20/1/14

Δηλώσεις του Αναπληρωτή Κυβερνητικού Εκπροσώπου







Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα συγκαλέσει σύνοδο του Εθνικού Συμβουλίου στις 24 Ιανουαρίου για συνέχιση της συζήτησης γύρω από τις εξελίξεις στο Κυπριακό, καθώς και για ενημέρωση επί των αποτελεσμάτων των επαφών του στο Λονδίνο είπε σήμερα ο Αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Βίκτωρας Παπαδόπουλος.



Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, στο Προεδρικό Μέγαρο, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συγκάλεσε σύσκεψη, για μεθαύριο Τετάρτη, όλων των εμπλεκομένων μερών, όπου θα αναλύσει διεξοδικά τη Συμφωνία που επετεύχθη στο Λονδίνο την περασμένη βδομάδα μεταξύ της Κυπριακής Κυβέρνησης και της Βρετανικής Κυβέρνησης για ανάπτυξη γης εντός των ορίων Βρετανικών Βάσεων.

Επίσης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα συγκαλέσει σύνοδο του Εθνικού Συμβουλίου για την ερχόμενη Παρασκευή 24 Ιανουαρίου το πρωί για συνέχιση της συζήτησης γύρω από τις εξελίξεις στο Κυπριακό και τις προσπάθειες για επανέναρξη του διακοινοτικού διαλόγου, καθώς και για ενημέρωση επί των αποτελεσμάτων των επαφών του στο Λονδίνο».

Ερωτηθείς ποιοι θα λάβουν μέρος στη σύσκεψη της Τετάρτης, ο κ. Παπαδόπουλος είπε ότι θα παρευρεθούν τα Κοινοτικά Συμβούλια, κάτοικοι, τα μέλη των αρμόδιων Κοινοβουλευτικών Επιτροπών και υπηρεσιακοί παράγοντες και θα «ενημερωθούν διεξοδικά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για αυτή την εξαιρετικά σημαντική συμφωνία την οποία οι κάτοικοι στα όρια των Βρετανικών Βάσεων ανέμεναν 53 ολόκληρα χρόνια, ώστε να αποκτήσουν ίσα δικαιώματα με τους υπόλοιπους Κύπριους πολίτες».

Κληθείς να σχολιάσει δηλώσεις περί Γιβραλταροποίησης των Βάσεων, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Όσοι προκαλούν φοβικά σύνδρομα στον κυπριακό λαό προσφέρουν κακή υπηρεσία. Σε αυτή τη συγκυρία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πέτυχε μια ιστορική συμφωνία, που αποκαθιστά δικαιοσύνη ανάμεσα στους Κύπριους πολίτες και που έπρεπε να χαιρετιστεί από όλους. Το να προκαλούμε φοβικά σύνδρομα στον κυπριακό λαό για κάθε ενέργεια, αυτό είναι το πρόβλημα και όχι η συμφωνία. Εν πάση περιπτώσει τα εκλογικά δικαιώματα όσων μένουν εντός των ορίων των Βρετανικών Βάσεων θα δίνονται από την Κυπριακή Δημοκρατία. Για όλα τα άλλα ο Πρόεδρος θα απαντήσει διεξοδικά την ερχόμενη Τετάρτη».

Ερωτηθείς αν για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τίθεται θέμα πολιτικής ευθύνης του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης για το ζήτημα των Κεντρικών Φυλακών, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απέδειξε από την πρώτη στιγμή, όταν ξέσπασε το μεγάλο πρόβλημα στις Κεντρικές Φυλακές, την ευαισθησία του επισκεπτόμενος και ο ίδιος ένα εκ των θυμάτων, έδωσε σαφέστατες οδηγίες και εντολές, έχει συγκαλέσει σύσκεψη με τους αρμόδιους φορείς και έλαβε σειρά μέτρων που μερικά ανακοινώθηκαν και άλλα θα ανακοινωθούν στη συνέχεια και η πολιτική ευαισθησία και πολιτική ευθιξία αυτής της Κυβέρνησης, του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι δεδομένη.
Κάνουμε το παν ώστε να έχουμε τις Φυλακές που αρμόζουν σε ένα ευρωπαϊκό πολιτισμένο κράτος».

