24/9/10

Ομιλία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια στην 65η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη
24/09/2010
Να μη μεταδοθεί πριν τις 8.45 μ.μ.



Κύριε Πρόεδρε,

Σας συγχαίρω για την εκλογή σας στην Προεδρία της 65ης Γενικής Συνέλευσης. Σας εύχομαι κάθε επιτυχία στην εκπλήρωση των καθηκόντων σας. Εκφράζω, επίσης, τις ευχαριστίες μου στον προκάτοχό σας κ. Ali Abdussalam Treki. Συγχαίρω το Γενικό Γραμματέα για την εμπνευσμένη έκθεση πεπραγμένων του Οργανισμού για το χρόνο που ανασκοπούμε.

Είναι κοινή διαπίστωση ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η διεθνής κοινότητα πολλαπλασιάζονται σε έκταση και συχνότητα. Τίθεται όμως το ερώτημα: Μαζί με τις προκλήσεις αυξάνεται ταυτόχρονα στον ίδιο βαθμό και η ικανότητά μας να δώσουμε απαντήσεις σε αυτές τις προκλήσεις; Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες κλιματολογικών και φυσικών καταστροφών τέτοιας κλίμακας που δεν υπήρξαν αντίστοιχές τους στο πρόσφατο παρελθόν, όπως για παράδειγμα οι πλημμύρες στο Πακιστάν, οι πυρκαγιές στη Ρωσία, ο σεισμός στην Αϊτή και οι κατολισθήσεις στην Κίνα.

Η περιβαλλοντική καταστροφή και οι κλιματικές αλλαγές, η αύξηση της φτώχειας, της ανασφάλειας στην εξασφάλιση τροφής και βασικής ιατρικής φροντίδας για τόσους πολλούς από τους συνανθρώπους μας σε έναν κόσμο με βαθιές κοινωνικές αντιθέσεις, η τρομοκρατία, ο ορατός κίνδυνος για εξάπλωση των πυρηνικών όπλων, ειδικά στη περιοχή της Μέσης Ανατολής, η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων η οποία επηρέασε πρωτίστως εκατομμύρια εργαζομένων και φτωχών, απαιτούν αποτελεσματικές περιφερειακές και παγκόσμιες δράσεις μέσω των Ηνωμένων Εθνών και άλλων πολυμερών οργανισμών.

Εστιάζοντας την προσοχή μας στη δική μας γειτονιά της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, θα ήθελα να χαιρετίσω την έναρξη των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στον Ισραήλ και την Παλαιστινιακή Αρχή και να εκφράσω την ελπίδα για επιτυχή κατάληξη. Όλοι γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολο εγχείρημα, αλλά δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική επιλογή από το διάλογο. Εκφράζουμε την ελπίδα να μην ληφθούν οποιαδήποτε μονομερή μέτρα τα οποία θα δυσκολέψουν ακόμα περισσότερο το διάλογο και την επίτευξη συμφωνίας. Η λύση πρέπει να οδηγεί στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου παλαιστινιακού κράτους που θα συνυπάρχει δίπλα στο κράτος του Ισραήλ.

Η Κύπρος, μαζί με την Ελλάδα, έχουν υποβάλει από κοινού πρόταση για να ανοίξουν ένα θαλάσσιο διάδρομο ανθρωπιστικής βοήθειας προς το λαό της Γάζας, αξιοποιώντας την εγγύτητα της Κύπρου στην περιοχή και τις καλές μας σχέσεις με όλες τις πλευρές.

Κύριε Πρόεδρε,

Φέτος η Κύπρος γιορτάζει τα 50 χρόνια από την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τα 50 χρόνια συμμετοχής της, ως πλήρες μέλος, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε μέλος του Οργανισμού αμέσως μετά την κατάκτηση της ανεξαρτησίας της με την ελπίδα και τη φιλοδοξία να συνεισφέρει στο έργο του Οργανισμού και να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις μέσω της εφαρμογής των αρχών του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Με την ιδιαίτερα σημαντική γεωγραφική της θέση στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, είχε εξ αρχής την ευγενή φιλοδοξία να λειτουργήσει ως γέφυρα ειρήνης και συνεργασίας στη γειτονιά της και ευρύτερα.

