Ανακοίνωση της Βουλής των Αντιπροσώπων σχετικά
με δημοσίευμα εφημερίδας για επιδόματα βουλευτών
Αναφορικά με πρόσφατα δημοσιεύματα στην εφημερίδα
“Πολίτης”, ημερομηνίας 2 Ιουλίου 2015, για προκλητικά προνόμια με αυξήσεις,
επιδόματα και υψηλές συντάξεις βουλευτών εν μέσω οικονομικής κρίσης, με αφορμή
σχετική επιστολή του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας προς τον Υπουργό
Οικονομικών, κρίνεται σκόπιμο όπως για σκοπούς αποκατάστασης των πραγματικών
παραμέτρων του όλου θέματος επισημανθούν τα ακόλουθα:
· Οι απολαβές των βουλευτών από το 2011 και εντεύθεν,
βάσει ειδικά θεσπισθείσας νομοθεσίας έχουν υποστεί κλιμακωτές αποκοπές όπως και
οι απολαβές όλων των εργοδοτουμένων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά
και των υπόλοιπων κρατικών αξιωματούχων. Οι συνολικές αποκοπές ανέρχονται σε
€1.794 εξαιρουμένου του καταβλητέου φόρου εισοδήματος, ο οποίος διαφοροποιείται
κατά περίπτωση.
Σημειώνεται ότι οι μηνιαίες απολαβές των βουλευτών
υπόκεινται σε αποκοπές ύψους 6,8% για σκοπούς καταβολής επαγγελματικής σύνταξης.
Υπενθυμίζεται ότι η σχετική νομοθετική ρύθμιση θεσπίσθηκε μετά από πρωτοβουλία
των ιδίων των βουλευτών.
· Τα ποσά που παρουσιάζονται στα σχετικά δημοσιεύματα ως
μηνιαίες απολαβές, αφορούν εν πάση περιπτώσει τις ακάθαρτες απολαβές των
βουλευτών πριν τις για όλους τους βουλευτές ιδίου ύψους αποκοπές καθώς και την
αποκοπή του φόρου εισοδήματος. Συναφώς αναφέρεται ότι ο μέσος όρος καθαρών
μηνιαίων απολαβών του βουλευτή ανέρχεται περίπου σε €3.800.
· Οι απολαβές των βουλευτών έχουν επίσης παγοποιηθεί όσον
αφορά την καταβολή Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής και οποιεσδήποτε
προσαυξήσεις, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία που ρυθμίζει τη μη παραχώρηση
τέτοιων αυξήσεων σε όλη την κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα.
· Τα επιδόματα των βουλευτών τα οποία συνυπολογίζονται στη
μηνιαία αποζημίωση, υπόκεινται πλέον σε φόρο εισοδήματος όπως και τα επιδόματα
που καταβάλλονται σε όλο το φάσμα του δημόσιου και ημιδημόσιου τομέα.
· Τα παραχωρούμενα επιδόματα γραμματειακών υπηρεσιών
προορίζονται για την κάλυψη των αναγκών των βουλευτών που προκύπτουν από την
υποχρέωση τους να διατηρούν προσωπική επικοινωνία με τους πολίτες για σκοπούς
επιτέλεσης του ευρύτερου θεσμικού τους ρόλου.
· Τα προβλεπόμενα οδοιπορικά για όλους τους βουλευτές
αδιαφόρως επαρχίας καλύπτουν τις συνεχείς μετακινήσεις των βουλευτών σε όλη την
επικράτεια της Δημοκρατίας για σκοπούς επίσης διεκπεραίωσης του ευρύτερου
κοινοβουλευτικού έργου, αλλά και της συζήτησης, του εντοπισμού και της προώθησης
επίλυσης τοπικών και άλλων προβλημάτων και εν πάση περιπτώσει δεν αφορούν κατ’
ανάγκην ή κατά αποκλειστικότητα τη μετάβαση των βουλευτών στη Βουλή των
Αντιπροσώπων.
· Όσον αφορά τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα των βουλευτών,
μετά τη θέσπιση νομοθετικών διατάξεων για σκοπούς γενικότερης ρύθμισης του ύψους
των καταβλητέων συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, οι βουλευτές που έχουν συμπληρώσει
δύο ή περισσότερες θητείες έχουν υποστεί μειώσεις ύψους €413 στη μηνιαία σύνταξη
και μειώσεις ύψους €23.140 στην εφάπαξ αποζημίωσή τους.
Σημειώνεται ότι αναφορικά με παρατήρηση, σύμφωνα με την
οποία εφόσον οι βουλευτές δεν απαγορεύεται να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα
κατά τη διάρκεια της θητείας τους, νέοι βουλευτές δεν θα πρέπει εφεξής να
λαμβάνουν συνταξιοδοτικά ωφελήματα από το κράτος κατ’ αναλογίαν ρύθμισης που
θεσπίσθηκε για τους δημόσιους υπαλλήλους, τονίζεται ότι η άσκηση των βουλευτικών
καθηκόντων στις πλείστες των περιπτώσεων αποβαίνει εις βάρος της επαγγελματικής
τους δραστηριότητας, συνεπώς οι πτυχές του ζητήματος θα πρέπει να αντικρισθούν
υπό ευρύτερη έννοια και αφού ληφθούν υπόψη όλοι οι παράγοντες που το
συνθέτουν.
· Ο τρόπος συμμετοχής των Βουλευτών στο ασφαλιστικό σχέδιο
του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν αποτελεί θέμα το οποίο αφορά τη Βουλή αλλά
αντικείμενο αποφάσεων που λαμβάνονται εκάστοτε από τις αρμόδιες κρατικές
υπηρεσίες.
Εν κατακλείδι τονίζεται ότι σε καμία περίπτωση δεν
κρίνεται πρόσφορη οποιαδήποτε σύγκριση των απολαβών των βουλευτών με τις
απολαβές των δημοσίων υπαλλήλων, καθότι το βουλευτικό αξίωμα διαφοροποιείται ως
προς τη φύση και τους σκοπούς του από τις σχέσεις καθαρά υπαλληλικής μορφής γι’
αυτό και μία τέτοια σύγκριση δεν θεωρείται δόκιμη. Άλλωστε η βουλευτική αποζημίωση σε πάρα
πολλές περιπτώσεις είναι χαμηλότερη από τις απολαβές δημοσίων υπαλλήλων και
άλλων κρατικών αξιωματούχων.