1/8/12

Λήξη της πρώτης περιόδου του προγράμματος «Kourion Urban Space Project» 01/08/2012


Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, Τμήμα Αρχαιοτήτων, ανακοινώνει τη λήξη της πρώτης ερευνητικής περιόδου του προγράμματος «Kourion Urban Space Project» (KUSP). Οι έρευνες του προγράμματος αυτού διεξάγονται στον Αρχαιολογικό Χώρο του Κουρίου (Επαρχία Λεμεσού), υπό τη διεύθυνση του δρος Thomas W. Davis του Tandy Institute of Archaeology στο Southwestern Baptist Theological Seminary στο Fort Worth Texas, ΗΠΑ. Ο δρ Davis διετέλεσε και Διευθυντής του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κυπριακών Αρχαιολογικών Ερευνών (CAARI) από το 2003 μέχρι το 2011. Η κοινοπραξία του KUSP αποτελείται επίσης από το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αυστραλίας και το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Το πρόγραμμα στοχεύει να αναπτύξει την έρευνα που πραγματοποιήθηκε τα προηγούμενα χρόνια στον ίδιο χώρο, όπως για παράδειγμα το Kourion Mapping Project (KMP), ούτως ώστε να εμπλουτιστούν οι γνώσεις μας σχετικά με το αστικό τοπίο του αρχαίου Κουρίου και, κατ’ επέκταση της Ύστερο-Ρωμαϊκής Κύπρου. Ο δρ Davis υπήρξε ο κύριος ερευνητής του KMP μετά τον πρόωρο θάνατο της δρος Danielle Parks.


Μετά από παράκληση του Τμήματος Αρχαιοτήτων η ομάδα του KUSP, αποτελούμενη από φοιτητές και καταξιωμένους επιστήμονες, άλλαξε τον προγραμματισμένο χώρο έρευνας ούτως ώστε να διερευνηθεί μια περιοχή η οποία δεν είχε εξεταστεί ποτέ. Η περιοχή αυτή απλώνεται στα νοτιοανατολικά της βασιλικής και νοτιοδυτικά της οικίας γνωστής ως «Earthquake House» (Οικία του Σεισμού). Κατά τη διάρκεια των αρχαιολογικών ερευνών σε τρεις τομές (3Χ3μ.) η ομάδα ανακάλυψε κατάλοιπα τριών ψηφιδωτών δαπέδων, τα οποία είχαν μετακινηθεί από την αρχική τους θέση λόγω της διάβρωσης του εδάφους. Στη συνέχεια η ομάδα του KUSP προχώρησε σε μερική ανασκαφή δύο ξεχωριστών ψηφιδωτών και ενός τμήματος δαπέδου, προετοιμάζοντας τα για συντήρηση. Τα ψηφιδωτά είχαν προηγουμένως εκτεθεί στις βροχές και η κατάσταση τους είχε επίσης επηρεαστεί και από τη διάβρωση του εδάφους. Το τμήμα του δαπέδου αποτελείτο από λευκές ψηφίδες, είχε μέγεθος 50Χ50 εκ. και συνδέεται με μια δεξαμενή. Στα βόρεια του τμήματος αυτού αποκαλύφθηκε ψηφιδωτό δάπεδο σε πολύ καλή κατάσταση διατήρησης με διαστάσεις 5Χ3 μ. Το δάπεδο αποτελείται από λίθινες ψηφίδες σε τρία διαφορετικά χρώματα και πιθανόν να σώζει και ψηφιδωτή παράσταση, παρόλο που αυτό θα διευκρινιστεί σε μελλοντικές έρευνες. Το δάπεδο αυτό συντηρείται από την εξειδικευμένη ομάδα συντήρησης ψηφιδωτών του Τμήματος Αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση του δρος Ελευθέριου Χαραλάμπους. Ένα τρίτο τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου εντοπίστηκε περίπου 3 μ. πιο κάτω, κατά μήκος των ορίων της θέσης. Το ψηφιδωτό αυτό βρισκόταν στο μεγαλύτερο του μέρος καλυμμένο από ένα μεγάλο ογκώδες τμήμα φυσικού βράχου το οποίο είχε διαβρωθεί και κατέληξε στη συγκεκριμένη περιοχή μετά την εγκατάλειψη της θέσης. Η ομάδα μετακίνησε τον βράχο και αποκάλυψε ένα ψηφιδωτό δάπεδο με διαστάσεις 2Χ2 μ. Το δάπεδο αυτό συντηρήθηκε από την ομάδα συντήρησης του Τμήματος Αρχαιοτήτων και στη συνέχεια καταχώθηκε. Η συντήρηση εμφάνισε γεωμετρικά μοτίβα αποτελούμενα από ρόμβους και αγκυλωτούς σταυρούς.
Οι ανασκαφές του KUSP αποκάλυψαν επίσης μια εγκατάσταση νερού με διαστάσεις 9.6Χ1.7μ. η οποία υπολογίζεται ότι έχει βάθος περίπου 82 εκ. Η εγκατάσταση αυτή επίσης βρίσκεται στο απότομο άκρο του χώρου και μόνο τα θεμέλια της σώζονται. Βάσει του υλικού που βρέθηκε στα θεμέλια του, το κτίσμα χρονολογείται μεταξύ του 450 και 525 μ.Χ. Η λεκάνη είχε τροποποιηθεί δύο φορές κατά τη διάρκεια χρήσης της και φαίνεται να είχε εγκαταλειφθεί χωρίς να καταστραφεί.
Το ερευνητικό πρόγραμμα KUSP έχει αποκαλύψει ένα τμήμα Βυζαντινού αστικού τοπίου που χρονολογείται μετά τους σεισμούς του 4ου αιώνα μ.Χ. σε μια περιοχή όπου κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια θα ήταν εκτεθειμένος ο φυσικός βράχος. Οι κάτοικοι της Βυζαντινής περιόδου διαμόρφωσαν το τοπίο δημιουργώντας αναβαθμίδες, ούτως ώστε να υπάρχει πρόσβαση σε νέες πηγές νερού (δεξαμενές), οι οποίες θα ήταν απαραίτητες, δεδομένης της καταστροφής του κύριου υδραγωγείου από σεισμό το 365 μ.Χ. Στην περιοχή υπήρχε επίσης τουλάχιστον ένα κτίσμα που συνδέεται με εύπορους κατοίκους. Το κτίσμα βρίσκεται στο άκρο του χώρου σε προνομιούχα θέση, όπου φυσούν οι δροσεροί θαλάσσιοι άνεμοι. Βάσει των ψηφιδωτών δαπέδων, το κτίσμα αυτό ίσως να ήταν μια αστική έπαυλη σύγχρονη της Οικίας του Ευστολίου. Οι μελλοντικές ανασκαφές θα βοηθήσουν στη χρονολόγηση και περαιτέρω ερμηνεία των κτηρίων αυτών.