Όταν κέρδισε την ανεξαρτησία της, σε μια δύσκολη περίοδο για τη διεθνή πολιτική, η Κύπρος έκανε μια καθαρή και συνειδητή επιλογή να ενταχθεί στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Η Κυπριακή Δημοκρατία, ιδρυτικό μέλος του Κινήματος, διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στο έργο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την επίλυση διεθνών προβλημάτων. Πιστεύαμε και εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι τα προβλήματα δεν επιλύονται με τη χρήση στρατιωτικής βίας αλλά με το διάλογο, τη διπλωματία και το σεβασμό στην εδαφική ακεραιότητα, κυριαρχία και ανεξαρτησία όλων των κρατών και των λαών, μεγάλων ή μικρών, πλούσιων ή φτωχών.

Το 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε ως πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Περήφανη για τις παραδόσεις της, η Κύπρος, διατηρώντας την ουδετερότητά της, επιδιώκει να διαδραματίσει ενεργό και δημιουργικό ρόλο ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μετά την ανεξαρτησία του 1960 ο δρόμος για τους Κυπρίους, δυστυχώς, δεν ήταν χωρίς προβλήματα. Στον οικονομικό τομέα, παρά τα πολλαπλά κτυπήματα που δεχθήκαμε από τις τραγωδίες που ακολούθησαν, κατορθώσαμε να επιτύχουμε οικονομική ανάπτυξη και ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο για το λαό μας. Στον πολιτικό τομέα, όμως, τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας σημαδεύτηκαν από δυσκολίες και την έλλειψη της αναγκαίας πολιτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων του νησιού οι οποίες κλήθηκαν να κυβερνήσουν τη χώρα από κοινού σύμφωνα με το Σύνταγμα. Αυτές οι πρώτες διαφορές και δυσκολίες εντάθηκαν λόγω των ξένων επεμβάσεων. Η κορύφωση αυτών των επεμβάσεων ήταν το στρατιωτικό πραξικόπημα της Χούντας που κυβερνούσε τότε την Ελλάδα και η παράνομη τουρκική εισβολή του Ιουλίου – Αυγούστου 1974. Η στρατιωτική κατοχή από τα τουρκικά στρατεύματα του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζεται καθώς επίσης και η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κύπριων πολιτών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Ο λαός της Κύπρου έχει υποφέρει αρκετά από αυτήν την τραγωδία. Είναι καιρός να ξεπεράσουμε τα προβλήματα, να επιτύχουμε τη συμφιλίωση των δύο κοινοτήτων και να επανενώσουμε τη χώρα και το λαό μας για χάρη της ειρήνης και των μελλοντικών γενεών.

Από τη δεκαετία του 1960 η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ασχολούνται με το κυπριακό πρόβλημα υιοθετώντας αριθμό ψηφισμάτων που στόχο έχουν τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας, εδαφικής ακεραιότητας, κυριαρχίας και ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Θέλω και με αυτήν την ευκαιρία να εκφράσω την ευγνωμοσύνη του λαού της Κύπρου στο Γενικό Γραμματέα, το Συμβούλιο Ασφαλείας και γενικότερα τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για το συνεχές και αδιάπτωτο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν για την Κύπρο.

Κύριε Πρόεδρε,

Η αποδοχή από τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, το 1977, της μετεξέλιξης του ενιαίου κράτους σε δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία αποτελεί ιστορικό συμβιβασμό που συνιστά γενναία παραχώρηση της ελληνοκυπριακής κοινότητας προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες τους. Ο στόχος του ιστορικού αυτού συμβιβασμού είναι ο τερματισμός της ξένης κατοχής και η αποκατάσταση της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η σύνθεση του πληθυσμού και η ανθρώπινη γεωγραφία της Κύπρου ήταν πάντοτε τέτοια που δεν υπήρχαν οι συνθήκες για ομοσπονδία. Οι δύο κοινότητες ζούσαν ανάμεικτες σε ολόκληρο το νησί. Είναι γι’ αυτό που η αποδοχή της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας από τους Ελληνοκύπριους αποτελεί ιστορικό συμβιβασμό και παραχώρηση προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες τους.

