28/3/13

Χαιρετισμός του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού κ. Κυριάκου Κενεβέζου στην εκδήλωση για τους Ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης και του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ που διοργάνωσε ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Εφέδρων Καταδρομέων, χθες, στη Λεμεσό 28/03/2013

Ο Ελληνισμός κατά τη μακραίωνη και πολυκύμαντη πορεία του πέρασε κρίσιμες στιγμές επιβίωσης. Κατόρθωσε να επιζήσει.
Σ’ αυτό συνέβαλαν ιδιαίτερα ορισμένες σημαδιακές ιστορικές στιγμές και γεγονότα, τα οποία επέτρεψαν την ιστορική του συνέχεια. Φωτεινά ορόσημα αποτελούν η 25η Μαρτίου 1821, η ημέρα της Παλιγγενεσίας του έθνους μας, και η 1η Απριλίου 1955, ημέρα έναρξης του απελευθερωτικού μας αγώνα κατά των Βρετανών αποικιοκρατών.


Με ιερή συγκίνηση και εθνική υπερηφάνεια τιμούμε φέτος και εορτάζουμε πανηγυρικά όπως κάθε χρόνο τις εθνικές επετείους, που χάραξαν μια καινούρια πορεία, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο, αφού σήμαναν την απαρχή της εθνικής ανεξαρτησίας και της ελευθερίας.

Κυρίες και κύριοι,

Η 25η Μαρτίου του 1821 αποτελεί το πιο σημαντικό ιστορικό γεγονός στη σύγχρονη πορεία του ελληνικού έθνους, που κατέδειξε το πραγματικό μεγαλείο ενός ολόκληρου λαού και την οριστική και αμετάκλητη απόφαση του για ελευθερία ή θάνατο.

Στην ιστορία των εξεγέρσεων για την αποτίναξη της δουλείας και τη διεκδίκηση της ελευθερίας και της εθνικής αξιοπρέπειας, η Ελληνική Επανάσταση του 1821 κατέχει μια εξέχουσα θέση. Ο ελληνικός λαός, που για τέσσερις αιώνες είχε περάσει μέσα από συμπληγάδες βασανισμών, ταπεινώσεων, εξευτελισμών κι είχε βυθιστεί σ’ ένα σκοτάδι αταίριαστο και ασυμβίβαστο με τη μακρόχρονη ιστορία και παράδοσή του, ξεσηκώθηκε τον Μάρτιο του 1821 για να διώξει τον ξένο δυνάστη και να φέρει ξανά στην Ελλάδα τη λευτεριά, τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Με βαθιά πίστη, βαπτισμένοι σε ιδανικά και αρετές που τους όπλιζαν με ατρόμητο και περισσό θάρρος και αποφασιστικότητα οι Έλληνες, αν και λίγοι και ανίσχυροι σε σύγκριση με τους πανίσχυρους Τούρκους κατακτητές, ύψωσαν το λάβαρο της επανάστασης. Και όπως γράφει ο Μακρυγιάννης: «Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ' ένα τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».

Οι εξαθλιωμένοι ραγιάδες, ο απλός και ταπεινός λαός που υπέφερε τα πάνδεινα στα χρόνια της σκλαβιάς, σμίγει με τους αρματολούς και με τους κλέφτες, που ’ταν «μαγιά της λευτεριάς», κατά τον Μακρυγιάννη, κι όλοι μαζί, στεριανοί νησιώτες, Ρουμελιώτες, Μωραίτες, Θεσσαλοί, Μακεδόνες, Ηπειρώτες, φλογεροί ρασοφόροι σαν τον Παπαφλέσσα και λαϊκοί απροσκύνητοι σαν τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Διάκο, τον Κανάρη, τον Μιαούλη, τον Ανδρούτσο και τον Μακρυγιάννη γράφουν λαμπρές σελίδες ηρωισμού για τη λευτεριά της πατρίδας.

Ο μεγάλος ξεσηκωμός του 1821, ήταν το ξέσπασμα του λαού που εμπνεύστηκε και κινητοποιήθηκε από τους Έλληνες διαφωτιστές, τους δασκάλους του Γένους, τον Ρήγα, τον Αδαμάντιο Κοραή, τους Φιλικούς κι άλλους φωτισμένους Έλληνες, που τους θέρμαιναν την ψυχή το φιλελεύθερο ευρωπαϊκό πνεύμα της εποχής και τα μηνύματα της γαλλικής επανάστασης για ελευθερία, ισότητα και αδερφοσύνη.

Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής είτε αδιαφορούσαν εντελώς για τον υπόδουλο ελληνισμό είτε ακόμα εξέφραζαν την αντίθεσή τους στην ιδέα της Ελληνικής Επανάστασης. Η Ιερή Συμμαχία απέβλεπε στη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη με την καταστολή κάθε επανάστασης οπουδήποτε αυτή εκδηλωνόταν. Από την άλλη η Αγγλία και η Γαλλία είχαν τεράστια οικονομικά συμφέροντα μέσα στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα να αποκηρύττουν αρχικά την επανάσταση και να επιθυμούν την καταστολή της.

