6/12/12

Εναρκτήρια ομιλία του Υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού κ. Νεοκλή Συλικιώτη στη συνεδρίαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Κλιματικής Αλλαγής και Ενέργειας της Επιτροπής των Περιφερειών της ΕΕ, στις Βρυξέλλες 06/12/2012

Σας ευχαριστώ για την τιμητική σας πρόσκληση και την ευκαιρία που δίνετε στην Κυπριακή Προεδρία να καταθέσει τις απόψεις της, αλλά και τη συμβολή που είχε κατά τη διάρκεια του τελευταίου εξαμήνου ως η προεδρεύουσα χώρα του Συμβουλίου της ΕΕ, αναφορικά με την εξέλιξη του πλαισίου πολιτικής της ΕΕ για τις τοπικές και περιφερειακές αειφόρες επενδύσεις ενέργειας, και συγκεκριμένα για την παρακολούθηση του Ενεργειακού Χάρτη Πορείας 2050.
Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κλιματική της πολιτική. Γι’ αυτό και οι προσπάθειες της ΕΕ επικεντρώνονται στη μετεξέλιξη του υφιστάμενου συστήματος ενέργειας με γνώμονα την αειφορία μέσω της μείωσης των θερμοκηπιακών εκπομπών. Φυσικά κάθε προσπάθεια θα πρέπει να είναι ισορροπημένη.
Θα πρέπει, δηλαδή, να έχουμε πάντοτε κατά νου ότι το νέο, μετεξελιγμένο ενεργειακό σύστημα πρέπει παράλληλα να προάγει την οικονομική και επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, αλλά και να διασφαλίζει την ενεργειακή της επάρκεια. Συνεπώς, τα μελλοντικά μας βήματα στον τομέα της ενέργειας επιβάλλεται να είναι πολύ προσεκτικά και να αποφύγουμε λάθη, αφού οι επενδύσεις που προγραμματίζονται να γίνουν είναι τεράστιες. Εκτιμάται ότι για τα ενεργειακά δίκτυα, μέχρι το έτος 2050, θα πρέπει να δαπανηθούν περισσότερα από 1 έως 2 τρισεκατομμύρια ευρώ, αναλόγως των τελικών μας αποφάσεων.
Η εξοικονόμηση ενέργειας, είτε μέσω της μείωσης της κατανάλωσης είτε μέσω της αποδοτικότερης χρήσης της ενέργειας, θα βρίσκεται στο επίκεντρο της ενεργειακής μας πολιτικής μετά το έτος 2020. Η παρούσα αλλά και η μελλοντική ενεργειακή πολιτική της ΕΕ δεν επηρεάζει μόνο τα διάφορα επίπεδα εξουσίας, είτε αυτά είναι τοπικά είτε περιφερειακά. Πρωτίστως απευθύνεται στον Ευρωπαίο πολίτη. Είναι αυτός που θα πρέπει να μετουσιώσει τις ενεργειακές πολιτικές σε πράξη. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να πειστεί ότι η ορθολογιστική κατανάλωση ενέργειας είναι προς όφελος του. Αυτό ισχύει εξίσου για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις αλλά και τη βιομηχανία.
Η υιοθέτηση της Οδηγίας για την Ενεργειακή Απόδοση επί της Δανικής Προεδρίας θέτει τις βάσεις και για τις μελλοντικές πολιτικές στο πεδίο αυτό. Η κατάληξη στη συνέχεια επί Κυπριακής Προεδρίας της συμφωνίας για τον Κανονισμό για το πρόγραμμα ενεργειακής απόδοσης και επισήμανσης για τον εξοπλισμό γραφείου συμβάλλει περαιτέρω στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου του 20% ενεργειακής απόδοσης μέχρι το 2020.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα συνεχίσουν να βρίσκονται στο επίκεντρο της μελλοντικής μας ενεργειακής πολιτικής. Η Κυπριακή Προεδρία επιτυχώς προώθησε την υιοθέτηση Συμπερασμάτων για τις ΑΠΕ από το Συμβούλιο της 3ης Δεκεμβρίου. Αυτή η επιτυχία δεν αποδίδεται μόνο στην Κυπριακή Προεδρία αλλά και σε όλα τα κράτη μέλη που επέδειξαν πνεύμα συνεργασίας.
Τα Συμπεράσματα αυτά δίνουν συνέχεια στη δυναμική που αναπτύχθηκε μέχρι τώρα για τις ΑΠΕ και δημιουργούν νέες προοπτικές για συνέχιση της πολιτικής της ΕΕ για τις ΑΠΕ τόσο μέσω νομοθετικών όσο και άλλων μέτρων. Μεταξύ άλλων, μέσα από τα Συμπεράσματα επιδιώκεται η βελτίωση των καθεστώτων στήριξης των ΑΠΕ αλλά και η εντατικοποίηση των προσπαθειών για ενεργοποίηση των μηχανισμών συνεργασίας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
Στο μέλλον θα επιδιωχθεί ένα πλαίσιο για τις ΑΠΕ όπου θα λαμβάνεται υπόψη η εμπειρία που έχει αποκτηθεί μέχρι τώρα και θα ικανοποιούνται ταυτόχρονα πέραν της αειφορίας οι στόχοι της ανταγωνιστικότητας και της ενίσχυσης του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ.
Ωστόσο, όπως όλοι μπορούμε να κατανοήσουμε, χωρίς τις αναγκαίες ενεργειακές υποδομές και διασυνδέσεις δεν θα είναι επιτεύξιμοι οι ενεργειακοί και κλιματικοί στόχοι της ΕΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Κυπριακή Προεδρία ενημέρωσε το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας που πραγματοποιήθηκε πριν τρεις ημέρες για την επιτυχή κατάληξη με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επί του Κανονισμού για τις Διευρωπαϊκές Ενεργειακές Υποδομές. Μέσω αυτού του Κανονισμού, αλλά και των χρηματοδοτικών εργαλείων που παρέχονται από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2014-2020, δίνονται τα αναγκαία εκείνα κίνητρα για τη διενέργεια επενδύσεων για την υλοποίηση των αναγκαίων ενεργειακών διασυνδέσεων.
Ο Κανονισμός αυτός είναι εξέχουσας σημασίας, αφού η εφαρμογή του θα συμβάλει στην άρση της απομόνωσης των κρατών μελών και περιοχών της ΕΕ από τα διευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα, δίνοντας τους τη δυνατότητα να συμμετέχουν ισότιμα και να επωφελούνται από τις ευκαιρίες που παρέχει η ενιαία και ολοκληρωμένη αγορά ενέργειας.
Με την ευκαιρία αυτή, θα θέλαμε ως Προεδρία να ευχαριστήσουμε το Συμβούλιο καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την πολύ εποικοδομητική στάση που τήρησαν. Επίσης, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το μέχρι στιγμής πολύτιμο έργο που έχει επιτελεστεί από τις Περιφερειακές Ομάδες αναφορικά με τη διαδικασία εντοπισμού των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος τα οποία θα συμβάλουν στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ενέργειας, την αειφορία και τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της ΕΕ.
Η οικονομική κρίση, που είναι ιδιαίτερα εμφανής στον Νότο, επιβάλλει την άμεση εξεύρεση τρόπων για επανεκκίνηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και αναθέρμανση του εγχώριου και εξωγενούς επενδυτικού ενδιαφέροντος συμβάλλοντας έτσι σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και αναστροφής του ζοφερού οικονομικού κλίματος. Σε κάθε περίπτωση, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε κράτους μέλους θα πρέπει να γίνουν σεβαστά και η μελλοντική μας ενεργειακή πολιτική δεν θα πρέπει να αποβεί προς όφελος μόνο ορισμένων κρατών μελών. Με λίγα λόγια, θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για μια κατάσταση όπου όλοι θα είναι κερδισμένοι. Γι’ αυτό τον λόγο υποστηρίζουμε ότι οι στόχοι μπορούν να είναι κοινοί, αλλά δεν θα πρέπει οι επενδύσεις να διοχετευθούν κατά προτεραιότητα ή κατά πλειοψηφία προς συγκεκριμένες τεχνολογίες.
Για παράδειγμα, η Κύπρος είναι καθαρός εισαγωγέας τεχνολογίας. Όσον αφορά τα συστήματα ΑΠΕ, πέραν από κάποια περιορισμένη παραγωγή φωτοβολταϊκών συστημάτων, αναγκάζεται να εισάγει τις σχετικές τεχνολογίες από άλλα κράτη μέλη ή και τρίτες χώρες χωρίς να αποκομίζει οφέλη που παρουσιάζονται σε άλλες χώρες όπως νέες θέσεις εργασίας ή υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Πέραν τούτου, η Κύπρος είναι απομονωμένη από τα διευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας. Για να διατηρηθεί η ισορροπία του ηλεκτρικού της συστήματος, το ποσοστό των πηγών μεταβλητής ενεργειακής παραγωγής που μπορεί να ενσωματωθεί είναι περιορισμένο. Από την άλλη, οι πρόσφατες ανακαλύψεις υδρογονανθράκων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και ειδικότερα εντός της κυπριακής ΑΟΖ, μας δίνουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε μια φθηνότερη και κλιματικά φιλικότερη πρώτη ύλη, δεδομένα που θα μας καταστήσουν ανταγωνιστικότερους. Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα που γνωρίζουμε καλά. Κάθε κράτος μέλος, κάθε περιφέρεια της ΕΕ θα πρέπει να μελετήσει σε βάθος με ποιο τρόπο θα μπορούσε να συμβάλει στους στόχους της ΕΕ χρησιμοποιώντας εκείνες τις τεχνολογίες που είναι πιο συμφέρουσες τόσο για το ίδιο το κράτος μέλος όσο και την ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει μετά από διεξοδική μελέτη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε κράτους μέλους, περιφερειών και περιοχών να υποβάλει σχετική εισήγηση προς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά τα προτεινόμενα σενάρια που αναφέρονται στον Ενεργειακό Χάρτη Πορείας 2050, αυτά θα πρέπει να εξεταστούν και να αναλυθούν ενδελεχώς, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά οι επιπτώσεις των πολιτικών αυτών στις τιμές ενέργειας για τους καταναλωτές, την οικονομία και την ανταγωνιστικότητα κάθε κράτους μέλους ευρύτερα. Είναι παραδεκτό ότι οι βασικοί γνώμονες για τη μελλοντική ενεργειακή πολιτική της ΕΕ πρέπει να είναι η ενεργειακή ασφάλεια, η οικονομική ανταγωνιστικότητα και η μείωση των θερμοκηπιακών εκπομπών. Η ΕΕ, η οποία αναγνωρίζεται ως παγκόσμιος πρωτοπόρος στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες της σε διεθνές επίπεδο για μεγιστοποίηση του πραγματικού οφέλους των πολιτικών που η ίδια υιοθετεί για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών και την προστασία του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, η ΕΕ πρέπει να εντατικοποιήσει τη δράση της προς αυτή την κατεύθυνση μέσω ενδεχόμενων διμερών επαφών με τρίτες χώρες ή και πολυμερούς διεθνούς συνεργασίας για ανάπτυξη συναντίληψης σε αυτό το πεδίο.

Τέλος, αναγνωρίζεται ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζουν οι τοπικές και περιφερειακές διοικήσεις στην προώθηση των μελλοντικών και υφιστάμενων ενεργειακών πολιτικών της ΕΕ, αφού βρίσκονται εγγύτερα στους φορείς εφαρμογής των πολιτικών αυτών, δηλαδή στους πολίτες. Θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον ο ρόλος αυτός χρήζει ενδυνάμωσης, πιθανόν μέσω της καλύτερης κατανομής πόρων και της ενδυνάμωσης των εξουσιών που αυτές κατέχουν αλλά και μέσω της ενεργότερης εμπλοκής τους στα κέντρα αποφάσεων. Με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα να κάνω ειδική μνεία στο Σύμφωνο των Δημάρχων, το οποίο έχουν συνυπογράψει μέχρι τώρα 4.458 τοπικές και περιφερειακές Αρχές, καλύπτοντας πέραν των 1.7 εκατομμυρίων ευρωπαίων κατοίκων, αλλά και από τρίτες χώρες. Στην Κύπρο έχουν συνυπογράψει το σύμφωνο 12 Δήμοι και κοινότητες, ενώ 6 υπέβαλαν ήδη τα σχέδια δράσης τους για την προώθηση της αειφορίας στα όρια τους μέσω συγκεκριμένων μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας και χρήσης των ΑΠΕ για την παραγωγή ενέργειας, για θέρμανση, ψύξη και τις μεταφορές. Τέτοιες πρωτοβουλίες πρέπει να ενθαρρύνονται μέσω συγκεκριμένων δράσεων και κινήτρων, τα οποία θα μπορούσαμε να συζητήσουμε και κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης.
Με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να αναφερθώ στην Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε σχέση με τις Έξυπνες Πόλεις και Κοινότητες, χαιρετίζοντας την έναρξη της Συνεργασίας για Ευρωπαϊκή Καινοτομία στον τομέα αυτό. Η πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων κάτω από το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο σύμφωνα με το Πρόγραμμα Εργασίας για το 2013 που έληξε στις 4 Δεκεμβρίου, είναι απόδειξη της σημασίας που αποδίδει η ΕΕ σε έργα «φάρους» τα οποία θα είναι διατομεακά, δηλαδή, θα συνδυάζουν τους τομείς της παραγωγής ενέργειας, των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της κινητικότητας. Επίσης, μέσω αυτών θα πρέπει να προάγεται η συμμετοχή των πολιτών της ΕΕ που κατοικούν στις πόλεις. Παρόλο που το 68% του πληθυσμού της Ευρώπης κατοικεί σε πόλεις, έχουμε την άποψη ότι θα πρέπει να διερευνηθεί το αξιοποιήσιμο δυναμικό εκτός των πόλεων, για παράδειγμα μέσω της αξιοποίησης της βιομάζας, με την εμπλοκή των πολιτών της ΕΕ που κατοικούν και δραστηριοποιούνται σε αγροτικές περιοχές.
Καταλήγοντας σας συγχαίρω για τη διοργάνωση της σημερινής συνεδρίασης και για την επιλογή ενός τόσο σημαντικού θέματος που ακουμπά ένα καίριο ζήτημα, αυτό της τόνωσης της ανάπτυξης στην Ευρώπη, αλλά μέσα σε πνεύμα αειφορίας.