Έγινε στις 9 Δεκεμβρίου 2013 στο Αρχηγείο
Αστυνομίας, ενημέρωση από την Ανακριτική Ομάδα της Αστυνομίας ως προς την
πορεία των συνεχιζόμενων ανακρίσεων για την οικονομία. Στην ενημερωτική σύσκεψη
παρέστησαν ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας,
ο Αρχηγός της Αστυνομίας, Λειτουργοί του Ποινικού Τμήματος της Νομικής
Υπηρεσίας και τα μέλη της Ανακριτικής Ομάδας, η οποία αποτελείται από 17 μέλη
της Δύναμης.
Οι ποινικές ανακρίσεις ως προς την κατάσταση
στην οποία περιήλθε η κυπριακή οικονομία, άρχισαν κατά τα τέλη Ιουλίου 2013 στη
βάση τεσσάρων θεματικών ενοτήτων στις οποίες στη συνέχεια προστέθηκε και πέμπτη
ενότητα.
Στο πλαίσιο των εντατικών ανακρίσεων που
διεξάγονται έκτοτε, συνελέγη από τα μέλη της ανακριτικής ομάδας ένας τεράστιος
όγκος στοιχείων υπό μορφή πληροφοριών, καταθέσεων, εγγράφων, ηλεκτρονικών
δεδομένων, πορισμάτων, εκθέσεων κ.λπ.
Τα ουσιώδη συλλεγέντα στοιχεία, κατόπιν
επεξεργασίας καταχωρήθηκαν σε ειδικό πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή και
εξήχθηκαν πολύ χρήσιμα παραστατικά αποτελέσματα τα οποία και παρουσιάστηκαν και
αναλύθηκαν κατά τη σύσκεψη. Αποφασίστηκε δε, η περαιτέρω πορεία που θα
ακολουθηθεί.
Η διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης
ποινικών αδικημάτων αρχίζει από το 2006 οπότε είχε αρχίσει η διαδικασία
εξαγοράς ποσοστού που κατείχε η HSBC στη
Λαϊκή Τράπεζα. Ερευνάται η εμπλοκή αριθμού φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων,
θεσμικών προσώπων, αξιωματούχων του κράτους, τραπεζικών κ.λπ. Αποκαλύπτεται η
ύπαρξη πολύπλοκων δικτύων εταιρειών, μητρικών, θυγατρικών, συνδεδεμένων, που
χρησιμοποιήθηκαν για εξαγορά ποσοστών τραπεζών. Η παροχή υπέρογκων ποσών
δανείων σε πρόσωπα και εταιρείες με ευνοϊκούς όρους. Η δημιουργία σοβαρών
προβλημάτων ρευστότητας σε Κυπριακές Τράπεζες και η ενδεχόμενα επιλήψιμη
προσπάθεια για κάλυψη υποχρεώσεων και κενών μέσω του Ε.L.A., και μέσω της έκδοσης χρεογράφων και
ομολόγων. Ερευνάται περαιτέρω, η επαναγορά Ελληνικών κρατικών ομολόγων μετά την
πώληση τους καθώς και ο τρόπος πρόκλησης ζημιών από την απομείωσή τους. Ο
τρόπος επέκτασης τραπεζών στο εξωτερικό και ενδεχόμενες επιλήψιμες πρακτικές σε
σχέση με την τράπεζα Uniastrum
και
Transylvania. Η
διοχέτευση ποσών χρημάτων από ιδιωτική εταιρεία σε διάφορα πρόσωπα και
οργανισμούς στην Κύπρο και η τυχόν διασύνδεση με την όλη επιζήμια διαδικασία
και πορεία του χρηματοπιστωτικού μας τομέα. Η όλη συμπεριφορά των αρμόδιων
εποπτικών αρχών κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Από την μέχρι σήμερα πορεία των ανακρίσεων
αποκαλύπτεται ότι ένας αριθμός φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων και
οργανισμών, συνέτειναν στην κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και
γενικότερα της Κυπριακής οικονομίας. Ερευνάται προσεκτικά και επισταμένα το
ενδεχόμενο πράξεις, παραλείψεις και συμπεριφορές προσώπων και οργανισμών κατά
την περίοδο 2006-2013 στην Κύπρο, στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, εντασσόμενες
στο πιο πάνω πλαίσιο, να συνιστούν διάπραξη οποιωνδήποτε ποινικών αδικημάτων.
Στο ευαίσθητο σημείο στο οποίο βρίσκονται οι
ανακρίσεις παρίσταται ανάγκη χρησιμοποίησης ειδικών εμπειρογνωμόνων. Μετά την
έγκριση της κάλυψης της απαιτούμενης δαπάνης από πλευράς της Κυβέρνησης, η
διαδικασία επιλογής ξένου οίκου προς υποβοήθηση της ανακριτικής ομάδας
βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Η όλη
διαδικασία διεξάγεται υπό την εποπτεία της Νομικής Υπηρεσίας με τρόπο
προσεκτικό και μελετημένο έτσι ώστε να γίνει η καλύτερη δυνατή διερεύνηση όλων
των εγειρόμενων θεμάτων χωρίς κενά και παραλείψεις. Η τελική συμπλήρωση της δεν
αναμένεται να περατωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Θα διεξαχθεί βέβαια με τη
δέουσα σπουδή, χωρίς όμως να θυσιαστεί η ποιότητα χάριν του χρόνου. Όμως, εκεί
όπου στην πορεία μπορεί ένα θέμα να συμπληρωθεί αυτοτελώς και αποκαλύπτεται η
στοιχειοθέτηση ποινικής υπόθεσης, θα προχωρήσει η ποινική δίωξη εναντίον οποιωνδήποτε
ενεχομένων προσώπων ανά πάσα στιγμή.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, η Νομική
Υπηρεσία επαναβεβαιώνει την αποφασιστικότητα της όπως προβεί στην πλήρη και
ενδελεχή διερεύνηση όλων των εγειρόμενων θεμάτων που άπτονται του αντικειμένου
των ποινικών ανακρίσεων και όπως προχωρήσει στις απαιτούμενες ενέργειες εκεί
όπου αυτό δικαιολογείται με επαρκή μαρτυρία.
---------------------