Μέσα λοιπόν σ’ αυτές τις αντίξοες συνθήκες ο ελληνικός λαός άρχιζε την επανάστασή του για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Στην Αλαμάνα, στο Χάνι της Γραβιάς, στο Μεσολόγγι και τον Ζάλογγο γράφεται η συνέχεια της ελληνικής ιστορίας με συνέπεια, αυτοθυσία και αυταπάρνηση για τη λευτεριά και τη σωτηρία της πατρίδας.

Το παράδειγμα των αγωνιστών της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821 που κατάφεραν με τη γενναιοψυχία και την αποφασιστικότητά τους να κερδίσουν έστω και τη μερική τότε ελευθερία της Ελλάδας, μιμήθηκαν 134 χρόνια αργότερα και τα παλικάρια της Μεγαλονήσου Κύπρου. Έτσι λοιπόν, την 1η του Απρίλη του 1955 άρχισε για τον Ελληνισμό ένας καινούριος ξεσηκωμός. Αυτή τη φορά ενάντια στη μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη της εποχής, τη Μεγάλη Βρετανία, που αρνιόταν κατηγορηματικά να αναγνωρίσει και να αποδώσει το δικαίωμα της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης στον κυπριακό λαό.

Οι Άγγλοι, που διαδέχθηκαν στην Κύπρο τους Τούρκους κατακτητές το 1878, ύστερα από μια ανάλγητη πράξη αγοραπωλησίας μεταξύ της Οθωμανικής και της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, διέψευσαν πολύ γρήγορα τις ελπίδες των Ελλήνων της Κύπρου. Αρνήθηκαν πεισματικά να αναγνωρίσουν το δικαίωμα του κυπριακού λαού να διαφεντέψει τη δική του μοίρα, με αποτέλεσμα να τον εξωθήσουν, τελικά, στην ένοπλη εξέγερση.

Ούτε οι ειρηνικές διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις και εκδηλώσεις, ούτε τα ψηφίσματα και οι αντιπροσωπείες που στέλλονταν από τα χρόνια της Αγγλοκρατίας στο Λονδίνο, ούτε και το ανοργάνωτο κίνημα των Οκτωβριανών του 1931 κατάφεραν να αλλάξουν την αγγλική πολιτική. Στη συνέχεια, όταν το 1939-40 ξέσπασε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, οι Κύπριοι, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα των Βρετανών, έσπευσαν να πυκνώσουν τις τάξεις του αγγλικού στρατού για την απόκρουση του ναζισμού και του φασισμού, με την ελπίδα ότι το νικηφόρο τέλος του πολέμου θα φέρει και τη δικαίωση της δικής τους πατρίδας. Για άλλη μια φορά, όμως, διαψεύστηκαν. Οι Άγγλοι ξέχασαν πολύ γρήγορα τις μεγαλόστομες διακηρύξεις και υποσχέσεις τους και πρόταξαν και πάλι τα στρατηγικά τους συμφέροντα στη Μέση Ανατολή ως κύριο κριτήριο της πολιτικής τους απέναντι στην Κύπρο.

Ο Ελληνισμός της Κύπρου εντείνει τον ειρηνικό του αγώνα για εθνική δικαίωση και ελευθερία. Οργανώνει το 1950 το ενωτικό δημοψήφισμα στο οποίο το 96% του πληθυσμού, ακόμη και Τουρκοκύπριοι, ψηφίζουν υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Οι Άγγλοι αρνήθηκαν ακόμη και την παραλαβή των τόμων με τις υπογραφές για την ένωση.

Η αρνητική αυτή στάση των Άγγλων φουντώνει την αγανάκτηση των Ελλήνων της Κύπρου, οι οποίοι τα ξημερώματα της 1ης Απριλίου 1955 παίρνουν την τύχη τους στα χέρια τους και αρχίζουν έναν ένοπλο επικό αγώνα που θα κρατήσει ως το 1959. Με πολιτικό αρχηγό του αγώνα τον Εθνάρχη Μακάριο και στρατιωτικό αρχηγό τον Γεώργιο Γρίβα-Διγενή, ιδρύεται η Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), η οποία και ανέλαβε την ευθύνη του αγώνα. Στον απελευθερωτικό αγώνα συμμετείχαν όλα τα στρώματα του λαού: μικροί μαθητές, νέοι, μεσήλικες, ηλικιωμένοι, άντρες και γυναίκες, ο καθένας με τον δικό του τρόπο υπηρετούν την ιδέα της ελευθερίας για την οποία αγωνίζεται η σκλαβωμένη τους πατρίδα.

Οι Άγγλοι χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να συντρίψουν τον αγώνα. Φυλακίσεις, βασανιστήρια, εξορίες, απαγχονισμοί αγωνιστών και πολλά άλλα μέσα μηχανεύονται για να κάμψουν το φρόνημα και την αγωνιστικότητα του λαού μας. Όμως, οι νέοι της Κύπρου πολεμούν και θυσιάζονται για τη λευτεριά της πατρίδας όπως οι αγωνιστές του 1821 και γράφουν χρυσές σελίδες δόξας στην ελληνική ιστορία.