Μετά το 1977 τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο υιοθέτησαν τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, προσδιορισμένη όχι ως αριθμητική ισότητα αλλά ως αποτελεσματική συμμετοχή των δύο κοινοτήτων σε όλα τα όργανα διακυβέρνησης. Το ενωμένο ομοσπονδιακό κράτος θα είναι ένα, με μια και μόνη κυριαρχία, μια και μόνη ιθαγένεια και μια και μόνη διεθνή προσωπικότητα. Η Ομοσπονδία θα σέβεται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Από την εκλογή μου το 2008 έχω εμπλακεί ενεργά με την ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας σε μια κυπριακής ιδιοκτησίας διαδικασία, μέσα στα πλαίσια των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα, για την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής συμφωνημένης λύσης επί των συνταγματικών και άλλων εσωτερικών πτυχών του προβλήματος.

Μετά από δύο χρόνια, αξιολογώντας τη διαδικασία, πρέπει να πούμε ότι ανεξαρτήτως των δυσκολιών επιτεύχθηκε πρόοδος σε ορισμένα θέματα, παρότι δεν είναι η αναμενόμενη. Όταν ξεκινήσαμε, είχαμε συμφωνήσει με το Γενικό Γραμματέα ότι δεν θα υπάρξουν τεχνητά χρονοδιαγράμματα ούτε ξένες παρεμβάσεις υπό τη μορφή επιδιαιτησίας ή υποβολής έτοιμων λύσεων.

Έχουμε εργασθεί ολόκληρο το καλοκαίρι και τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε εντατικοποιήσει τις συναντήσεις μας με το νέο ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Για να πετύχουμε αποτέλεσμα σύντομα, έχω υποβάλει μια δέσμη τριών προτάσεων. Εισηγήθηκα, πρώτον, τη διασύνδεση της διαπραγμάτευσης μεταξύ των κεφαλαίων του περιουσιακού, των εδαφικών αναπροσαρμογών και των εποίκων με σκοπό να δώσουμε ώθηση στη διαδικασία. Έχω προτείνει, επίσης, όταν βρεθούμε σε ακτίνα συμφωνίας στις εσωτερικές πτυχές του προβλήματος, τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα με τη συμμετοχή των Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, των Εγγυητριών Δυνάμεων, της ΕΕ, της Κυπριακής Δημοκρατίας και των δύο κοινοτήτων για τη συζήτηση των διεθνών πτυχών του προβλήματος. Η τρίτη πρόταση που έχω υποβάλει αφορά την Αμμόχωστο.

Η δέσμη των προτάσεών μου συνεπάγεται οφέλη για όλες τις πλευρές και μπορεί να δημιουργήσει το κατάλληλο πολιτικό κλίμα που θα δώσει μεγάλη ώθηση στην όλη προσπάθεια. Λυπάμαι να παρατηρήσω ότι, δυστυχώς, ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης και η τουρκική ηγεσία αρνήθηκαν αμέσως να συζητήσουν αυτές τις προτάσεις.

Θα ήθελα να κάνω ειδική αναφορά στην πρότασή μας για την Αμμόχωστο. Το 1974 η Αμμόχωστος ήταν μια πόλη της οποίας ο πληθυσμός αποτελείτο από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Καθώς ο τουρκικός στρατός προέλαυνε προς την πόλη, ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει. Από τότε η περιοχή των Βαρωσίων είναι μια πόλη φάντασμα. Το Συμβούλιο Ασφαλείας θεωρεί την Κυβέρνηση της Τουρκίας υπεύθυνη για την περιοχή και το 1984 στο Ψήφισμα 550 απαίτησε την επιστροφή της πόλης στα Ηνωμένα Έθνη για να κατοικηθεί από τους νόμιμους κατοίκους της. Ακόμη και πριν το Ψήφισμα 550, ήδη από το 1979, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων συμφώνησαν να διευθετήσουν το θέμα της Αμμοχώστου ως θέμα προτεραιότητας και ανεξάρτητα από τις πολιτικές διαπραγματεύσεις επί των άλλων θεμάτων.

