14/1/15

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέχθηκε τον Ειδικό Σύμβουλο του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέχθηκε
τον Ειδικό Σύμβουλο του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό


Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης δέχθηκε σήμερα, στο Προεδρικό Μέγαρο, τον Ειδικό Σύμβουλο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό κ. Espen Barth Eide.

Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους μετά τη συνάντηση, ο κ. Eide είπε, μεταξύ άλλων, ότι ήταν μια «καλή και εποικοδομητική συνάντηση και άδραξα την ευκαιρία να αναγνωρίσω ότι ο κ. Αναστασιάδης είχε θετική συμβολή. Συζητήσαμε, επίσης, το γεγονός ότι μέχρι στιγμής αυτό δεν μας έβγαλε από το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε.

Ανησυχώ και αυξάνεται η ανησυχία μου για το ότι τα πράγματα δεν προχωρούν και φοβάμαι ότι ενόσω δεν προχωρούν, προχωρούν ντε φάκτο προς τη λανθασμένη κατεύθυνση. Αλλά πιστεύω ότι πρέπει να δούμε ότι έχει γίνει ένα βήμα από τον κ. Αναστασιάδη και αυτό είναι κάτι από το οποίο μπορούμε να κτίσουμε περαιτέρω. Καλώ τώρα όλες τις πλευρές, την τουρκική πλευρά επίσης, να το αναγνωρίσει αυτό, και αυτά είναι τα θέματα που θα φέρω στην προσοχή του Συμβουλίου Ασφαλείας σε μιάμιση εβδομάδα».

Σε ερώτηση αν έχει κάποιες νέες ιδέες είπε ότι οι προτάσεις του δεν είχαν πάντοτε επιτυχία εδώ, προσθέτοντας ότι επιθυμεί να ακούσει τι σκέφτονται οι ηγέτες. «Βλέπω δύο ηγέτες που ένθερμα υποστηρίζουν την επιστροφή στις συνομιλίες. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορέσαμε να επιλύσουμε τους παράγοντες κατά τον σωστό τρόπο, ώστε να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες», είπε.

Σημείωσε ότι «πρόκειται για ένα θλιβερό παράδοξο: υπάρχει μεγαλύτερη συμφωνία για το μέλλον παρά για το παρόν. Και αυτή η διαφωνία για το παρόν μάς αποκλείει από το να προχωρήσουμε στο μέλλον, όπου υπάρχει μεγαλύτερη συμφωνία, ιδιαίτερα στο θέμα των υδρογονανθράκων όπου τα θέματα της ομοσπονδιακής αρμοδιότητας και ο διαμοιρασμός των κερδών έχουν τεθεί.

Περάν αυτού βλέπουμε μια μακρόχρονη κρίση για τους υδρογονάνθρακες που δεν εξυπηρετεί κανένα και δεν μας πάει πουθενά».

Κληθείς να σχολιάσει την επανέκδοση Navtex από την Τουρκία, είπε ότι «δεν μπορέσαμε να αξιοποιήσουμε εποικοδομητικά το μικρό παράθυρο ευκαιρίας που είχαμε όταν δεν υπήρχε γεώτρηση και Νavtex και ενόσω εργαζόμουν εντατικά με τις δύο πλευρές και άλλες ενδιαφερόμενες χώρες για να αξιοποιήσουμε αυτή τη δυναμική και να φέρουμε νέα αισιοδοξία και να συμφωνήσουμε για το πώς θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε στο τραπέζι. Ένας αριθμός παραγόντων το κατέστησαν αδύνατο. Αλλά δεν τα παρατάμε, ακόμη πιστεύουμε ότι πρέπει να υπάρξει χώρος για αυτό, όμως τώρα δεν υπάρχουν προοπτικές για άμεση συνάντηση (των ηγετών)».

Σε ερώτηση αν θα πρέπει να σταματήσει η διαδικασία γεώτρησης για να επιστρέψουμε στις συνομιλίες, είπε ότι «αναγνωρίζω ότι μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε συμφωνία για το κατά πόσον οι υδρογονάνθρακες θα έπρεπε να συζητηθούν ως μέρος των διαπραγματεύσεων. Τώρα ο κ. Αναστασιάδης προέβη σε μια θετική συμβολή λέγοντας ότι προς το τέλος των διαπραγματεύσεων όλα τα θέματα θα είναι στο τραπέζι και αυτό είναι κάτι από το οποίο ελπίζω να μπορέσουμε να κτίσουμε περαιτέρω».

Κληθείς να πει αν βλέπει να προχωρούν τα πράγματα μετά τις «εκλογές» στα κατεχόμενα, είπε «δεν γνωρίζω. Αυτό προσπαθώ να μάθω».

Ερωτηθείς είπε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης «έκανε ένα θετικό βήμα και αυτό το θετικό βήμα πρέπει να ακολουθήσει κάποια ανταπόκριση από την άλλη πλευρά».

Πρόσθεσε ότι υπάρχουν άλλα θέματα, όπου η διαφωνία είναι μεγαλύτερη από εκείνο για τους υδρογονάνθρακες για τους οποίους και οι δύο ηγέτες λένε ότι ανήκουν σε όλους τους Κύπριους και θα διαμοιραστούν στη βάση υφιστάμενων συμφωνιών μεταξύ Ταλάτ και Χριστόφια και Αναστασιάδη – Έρογλου. Αυτά τα θέματα, είπε, δεν θα ήταν τόσο προβληματικά στο τραπέζι αν βρισκόμασταν εκεί.

Τέλος, είπε ότι ο ίδιος θα ενημερώσει το Συμβούλιο Ασφαλείας και θα κάνει «μια ειλικρινή και πραγματιστική παρουσίαση του τι γίνεται εδώ, και θα ζητήσω τη συνεργασία όχι μόνο των πλευρών εδώ, αλλά και όλων των άλλων κρατών για να δημιουργηθούν οι καλύτερες συνθήκες για μια γρήγορη επανέναρξη στις συνομιλίες».

Πρόσθεσε ότι όταν επιστρέψει στην Κύπρο θα πρέπει να υπάρξει μια δομημένη συμφωνία για τις συναντήσεις, όπως για το πόσο συχνά θα γίνονται, εντός καθορισμένου χρονικού πλαισίου, έτσι ώστε ο ίδιος να επιστρέψει εκ νέου στο Συμβούλιο Ασφαλείας και να αναφερθεί στις προοπτικές λύσης.