31/7/14

Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Ν. Αναστασιάδη στην εκδήλωση του Διγενή Ακρίτα Μόρφου για τα 40 χρόνια τουρκικής κατοχής



Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Ν. Αναστασιάδη
στην εκδήλωση του Διγενή Ακρίτα Μόρφου
για τα 40 χρόνια τουρκικής κατοχής


Αισθάνομαι την ανάγκη και το χρέος να απευθύνω μήνυμα τιμής και εκτίμησης προς όλους τους Μορφίτες. Να απευθύνω επίσης μήνυμα αλληλεγγύης και με αφορμή την συμπλήρωση 40 χρόνων προσφυγιάς μετά το βίαιο διωγμό σας από την αγαπημένη Μόρφου, να σας διαβεβαιώσω για τη σταθερή συστράτευση μας στον αγώνα για διεκδίκηση και διασφάλιση των δικαίων και των δικαιωμάτων των Μορφιτών και όλων των προσφύγων μας.

Θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας να θέσω υπό την αιγίδα μου και να χαιρετήσω την εκδήλωση που ο Διγενής Ακρίτας Μόρφου διοργανώνει σε συνεργασία με το Δήμο, τα οργανωμένα σύνολα και τις 12 κοινότητες της Μόρφου. Εκδηλώσεις όπως αυτές, δεν συντηρούν απλώς τη μνήμη για τους κατεχόμενους τόπους μας, αλλά ενδυναμώνουν περαιτέρω τον πόθο της επιστροφής και διαδηλώνουν προς κάθε κατεύθυνση την καθολική προσήλωση μας στον αγώνα για επανένωση της πατρίδας μας.

Ιδιαιτέρως, θέλω να συγχαρώ το Διγενή Ακρίτα, τον Πρόεδρο και τη διοίκησή του, γι’ αυτή την πρωτοβουλία του, αλλά και γενικά για τη διαχρονική δράση του και την προσφορά του στον αθλητισμό και τον πολιτισμό της Μόρφου και της Κύπρου, καθώς επίσης και για την προσφορά του στους εθνικούς αγώνες της πατρίδας μας. Είναι καλά γνωστό πως κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, πολλοί αθλητές του Διγενή Ακρίτα εντάχθηκαν στην οργάνωση και αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της Κύπρου από το αγγλικό ζυγό, αλλά και στον αγώνα κατά του Τούρκου εισβολέα, αθλητές και μέλη του Διγενή θυσιάστηκαν για την ελευθερία και την ακεραιότητα της πατρίδας μας. 

Ο Διγενής, που φέτος συμπληρώνει 83 χρόνια ζωής, ξεκίνησε την ιστορική πορεία του ως αθλητικός και πολιτιστικός σύλλογος και κατάφερε να αναπτυχθεί και να προοδεύσει με αξιοζήλευτους ρυθμούς, παράλληλα με τη ραγδαία πρόοδο και ανάπτυξη της ίδιας της Μόρφου. Καταξιώθηκε στις συνειδήσεις των Μορφιτών ως ο σημαντικότερος φορέας εθνικής, πολιτιστικής, κοινωνικής και αθλητικής προσφοράς τόσο για τη Μόρφου όσο και για την ευρύτερη κυπριακή κοινωνία.

Η ανοδική πορεία του Διγενή Ακρίτα ανακόπηκε βίαια από την τουρκική εισβολή που τον οδήγησε στην προσφυγιά, μακριά από το καλλιμάρμαρο οίκημά του, το σύγχρονο γήπεδό του και την πόλη που τον γέννησε. 

Γνωρίζω για τις προσπάθειες και τους αγώνες που οι Μορφίτες δίνουν στην προσφυγιά, κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες για να κρατηθεί το Σωματείο ψηλά και να συνεχίσει την αποστολή του. Μια αποστολή που υπερβαίνει τους αθλητικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς αγώνες, και εκτείνεται ιδιαίτερα στο εθνικό πεδίο του αγώνα για απελευθέρωση, για επιστροφή στην πατρώα γη και επανένωση.

Θέλω να σας βεβαιώσω για την ευαισθησία και το προσωπικό μου ενδιαφέρον, μια ευαισθησία που οφείλεται και στο γεγονός ότι η Μόρφου ήταν η φιλοξενούσα πόλη στο πρώτο έτος των μαθητικών μου γυμνασιακών χρόνων όταν ο πατέρας μου είχε εξοριστεί με μετάθεση στη Λεύκα, ο ίδιος κατοικούσα στον Ξερό αλλά φοιτούσα στο Γυμνάσιο Μόρφου. Συνεπώς έχω εμπειρία της πόλης της Μόρφου και ιδιαίτερα των φιλόξενων κατοίκων του.

Φορτισμένος συναισθηματικά και νιώθοντας ότι είναι υποχρέωση προς την πατρίδα θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι με αποφασιστικότητα και τόλμη έχουμε πει ότι 40 χρόνια είναι πολλά. Θα πρέπει να δοκιμάσουμε και να επιμείνουμε στη μόνη επιλογή που ο Εθνάρχης Μακάριος και οι μεταγενέστεροι των ηγετών είχαν αποφασίσει. Ότι ο μόνος τρόπος ασφαλούς επίλυσης του Κυπριακού δεν είναι οι όποιες απόπειρες μπορεί να μας οδηγήσουν σε περιπέτειες και ιδιαίτερα στον αφανισμό του Ελληνισμού, αλλά η ειρηνική διαδικασία, αξιοποιώντας βεβαίως  πάνω από όλα τα σημερινά δεδομένα. Μιλώ για τη σημερινή στρατηγική και δεδομένα που διασφαλίζουν στην Κύπρο την πλήρη ενσωμάτωση στην ΕΕ και συνεπώς την υποχρέωση της να υλοποιεί απολύτως και αυστηρά το ευρωπαϊκό κεκτημένο και η όποια λύση θα πρέπει να διακρίνεται από αυτά τα χαρακτηριστικά αν θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε πλήρες μέλος της ΕΕ. Μιλώ για τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως αποτυπώνονται στη Χάρτα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και όπως διαλαμβάνονται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο δίδοντας την ίδια ώρα το δικαίωμα επιστροφής σε όποιον επιθυμεί να επιστρέψει στις πατρογονικές εστίες. Δίδοντας την ίδια ώρα το δικαίωμα επιλογής ως προς την περιουσία του και στο να έχει την ασφάλεια προκειμένου σε συνεργασία με τους συμπατριώτες μας να συνδημιουργεί και να προκόβει σε μια ενωμένη ΕΕ.

Γνωρίζω τα προβλήματα, τις δυσκολίες, αλλά ιδιαίτερα γνωρίζω και τις θέσεις της Άγκυρας και του κ. Έρογλου. Ακριβώς προκειμένου να αποφύγουμε περιπέτειες ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τις πάγιες θέσεις του κ. Έρογλου περί δύο κυρίαρχων τάχα κρατών που θα πρέπει να συνομιλήσουν και να συνυπάρξουν υπό μια κοινή ομπρέλα για να κυβερνούν την πατρίδα μας, θέλησα και με τη βοήθεια των πολιτικών δυνάμεων και όχι μόνον την κοινή δήλωση του Φεβρουαρίου του 2014, μια κοινή δήλωση που περιέχει και παρέχει τις παραμέτρους μέσα στις οποίες θα πρέπει να κινηθούν οι δύο πλευρές προκειμένου να επιτύχουν μια λύση που να ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι η Κύπρος θα παραμείνει μέλος του ΟΗΕ, της ΕΕ, που θα διασφαλίζεται η υλοποίηση και εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε όλη την επικράτεια, που θα διασφαλίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, που δεν θα υπάρχουν αυστηρά χρονοδιαγράμματα, που δεν θα γίνεται δεκτή οποιαδήποτε επιδιαιτησία, που δεν θα γίνεται αποδεκτή η όποια λύση προέρχεται από έξω, αλλά θα είναι το προϊόν ελεύθερης βούλησης των ηγετών και η όποια λύση που θα πρέπει να τύχει της έγκρισης του κυπριακού ελληνισμού. Μια λύση που θα οδηγεί σε ένα κράτος με μια και μόνη διεθνή προσωπικότητα, μια και μόνη κυριαρχία, μια και μόνη ιθαγένεια.

Τα όσα διασφαλίσαμε δημιουργούν τις προοπτικές και τις προϋποθέσεις, αλλά και τις υποχρεώσεις σε όσες των δυνάμεων χαιρέτισαν την επίτευξη της κοινής δήλωσης και τα όσα διαλαμβάνει, να εργαστούμε προς εκείνη την πλευρά ώστε να γίνει κατορθωτή η υλοποίηση κατά γράμμα των όσων έχουν συμφωνηθεί το Φεβρουάριο 2014.

