1/6/10

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια στα εγκαίνια της έκθεσης «Κύπρος και Ιταλία στην εποχή του Βυζαντίου», στη Λευκωσία
01/06/2010
Να μη μεταδοθεί πριν τις 7.30 μ.μ.



Με ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση βρίσκομαι σήμερα μαζί σας για τα εγκαίνια της σημαντικής αυτής έκθεσης. Θα ήθελα κατ' αρχάς να εκφράσω τα θερμά μου συγχαρητήρια στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ, στην Πρεσβεία της Ιταλίας στην Κύπρο και στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού για την έκθεση «Κύπρος και Ιταλία στην εποχή του Βυζαντίου» που εγκαινιάζεται σήμερα και η οποία είναι αφιερωμένη στα 50 χρόνια από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μέσα από την έκθεση αυτή ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να επιβεβαιώσει τόσο την ύπαρξη της πολυπολιτισμικότητας της Κύπρου κατά την περίοδο του 12ου μέχρι τον 16ο αιώνα όσο και τις μελλοντικές προοπτικές που διανοίγονται μπροστά μας, μέσα στο πλαίσιο των σημερινών εκδηλώσεων φιλίας μεταξύ της Ιταλίας και της Κύπρου.

Ο διάλογος των πολιτισμών δεν μπορούσε να μην είναι οικείος με το νησί και τους ανθρώπους του αφού υπάρχουν στοιχεία για επαφές με γειτονικές χώρες από την Εποχή του Χαλκού. Οι επαφές μεταξύ Κύπρου και Ιταλίας φαίνεται να είχαν ξεκινήσει από τον 11ο αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκαν καθ’ όλη την αρχαιότητα επηρεάζοντας όχι μόνο την ιταλική και κυπριακή τέχνη, αλλά και την κουλτούρα των δύο χωρών σε διάφορους τομείς της καθημερινότητας.

Από τον 12ο αιώνα μ.Χ. με τα εμπορικά προνόμια που παραχώρησε ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ Κομνηνός (1081-1118) σε πόλεις της Ιταλίας, η Κύπρος απέκτησε ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τους Ιταλούς εμπόρους που εγκαταστάθηκαν στο νησί και ενσωματώθηκαν στην τοπική κοινωνία. Μετά την κατάκτηση της το 1191 από τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο και την οριστική αποκοπή από το Βυζαντινό κράτος, σε συνάρτηση με την εδραίωση της Καθολικής Εκκλησίας και των θεσμών της φεουδαρχίας από τη δυναστεία των Λουζινιανών, η Κύπρος εισέρχεται σε μία νέα περίοδο. Χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι το γεγονός ότι το νησί καθίσταται καλλιτεχνικό χωνευτήρι αφενός των τάσεων που γεννιούνται στη Δύση και προοιωνίζουν την Ιταλική Αναγέννηση και αφετέρου της Παλαιολόγειας τέχνης που δίνει την εποχή αυτή νέα ώθηση στη βυζαντινή ζωγραφική. Μνημεία του 13ου αιώνα όπως η Παναγία του Μουτουλλά καθώς και αριθμός φορητών εικόνων μαρτυρούν τις έντονες επιρροές Δύσης και Ανατολής στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι του τόπου.

Σταδιακά, ο συγκρητισμός ανάμεσα στην Ελληνοβυζαντινή παράδοση και την Αναγέννηση που κυριαρχεί στην Ιταλία από τον 14ο αιώνα και εντεύθεν έγινε ακόμη πιο έντονος. Αυτό μαρτυρεί η μνημειακή ζωγραφική στο βασιλικό παρεκκλήσι στα Πυργά, αλλά κυρίως οι βασικοί Φραγκοβυζαντινοί ναοί της Κύπρου. Τέτοιοι ναοί είναι: η Παναγία της Ποδύθου στη Γαλάτα, το Λατινικό Παρεκκλήσιο στον Άγιο Ιωάννη Λαμπαδιστή στον Καλοπαναγιώτη και η Παναγία η Ιαματική στον Αρακαπά. Πρόκειται για αριστουργήματα που εκπορεύονται μέσα από τη φιλοσοφία που εκφράζεται αφενός από την Ορθόδοξη Ανατολή και αφετέρου από την Καθολική Δύση.

Οι άριστες σχέσεις μεταξύ των δύο λαών συνεχίζονται και σήμερα στα πλαίσια της Ενωμένης Ευρώπης, αφού οι δύο χώρες μοιράζονται πολλά κοινά χαρακτηριστικά, ιστορικά, γεωγραφικά και πολιτιστικά. Η συνέχεια μιας διάδρασης αιώνων είναι έντονη. Υπάρχει στενή συνεργασία σε πολιτικά, οικονομικά, αλλά και πολιτιστικά θέματα. Αυτή την περίοδο διανύουμε τον Ιταλικό Πολιτιστικό Μήνα που παρουσιάζει πολλές πτυχές του ιταλικού πολιτιστικού πλούτου μέσα από διαλέξεις, προβολές και εκθέσεις. Ιταλοί αρχαιολόγοι επισκέπτονται και διεξάγουν αρχαιολογική έρευνα στην Κύπρο η οποία και φέρνει στο φως σπουδαίες ανακαλύψεις. Η επικείμενη επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου του 16ου αποτελεί κορωνίδα στις σχέσεις μεταξύ των λαών της Κύπρου και της Ιταλίας η οποία, πέρα από το θρησκευτικό της χαρακτήρα, θα ενδυναμώσει και τις ήδη στενές σχέσεις με το κράτος της Αγίας Έδρας.

Συγχαίρω θερμά τους διοργανωτές για την εξαίρετη δουλειά τους και με ιδιαίτερη χαρά εγκαινιάζω απόψε την έκθεση «Κύπρος και Ιταλία στην εποχή του Βυζαντίου».