20/7/15

Ομιλία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Νίκου Χριστοδουλίδη σε εκδήλωση Αρχιεπισκοπής για την επέτειο 20ης Ιουλίου


Ομιλία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Νίκου Χριστοδουλίδη
σε εκδήλωση Αρχιεπισκοπής για την επέτειο 20ης Ιουλίου


Μακαριότατε,
Κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας,
Κύριε Πρόεδρε της Βουλής,
Κυρίες και Κύριοι,

Σαν σήμερα, σαράντα ένα ακριβώς καλοκαίρια πριν, και ενώ δεν είχε ακόμη ξεπεραστεί το πρώτο σοκ του εσωτερικού σπαραγμού και του προδοτικού πραξικοπήματος, η Τουρκία θα εισβάλει στην Κύπρο, σημαδεύοντας κατά τρόπο τραγικό και ανείπωτο τη σύγχρονη κυπριακή ιστορία μαζί με την ψυχή και το μέλλον του Κυπριακού λαού.

Σήμερα, με βαθύτατη θλίψη βρισκόμαστε εδώ, για να έρθουμε με ειλικρίνεια αντιμέτωποι με την τραγικότητα της πραγματικότητας τούτης, να θυμηθούμε, να μετρήσουμε πληγές, να τιμήσουμε ανθρώπους που ξεπέρασαν τους εαυτούς τους και έγιναν ήρωες, να κάνουμε την αυτοκριτική μας, να επαναθέσουμε το στόχο για το μέλλον.

Σαράντα ένα τα χρόνια. Τόσα όσα μετράει και ο υποφαινόμενος ομιλητής που με τιμή, αλλά κυρίως δέος και προβληματισμό, δέχθηκε, θεωρώντας χρέος του, να εκπονήσει τον σημερινό αυτό επετειακό λόγο. Η γενιά λοιπόν του πολέμου, τα παιδιά εκείνα τα οποία η Κύπρια μάνα έχωσε στην αγκαλιά της για να τα προστατεύσει από τον Αττίλα το καλοκαίρι του 1974, ξεπετάχτηκαν, μεγάλωσαν, απέκτησαν δικά τους παιδιά, μα η πατρίδα παραμένει διαιρεμένη και ο τόπος αδικαίωτος.
Από το 1974 μέχρι σήμερα μετρούμε λοιπόν πληγές στο σώμα του μαρτυρικού αυτού νησιού και στις ψυχές των ανθρώπων του. Πληγές που παραμένουν ακόμα ανοικτές εφόσον για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες η Κύπρος και ο λαός της βιώνουν και υποφέρουν καθημερινά τις τραγικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής:

Τον άδικο χαμό εκατοντάδων ζωών και τον βίαιο ξεριζωμό δεκάδων χιλιάδων οικογενειών.
Τη συνεχιζόμενη παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του ενός τρίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τον παράνομο τουρκικό εποικισμό.
Την καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς.
Τους αγνοούμενους μας των οποίων η τύχη δεν έχει ακόμη διευκρινισθεί.

Τους εγκλωβισμένους μας, τους λιγοστούς αυτούς μεγάλους Ανθρώπους, που παρέμειναν παρά την αντιξοότητα της καθημερινότητας στα σπίτια τους προασπιζόμενοι καθημερινά και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα δίκαια του λαού μας.

Τραγικές λοιπόν οι συνέπειες της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής, που παρά το πέρασμα του χρόνου, συνεχίζουν να πληγώνουν και να αποτελούν για αυτό τον λαό, για αυτό τον τόπο, τροχοπέδη, ανυπέρβλητο εμπόδιο, σκόπελο που φρενάρει ένα πιο ευοίωνο μέλλον.

Υπομένει ακόμα ο λαός καρτερικά τα όσα δεινά έφερε η τουρκική εισβολή και κατοχή και παρόλο που ο πόνος φαινομενικά έχει καταλαγιάσει, οι πληγές εάν δεν γιατρευτούν, δεν επουλώνονται. Δεν κλείνουν. Αντίθετα, μένουν ανοικτές ως εστία μολύνσεως και εμπόδιο φυσιολογικής πάρα πέρα πορείας.

