19/1/17

Ομιλία Γενικού Γραμματέα της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού, στο μνημόσυνο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου

Ομιλία Γενικού Γραμματέα της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού, στο μνημόσυνο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου
19 Ιανουαρίου 2017, Παναγιά Πάφος

Όποια άποψη κι αν έχει κανείς για τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, δε μπορεί να αρνηθεί ότι αποτελεί την πιο εμβληματική προσωπικότητα της σύγχρονης Κυπριακής ιστορίας. Προσωπικότητα με ακτινοβολία, που ξεπέρασε τα σύνορα της μικρής μας πατρίδας. Ο Μακάριος αγκαλιάστηκε και αγαπήθηκε από τον κυπριακό λαό όσο κανένας άλλος. Αναδείχθηκε σε ηγέτης του εθνικοαπελευθερωτικού αντιαποικιακού αγώνα. Έγινε το πρόσωπο της ανεξάρτητης Κύπρου σε ολόκληρο τον κόσμο˙ το ζωντανό σύμβολο της δημοκρατικής αντίστασης και της πάλης για την ενότητα της πατρίδας μας. Ήταν ο ηγέτης με το πολιτικό ανάστημα που μπορούσε να σηκώνει το βάρος μεγάλων ιστορικών αποφάσεων.

Ήταν αυτός για τον οποίο ο λαός της Κύπρου κατέκλυζε τους δρόμους και τις πλατείες στα μεγαλειώδη συλλαλητήρια, για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της νομιμότητας. Ο ίδιος λαός που στις 15 του Ιούλη του 1974 αρνήθηκε να πιστέψει ότι ο Μακάριος είναι νεκρός˙ που πήρε τα όπλα και ύψωσε κάστρα αντίστασης στο Προεδρικό, στην Αρχιεπισκοπή, στο Καϊμακλί, στο Κολόσσι, στην Πάφο και αλλού για να μην περάσει ο φασισμός. Ο ίδιος λαός που το φθινόπωρο του 1974 –ξεριζωμένος. λαβωμένος. και ενώ κοιμόταν σε αντίσκηνα και έθαβε νεκρούς – έβρισκε τη δύναμη να κατακλύζει σαν χείμαρρος τους δρόμους απαιτώντας την επιστροφή του Μακαρίου στην Κύπρο και στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο Μακάριος αποτελεί το μόνο πολιτικό άνδρα του τόπου μας στον οποίο ο ίδιος ο λαός απένειμε τον τίτλο του Εθνάρχη.

Βέβαια ο Μακάριος είχε και εχθρούς. Φανατικούς εχθρούς εντός και εκτός Κύπρου που τον έβλεπαν ως εμπόδιο στην υλοποίηση των σχεδίων τους˙ το ΝΑΤΟ, την Χούντα των Αθηνών και την ΕΟΚΑ Β’. Αυτοί στην πραγματικότητα δεν ήταν εχθροί μόνο του Μακάριου αλλά εχθροί της ίδιας της Κύπρου και του λαού μας. Εχθροί της ενότητας και της ανεξαρτησίας μας. Ο Μακάριος λοιπόν, αγαπήθηκε από το λαό και πολεμήθηκε από τους εχθρούς της Κύπρου. Αυτή η φράση συνοψίζει την πορεία του που είναι ταυτόσημη με την ταραχώδη και πολυκύμαντη πορεία του καραβιού που λέγεται Κύπρος.

Στις κρίσιμες στιγμές που διέρχεται σήμερα το Κυπριακό, το να ξαναδιαβάσουμε την πορεία του Μακαρίου και μαζί της τη σύγχρονη κυπριακή Ιστορία, δεν αποτελεί μόνο μια οφειλόμενη απόδοση τιμής. Αποτελεί, πρωτίστως, ένα πολύτιμο μάθημα Ιστορίας, όπως προκύπτει από τις παρακαταθήκες τις αρετές, τις δοκιμασίες, τις επιτυχίες αλλά και τα λάθη του Μακάριου.

Η ύψιστη παρακαταθήκη του Μακάριου είναι η διαρκής προσπάθεια για σφυρηλάτηση της μεγαλύτερης δυνατής ενότητας του λαού˙ της συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων, ενόσω η πατρίδα μας βρίσκεται σε στάδιο εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ο Μακάριος το απέδειξε πολλές φορές στην πορεία του. Όντας πολιτικός αρχηγός της ΕΟΚΑ δεν δίστασε να πάρει αποστάσεις και να καταδικάσει τις δολοφονίες και τις επιθέσεις σε βάρος της Αριστεράς που διαπράττονταν από ακροδεξιά στοιχεία της Οργάνωσης. Μπορεί ο ίδιος να βρισκόταν στο αντίπαλο ιδεολογικοπολιτικό στρατόπεδο από την Αριστερά, όμως η παρέμβαση του, σε συνδυασμό με τη στάση που τήρησε το ίδιο το ΑΚΕΛ, έσωσαν την Κύπρο από εμφύλιο πόλεμο που θα οδηγούσε στον όλεθρο. Αυτή η στάση, απέρρεε και από το ιερατικό του σχήμα, αλλά παράλληλα ήταν προϊόν πολιτικής σύνεσης αφού έβλεπε ότι η διάσπαση του εσωτερικού μετώπου εξυπηρετούσε μόνο τους αποικιοκράτες. Αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 μέχρι και το θάνατο του, ο Μακάριος ένωσε όλους τους Κύπριους πατριώτες που δεν δέχονταν το διαμελισμό και τη ΝΑΤΟποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε ένα παλλαϊκό μέτωπο αντίστασης, το οποίο άρχιζε από την Αριστερά και έφτανε μέχρι τη δημοκρατική Δεξιά. Με άλλα λόγια, ενόσω έχουμε απέναντι μας κοινό εχθρό, είτε αυτοί ήταν οι αποικιοκράτες και οι υπονομευτές της Κύπρου, είτε είναι σήμερα η κατοχική δύναμη, οφείλουμε να εργαζόμαστε για την επίτευξη ενότητας στο εσωτερικό μέτωπο στη βάση αρχών και κοινών στόχων. Ακόμα όμως και όταν διαφωνούμε ριζικά, οφείλουμε να πολιτευόμαστε με τρόπο που δεν υποσκάπτει την εθνική υπόθεση, ούτε υπονομεύει τους στόχους που ασπάζεται η πλειοψηφία. Αυτή θα ήταν η πρώτη και κύρια συμβουλή που θα έδινε σήμερα ο Μακάριος σε όλους μας, πολιτικούς και πολίτες, επώνυμους και ανώνυμους.

Ιστορικής σημασίας απόφαση ήταν και η επιλογή του Μακάριου να μην προσδέσει την Κυπριακή Δημοκρατία στο άρμα του ΝΑΤΟ, αλλά να την εντάξει στο Κίνημα των Αδεσμεύτων αναπτύσσοντας σχέσεις και με τις τότε σοσιαλιστικές χώρες. Έτσι η Κύπρος βρήκε αξιόπιστους συμμάχους που τη στήριξαν με κάθε δυνατή βοήθεια στις δύσκολες στιγμές που γνώρισε στα πρώτα της χρόνια. Με τη διπλωματική συμπαράσταση που είχε η πατρίδα μας από αυτά τα κράτη διαφυλάχθηκε η υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας και επιτεύχθηκαν τα Ψηφίσματα του ΟΗΕ που αποτελούν μέχρι σήμερα την ασπίδα μας.

Αντιθέτως, οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις ήταν οι αρχιτέκτονες της υπόσκαψης της Κύπρου˙ οι εμπνευστές και εκτελεστές του δίδυμου εγκλήματος και εκείνοι που για δεκαετίες ανέχτηκαν ή υπέθαλπαν την αδιαλλαξία της Τουρκίας στο Κυπριακό.

Εκείνη η στρατηγική επιλογή του Μακάριου δεν ήταν μια  θέση που αφορούσε μόνο την εξωτερική πολιτική. Ήταν μια συνολική αντίληψη για την Κύπρο, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της, που θέλει την πατρίδα μας να ανήκει στο λαό της και να είναι γέφυρα ειρήνης και φιλίας των λαών της περιοχής. Όχι βάση και ορμητήριο των ΝΑΤΟϊκών. Όχι ένα κράτος με κηδεμόνες και στρατεύματα, δεσμευμένο σε ξένα κράτη και ξένα συμφέροντα. Ήταν επιλογή πατριωτικής αξιοπρέπειας. Αυτή η παρακαταθήκη μετουσιώνεται σήμερα στις πάγιες θέσεις του Εθνικού Συμβουλίου για να απαλλαγεί η Κύπρος από τα κατοχικά στρατεύματα και από τα εγγυητικά και επεμβατικά δικαιώματα ξένων δυνάμεων. Αυτό το στόχο παλεύουμε σήμερα να πετύχουμε, εργαζόμενοι με σοβαρότητα και διεκδικητικότητα. Στη διαδικασία της Γενεύης, η Τουρκία για πρώτη φορά παρακάθισε σε διαπραγματεύσεις που αφορούν τα ζητήματα της Ασφάλειας.

Τρίτο -και ίσως χρησιμότερο στις μέρες που διάγουμε- ήταν η ικανότητα του Μακάριου να συνδυάζει τη διεκδικητικότητα και την ανυποχώρητη υπεράσπιση αρχών με το ρεαλισμό και την ανάληψη της ευθύνης μεγάλων συμβιβασμών. Ο Μακάριος ήταν αυτός που διακήρυξε την οριστική εγκατάλειψη της Ένωσης και τη στροφή στην πολιτική του εφικτού˙ δηλαδή τη γραμμή της ανεξαρτησίας˙ πολιτική που σφραγίστηκε από το λαό με την πανηγυρική επανεκλογή του το 1968. Μπροστά στα ΝΑΤΟϊκά σχέδια διχοτόμησης της Κύπρου που υπηρετούνταν από τους ντόπιους ακραίους εθνικιστές, ο Μακάριος διείδε –έστω και την υστάτη- ότι η εμμονή στην Ένωση θα επέσπευδε όσα προσπαθούσαμε να αποφύγουμε. Ο Μακάριος είχε την ικανότητα να εξελίσσει τη σκέψη και την πολιτική του παράλληλα με την εξέλιξη των πραγμάτων και της Ιστορίας.

Πιο χαρακτηριστικό δείγμα της διορατικότητας του ήταν το γεγονός ότι μετά τον όλεθρο του 1974, ο Μακάριος αρνήθηκε την υποταγή αλλά δέχθηκε το συμβιβασμό. Αρνήθηκε τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποδοχή της τουρκικής κατοχής, αλλά ταυτόχρονα επέλεξε το συμβιβασμό της συνέχισης του κράτους σε ομοσπονδιακό. Ο Μακάριος συνειδητοποίησε ότι ο μόνος τρόπος για να ανατραπούν τα κατοχικά τετελεσμένα, ήταν να λυθεί η εσωτερική συνταγματική πτυχή του Κυπριακού με τρόπο που θα ήταν αποδεκτός και από τις δύο κοινότητες. Τρόπο που θα διασφάλιζε την υπόσταση, την κυριαρχία, την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου. Αυτός ο τρόπος δεν μπορούσε να ήταν άλλος από τη λύση ομοσπονδίας. Η ομοσπονδία αυτή θα ήταν προφανώς δικοινοτική αφού η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν από την αρχή θεμελιωμένη στο δικοινοτισμό, αλλά και διζωνική αφού η Συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς προνοούσε για έδαφος που θα βρισκόταν στη διοίκηση της κάθε κοινότητας. Αναμφίβολα επρόκειτο για ιστορικό συμβιβασμό και ως ένα βαθμό αποτελούσε υποχώρηση μπροστά στον αρνητικό συσχετισμό δύναμης. Ήταν όμως ένας έντιμος και αποδεκτός συμβιβασμός αφού διασφαλίζει το πρωταρχικό, που είναι η ελευθερία και η ενότητα της πατρίδας μας. Ήταν και είναι το σημείο στο οποίο μπορούν να συναντηθούν οι δυνάμεις της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας που θέλουν να παραμείνει η Κύπρος μια πατρίδα και οι Κύπριοι ένας λαός. Ο Μακάριος διέθετε τη γενναιότητα να σηκώσει την ευθύνη για αυτό τον ιστορικό συμβιβασμό. Αυτή του η πράξη αποτελεί την τελευταία του υπηρεσία στην πατρίδα και στον αγώνα μας.

Ζώντος του Μακαρίου, ελάχιστοι είχαν το θράσος να τον κατηγορήσουν ως προδότη ή ενδοτικό επειδή αποδέχθηκε την ομοσπονδία. Μόνο όταν έφυγε από τη ζωή και χρόνια αργότερα, τόλμησαν διάφοροι να ξεσηκωθούν ενάντια στην ομοσπονδία και να συκοφαντούν τους υποστηρικτές της ως εθνικούς μειοδότες. Όσοι σήμερα ευαγγελίζονται αλλαγή στρατηγικής και εγκατάλειψη της ομοσπονδίας, θα πρέπει επιτέλους να παραδεχθούν ότι ζητούν εγκατάλειψη της γραμμής του Μακάριου. Ακολούθως πρέπει να πείσουν ότι μια τέτοια κίνηση δεν θα είναι το απονενοημένο διάβημα προς την οριστική διχοτόμηση. Σε κάθε περίπτωση, ο Μακάριος έδειξε το δρόμο για την ενδεδειγμένη στρατηγική και τακτική στο Κυπριακό και σε αυτό το δρόμο εμείς θα είμαστε συνεπείς.

Ήταν άραγε αλάθητος ο Μακάριος; Όχι, δεν ήταν. Δεν υπάρχουν αλάθητες προσωπικότητες, αλάθητοι άνθρωποι, αλάθητα κόμματα. Σήμερα, μπορούμε να μιλούμε για αυτά χωρίς να αφαιρούμε ούτε στο ελάχιστο από την τιμή προς το Μακάριο και το έργο του. Ο Μακάριος και μεγάλο μέρος της ελληνοκυπριακής πολιτικής ηγεσίας χρεώνονται με εσφαλμένες εκτιμήσεις ιδιαίτερα κατά την περίοδο αμέσως μετά την ανεξαρτησία. Η πιο σοβαρή λανθασμένη εκτίμηση, ήταν η ανοχή, που επέδειξε έναντι της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β. Ο Μακάριος πίστωνε την ακροδεξιά σε Ελλάδα και Κύπρο με τον ελάχιστο πατριωτισμό. Εκτιμούσε ότι δεν θα αποτολμούσαν το πραξικόπημα που νομοτελειακά θα έφερνε την Τουρκία στην Κύπρο. Για αυτό το λόγο, δεν έλαβε έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα για την οργάνωση των δημοκρατικών δυνάμεων ώστε να είναι σε θέση να καταστείλουν το επερχόμενο πραξικόπημα μόλις αυτό εκδηλωνόταν.

Βέβαια σε καμμιά περίπτωση δεν μπορεί ούτε στο ελάχιστο να συγκρίνονται ο Μακάριος και οι δημοκρατικές δυνάμεις και τα τυχόν λάθη τους με τα εγκλήματα των φασιστών που συνέργησαν στο αιματοκύλισμα της Κύπρου. Όσα πολιτικά σφάλματα κι αν φορτωθούν –δίκαια ή άδικα- στο Μακάριο, κανένας δεν μπορεί να χρεώσει στο Μακάριο προδοσία, φασιστικά εγκλήματα και υπονόμευση της πατρίδας. Ότι άποψη κι αν έχει κανείς για την προσφορά του, ο Μακάριος ήταν ο εκλεκτός και ο εκλεγμένος του λαού, όχι αυτόκλητος σωτήρας, ούτε πιόνι της χούντας χρηματοδοτούμενο από ξένα κέντρα. Ο Μακάριος ποτέ δεν βρέθηκε απέναντι από την πατρίδα και το λαό μας. Ο Μακάριος ήταν πάντα η ασπίδα του λαού μας και ο λαός μας η ασπίδα του Μακάριου.

Η Ιστορία καλεί σε επαγρύπνηση έναντι του κινδύνου της σοβινιστικής ακροδεξιάς. Δεν θα διστάσω να πω ότι η κυβέρνηση έχει σοβαρές ευθύνες –τόσο ιστορικά ως πολιτική παράταξη όσο και ως διακυβέρνηση με την ανοχή που επιδεικνύει - για τα διάφορα ακραία εθνικιστικά κινήματα που δηλητηριάζουν την κοινωνία και τη νεολαία. Αναμένουμε πράξεις και όχι λόγια.

Πάντως, όταν βλέπουμε σήμερα να καθυβρίζονται ως προδότες και μειοδότες όσοι υπερασπίζονται την υπόθεση της επανένωσης της Κύπρου στη βάση αρχών, όσοι στηρίζουν την ομοσπονδία και τη συμβίωση των δύο κοινοτήτων, δεν μπορούμε παρά να φέρουμε στο μυαλό μας τις τελευταίες προειδοποιήσεις του Μακάριου για το τι θα επακολουθούσε τη δράση όσων τον αποκαλούσαν τότε επίορκο και προδότη. Οι περιβόητοι υπερπατριώτες έγιναν ο απροσδόκητος σύμμαχος των εχθρών της Κύπρου που προωθούσαν τη διχοτόμηση. 

