25/11/12

Επιμνημόσυνος λόγος του Προέδρου της Βουλής κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου στο εθνικό μνημόσυνο του ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ Φώτη Πίττα, στο Φρέναρος 25/11/2012

- Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς,
- Αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά.
- Γι’ αυτούς η σιγή, γι’ αυτούς τα δάκρυα, γι’ αυτούς οι φάροι, κι οι κλάδοι ελιάς και τα φανάρια.

Η απόδοση τιμής για τις μεγάλες αγωνιστικές στιγμές της ιστορίας και για τους επώνυμους και τους ανώνυμους πρωταγωνιστές της, αποτελεί αναμφίβολα επιτακτικό χρέος. Και για λαούς όπως τον δικό μας, που περνά ακόμη στιγμές εθνικής δοκιμασίας και αντιμετωπίζει κινδύνους επιβίωσης, αυτό το χρέος αποτελεί μια κορυφαία αναγκαιότητα. Γιατί πέρα από την οφειλόμενη απόδοση τιμής μπορούμε και πρέπει να αντλούμε διδάγματα για τη συνέχιση και καταξίωση ενός αγώνα που δεν έχει ακόμη δικαιωθεί. Οι εθνικές εκκρεμότητες, τα ανοικτά εθνικά προβλήματα, επιβάλλουν την αναδρομή στο παρελθόν ως ενέργεια αγωνιστικής αφύπνισης, ως βήμα εθνικής ανάτασης και ως έμπνευση για τις διαχρονικά άφθορες αξίες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου.

Άλλωστε η 1η Απριλίου 1955 αποτέλεσε, ακριβώς ως ιστορική στιγμή αμφισβήτησης της δουλείας, της ξένης τυραννίας και της καταπίεσης, το μεγάλο ρωμαλέο άλμα ενατένισης του κυπριακού Ελληνισμού προς την ίδια την ιδέα της ύπαρξης του. Χωρίς την εθνικοαπελευθερωτική αντιαποικιακή επανάσταση ο κυπριακός Ελληνισμός ως εθνική οντότητα θα αποτελούσε υπόθεση ιστορικής αναδίφησης, μελέτη γλωσσολογικής και εθνολογικής έρευνας, εγκυκλοπαιδικής και αρχειακής καταγραφής. Όχι, όμως, υπαρκτή εθνική οντότητα του σήμερα.

Με δέος, απέραντο σεβασμό και βαθιά συγκίνηση προσήλθαμε σήμερα εδώ στο Φρέναρος, στο ετήσιο εθνικό και θρησκευτικό μνημόσυνο του κορυφαίου ήρωα του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα Φώτη Πίττα. Όμως, η απονομή τιμής σε μια απαστράπτουσα εθνική μορφή που τίμησε και λάμπρυνε με τη ζωή, τους αγώνες και την ανεπανάληπτη θυσία του τις άφθορες διαχρονικές αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, δεν είναι εύκολο καθήκον. Και δηλώνω αδύναμος να απαριθμήσω τις αρετές, να καταγράψω το μεγαλείο της προσφοράς του και να αποτυπώσω το μέγεθος του αγωνιστικού του αναστήματος.

Γεννημένος σε αυτήν εδώ την κοινότητα, στις 28 Φεβρουαρίου 1935, ο Φώτης Πίττας, γιος του Σταύρου και της Μαρίας με αδέλφια τον Μιχάλη, τον Νικόλα, τον Πέτρο και την Κατερίνα, φοιτά στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού του και στη συνέχεια στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου και στο Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου. Η μύηση του στην ελληνική παιδεία, στους αρχαίους Έλληνες κλασσικούς, τα εθνικοαπελευθερωτικά αντιαποικιακά κινήματα της εποχής, οι αγώνες για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και ο υποβόσκων πόθος για αποτίναξη του αποικιακού ζυγού γοητεύουν τον Φώτη Πίττα.