Στα σαράντα ένα αυτά χρόνια τούτος ο λαός δεν συμβιβάστηκε με μια μοίρα κακιά που τον έριχνε ξανά σε θαλασσοταραχή, απροστάτευτο και πάλιν μπροστά στην επιδρομή των βαρβάρων, εγκαταλελειμμένο από γνωστούς και φίλους, ήρωα μιας σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας. Τούτος ο λαός δεν αποδέχθηκε την μοίρα του αλλά έβαλε ξανά πλώρη, ανεβάζοντας πανιά που μια μέρα θα έμπαζαν το καράβι ειρηνικά, στο λιμάνι της Αμμοχώστου, της Κερύνειας, να ρίχνει άγκυρα στα νησάκια του Αποστόλου Ανδρέα.

Παρόλες τις προσπάθειες, τα συρματομπλέγματα της διαίρεσης, τα οδοφράγματα, οι σημαίες-σύμβολα της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας, η απαγόρευση για τρεις και πλέον δεκαετίες ακόμη και μιας απλής επίσκεψης στις πατρογονικές εστίες, θα γίνουν μεν μέρος της ζωής μας, κάποιοι θα πουν μάλιστα ότι θα ξεθωριάσουν το μεγάλο ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ που ήταν κάποτε γραμμένο στους τοίχους, σε καμία όμως περίπτωση δεν θα γίνουν ο τρόπος ζωής μας, ο συμβιβασμός μας, το λιμάνι μας.

Τα τραγικά συνεπακόλουθα της τουρκικής εισβολής και κατοχής δεν αποτελούν θεωρίες και επαναλαμβανόμενες επετειακές ρητορείες αλλά χειροπιαστές αποδείξεις των ασήκωτων ευθυνών της Τουρκίας, έναντι της Κύπρου αλλά και έναντι της διεθνούς κοινότητας. Την ίδια ώρα αποτέλεσαν και αποτελούν εφαλτήρια σκέψης, προβληματισμού, που δεν σε αφήνουν να ησυχάσεις και όλο σου φέρνουν στο μυαλό το χρέος, αυτό που δεν πέτυχες μέχρι σήμερα, αυτό που δεν έκανες και πρέπει να κάνεις. Αυτό που το ΔΕΝ Ξεχνώ επιβάλλει.

Στα σαράντα ένα χρόνια κατοχής, η Κυπριακή Δημοκρατία συνέχισε να αγωνίζεται. Απέναντι σε μια ισχυρή Τουρκία, η Κύπρος δεν έπαψε λεπτό να καταγγέλλει την κατοχή και τις συνέπειες της, να ζητά τη συνδρομή και συμπαράσταση των δυνατών της γης, να προσπαθεί με ό,τι μέσο διέθετε. Έτσι λοιπόν καταδίκασε η διεθνής κοινότητα την τουρκική εισβολή και κατοχή μέσα από πολλά και σημαντικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Απαγόρευσε ρίχνοντας στο κενό τις προσπάθειες του εισβολέα για αναγνώριση ξεχωριστού κράτους στα κατεχόμενα και επαναβεβαίωσε την εγκυρότητα της μίας και μόνον νόμιμης κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της κυριαρχίας της επί ολόκληρης της επικράτειάς της. Ταυτόχρονα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ξεκάθαρα απεφάνθη ότι είναι η Τουρκία που ευθύνεται ως κατοχική δύναμη για τις συνεχιζόμενες κατάφωρες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο παρά την παράνομη λειτουργία της υποτελούς σε αυτήν οντότητας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχθηκε το 2004 στους κόλπους της την Κυπριακή Δημοκρατία με ολόκληρη την εδαφική της επικράτεια, με την εφαρμογή του κεκτημένου να αναστέλλεται προσωρινά στις περιοχές που η νόμιμη κυβέρνηση δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο. Η Κυπριακή Δημοκρατία προχώρησε, κατέβαλε προσπάθειες, απέκτησε νέα εφόδια, μα δυστυχώς το καράβι πλέει ακόμη σε νερά ταραχώδη.

Εμείς οι Κύπριοι, πρόσφυγες και μη, είμαστε σήμερα, οι μόνοι Ευρωπαίοι πολίτες στους οποίους δεν επιτρέπεται να απολαύσουν ειρηνικά βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες στον ίδιο τους τον τόπο, επί ευρωπαϊκού εδάφους, εξαιτίας της συνεχιζόμενης τουρκικής στρατιωτικής κατοχής.