Κληθείς να πει αν ο Πρόεδρος περιβάλλει με εμπιστοσύνη τον Υπουργό Δικαιοσύνης, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εμπιστεύεται όλους τους αρμόδιους φορείς και έχει προσωπικά ο ίδιος, υπό την προεδρία του, συγκαλέσει ειδική σύσκεψη για αυτό το θέμα ώστε το ζήτημα των Φυλακών να αντιμετωπιστεί ριζικά, ώστε να μην έχουμε ξανά αυτά τα φαινόμενα».

Κληθείς να σχολιάσει δημοσίευμα, στο οποίο αναφέρεται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας έκρινε ότι στοιχειοθετείται δίωξη εναντίον του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είναι ο μόνος κατά το Σύνταγμα αρμόδιος, εάν κρίνει ότι στοιχειοθετείται το οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, να ασκήσει δίωξη εναντίον οποιουδήποτε προσώπου για το οποίο διερευνώνται σε βάρος του οποιαδήποτε αδικήματα. Αυτή είναι η θέση της Κυβέρνησης και δεν έχει κάτι περισσότερο να πει επ’ αυτού».

Σε ερώτηση γιατί η ελληνοκυπριακή πλευρά προκρίνει ένα λακωνικό κοινό ανακοινωθέν με την τουρκοκυπριακή πλευρά, ενώ για τέσσερις μήνες επιδίωκε συμφωνία επί εκτενούς ανακοινωθέντος, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Αυτό που προκρίνεται είναι ένα: να επαναρχίσει ο διάλογος το συντομότερο δυνατόν και αυτό είναι η επιθυμία και η σθεναρή πολιτική βούληση του Προέδρου της Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης, για εμπλοκή σε διάλογο για επίλυση του Κυπριακού αναγνωρίζοντας τα προβλήματα που δημιουργούνται εξαιτίας του χρόνου. Θα πρέπει την ίδια ώρα να διασφαλίζουμε ότι αυτός ο διάλογος θα έχει προοπτικές κατάληξης. Δεν θα είναι ένας διάλογος από τα ίδια, ένας διάλογος κωφών, ένας διάλογος που δεν οδηγεί πουθενά και που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα στον κυπριακό λαό από ό,τι να λύνει προβλήματα που θέλουμε να αντιμετωπίσουμε.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει σταματήσει καθόλου τις προσπάθειες του για τη δημιουργία αυτών των συνθηκών που θα μας επιτρέψουν να μπούμε σε ένα διάλογο, όπου πραγματικά και τα δύο μέρη θα εμπλακούν με πολιτική βούληση για επίλυση του Κυπριακού και όχι για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις μιας μελλοντικής απόσχισης».

Κληθείς να πει τι αναμένει η Κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τα επόμενα βήματα στο Κυπριακό και κατά πόσο είναι πιθανόν να προσκληθούν οι δύο ηγέτες στη Νέα Υόρκη, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, υπάρχει η δεδηλωμένη βούληση της ελληνοκυπριακής πλευράς να εξευρεθεί εκείνο το κοινό ανακοινωθέν που να μας επιτρέψει να μπούμε με προοπτικές σε αυτό το διάλογο. Θέλουμε την επίλυση του Κυπριακού, θέλουμε οι συνομιλίες να πετύχουν, για αυτό θέλουμε να διασφαλίσουμε από την αρχή ότι αυτός ο διάλογος θα έχει προοπτικές επιτυχίας.

Οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται, δεν έχουν σταματήσει, για αυτό και ο κ. Ντάουνερ επισκέφθηκε την Κύπρο, δεν έκρινε σκόπιμο να δει τους δύο ηγέτες είδε όμως τους διαπραγματευτές των δύο πλευρών και έχουν ανταλλάξει πολλές απόψεις».