Ήταν φοιτητής στο Κολλέγιο όταν εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ με την έναρξη του αγώνα. Υπηρέτησε στο δημοτικό σχολείο Άχνας ως δάσκαλος, όπου ανέπτυξε πλούσια δράση, τόσο στον μαχητικό όσο και στον οργανωτικό και τον διαφωτιστικό τομέα. Μετά την καταζήτηση του από τους Άγγλους στις 18 Οκτωβρίου 1956, κρυβόταν και δραστηριοποιήθηκε κατά την «Εξόρμηση προς τη Νίκη», τον Νοέμβριο του 1956. Στη συνέχεια του ανατέθηκε η αναδιοργάνωση των χωριών Λύσης, Βατυλής και Άσσιας.

Στις 10 Ιανουαρίου 1957 συνελήφθη στη Βατυλή και κρατήθηκε για 20 περίπου μέρες στις φυλακές Αμμοχώστου, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα. Για τις μέρες αυτές κατέλειπε ένα γραπτό ντοκουμέντο, το ημερολόγιο του και τη μορφή της ελευθερίας ζωγραφισμένη στον τοίχο του κελιού του με αίμα, που έβγαζε από το στόμα του λόγω των βασανιστηρίων.

Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς και ακολούθως στα κρατητήρια Πύλας, από όπου δραπέτευσε στις 12 Μαρτίου 1958, μαζί με τον ήρωα Ανδρέα Κάρυο και άλλους δύο συναγωνιστές του, μέσα σε κρύπτη κατασκευασμένη σε φορτηγό αυτοκίνητο. Μετά τη δραπέτευση του ορίσθηκε υποτομεάρχης στην περιοχή Λύσης, όπου ανέπτυξε τόσο πλούσια και αποτελεσματική δράση, ώστε οι Άγγλοι αναγκάστηκαν να επιβάλουν δεκαπενθήμερο κατ’ οίκον περιορισμό, τον οποίο μάλιστα επιθεώρησε και ο ίδιος ο Άγγλος πρωθυπουργός Μακμίλλαν, που βρισκόταν τις μέρες εκείνες στην Κύπρο. Στο μεταξύ οι απώλειες της Οργάνωσης ήταν τόσο μεγάλες στην περιοχή, ώστε ο Φώτης Πίττας και οι άλλοι επιζήσαντες καταζητούμενοι του υποτομέα του θεώρησαν σκόπιμο να μετακινηθούν σε ασφαλέστερη περιοχή.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1958, ο Φώτης Πίττας και οι συναγωνιστές του ήρωες Ανδρέας Κάρυος, Ηλίας Παπακυριακού και Χρίστος Σαμάρας βρέθηκαν σε νέο κατ’ οίκον περιορισμό στο Λιοπέτρι. Επιχείρησαν να διαφύγουν αφού διέσπασαν τον κλοιό, αλλά συγκρούστηκαν με Άγγλους στρατιώτες και αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε αχυρώνα του Λιοπετρίου. Όταν ανακαλύφθηκαν, κλήθηκαν από τους Άγγλους να παραδοθούν. Το αγωνιστικό τους σθένος όμως τους οδήγησε σε μάχη μέχρι τέλους. Μετά από τετράωρη μάχη, και επειδή η αντίσταση τους ήταν άκαμπτη, οι Άγγλοι περιέλουσαν με βενζίνη τον αχυρώνα και τον πυρπόλησαν. Ακολούθησε η ηρωική έξοδος τους κατά την οποία έπεσαν και οι τέσσερις μαχόμενοι. Ο αχυρώνας γίνεται επικό θυσιαστήριο και αιώνιος ύμνος για την ελευθερία.