Εκ τότε έχουν μεσολαβήσει δύο φάσεις συνομιλιών. Η πρώτη αφορούσε τη διερεύνηση προθέσεων και η δεύτερη, που ολοκληρώθηκε στις 23 Ιουλίου, διαλάμβανε όπως και το κοινό ανακοινωθέν προνοούσε, την κατάθεση ολοκληρωμένων προτάσεων εφ’ όλης της ύλης που άπτονται των πτυχών λύσης του Κυπριακού.

Αν είναι κάτι που μπορώ να παρατηρήσω είναι ότι ως προς αυτή την πτυχή ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις της η Τουρκία, να καταθέσει δηλαδή προτάσεις. Αυτό που δεν ανταποκρίνεται οπωσδήποτε στις υποχρεώσεις της ήταν οι προτάσεις να ανταποκρίνονται το ελάχιστο στα όσα περιέχονται στην κοινή δήλωση. Ούτε εκείνα σεβάστηκαν ούτε όμως ακόμα και στις επικαλούμενες συγκλίσεις του εγγράφου Ντάουνερ, αφού κατά τις δύο τελευταίες συναντήσεις το διέγραψαν –και είναι καταγραμμένο στα πρακτικά των Ηνωμένων Εθνών – αλλά και οι συγκλίσεις που επικαλούνται είναι απλώς οι αρχικές θέσεις που υποβλήθηκαν από την τουρκοκυπριακή πλευρά.

Η ασυνέπεια καταγράφεται, η αδιαλλαξία οπωσδήποτε λαμβάνεται υπόψη. Εκείνο για το οποίο θέλω να σας βεβαιώσω είναι ότι δεν θα αναμένουμε από ηγέτες με δεδηλωμένες τις θέσεις, όπως αυτές του κ. Έρογλου, να δώσουν την απάντηση στην προσπάθεια και στον αγώνα μας. Αυτό που έχουμε υποχρέωση ως πολιτική ηγεσία – και είμαι βέβαιος ότι σε αυτό έχω τη συμπαράσταση του συνόλου της πολιτικής ηγεσίας – είναι πώς αξιοποιούμε την ταυτότητα μας ως ευρωπαϊκό κράτος. Πώς αξιοποιούμε την ΕΕ, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έγινε στο βαθμό που είχαμε υποχρέωση ως ηγεσία να πράξουμε.

Το δεύτερο είναι πώς αξιοποιούμε το νέο γεωστρατηγικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Κύπρος στην περιοχή με την ανακάλυψη των υδρογονανθράκων. Σε συσχετισμό πάντα με τα όσα διεθνώς επισυμβαίνουν που αναβαθμίζουν ακόμη περισσότερο το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Κύπρος. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.

Τρίτο είναι μια πολυδιάστατη πολιτική που χωρίς να παραλείπει τη συνέχιση και τη σύσφιγξη με παραδοσιακούς φίλους του παρελθόντος, προβαίνει στην ανανέωση, την ενίσχυση και την εμβάθυνση σχέσεων και με κάποιους άλλους που ενεργά μπορεί να εμπλακούν και να επηρεάσουν προς το θετικότερο τις εξελίξεις. Έχουμε εμβαθύνει και αναπτύξει τις σχέσεις μας με το Ισραήλ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έγινε σε βάρος των φίλων αραβικών κρατών. Έχουμε αναβαθμίσει τις σχέσεις  μας με τις ΗΠΑ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι γίνεται σε βάρος των σχέσεων μας με τη Ρωσία ή άλλες μεγάλες δυνάμεις.

Αυτό που προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε είναι συγκυρίες συμφερόντων και ευκαιριών, έτσι ώστε επιτέλους να γίνει κατορθωτό να πετύχουμε τους στόχους που έχουμε θέσει. Να μην ασχολούμαστε απλώς με θεωρήσεις που δεν άπτονται πραγματιστικών θεωρήσεων - και πραγματιστικές θεωρήσεις δεν σημαίνει υποχωρήσεις. Πραγματιστικές θεωρήσεις σημαίνει αφού εκτιμήσεις τα πραγματικά δεδομένα να δεις και να μελετήσεις ποια είναι αυτά που μπορεί να ανατρέψουν κάποια πράγματα που φαίνονται ως μη ανατρέψιμα, να αποτρέψεις το πιο σημαντικό που είναι η παγίωση τετελεσμένων και να αποφύγεις με κάθε τρόπο να πετύχει η άλλη πλευρά στο λεγόμενο παιγνίδι επίρριψης ευθυνών.

