποιημένο 21ο αιώνα, τα εθνικά κράτη δεν είναι μεμονωμένες οντότητες, αλλά, αντίθετα, συνδέονται στενά μεταξύ τους. Είτε πρόκειται για τη χρηματοπιστωτική κρίση, είτε για την αλλαγή του κλίματος, είτε για το προσφυγικό ζήτημα, μόνο μαζί μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καλύτερα αυτές τις προκλήσεις!

Στην Ευρώπη έχουμε επιτύχει τόσα πολλά μαζί: εχθροί έγιναν φίλοι, δικτατορίες έδωσαν τη θέση τους σε δημοκρατίες, τα σύνορα άνοιξαν, δημιουργήθηκε η μεγαλύτερη και πλουσιότερη εσωτερική αγορά στον κόσμο. Έχουμε ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθεροτυπία, αλλά δεν έχουμε θανατική ποινή ούτε παιδική εργασία. Είναι χρέος μας να διαφυλάξουμε για τα παιδιά μας και για τα παιδιά των παιδιών μας όσα επιτύχαμε, και αυτό πρέπει να μας δίνει θάρρος για να συνεχίσουμε και στο μέλλον να στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον, με πνεύμα ενότητας και αλληλεγγύης, ως Ευρωπαίοι.

Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο: αν επιτευχθεί η επανένωση της Κύπρου, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει και θα καταβάλει από την πρώτη κιόλας ημέρα κάθε προσπάθεια προς στήριξη της επανενωμένης χώρας.

Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας!
_____________