Εάν η πρότασή μου γίνει αποδεκτή, θα προκύψουν οφέλη για όλες τις πλευρές. Πέρα από την επιστροφή της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους της κάτω από τον έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών προβλέπεται η ανοικοδόμηση και η αποκατάσταση της μεσαιωνικής πόλης όπου ζουν Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας. Προβλέπεται, επίσης, το άνοιγμα του λιμανιού της Αμμοχώστου κάτω από τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για διευκόλυνση του εμπορίου από πλευράς των Τουρκοκυπρίων, ένα μέτρο που θα τους ωφελήσει τα μέγιστα. Μια τέτοια εξέλιξη θα βοηθήσει, επίσης, τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα αποτελέσει ένα εξαίρετο παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης και συνεργασίας ανάμεσα στις δύο κοινότητες.

Από το βήμα αυτό θα ήθελα επίσης να προτείνω όπως η Εθνική Φρουρά και ο τουρκικός στρατός ακυρώσουν και φέτος τις ετήσιες φθινοπωρινές στρατιωτικές τους ασκήσεις.

Κύριε Πρόεδρε,

Η ηγεσία της Τουρκίας διαβεβαιώνει τη διεθνή κοινότητα ότι επιθυμεί λύση του κυπριακού προβλήματος μέχρι το τέλος του 2010. Μέχρι σήμερα, αναμένουμε οι διακηρύξεις τους να μετουσιωθούν σε πράξεις. Στις ίδιες διαπιστώσεις έχει καταλήξει επανειλημμένα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθώς και σε πρόσφατο ψήφισμά του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλεί την Τουρκία να εργασθεί στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για λύση στο Κυπριακό και να εφαρμόσει τις υποχρεώσεις της έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κυπριακής Δημοκρατίας την οποία ακόμη δεν αναγνωρίζει.

Η Τουρκία πρέπει να δείξει σεβασμό στην ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και να βοηθήσει στην επίτευξη συμφωνίας που θα επανενώνει την Κύπρο και το λαό της.

Το όραμά μας είναι μια επανενωμένη Κύπρος, κοινή πατρίδα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, χωρίς ξένα στρατεύματα και εποίκους με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες ολόκληρου του λαού της, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων να τυγχάνουν πλήρους σεβασμού. Προσωπικά, για μια ακόμη φορά, εκφράζω τη δέσμευσή μου να συνεχίσω να κάνω κάθε τι το δυνατό προς αυτήν την κατεύθυνση.

Από αυτό το βήμα επαναλαμβάνω την πρόσκλησή μου προς την τουρκική ηγεσία, παράλληλα με τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, να με συναντήσει για να μοιραστώ μαζί της το όραμά μου για την επίτευξη λύσης του κυπριακού προβλήματος η οποία θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Κυπρίων, της Τουρκίας, της Ελλάδος, την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή.

Κύριε Πρόεδρε,

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε ως διεθνής κοινότητα είναι μεγάλες και συνεχώς αυξανόμενες. Οι κλιματικές αλλαγές, η συνεχιζόμενη φτώχεια, ο υποσιτισμός και η έλλειψη βασικής ιατρικής φροντίδας, η τρομοκρατία, οι πόλεμοι και ο κίνδυνος για εξάπλωση των πυρηνικών όπλων και της πυρηνικής τρομοκρατίας, η οικονομική κρίση και η πολιτική αστάθεια σε πολλές περιοχές του πλανήτη απαιτούν από εμάς να ανανεώσουμε τις συλλογικές μας προσπάθειες για την προστασία των επιτευγμάτων της ανθρωπότητας και να τις καταστήσουμε πιο αποτελεσματικές.

Το μέλλον βρίσκεται στα χέρια μας. Θα επιτύχουμε εάν η κατανομή και ανακατανομή των φυσικών πόρων και του πλούτου σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο γίνει πιο δίκαιη.

Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε.