9/10/15

Δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ

Δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών
στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ



Στις τελευταίες εξελίξεις όσον αφορά στην κυπριακή οικονομία και την πρόσφατη αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και στα θετικά αποτελέσματα που θα προκύψουν από μια λύση του Κυπριακού, αναφέρθηκε σήμερα ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης, μιλώντας στη ραδιοφωνική εκπομπή «Πρωινό Δρομολόγιο» του Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ.

Το πλήρες κείμενο των ερωταπαντήσεων ακολουθεί:

Ερ: Σχόλιο για τη συνολική αποτίμηση της Κομισιόν.

Απ: Σε γενικές γραμμές συμφωνώ με τις εκτιμήσεις, με τις αξιολογήσεις τόσο του ΔΝΤ όσο και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συμφωνώ και σε σχέση με το σκέλος των προκλήσεων που εξακολουθούν να υφίστανται και οι οποίες επιβάλλουν συνέχιση της προσπάθειας, και ποτέ δεν έχω υπονοήσει πως έχουμε πλήρως ξεπεράσει όλα τα προβλήματα. Έχουμε υψηλή ανεργία – παρά τη θετική ένδειξη της αποκλιμάκωσής της που για πρώτη φορά καταγράφεται από το 2008-, καθώς και ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Αυτά εντοπίζει η Κομισιόν όπως και το ΔΝΤ, μαζί βεβαίως με τη θετική προοπτική που ήδη έχει αρχίσει να διαμορφώνεται. Εδώ, κατ’ ακρίβεια, έχουμε μια διαφορετική εκτίμηση. Εδώ είμαστε, θα τα ξαναπούμε. Θα δείτε πως με την επόμενη αξιολόγηση ξανά θα διορθωθούν προς τα πάνω οι εκτιμήσεις των θεσμών αυτών σε σχέση με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας μας. Δείχνουν ρυθμό ανάπτυξης 0,5% για το 2015, τα δικά μας στοιχεία και η δική μας εικόνα από την πραγματική οικονομία, από την αγορά, είναι διαφορετική και αναμένουμε πολύ πιο υψηλό ρυθμό ανάπτυξης –πιο κοντά στο 1,5% - και αυτό έχει τη σημασία του και είμαι σίγουρος ότι στον επόμενο γύρο αξιολόγησης θα επιβεβαιωθούμε.
Ερ: Που βασίζετε τη συγκρατημένη αισιοδοξία ότι θα πάμε στο 1,5%, καθώς στα άλλα ζητήματα, μάλλον, τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι πιεστικά; Τι είναι αυτό που σας κάνει να λέτε ότι «εμείς θα τους εκπλήξουμε»;

Απ: Πρώτον, έχει φανεί πως τα προβλήματα της Ελλάδας, τα οποία θέλω να ελπίζω πως θα ξεπεραστούν, δεν έχουν επηρεάσει αρνητικά την κυπριακή οικονομία. Δεύτερον υπάρχουν βασικοί παραγωγικοί τομείς της κυπριακής οικονομίας –αυτό το συσχετίζω με την πιστωτική στενότητα- όπως του τουρισμού, των υπηρεσιών, της ναυτιλίας, που δεν είναι τόσο πολύ εξαρτώμενοι από τον τραπεζικό δανεισμό. Συνεπώς, παρά τη στενότητα που εξακολουθεί να υπάρχει στο τραπεζικό μας σύστημα υπάρχουν τομείς που καταγράφουν θετικές επιδόσεις και που διευρύνουν τη δραστηριότητά τους. Δεν είναι η εικόνα ίδια σε όλους τους τομείς της οικονομίας μας ή σε όλες τις επιχειρήσεις του τόπου μας. Υπάρχουν τομείς, αλλά και επιχειρήσεις εντός τομέων, που καταγράφουν άνοδο στις εργασίες τους, που συγκρατούν θέσεις εργασίας και προσλαμβάνουν εργαζομένους. Υπάρχουν, όμως, και άλλες και σε άλλους τομείς που εξακολουθούν να έχουν δυσκολίες.

Η συνολική, όμως, αποτύπωση της κατάστασης της πραγματικής οικονομίας δείχνει πως θα έχουμε, φέτος, έναν ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης κοντά στον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Συνεπώς, έχει τη σημασία του. Όχι επειδή με τη μια χρονιά ανάπτυξης θα ξεπεραστούν όλα τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν την προηγούμενη περίοδο των 4-5 ετών, αλλά επειδή αυτή η εξέλιξη δείχνει πως είμαστε στον σωστό δρόμο.