Πρώτος νεκρός του αγώνα, από την πρώτη κιόλας νύχτα, ο Μόδεστος Παντελή από το Λιοπέτρι. Ακολουθούν ο Χαράλαμπος Μούσκος στο Μερσινάκι, ο Μιχαλάκης Καραολής, ο πρώτος που οδηγείται στην αγχόνη μαζί με άλλα οκτώ παλικάρια ως το τέλος του αγώνα, ο Μάρκος Δράκος, ο Στυλιανός Λένας, ο Πετράκης Γιάλλουρος, ο σταυραετός του Μαχαιρά Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Κυριάκος Μάτσης, οι τέσσερις του Λιοπετρίου και αρκετοί άλλοι ηρωικοί αγωνιστές της ελευθερίας που θυσίασαν τη ζωή τους για να μπορούμε σήμερα εμείς να ζούμε ελεύθερα.

Αποτέλεσμα αυτού του αγώνα ήταν τελικά η ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος στις 16 Αυγούστου 1960.

Τιμώντας σήμερα τις δύο μεγάλες εθνικές επετείους δεν αρκεί μόνο απλά να αναφερόμαστε στα γεγονότα, αλλά επιβάλλεται να παίρνουμε τα σωστά μηνύματα εκείνων των αγώνων. Και ταυτόχρονα να καταλήγουμε στα ουσιώδη και αναγκαία για το δικό μας αγώνα συμπεράσματα.

Το πρώτο μήνυμα που μας δίνει το μεγαλείο των δύο εθνικών επετείων που τιμούμε είναι η πίστη στις αθάνατες ελληνικής αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης για τις οποίες αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν οι ήρωές μας. Οι απλοί επώνυμοι και ανώνυμοι αγωνιστές της ελληνικής και της κυπριακής ελευθερίας μάς στέλνουν ακόμη το μήνυμα της αγωνιστικότητας και της σταθερής προσήλωσης στο δίκαιο του αγώνα μας.

Το πιο σημαντικό, όμως, μήνυμα που μπορούμε να πάρουμε γιορτάζοντας σήμερα τις δύο εθνικές μας επετείους είναι η αναγκαιότητα της ενότητας. Χωρίς ενότητα και ομοψυχία τίποτα δε θα μπορούσαν να καταφέρουν οι αγωνιστές της εποχής εκείνης.

Αυτά είναι, λοιπόν, μερικά από τα πιο σημαντικά μηνύματα και συμπεράσματα που οφείλουμε να έχουμε κατά νου κι εμείς οι Έλληνες της Κύπρου, αν θέλουμε να πετύχουμε τους στόχους του αντικατοχικού αγώνα που εδώ και 39 χρόνια διεξάγουμε και για να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες οικονομικές και κατ’ επέκταση κοινωνικές δυσκολίες και προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.

Τα εθνικά μας ζητήματα απαιτούν συλλογικότητα. Απαιτούν να αντιληφθούμε ότι τόσο το Κυπριακό όσο και οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης είναι ζητήματα φυσικής και εθνικής επιβίωσης του κυπριακού Ελληνισμού και δεν μπορεί παρά να αποτελούν υπόθεση όλων.

Σε αυτή την κρίσιμη ώρα της οικονομικής δοκιμασίας μας, σε αυτή τη δραματική ώρα της ζωής μας, η διάσωση της οικονομίας μας αποτελεί τον υπέρτατο νόμο, στον οποίο οφείλουμε όλοι υπακοή και συμμόρφωση. Αυτές τις κρίσιμες ώρες, πρέπει όλοι μαζί να αντιμετωπίσουμε και να διαχειριστούμε τις δύσκολες μέρες που μας αναμένουν. Απαιτείται εθνική ενότητα, εθνική συνεννόηση, πολιτική συναντίληψη, κοινωνική συναίνεση, πολλή και σκληρή δουλειά και μια κοινή εθνική προσπάθεια.

Σ’ αυτές τις μεγάλες ώρες της εθνικής μας ευθύνης, ας ευχηθούμε λοιπόν να μας φωτίζει η αγωνιστικότητα, η ακλόνητη πίστη και η ισχυρή θέληση των αγωνιστών του ’21 και του ’55 και τα μηνύματα των αγώνων τους που παραμένουν επίκαιρα.

Γιατί δεν μπορούμε να διαψεύσουμε την ιστορία μας. Δεν δικαιούμαστε να αδικήσουμε και να προδώσουμε όσους θυσιάστηκαν διαχρονικά για την ελευθερία του Ελληνισμού και της ιδιαίτερης μας πατρίδας. Αυτό είναι το ιστορικό μας χρέος έναντι στις απελθούσες και επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Αυτή είναι η οφειλή μας και αυτό θα αποτελέσει την καλύτερη δικαίωση των αγώνων και της θυσίας τους.