Με πολλή ψυχραιμία, με πείσμα όμως και επιμονή συμμετέχουμε σε ένα διάλογο που πολλές φορές μπορεί να θυμίζει διάλογο κωφών. Δεν είναι διότι δεν έχουμε αντίληψη του τι συμβαίνει. Δεν είναι διότι δεν συνειδητοποιούμε ή δεν γνωρίζουμε τις αδιάλλακτες θέσεις ή την αρνητική στάση που τηρεί ο συγκεκριμένος Τουρκοκύπριος ηγέτης. Είναι διότι πιστεύουμε ότι μέσα από τις πολιτικές συμμαχιών και στρατηγικών συνεργασιών που κτίζουμε  – και ιδιαίτερα αυτό καταμαρτυρείται από την τελευταία επίσκεψη μου στην Αθήνα και με την οποία συμβαδίζουμε  – είμαι βέβαιος ότι θα έρθει η μέρα που θα μπορούμε να βασιζόμαστε με ελπίδα στην ανατροπή των σημερινών δεδομένων. Δεν θα πρέπει να μας καταλαμβάνει η απελπισία για την τουρκική αδιαλλαξία. Δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Καμιά των προηγουμένων Κυβερνήσεων ή ηγεσιών δεν ήταν λιγότερο πατριώτες ώστε να μην επιδιώκουν τη λύση. Όλοι θέλησαν, όλοι προσπάθησαν και όλοι αγωνίστηκαν. Πού προσέκρουαν; Στην έλλειψη βούλησης της ελληνοκυπριακής πλευράς; Όχι. Προσέκρουαν στη συνεχή άρνηση και αδιαλλαξία της Τουρκίας ή των εκάστοτε Τουρκοκυπρίων ηγετών.

Αυτό που χρειάζεται συνεπώς είναι ενότητα δυνάμεων και η από κοινού δράση με την Ελληνική Κυβέρνηση, όπως προχθές έχουμε συμφωνήσει, αξιοποίηση της ευρωπαϊκής μας παρουσίας, αξιοποίηση των συμμαχιών που κτίζουμε, αξιοποίηση της γεωστρατηγικής μας θέσης και οπωσδήποτε διεκδίκηση των ελαχίστων που δικαιούται ο κάθε Ευρωπαίος πολίτης και που σίγουρα Ευρωπαίοι πολίτες είναι και οι Κύπριοι πολίτες είτε ανήκουν στην ελληνοκυπριακή είτε στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.

Θέλω να υπενθυμίσω χάρη αναφοράς ότι το Σύνταγμα του ’60 δεν ήταν παρά μια λειτουργική ομοσπονδία. Προέβλεπε υποχρεωτικά για όσους ήταν Κύπριοι υπήκοοι να ανήκουν στις δύο κοινότητες είτε στην ελληνοκυπριακή είτε στην τουρκοκυπριακή. Μάλιστα οι θρησκευτικές ομάδες των Μαρωνιτών, των Λατίνων, των Αρμενίων υποχρεώθηκαν σε δημοψήφισμα για να επιλέξουν σε ποια εκ των δύο κοινοτήτων θα ανήκαν. Και επέλεξαν βεβαίως την ελληνοκυπριακή. Να υπενθυμίσω ακόμη ότι υπήρχαν δύο ξεχωριστοί κατάλογοι του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Η μια που ανήκε στην ελληνοκυπριακή κοινότητα και αντιπροσώπευε το ποσοστό συμμετοχής στα διάφορα όργανα της ελληνοκυπριακής κοινότητας και η άλλη που έδινε το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στους Τουρκοκύπριους για να αντιπροσωπευτούν όχι ακριβώς με τα πληθυσμιακά ποσοστά που είχαν, αλλά με κάποια ποσοστά τα οποία θα πρέπει να ομολογήσουμε ήταν πέραν των  πληθυσμιακών ποσοστών, όπως 30% στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία και στη Δημόσια Υπηρεσία, ενώ στο στρατό ανατρεπόταν ακόμη εις βάρος της ελληνοκυπριακής κοινότητας η αναλογία, αφού ήταν 60% Ελληνοκύπριοι και 40% Τουρκοκύπριοι.