Αυτή είναι η δική μας πραγματικότητα. Αυτή είναι η πραγματικότητα των παιδιών του πολέμου που συνεχίζουν να καρτερούν και να ελπίζουν. Των παιδιών αυτών που έλαβαν μέρος σε πορείες, συμμετείχαν σε διαδηλώσεις, και έπειτα μεγάλωσαν, σπούδασαν, ωρίμασαν και είδαν τους πρόσφυγες να φεύγουν από την ζωή πριν δυστυχώς «ανοίξει το Βαρώσι».
Οι Κύπριοι λοιπόν ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΝ, γιατί δεν μπορούν να ξεχάσουν. Διότι δεν πρέπει να ξεχάσουν. Διότι ακόμη και αν στους περισσότερους τοίχους η μπογιά του ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ξεθώριασε, ακόμη και αν κάποιοι μας επέτρεψαν να πάμε να δούμε τα σπίτια μας με την ελπίδα ότι θα συμβιβαστούμε με μια νέα κατάσταση πραγμάτων και επιτέλους θα το χωνέψουμε, τα καλοκαίρια που έρχονται και οι κάθε λογοίς σειρήνες του κακού, δεν αφήνουν το μυαλό να ηρεμίσει, αλλά ούτε και να αποδεχθεί τα απαράδεκτα, τα ανείπωτα, τα άδικα.

Κυρίες και Κύριοι,
41 χρόνια μετά, καθήκον όλων μας είναι να βεβαιωθούμε ότι ΔΕΝ ΞΕΧΑΣΕ κανείς. Να θυμόμαστε ότι η εισβολή έγινε, η κατοχή επακολούθησε, και 41 ολόκληρα χρόνια μετά συνεχίζεται. Να υπογραμμίζουμε συνεχώς το μήνυμα ότι κανείς μας δεν πρόκειται να αποδεχθεί ποτέ τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής. Ότι κανείς δεν συμβιβάζεται με την ιδέα της διχοτόμησης.

Την ίδια στιγμή, το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ είναι το ισχυρότερο κίνητρο για να παραδειγματιστούμε από τα λάθη του παρελθόντος. Για να προσπαθήσουμε να επουλώσουμε πληγές. Για να εργαστούμε με ενότητα και ομοψυχία, με προσήλωση σε δημοκρατικές και ευρωπαϊκές αρχές για την επανένωση του τόπου και του λαού μας, τον τερματισμό της κατοχής, το τερματισμό της σημερινής απαράδεκτης κατάστασης πραγμάτων. Διότι ως προς τον στόχο της ΕΠΑΝΕΝΩΣΗΣ, η ενότητα δεν αποτελεί απλό μέσο αλλά βασική προϋπόθεση. Για αυτό και η πόλωση, οι κομματικές αντιπαραθέσεις, οι φανατισμοί και άνευ λόγου και ουσίας κριτικές μόνο αρνητικά μπορούν να επηρεάσουν τον κοινό μας αγώνα για ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ.

Με αφοσίωση και αποφασιστικότητα καταβάλλουμε ειλικρινείς και εντατικές προσπάθειες για την επίλυση του κυπριακού, στοχεύοντας σε μια λύση που θα είναι λειτουργική και βιώσιμη. Μια λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, σύμφωνα με τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, τις συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, την Συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006 και το Κοινό Ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

Μια λύση που θα επανενώνει πραγματικά την Κύπρο, θα την αποκαθιστά ως ένα σύγχρονο, λειτουργικό και αποτελεσματικό ευρωπαϊκό κράτος με μία και μόνη κυριαρχία, μία και μόνη διεθνή προσωπικότητα, μια και μόνη ιθαγένεια. Σε μια επανενωμένη Κύπρο με ρόλο και λόγο εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μια λύση που θα διασφαλίζει και θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των πολιτών, μια λύση που θα συνάδει με τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και το ευρωπαϊκό κεκτημένο και θα καθιστά τον Κύπριο πολίτη, ισότιμο με τους άλλους Ευρωπαίους συμπολίτες του.

Μια λύση που δεν θα αφήνει νικητές και ηττημένους καθώς θα δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας για όλους τους πολίτες της, χωρίς την ανάγκη αναχρονιστικών εγγυήσεων. Άλλωστε, η καλύτερη εγγύηση ασφάλειας, η καλύτερη εγγύηση διασφάλισης των δικαιωμάτων όλων των πολιτών της ενωμένης Κύπρου θα είναι η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, το κοινό μας σπίτι.

