30/1/14

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής κ. Γ. Λ. Ομήρου στην ημερίδα «Relaunching Europe: our alternative vision for the future»



Να μη μεταδοθεί πριν τις 6 μ.μ.



Είναι με ιδιαίτερη χαρά που χαιρετίζω τη σημερινή ημερίδα που διοργανώνει η πλατφόρμα «Ένα νέο ξεκίνημα για την Ευρώπη», υπό την αιγίδα της Προοδευτικής Συμμαχίας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Συναντήσεις όπως η σημερινή αποτελούν πολύτιμη ευκαιρία για δημιουργικό διάλογο και ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων για το καίριο ζήτημα της ανάκαμψης από τις καταστροφικές πολιτικές λιτότητας και της επαναφοράς της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, ώστε να επέλθει βιώσιμη οικονομική αλλά και κοινωνική ανάπτυξη.

Καλούμαστε σήμερα να αντιμετωπίσουμε μια οικονομική κρίση πρωτοφανούς έντασης, με οξύτατες πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, για μια Ευρώπη με κοινωνική συνοχή, ενωμένη και ισχυρή στην ποικιλομορφία της, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε εφιάλτη. Οι πολιτικές λιτότητας και σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας στραγγαλίζουν τις όποιες προοπτικές ανάπτυξης για τα κράτη του ευρωπαϊκού νότου, δυναμιτίζοντας παράλληλα τις θεμελιώδεις αρχές της αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης, πάνω στις οποίες στηρίζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Οι ψυχρά εφαρμοσμένες πολιτικές λιτότητας, οι οποίες, ξεκάθαρα θεωρώ πλέον, δεν έχουν αποφέρει παρά μόνο δεινά στους λαούς των κρατών του ευρωπαϊκού νότου όπου έχουν εφαρμοστεί, θα πρέπει να τερματιστούν. Το κλειδί για αντιμετώπιση της κρίσης βρίσκεται, αφενός, στην ανάπτυξη, με έμφαση στην καταπολέμηση της ανεργίας, ιδιαίτερα δε της ανεργίας ανάμεσα στους νέους, αλλά και, αφετέρου, στην επανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς και τις πολιτικές της ενωμένης Ευρώπης.

Με αυτή την ευκαιρία και στην παρουσία του αγαπητού φίλου Hannes Swoboda, θα ήθελα να χαιρετίσω την πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για σύσταση ειδικής αντιπροσωπείας για τη μελέτη των λειτουργιών και της συμπεριφοράς της Τρόικας, με στόχο τη σύνταξη έκθεσης για τον ρόλο του εν λόγω θεσμού. Αυτό αποτελεί αναντίλεκτα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για επανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών και συνάδει πλήρως με τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως του κατεξοχήν εκφραστή της βούλησης των πολιτών της Ένωσης.

Η σημασία της εμπλοκής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε αυτή τη διαδικασία είναι τεράστια. Η Τρόικα όχι μόνο υπολείπεται δημοκρατικής νομιμοποίησης, αλλά αποτελεί ουσιαστικά ένα εξωθεσμικό όργανο στο οποίο μάλιστα μετέχει ένας εξωευρωπαϊκός θεσμός, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο δεν λογοδοτεί σε κανένα και κυρίως δεν λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το δημοκρατικό όργανο της Ένωσης, που αντλεί τις εξουσίες του απευθείας από τους Ευρωπαίους πολίτες.

Παραθέτοντας αρκετές φορές εκβιαστικά διλήμματα στην προσπάθειά της για κατά γράμμα εφαρμογή των προνοιών της μνημονιακής σύμβασης και έχοντας ως γνώμονα τη λιτότητα και τη δημοσιονομική εξυγίανση, η Τρόικα αγνοεί τις σημαντικότατες παραμέτρους της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής και οδηγεί τις χώρες υπό μνημονιακό καθεστώς στην ύφεση, στην εκτόξευση του δημόσιου χρέους, στην ανεργία και στην κοινωνική εξαθλίωση και δυστυχία.

Στην Κύπρο, εξακολουθούμε να βιώνουμε τις δυσάρεστες συνέπειες των πρωτοφανών  αποφάσεων, που έλαβε το Eurogroup τον περασμένο Μάρτιο, παράλληλα με την αυταρχική και παρεμβατική στάση των δανειστών μας, αναφορικά με τα μέτρα τα οποία επέβαλαν. Σε αυτό το πλαίσιο, η επικριτική έως και αρνητική στάση των πολιτών απέναντι στην ΕΕ δεν αποτελεί έκπληξη.

Για να ανατρέψουμε αυτό το αρνητικό κλίμα και να καταπολεμήσουμε τις άνευ προηγουμένου συνέπειες των πολιτικών λιτότητας στον κοινωνικό ιστό, οφείλουμε να στραφούμε στις ανθρωποκεντρικές πολιτικές της αλληλεγγύης, της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του δημοκρατικού διαλόγου, της βιώσιμης ανάπτυξης, της κοινωνικής λογοδοσίας, που γίνονται ακόμα επιτακτικότερες υπό το φως φαινομένων εκτεταμένης διαφθοράς και αδιαφάνειας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρώπη θα πρέπει να στραφεί προς την ενίσχυση των επενδύσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη, η οποία μπορεί να επιφέρει πολλαπλά οφέλη προς τους πολίτες, αυξάνοντας την απασχόληση και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί επίσης στη δημιουργία χρηματοοικονομικών εργαλείων και ειδικών ταμείων, τα οποία θα υποβοηθήσουν άμεσα τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν τα σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα.

Ειδικότερα για την περίπτωση της Κύπρου, τις εξαγγελίες για οικονομική βοήθεια που ανακοινώνουν οι εταίροι μας και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, πρέπει να ακολουθήσουν ουσιαστικά και στοχευμένα μέτρα τα οποία θα μπορούν να λειτουργήσουν ως μοχλοί ανάπτυξης της σκληρά δοκιμαζόμενης κυπριακής οικονομίας. Οι συμβολικές συνδρομές δεν αρκούν. Η πραγματική οικονομία πρέπει να ενισχυθεί με ισχυρά πακέτα στήριξης, που θα αποφέρουν πραγματική ανάπτυξη. Η ευγνωμοσύνη μας για τη στήριξη που έχουμε λάβει και λαμβάνουμε είναι δεδομένη. Δεν πρέπει, ωστόσο, να επαναπαυόμαστε. Οι καλοπροαίρετες μεν εξαγγελίες και οι συμβολικές χρηματικές ενισχύσεις που τις συνοδεύουν, απαλύνουν προσωρινά κάποια προβλήματα, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να αποτελέσουν πηγή μακροπρόθεσμης ανακούφισης ή να προσφέρουν πραγματικές λύσεις στον ξανά δοκιμαζόμενο λαό της Κύπρου.    

Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να τονίσω και το εξής: Η αποφασιστικότητα και αγωνιστικότητά μας δεν εξαντλούνται στις προσπάθειες για οικονομική ανάκαμψη. Οι δεινές συγκυρίες, στις οποίες έχει περιέλθει η κυπριακή οικονομία, δεν επηρεάζουν σε καμία περίπτωση την επιβαλλόμενη ορθή και υπεύθυνη διαχείριση του Κυπριακού. Οφείλουμε να στείλουμε ξεκάθαρα το μήνυμα ότι η οικονομική κρίση και οι όποιες συνέπειές της δεν μας αποδυναμώνουν και δεν πρόκειται να μας οδηγήσουν στην αποδοχή ελλειμματικών λύσεων. Ο στόχος για την ανόρθωση και αναθέρμανση της κυπριακής οικονομίας είναι, σίγουρα από μια άποψη, άρρηκτα συνδεδεμένος με τον μακραίωνο στόχο για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος, στη βάση των σχετικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ, με σεβασμό στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των πολιτών. Τότε και μόνο τότε θα επιτευχθεί ο στόχος της πλήρους ανάκαμψης του τόπου μας.

Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στον θεσμικό ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων, τα οποία έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της εμπιστοσύνης των πολιτών έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τον αναβαθμισμένο ρόλο, που τους έχει προσδώσει η Συνθήκη της Λισαβόνας, τα εθνικά κοινοβούλια αγωνίζονται διαρκώς για την ενίσχυση της νομιμότητας των αποφάσεων που λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και για τη μείωση και τελική εξάλειψη του δημοκρατικού ελλείμματος, που παραμένει στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Τα εθνικά κοινοβούλια, σε πλήρη συνέργια και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οφείλουν να διεκδικήσουν τον καίριο ρόλο που τους ανήκει στο νέο σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης, το οποίο έχει αναδυθεί εντός της
ΕΕ, λειτουργώντας ως θεματοφύλακες του δημοκρατικού ελέγχου και της νομιμότητας. Μόνο τότε θα μπορεί να διασφαλιστεί το όραμα για μια Ευρώπη χωρίς διαχωρισμούς Βορρά και Νότου, ανθρώπινη, δημοκρατική, υπεύθυνη και προσιτή για όλους τους πολίτες της.

Η Ευρώπη που οραματιζόμαστε όλοι, σίγουρα δεν είναι η Ευρώπη της εξουθενωτικής λιτότητας και των κυνικών «bail in», αλλά η Ευρώπη της διαφάνειας, της διαβούλευσης και της κοινοτικής αλληλεγγύης και συνοχής.

---------------------------