Σε άλλη ερώτηση είπε: «Αυτή την ώρα το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε – και αυτό είναι πρόσκληση/πρόκληση προς την τουρκοκυπριακή πλευρά και προς την Άγκυρα – είναι η Κύπρος να γίνει ένας τόπος ειρήνης, ένας τόπος που θα μπορέσει να διαδραματίσει τον καθοριστικό του ρόλο μέσα στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται στην περιοχή μας, και αυτό θα είναι προς όφελος και των δύο κοινοτήτων, όπως και η τάχιστη επίλυση του Κυπριακού. Άρα, θα πρέπει η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή πλευρά να επιδείξουν την αναγκαία βούληση που θα αποδεικνύει εκ των προτέρων ότι θα μπούμε σε ένα διάλογο που θα οδηγήσει σε προοπτική επίλυσης του Κυπριακού».

Κληθείς να σχολιάσει το θέμα των κοινωνικών συντάξεων, ο κ. Παπαδόπουλος είπε: «Στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που διέρχεται ο τόπος, οι εξοικονομήσεις είναι και επιβεβλημένες και αναγκαίες και σε αυτό το πλαίσιο κινείται η Κυβέρνηση για να μπορέσει να ωφεληθεί ο κυπριακός λαός.

Η κοινωνική ευαισθησία και η έγνοια της Κυβέρνησης για τους συνταξιούχους, για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα του λαού, για τους άνεργους, είναι δεδομένη. Σε αυτό το πλαίσιο θέλει να διαχειριστεί τους ελάχιστους πόρους που αυτή τη στιγμή διαθέτει η Κυπριακή Δημοκρατία ώστε να μπορούν να ωφεληθούν από το κράτος πρόνοιας εκείνοι που πραγματικά το έχουν ανάγκη, δηλαδή να γίνει στόχευση.

Αυτή η Κυβέρνηση παρέλαβε άδεια ταμεία, παρέλαβε μια Κύπρο εκτός αγορών εδώ και τρία χρόνια και προσπαθεί να φέρει σε τέτοια κατάσταση τα δημόσια οικονομικά, ώστε να μπορεί το κράτος στο μέλλον να ασκεί την κοινωνική πολιτική που πρέπει.

Θα πρέπει να φέρουμε το κράτος σε τέτοιο σημείο που να δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα, που οι συνθήκες να του επιτρέψουν να μπει ξανά στις αγορές για να μπορέσει μέσω του δανεισμού να δραστηριοποιείται και σε αυτό το πλαίσιο το θέμα της κοινωνικής σύνταξης το  αντιμετωπίζουμε με πολλή ευαισθησία. Η κοινωνική σύνταξη καθιερώθηκε επί της προηγούμενης συγκυβέρνησης ΔΗΚΟ – ΔΗΣΥ, άρα η ευαισθησία είναι δεδομένη. Αυτό που συζητούμε τώρα είναι πώς με τον δικαιότερο δυνατό τρόπο να προστατευθούν τα νοικοκυριά με  χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και να παρέχεται η κοινωνική σύνταξη κατά τρόπο στοχευμένο. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι κάποιοι πρέπει να κάνουν θυσίες. Τι προτιμούν κάποιοι; Να παίρνουν εκατομμυριούχοι ή πολύ εύποροι αυτή την κοινωνική σύνταξη και τη στερηθούν αυτοί που πραγματικά έχουν ανάγκη;

Επειδή ακούγεται πολλή κριτική από κάποιους, οι οποίοι είχαν τη διακυβέρνηση της χώρας και οι οποίοι έπρεπε να φροντίσουν ώστε το κράτος να μπορεί να ασκεί τον κοινωνικό του ρόλο και την κοινωνική του πολιτική και δεν το έπραξαν και άφησαν το κράτος να φτάσει σε αυτό το σημείο, θέλω να πω ότι η κριτική αυτή είναι εξαιρετικά άδικη».


-------------------------------