Ερ: Είναι αιτιολογημένες, κατά την άποψή σας, οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση του μεγάλου αποθέματος των κόκκινων δανείων;

Απ: Ναι και όχι. Υπάρχουν, δηλαδή, και αντικειμενικές δυσκολίες, αλλά θα μπορούσε να ήταν και ταχύτερος ο ρυθμός. Να σας θυμίσω πως ουσιαστικά ενωρίτερα φέτος έχει ενεργοποιηθεί μια σειρά από απολύτως απαραίτητα εργαλεία, νομοθετικά ή εποπτικά – αφερεγγυότητα, τραπεζική διαμεσολάβηση, νέα νομοθεσία εκποιήσεων, νέα σχετική οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας.

Δεν είχαμε στον τόπο μας ούτε το νομοθετικό πλαίσιο, αλλά ούτε και στο επίπεδο των τραπεζών τα εξειδικευμένα τμήματα, τη μέθοδο για αναδιαρθρώσεις. Δεν έγιναν ποτέ αναδιαρθρώσεις στην Κύπρο, μόνο δάνεια ξέραμε να δίνουμε. Τώρα που τα έχουμε, πρέπει να λειτουργήσουν. Υπάρχει μια αντικειμενική δυσκολία, αφού μέχρι τώρα δεν είχαμε καν όλα αυτά τα εργαλεία που έπρεπε να έχουμε, αλλά τώρα τα έχουμε, και πρέπει πολύ πιο γρήγορα να χρησιμοποιηθούν από τράπεζες, αλλά και δανειολήπτες, για να προχωρήσουμε σε αυτό που όλοι θεωρούν ζητούμενο, τις βιώσιμες αναδιαρθρώσεις.

Ερ: Μπορεί να μην επιτευχθεί το συμφωνημένο πρωτογενές πλεόνασμα που καθορίζει το πρόγραμμα; Τι συνέπεια θα έχει αυτό;

Απ: Θα υπερβούμε τον καθορισμένο στόχο που είναι κοντά στο 2%. Αν και δεν είναι αυτό που δείχνει αν φεύγεις από το μνημόνιο ή όχι. Αυτό που δείχνει ότι μπορείς να εγκαταλείψεις το πρόγραμμα στήριξης είναι αν έχεις αποκαταστήσει την πρόσβαση σου στις διεθνείς αγορές και να μπορείς να χρηματοδοτείς τις ανάγκες σου ελεύθερα από τις αγορές. Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι επίσης σημαντικό επειδή δείχνει, μεταξύ άλλων, ότι το δημόσιο χρέος σου ακολουθεί πτωτική πορεία και γι’ αυτό για μας έχει σημασία, επειδή, μέσα από την πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους, αλλά και του κόστους εξυπηρέτησής του, είναι που μπορέσαμε να απελευθερώσουμε πόρους –πολλά εκατομμύρια –τους οποίους, όπως είναι γνωστό, διοχετεύουμε μέσω του προϋπολογισμού σε έργα υποδομής.

Συνεπώς, αυτό είναι το σημαντικό. Δεν είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα μας επιτρέψει από μόνο του να ολοκληρώσουμε το πρόγραμμα στήριξης. Είναι σημαντικό επειδή δείχνει ότι περιορίζεται το βάρος του χρέους που κουβαλά η οικονομία μας.

Ερ: Βάσει των προγραμματισμών, υπάρχει το σενάριο να βγούμε πιο νωρίς από το μνημόνιο;

Απ: Το σημαντικό είναι, έγκαιρα και πριν την τελική κατάληξη ενός προγράμματος, να έχεις δημιουργήσει τις προϋποθέσεις που σου επιτρέπουν ως οικονομία να λειτουργήσεις και χωρίς αυτό. Είμαστε πολύ κοντά σε αυτό το σημείο. Ούτως ή άλλως διανύουμε τους τελευταίους μήνες του μνημονιακού προγράμματος. Δεν έχει τόση σημασία αν θα είναι τον Μάρτη ή τον Γενάρη. Το σημαντικό είναι, ολοκληρώνοντας το πρόγραμμα, να έχει δημιουργηθεί ξανά η αναπτυξιακή προοπτική, να έχουμε ξεφύγει από την ύφεση, να έχουμε αποκαταστήσει την πιστοληπτική ικανότητα του κράτους μας, και να μπορέσουμε με δική μας ευθύνη να συνεχίσουμε την προσπάθεια.

Ερ: Υπάρχει μια αιχμή, ένας υπαινιγμός από μέρους των διεθνών συνομιλητών μας ότι δεν πολυπιστεύουμε στις μεταρρυθμίσεις ή ότι επιστρέφουμε στη λογική «άστο παρακάτω».

Απ: Αν επιβεβαιώσουμε αυτή την ανησυχία που μπορεί να εκφράζουν όσοι μας παρακολουθούν και μας κρίνουν από το εξωτερικό, θα είναι τραγικό για τον τόπο μας. Αν δεν έχουμε τουλάχιστον συνειδητοποιήσει – και αυτό είναι ένα συμπέρασμα στο οποίο πρέπει να καταλήξουμε όλοι ως πολίτες, πρώτα και κύρια, αλλά περισσότερο όσοι φέρουν την ευθύνη λήψης και προώθησης αποφάσεων - θα είναι, επαναλαμβάνω, τραγικό.

Και αυτό εννοούσα προηγουμένως, πως με το νέο έτος θα έχουμε εμείς την ευθύνη, αλλά θα είναι μια μεγάλη ευθύνη να διατηρήσουμε τη μεταρρυθμιστική δυναμική, να διατηρήσουμε ταυτόχρονα την πειθαρχία σε σχέση με τη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, για να μπορέσουμε όχι μόνο να αντιμετωπίσουμε την κρίση –αυτό έγινε ήδη-, αλλά να δημιουργήσουμε το υπόβαθρο για μια πολύ πιο ανταγωνιστική και παραγωγική οικονομία.

Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι ήδη είναι ενώπιον της Βουλής ένας μακρύς κατάλογος πολύ σημαντικών μεταρρυθμίσεων, γεγονός που επιβεβαιώνει τις προθέσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Αλλά σε αυτή την προσπάθεια δεν είναι μόνο η εκτελεστική εξουσία που πρέπει να έχει την πρόθεση, χρειαζόμαστε την εξίσου αποφασιστική συμβολή του νομοθετικού Σώματος και χρειαζόμαστε και τον αυστηρό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης. Εδώ είναι που θα πρέπει να κριθούμε όλοι μας. Εάν είτε εν όψει βουλευτικών εκλογών είτε λόγω της εξόδου, αναπόφευκτα,   από το μνημόνιο, επιστρέψουμε στις ίδιες εκείνες νοοτροπίες και πρακτικές που οδήγησαν την κυπριακή οικονομία στον εκτροχιασμό ευθύς εξ αρχής, θα είναι πράξη εγκληματική.

Ερ: Σε αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας, σε ψεσινή εκδήλωση, στην αναβλητικότητα υπό τον φόβο ίσως του πολιτικού κόστους, το μυαλό μας να πάει σε άλλους, εκτός από εσάς;

Απ: Επαναλαμβάνω, κι εμάς πρέπει να μας κρίνετε με αυστηρότητα, και θα καλωσόριζα μια κριτική προσέγγιση που θα απευθύνεται και προς την κυβέρνηση, με παραίνεση να κινηθούμε ακόμη ταχύτερα. Αλλά, θεωρώ πως τα δυόμιση αυτά χρόνια της διακυβέρνησης μιλούν από μόνα τους σε σχέση με τη συνέπεια και την αποφασιστικότητα για την προώθηση αλλαγών. Δεν θέλω να καρπωθώ αποκλειστικά εκ μέρους της κυβέρνησης τα θετικά που έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα, και να αναλάβω εκ μέρους της κυβέρνησης την ευθύνη ότι πρέπει να συνεχίσουμε, θέλοντας βεβαίως όλους να είναι συμμέτοχοι σε αυτή την προσπάθεια και να δημιουργήσουμε μια ακόμη πιο ανταγωνιστική, παραγωγική οικονομία.

Θεωρώ πως η Κύπρος ήδη είναι ένας καλός προορισμός για επενδύσεις και επιχειρηματικότητα και έχουμε ολόκληρους τομείς όπως η ναυτιλία που αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από ξένες συμμετοχές και επενδύσεις, που αξιολογούν την Κύπρο ήδη ως ένα πολύ καλό προορισμό. Όμως, αυτό ποτέ δεν πρέπει να οδηγήσει είτε το κράτος, είτε τον ιδιωτικό τομέα στον εφησυχασμό.

Θεωρούμε, για παράδειγμα, τη γραφειοκρατία και τις αχρείαστες διαδικασίες ως το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει –και είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα- η κυπριακή οικονομία και γι’ αυτό, με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της προσπάθειας στο μέτωπο της οικονομίας που μας έφερε σε έξοδο από την ύφεση και σε επανάκτησης της εμπιστοσύνης, θα συνεχίσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Και είναι γνωστό –και αυτό δείχνει και τη σημασία που ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποδίδει σε αυτή την προσπάθεια- πως από την Προεδρία συντονίζεται αυτή η προσπάθεια στα ζητήματα της μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα, της απλοποίησης των διαδικασιών, της πάταξης της γραφειοκρατίας. Έχουμε πολύ περισσότερα που πρέπει να κάνουμε σε αυτό το μέτωπο και θα τα προωθήσουμε, διευκρινίζοντας όμως ξανά –και αυτό είναι το μήνυμα το οποίο στέλνουμε προς την επενδυτική κοινότητα - πως η Κύπρος ήδη είναι ένας εξαιρετικός προορισμός για επιχειρηματικότητα και επενδύσεις, τον οποίο, όμως, μέσα από τις προσπάθειες, θέλουμε να βελτιώσουμε περαιτέρω. Δεν οδηγούμαστε στον εφησυχασμό, δεν θεωρούμε πως η προσπάθεια τελείωσε. Θα ήταν εύηχο αν έλεγα κάτι τέτοιο, δεν θα ήταν όμως υπεύθυνο.  

Ερ: Το Υπουργείο Οικονομικών αναμειγνύεται στη διαδικασία του «οικονομικού της λύσης του Κυπριακού»;

Απ: Βεβαίως, το Υπουργείο Οικονομικών και παρακολουθεί το ζήτημα και μετέχει τόσο στις συζητήσεις όσο και στις διαβουλεύσεις, αλλά και στον προγραμματισμό αυτών των κινήσεων, όπως για παράδειγμα των μελετών από το ΔΝΤ. Βεβαίως, κάνουμε επαφές σε διαρκή βάση, καθώς αποτελεί μια από τις προτεραιότητες της κυβέρνησης η σωστή προετοιμασία και οι σωστές ρυθμίσεις στο πεδίο της οικονομίας εν όψει της λύσης που επιδιώκουμε.

Έχω πει και θα το επαναλάβω, πως η λύση του Κυπριακού θα είναι μια εξέλιξη εξαιρετικά θετικής σημασίας στο πεδίο της οικονομίας. Θα μπορέσουμε, μέσα από την ομαδοποίηση της κατάστασης, να πραγματοποιήσουμε ένα αναπτυξιακό άλμα. Αλλά, αυτό προϋποθέτει ξεκάθαρα κάποιες πολύ βασικές αναγκαίες ρυθμίσεις, τις οποίες από την αρχή πρέπει να διασφαλίσουμε. Και γι’ αυτό, το Υπουργείο Οικονομικών βεβαίως και εμπλέκεται, για να διασφαλίσουμε πως οι κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης που ισχύουν στην Ευρωζώνη σήμερα, με αποτελεσματικό τρόπο, θα εφαρμοστούν και θα ισχύσουν στην επανενωμένη ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία.

Λάβετε υπόψη πως το ΔΝΤ γνωρίζει καλά την οικονομία και τις δομές της οικονομίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θέλουμε, όμως, αυτή η αποτύπωση να περιλάβει και την οικονομία των κατεχόμενων περιοχών μας, τις δομές του τραπεζικού συστήματος που λειτουργεί στις κατεχόμενες περιοχές μας και τη διάρθρωση των δημόσιων οικονομικών των κατεχομένων. Συνεπώς, είναι και αυτή μια πολύ σημαντική παράμετρος που θα καθοδηγήσει τις αποφάσεις και τις ρυθμίσεις εκείνες που είναι απαραίτητο να περιληφθούν σε ένα πλαίσιο σχέδιο λύσης για να αποτραπούν κίνδυνοι, αλλά να διασφαλιστεί αυτή η πολύ θετική προοπτική που βεβαίως θα προκύψει από μια λύση και επανένωση της πατρίδας μας.