Η σύνοψη της σύντομης ζωής του και ο μαρτυρικός θάνατος του Φώτη Πίττα θα αποτελεί για πάντα πολύτιμη εθνική κιβωτό. Ένας θάνατος που σηματοδότησε την παντοτινή αθανασία. Ένας θάνατος που τον έθεσε οριστικά και αμετάκλητα στο μυαλό και την ψυχή ενός ολόκληρου λαού. Δεν υπάρχει πια δυνατότητα αναφοράς σε αγώνες για την ελευθερία, χωρίς τη διασύνδεση με τη δική του μεγαλειώδη θυσία. Δεν υπάρχει πια περιγραφή της έννοιας της αυτοθυσίας και της περιφρόνησης προς τον θάνατο χωρίς παραπομπή στον Φώτη Πίττα. Δεν απεικονίζεται πια η έννοια του αγωνιστή χωρίς τη δική του άμωμη μορφή. Δεν υπάρχει πια ορισμός της υπέρβασης του ανθρώπινου φόβου και αποτύπωσης του ορισμού της αντρειοσύνης, χωρίς την ανεξίτηλη σφραγίδα που έθεσε ο Φώτης Πίττας.

H Κύπρος, ένα αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνισμού, με συμβολή στον αρχαιο-ελληνικό πολιτισμό, με Ζήνωνες και Ονήσιλλους, με ομηρικά κατάλοιπα στην τοπολαλιά, με βουβά τώρα αρχαία θέατρα, με συμπόρευση με τον Μέγα Αλέξανδρο, με Κίμωνες, με παρουσία δίπλα σε Μακρυγιάννηδες, με βιασμένες τώρα βυζαντινές εκκλησιές, με Δίκωμα, και με τον Αχυρώνα του Λιοπετρίου. Με τον Κολοκοτρώνη να δηλώνει: «Τίποτα δεν εφοβήθηκα, ούτε εις τας αρχάς, ούτε εις τον καιρόν του Δράμαλη όπου ήρθε με 30 χιλιάδες στράτευμα εκλεκτό ούτε ποτέ, μόνο εις το προσκύνημα εφοβήθηκα». Και εμείς αυτό φοβόμαστε.

Κι αυτή η κληρονομιά παραμένει ζωντανή, όταν στην Κύπρο την αέρινη τη Μακαρία τη γη, οι ιστορικές παραδόσεις πλαστογραφούνται, θέατρα και εκκλησιές δολοφονούνται, τα ανθρώπινα δικαιώματα ενταφιάζονται και πατρογονικές εστίες δημεύονται. Όμως δεν μας ταιριάζει το μοιρολόι. Πιστοί στις πολυχιλιόχρονες παραδόσεις μας, με τον λαό και για τον λαό, θα αγωνιζόμαστε ωσότου ζωντανέψουμε την αρχαία φωνή στα βουβά θέατρα.

Το ουδέποτε του τότε υφυπουργού Χόπκινσον τερμάτιζε κάθε προοπτική για ειρηνική ανέλιξη. Η έκρηξη νομοτελειακή. Η ΕΟΚΑ συντάραξε τον κυπριακό Ελληνισμό και ενέπνευσε άλλους λαούς στον αντιαποικιοκρατικό τους αγώνα. Τα παιδιά του λαού εξευτέλισαν τον θάνατο προτάσσοντας το «Μολών Λαβέ», και ανεβαίνοντας τα σκαλιά της αγχόνης τραγουδώντας, η πανίσχυρη βρετανική στρατιωτική μηχανή αποδείχθηκε ανίκανη να σιγάσει την επαναστατική φλόγα.

Στον Αχυρώνα ξαναζωντάνεψαν οι Θερμοπύλες. Ο Φώτης Πίττας πισωγύρισε τον χρόνο. Όμως η ιστορία και οι σημαντικές στιγμές της δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης για να γνωρίσουμε τι κατόρθωσαν άλλοι στο παρελθόν, αλλά για να μάθουμε τι είναι σωστό να πράξουμε και εμείς στο παρόν και στο μέλλον. Γιατί το παρελθόν είναι το μαντείο από όπου πρέπει να αντλούμε χρησμούς για το μέλλον. Τα δραματικά και φωτεινά γεγονότα του 1955-59 πρέπει να είναι το «Κρυφό Σχολειό» κάθε Κύπριου Έλληνα που θέλει να στοχάζεται σωστά για τη μοίρα του τόπου του.