Αυτά τα λέγω για να υπενθυμίσω σε όσους επικαλούμενοι κάποιες αρνητικές τοποθετήσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς θεωρούν ότι αυτό πρέπει να θεωρείται και ως δεδομένο στοιχείο της λύσης. Αυτό που χρειάζεται από δικής μας πλευράς είναι η σταθερότητα στις θέσεις, αλλά και η μη δαιμονοποίηση των θέσεων που η ηγεσία αυτού του τόπου διαχρονικά έχει υιοθετήσει και αναφέρομαι στις Συμφωνίες Κορυφής ’77 μεταξύ Μακαρίου – Ντενκτάς και ’79 μεταξύ Κυπριανού - Ντενκτάς, στη Συμφωνία του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου της 8ης Ιουλίου 2006, στις ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του 2009. Αυτά καθορίζουν τα πλαίσια, στα οποία πρέπει να κινηθούμε. Κάθε άλλη σκέψη πρέπει να πω ότι με προβληματίζει κατά πόσο βασανίζει ειλικρινά τους όποιους καλόπιστα – δεν θέλω να αποδώσω κακή πίστη ή έλλειψη πατριωτισμού – εισηγούνται την αλλαγή πλεύσης. Είναι δυστυχώς σαν να εισηγούνται την αποδοχή ότι ένα αδιέξοδο με δική μας οπωσδήποτε ευθύνη, αν εγκαταλείψουμε αυτό τον οδυνηρό συμβιβασμό, θα είναι η διχοτόμηση.
Εγώ προσωπικά και είμαι βέβαιος και η συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού ελληνισμού, το τελευταίο που θα μπορούσαμε να αποδεχθούμε είναι η διχοτόμηση. Το τελευταίο που θα μπορούσε να αποδεχθούμε είναι να θέσουμε σε κίνδυνο την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Να θέσουμε σε κίνδυνο τον Ελληνισμό και να υπάρχει κίνδυνος για απόλυτη και πλήρη τουρκοποίηση των κατεχομένων, να θέσουμε σε κίνδυνο περιουσίες που σήμερα δυστυχώς μέσα από την επιτροπή αποζημιώσεων τουρκοποιούνται διότι μεταβιβάζονται στην Τουρκική Δημοκρατία και εν συνεχεία επί ανταλλάγματι τουρκοκυπριακών περιουσιών δίνουν το δικαίωμα στην Τουρκία να αποκτά πρόσβαση και στις ελεγχόμενες από το κράτος περιοχές, αφού οι περιουσίες των Τουρκοκυπρίων μεταβιβάζονται επί ανταλλάγματι στην Τουρκία.

Όλα αυτά με προβληματίζουν και πρέπει να προβληματίζουν όλους μας και δεν θα πρέπει να κάμπτεται η θέληση μας να συνεχίσουμε με την ίδια ένταση τις προσπάθειες στα πλαίσια που έχω προδιαγράψει προηγουμένως.

Θέλω από τα βάθη της καρδιάς μου να σας βεβαιώσω ότι θα κάνω ό,τι είναι ανθρώπινα δυνατόν και δεν νομίζω να υπάρχει μεγαλύτερο όραμα από το να ηγείσαι μιας υπό κατοχή χώρας και να τη δεις κάποια ώρα να ελευθερώνεται, να επανενώνεται, να δημιουργούνται εκείνες οι προϋποθέσεις που θα δώσουν δικαίωμα στον κάθε πολίτη, ιδιαίτερα στον Ελληνισμό που είμαστε κομμάτι του, να επιβιώσει και να μη διατρέξει τον παραμικρό κίνδυνο, να δώσει το δικαίωμα σε όλους μας να ζήσουμε σε μια πατρίδα που θα είναι κοινή πατρίδα όλων, και να ζήσουμε και να βιώσουμε τη στιγμή που θα δούμε τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής να επιβιβάζονται στα πλοία που τους έφεραν και κατέχουν την πατρίδα μας 40 χρόνια.

Θέλω να ευχηθώ τα καλύτερα στο Δήμο Μόρφου, στο Διγενή Ακρίτα Μόρφου και να συνεχίσουμε ενωμένοι αυτό που χρωστούμε στους ήρωες μας, σε όσους έδωσαν τη ζωή τους για να μπορούμε εμείς να ζούμε ελεύθεροι και να διεκδικούμε την απελευθέρωση της πατρίδας μας.

_________________