Ποιοι όμως είναι τελικά οι πατριώτες και ποιοι οι μειοδότες; Δεν κρινόμαστε από τις ταμπέλες που αποδίδουμε ο καθένας στον εαυτό του αλλά από το αποτέλεσμα που είχε ή θα έχει η πολιτική που πρεσβεύουμε. Πού οδηγούν άραγε ο μαξιμαλισμός και ο ενδοτισμός, που είναι άλλωστε όψεις του ιδίου νομίσματος, και τι άλλο δρόμο έχει ένας μικρός αγωνιζόμενος λαός παρά τη συνεπή υπεράσπιση αρχών στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης; Ποια πολιτική μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση και επανένωση και ποια πολιτική δίνει επιχειρήματα στην Τουρκία και διαιωνίζει το στάτους-κβο με το εθνολαϊκισμό του «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα’ναι»; Ποια πολιτική μπορεί να ενώσει σε κοινούς στόχους τις δύο κοινότητες της Κύπρου και ποια πολιτική βαθαίνει το χάσμα μεταξύ μας και εδραιώνει το τείχος της διχοτόμησης; Και τέλος, ποια πολιτική είναι αυτή που μπορεί να ξανακάνει την Κυπριακή Δημοκρατία το κοινό σπίτι όλων των Κυπρίων και ποια πολιτική θεωρεί το κράτος μας αποκλειστική ιδιοκτησία των Ελληνοκυπρίων;

Η απάντηση βρίσκεται στη γραμμή που χάραξε ο αείμνηστος Πρόεδρος Μακάριος και επαναβεβαίωσε επανειλημμένα το Εθνικό Συμβούλιο. Είναι αυτή η πολιτική που τα προηγούμενα χρόνια κατάφερε σημαντικότατες συγκλίσεις στις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού, διασφαλίζοντας ανάμεσα σε άλλα τη μία κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα της ενωμένης Κύπρου, την ισχυρή κεντρική κυβέρνηση του ομοσπονδιακού κράτους, τη συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την κατοχύρωση των τριών βασικών ελευθεριών για όλους τους Κύπριους, την αποκατάσταση της δημογραφικής αναλογίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων, την αναγνώριση του δικαιώματος περιουσίας για τους νόμιμους ιδιοκτήτες και τη διασταύρωση της ψήφου για την εκλογή της ομοσπονδιακής κρατικής ηγεσίας, βελτιώνοντας έτσι και το σύστημα της Ζυρίχης.

Η φάση που εγκαινίασε η Διάσκεψη της Γενεύης έχει αναδείξει δύο σημαντικά στοιχεία. Η τουρκοκυπριακή ηγεσία κατέθεσε χάρτη για το εδαφικό, που προνοεί σημαντικές –αν και μη ικανοποιητικές μέχρι αυτή τη στιγμή- επιστροφές εδαφών στην Ελληνοκυπριακή συνιστώσα οντότητα. Για πρώτη φορά η Τουρκία συμμετέχει σε ουσιαστική συζήτηση για το θέμα  της ασφάλειας που περιλαμβάνει το καθεστώς των εγγυήσεων και την αποστρατιωτικοποίηση. Κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα της διαδικασίας, γιατί το κλειδί παραμένει στην τουρκική κυβέρνηση. Αυτό όμως που μπορεί κάποιος να προδικάσει, είναι ότι με διαλυμένο το εσωτερικό μας μέτωπο, με αβάσιμη κινδυνολογία προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, με υπόσκαψη των σχέσεων Ελληνικής και Κυπριακής Κυβέρνησης και με το βλέμμα ορισμένων στραμμένο στις προεδρικές εκλογές, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να βάλουμε πανηγυρικά αυτογκόλ. Τώρα είναι η ώρα της ενότητας, της συλλογικότητας και του πατριωτισμού. Τώρα είναι η ώρα να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και της ιστορικής επιταγής. Τώρα είναι η ώρα να δυναμώσουμε τη φλόγα της ελπίδας για τη λευτεριά και την επανένωση της πατρίδας μας.

Με αυτές τις σκέψεις, εκφράζω τις ευχαριστίες του ΑΚΕΛ προς το Ιστορικό Πολιτιστικό Κέντρο Εθνάρχη Μακαρίου Γ’ που με τιμά να είμαι ομιλητής στη σημερινή εκδήλωση. Συγχαίρω το Ιστορικό Πολιτιστικό Κέντρο, που ιδρύθηκε με στόχο να διατηρήσει τη μνήμη του Μακαρίου άσβεστη. Γιατί αυτό σημαίνει να υψωθούν ψηλότερα τα λάβαρα της ανεξαρτησίας, της λευτεριάς και της δημοκρατίας. όσα δηλαδή προσωποποίησε η μορφή του Μακαρίου. Για να νικήσει η Κύπρος και ο αδούλωτος λαός της.