Γι’ αυτό η αναδρομή στις μεγάλες στιγμές της εποποιίας της 1ης Απριλίου, η μελέτη των έργων και των ημερών εκείνου του αγώνα, είναι η προσφορότερη μέθοδος αυτογνωσίας για κάθε στοχαζόμενο Κύπριο Έλληνα. Μας προσφέρει τα φωτεινότερα παραδείγματα των αρετών, την απίστευτη αντοχή της ιστορικής συνείδησης, την πίστη μας στην ιδέα της ελευθερίας, την ευψυχία, την τόλμη, την πρωτοβουλία, τη δύναμη της προσωπικότητας των Κυπρίων Ελλήνων.

Η 1η Απριλίου έθεσε τα θεμέλια μέσα σε επώδυνες συνθήκες για τη γέννηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπήρξε ένας υπέροχος αγώνας που οδήγησε σε μια φαλκιδευμένη, δυστυχώς, εν πολλοίς ανεξαρτησία και που αργότερα με το προδοτικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή οδηγήθηκε στη μέχρι σήμερα συνεχιζόμενη κατοχή της πατρίδας. Κάτι που σε καμιά περίπτωση δεν αναιρεί και δεν μειώνει το νόημα του αγώνα και το μεγαλείο της θυσίας των αγωνιστών.

Δίπλα στον Διάκο παρατάξαμε τον Φώτη Πίττα, τον Ηλία Παπακυριακού, τον Ανδρέα Κάρυο, τον Χρίστο Σαμάρα, τον Μάτση, τον Αυξεντίου, τον Παλληκαρίδη, δίπλα στο Αρκάδι και τη Γραβιά τον Αχυρώνα, το Δίκωμο, το Λιοπέτρι και τον Μαχαιρά. Και σήμερα; Μερικές δεκαετίες μετά τον υπέροχο εκείνο αγώνα του 55-59, πιστό πρότυπο της εθνεγερσίας του 1821, αντιμετωπίζουμε δραματικές συνθήκες. Μια μοιρασμένη πατρίδα και μια διαρκή απειλή για την ανακοπή της ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού στην Κύπρο.

Ποιο είναι το χρέος μας μέσα σε αυτές τις συνθήκες; Θα περιοριζόμαστε σε εκφώνηση πατριωτικών ομιλιών; Θα εξαντλούμαστε σε πανηγυρικούς που εξατμίζονται με την παρέλευση των επετείων; Η βαριά κληρονομιά που τιμούμε σήμερα μας υπαγορεύει άλλα καθήκοντα. Να αγωνιστούμε αταλάντευτα και ανυποχώρητα για τον τερματισμό της κατοχής, την ενότητα του κράτους, τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών του συνόλου του κυπριακού λαού. Να δώσουμε το μήνυμα ότι ο κυπριακός Ελληνισμός δεν θα γονατίσει. Ναι, με σωφροσύνη. Ασφαλώς με υπευθυνότητα. Αλλά και με απόρριψη της λογικής της αποδοχής της υπέρτερης δύναμης του κατακτητή. Και με άρνηση συνεχών υποχωρήσεων στις πιέσεις ξένων, που αντί να στρέφονται προς την πλευρά του κατακτητή και παραβάτη του διεθνούς δικαίου εξακολουθούν, υιοθετώντας κυνικά πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών, να ανατρέπουν καθημερινά κάθε έννοια ηθικής και δικαιοσύνης.

Το καθήκον μας σήμερα απέναντι στην ιστορία και τον πολιτισμό μας είναι η με κάθε κόπο και κάθε θυσία αποτροπή των κινδύνων που απεργάζονται στην πατρίδα μας οι εχθροί της ελευθερίας. Θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να ξεγράψουμε δικαιώματα και να ξεχάσουμε δίκαια. Κανένας εκβιασμός, καμιά απειλή, καμιά δυσκολία και καμιά πίεση δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην ταπεινωτική συνθηκολόγηση.

Η Κύπρος δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραμείνει η μόνη μοιρασμένη χώρα στην Ευρώπη, όταν η ίδια η Ευρώπη προχωρεί προς την ενοποίηση της. Δεν μπορεί η Ευρώπη να ανέχεται στο κατώφλι της την παρουσία ενός στρατού κατοχής, σε μια χώρα μέλος της Ε.Ε. Να επιμένουμε στην κατοχύρωση των δικαίων ολόκληρου του κυπριακού λαού και ιδιαίτερα στην αποκατάσταση των δικαιωμάτων των προσφύγων και των εγκλωβισμένων, την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων, τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της πολιτείας, την ειρηνική συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, την ευημερία και πρόοδο ολόκληρου του λαού της Κύπρου.

Η Κύπρος στον δύσκολο δρόμο της ενισχύεται γιατί νιώθει δίπλα της την Ελλάδα και ολόκληρο το ελληνικό έθνος. Στρατεύεται ο Ελληνισμός στον αγώνα της Κύπρου γιατί συνειδητοποιεί πως κοινή είναι η μοίρα του Ελληνισμού, και πως αν χαθεί ο αγώνας αυτός θα σημειωθεί ένα βαθύ ρήγμα στην περίμετρο του έθνους. Γι’ αυτό εκείνο που τώρα απαιτείται, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, είναι η εθνική ομοψυχία και η συσπείρωση όλου του Ελληνισμού, για να μπορέσει να αντέξει στον αγώνα για δικαίωση.

Για να γίνουν όμως όλα αυτά πράξη, θα πρέπει να υπάρξει μια συνολική επανεκτίμηση όλων των δεδομένων στη βάση της αλήθειας, της αποφυγής της διγλωσσίας, των εύκολων και μεγάλων λόγων που αποδεικνύονται κενοί περιεχομένου. Αυτή η ώρα είναι η ώρα της αλήθειας, της ανάληψης ευθυνών, των έντιμων και καθαρών εξηγήσεων. Ο λαός απαιτεί συνέπεια λόγων και έργων και αποφυγή στρουθοκαμηλισμών. Ο λαός απαιτεί αποφάσεις και πολιτικές αξιόπιστες που να εμπνεύσουν ξανά τη χαμένη αυτοπεποίθηση και την πίστη στις αστείρευτες δυνατότητες του λαού και του έθνους. Με βάση όμως το αξίωμα όπως το καθορίζει ο εθνικός μας ποιητής πως: «Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ότι είναι αληθές».

Η διαδικασία των απ’ ευθείας διαπραγματεύσεων των τελευταίων τεσσάρων χρόνων, όχι μόνο δεν έχει οδηγήσει σε πρόοδο, αλλά ανέδειξε για μια ακόμη φορά κλιμακούμενη την τουρκική αδιαλλαξία. Η ανάγκη αλλαγής τακτικής στις διαπραγματεύσεις και στρατηγικής στη συνολική διαχείριση του Κυπριακού είναι πλέον επείγουσα αναγκαιότητα.

- Με καταγγελία της τουρκικής στάσης ενώπιον της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας.
- Με διαμόρφωση περιγράμματος λύσης του Κυπριακού το οποίο να οριοθετεί τα όρια ασφαλείας για την εθνική και φυσική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Στη βάση του κοινού ανακοινωθέντος του Εθνικού Συμβουλίου του Σεπτεμβρίου του 2009 που μπορεί να αποτελέσει και τη βάση μιας πλατειάς εθνικής ενότητας.
- Με αξιοποίηση της ευρωπαϊκής ιδιότητας της χώρας μας αλλά και των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών της Τουρκίας για να υποχρεωθεί να τερματίσει την κατοχή και να αποδεχθεί λύση στη βάση των αρχών του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου.

Ο αγώνας μας είναι αγώνας ζωής, είναι αγώνας δικαίου. Και σε τέτοιους αγώνες δεν επιτρέπεται η αποτυχία. Η δεινή θέση στην οποία περιήλθε η κυπριακή οικονομία, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αποδυναμώσει τον αγώνα και τις προσπάθειες μας για τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και για μια λύση στη βάση των αρχών του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου. Ούτε πρέπει να διανοηθούν ότι οι οποιεσδήποτε οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζουμε θα μας οδηγήσουν σε λογικές ήσσονος αντίστασης και σε αποδοχή λύσης που δεν θα διασφαλίζει τη φυσική και εθνική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Ταυτόχρονα δίνουμε το μήνυμα ότι, αξιοποιώντας τις αστείρευτες δυνάμεις του λαού μας, θα εργαστούμε για το ξαναζωντάνεμα της οικονομίας. Όπως ο λαός μας το πέτυχε και μετά την εθνική τραγωδία του 1974 μέσα από τις στάχτες και τα ερείπια και με απώλεια του 70% των πλουτοπαραγωγικών μας πόρων.

Τώρα βρισκόμαστε στο σταυροδρόμι της ιστορίας. Χρέος μας να μην ολιγωρήσουμε και να μην φανούμε κατώτεροι των περιστάσεων. Εμπνευσμένοι από την αθάνατη παράδοση του 1955, ας εδραιώσουμε το ανίκητο μέτωπο της ελευθερίας. Όλοι μαζί για να ανοίξουμε διάπλατα τη λεωφόρο της εθνικής δικαίωσης. Όλοι μαζί για να ατενίσουμε την ιστορία, το έθνος, τους αγώνες και τους αγωνιστές με το κεφάλι ψηλά.

Έλληνες και Ελληνίδες,

Ο Φώτης Πίττας πίστευε σε μια Κύπρο και σε ένα λαό που να ξεχωρίζει για να βρίσκει τον αναντικατάστατο ρόλο που δίνει νόημα και περιεχόμενο στη ζωή: Τον αγώνα για ελευθερία, για πρόοδο της κοινωνίας, για την προκοπή του λαού και του έθνους.

Ο Φώτης Πίττας, ο αθάνατος δάσκαλος της Κύπρου, με την επιβλητική του φωνή, εκπέμπει από τα πανάρχαια βάθη της ιστορίας του Ελληνισμού στους αιώνες το παράγγελμα που απορρίπτει την υποταγή, την αδράνεια, την παραίτηση μπροστά στα τείχη που υψώνουν μπροστά μας οι κάθε λογής κήρυκες της ενσωμάτωσης και της ήττας.

«Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης». Όμοια και εμείς. Ακούμε το παράγγελμα του. Διαβάζουμε τους οιωνούς της νέας εποχής, αλλά και ανταποκρινόμαστε στο πολύβουο κάλεσμα της ιστορίας. Όχι για να σταματήσουμε περιδεείς και παράλυτοι μπροστά στα τείχη, μπροστά στις δυσκολίες που συναντούμε, αλλά για να τραβήξουμε καταπάνω τους, να τα γκρεμίσουμε, να τα ξεπεράσουμε. Να κτίσουμε το καινούργιο, με όραμα και πυξίδα πλεύσης τις άφθορες διαχρονικά αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Αυτό είναι το καλύτερο μνημόσυνο, η μέγιστη τιμή για την αγέραστη μνήμη του Φώτη Πίττα.

Του το χρωστούμε. Το χρωστούμε στις μελλοντικές γενιές.