Κυρίες και Κύριοι,
Σαράντα ένα χρόνια μετά τον τραγικό Ιούλιο του 1974, με την γενιά των παιδιών του πολέμου να προβληματίζεται πλέον για το μέλλον των δικών της παιδιών, ριχτήκαμε με πείσμα και προσήλωση σε μια νέα προσπάθεια με στόχο να οδηγηθεί επιτέλους το καράβι σε απάνεμο ειρηνικό λιμάνι. Σημαντική είναι η στιγμή και δύσκολο το έργο για επίτευξη μιας συμφωνημένης λύσης που θα επανενώνει τον τόπο, όμως δεδηλωμένη είναι η δέσμευση και το πείσμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Βαδίζουμε με αποφασιστικότητα και όραμα, μεθοδικότητα αλλά και προσοχή, με μοναδικό στόχο την επανένωση της Κύπρου ώστε να καταστεί τόπος ειρηνικός και ασφαλής για το σύνολο του Κυπριακού λαού, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

Η νέα διαπραγματευτική προσπάθεια βρίσκεται στην αρχική της φάση. Για πρώτη ίσως φορά βρίσκονται όλα τα θέματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και συζητούνται με αλληλένδετο τρόπο, αρχή η οποία καταγράφεται στο Κοινό Ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου μετά από δική μας επιμονή.

Είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι με πλήρη επίγνωση των δυσκολιών και των προκλήσεων. Τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος και το αποτέλεσμα αυτό θα εξαρτηθεί από τη βούληση όλων των εμπλεκομένων και κυρίως από την βούληση και τις ενέργειες της Άγκυρας. Χωρίς τη θετική συνδρομή της Τουρκίας, που δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε ρητορική αλλά να αποδεικνύεται και στην πράξη, δεν μπορεί κανείς να πιστεύει ότι οι διαπραγματεύσεις μπορούν να καταλήξουν σε λύση. Η Τουρκία θα πρέπει να αποδείξει εμπράκτως ότι μπορεί να μετατραπεί από γενεσιουργός παράγοντας της διαίρεσης και παράγοντας που την συντηρεί, σε παράγοντα λύσης και σταθερότητας.

Ταυτόχρονα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι υπάρχουν βασικά ζητήματα στα οποία σημαντική είναι η απόσταση που χωρίζει τις δυο πλευρές. Και εργαζόμαστε ώστε να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα αξιοποιώντας όλα τα μέσα και εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες αυτές με σκληρή διαπραγμάτευση, πραγματισμό, θάρρος και αποφασιστικότητα διότι αυτό επιβάλλει η προσήλωσή μας στον στόχο της επανένωσης. Διότι ο δρόμος για μας μία και μόνον κατεύθυνση έχει, διότι η μη λύση δεν είναι λύση, διότι δεν συμβιβαζόμαστε με την διχοτόμηση, διότι γνωρίζουμε ποιος ευνοείται από το πέρασμα του χρόνου και την στασιμότητα, διότι στην ατζέντα μας βρίσκεται μόνον ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της πατρίδας μας.

Είμαστε δε πεπεισμένοι ότι εάν υπάρχει πολιτική βούληση και εάν μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεχίσουμε να στοχεύουμε σε μια λύση βασισμένη στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, μπορούμε να βρούμε διεξόδους ακόμη και στα πιο ακανθώδη ζητήματα του κυπριακού.

Η Ευρώπη, στην καρδία της οποίας ανήκει η Κυπριακή Δημοκρατία και οι νόμιμοι πολίτες της, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, δεν μπορεί παρά να αποτελεί πυξίδα στις προσπάθειες που καταβάλλουμε για επίλυση του Κυπριακού. Αυτό είναι προς το συμφέρον τόσο του Κυπριακού λαού όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της. Κανείς δεν επιθυμεί στους κόλπους της Ευρώπης να βρίσκεται ένα μη λειτουργικό κράτος μέλος, που θα αποτελεί εμπόδιο αντί να συμβάλει αποτελεσματικά στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Ευθύνη όλων μας να ανταποκριθούμε στην απαίτηση της κοινωνίας, μια απαίτηση για συλλογικότητα και ομοψυχία για την επίλυση του εθνικού μας προβλήματος.

Χρέος και σκοπός μας να επανενώσουμε τον τόπο μας, ώστε να μην υπάρξουν άλλες γενιές πολέμου, να μην χρειάζεται να γράφουμε σε πανό και συνθήματα το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ, να μην βουρκώνουμε κάθε φορά που πεθαίνει άλλος ένας πρόσφυγας μακριά από το δικό του σπίτι. Η επιτυχία μίας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης που θα επανενώνει πραγματικά τον τόπο και τον λαό μας, θα είναι επιτυχία όλων μας, θα είναι κυρίως το βασικό συστατικό για ένα υγιές και ελπιδοφόρο μέλλον για τα παιδιά μας, σε μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή πατρίδα, χωρίς συρματοπλέγματα και στρατούς κατοχής.