6/12/11

Ομιλία του Υπουργού Εσωτερικών κ. Νεοκλή Συλικιώτη στην 100η Σύνοδο του Συμβουλίου του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, στη Γενεύη
06/12/2011





Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για τη χώρα μου και εμένα να απευθυνθώ στην 100ή Σύνοδο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ), που σηματοδοτεί και την 60ή επέτειο από την ίδρυση του.

Όλα αυτά τα χρόνια ο ΔΟΜ αποτελεί σημαντικό πυλώνα στις προσπάθειες που καταβάλλονται από τα κράτη μέλη και τα οργανωμένα σύνολα, τόσο για τη χαρτογράφηση της μεταναστευτικής κατάστασης σε παγκόσμιο επίπεδο, όσο και για την ορθή και δίκαιη δημιουργία μιας συλλογικής προσέγγισης στην αντιμετώπιση και τη διαχείριση του φαινομένου της μετανάστευσης.

Η ολοένα αυξανόμενη τάση μετακίνησης πληθυσμών έχει τις ρίζες της στη φτώχεια, την οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση, την έλλειψη πραγματικών προοπτικών εκπαίδευσης, την ελλιπή λειτουργία του κράτους δικαίου στις χώρες προέλευσης των μεταναστών, αλλά και στην αναζήτηση στοιχειωδών μέσων επιβίωσης. Οι πρωτογενείς αυτές αιτίες των μεταναστευτικών ροών, δυστυχώς, ενισχύονται από τη διεύρυνση των ανισοτήτων μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών.

Μια σειρά από παράγοντες, όπως η συνεχής μεταβολή των δημογραφικών χαρτών των χωρών προέλευσης και προορισμού των μεταναστών, η αύξηση του ποσοστού γήρανσης του πληθυσμού στον ανεπτυγμένο κόσμο, η ταυτόχρονη πληθυσμιακή έκρηξη και η άνοδος του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι κλιματικές αλλαγές και οι ανθρωπογενείς καταστροφές έχουν φέρει την παγκόσμια κοινωνία μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση: την ανάγκη για δίκαιη, ανθρώπινη και βιώσιμη διαχείριση της μετανάστευσης, έτσι που να μεγιστοποιεί τα οφέλη του φαινομένου σε παγκόσμια κλίμακα και να αντιμετωπίζει ουσιαστικά και αποτελεσματικά τις αρνητικές του συνέπειες.

Αναμφίβολα, λοιπόν, η αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης δεν μπορεί να είναι μερική και αποσπασματική, αλλά πρέπει να στηρίζεται σε οργανωμένη συλλογική δράση, τόσο των χωρών προέλευσης, όσο και των χωρών προορισμού. Δράση που πρέπει να πλαισιώνεται και να συμπληρώνεται από το έργο οργανισμών όπως ο ΔΟΜ, άλλων οργανωμένων συνόλων, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών.

Είναι γεγονός ότι η επιτυχής οικονομική ανάπτυξη των χωρών προορισμού έχει στηριχθεί σε μεγάλο βαθμό στους μετανάστες, οι οποίοι αποτελούν πλέον σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού των χωρών αυτών.

Οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες που έχουν αναδυθεί και η συνέχιση των μεταναστευτικών ρευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, συνοδεύονται διαχρονικά με φαινόμενα όπως ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η εμπορία προσώπων και η παράνομη μετανάστευση.

Ως εκ τούτου μια ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική, που έχει ως στόχο την κοινωνική ευημερία και συνοχή και έχει στον πυρήνα της τον σεβασμό και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει μέτρα για την ένταξη των μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες, την αντιμετώπιση των ρατσιστικών και ξενοφοβικών φαινομένων που προκύπτουν και την επιτυχή πάταξη της εμπορίας προσώπων και της παράνομης μετανάστευσης.

Παράλληλα, οι κοινωνίες υποδοχής καλούνται σήμερα, μέσα στο περιβάλλον της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, να αντιμετωπίσουν ορισμένα νέα δεδομένα, όπως η αυξανόμενη ανεργία των πληθυσμών τους. Είναι, λοιπόν, απαραίτητη η χάραξη μιας παγκόσμιας μεταναστευτικής προσέγγισης που θα διασφαλίζει την αποτελεσματική αντιστοίχιση της προσφοράς και της ζήτησης στην παγκόσμια αγορά εργασίας, μέσα από δεοντολογικές πολιτικές πρόσληψης και μέτρα για βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και των προοπτικών απασχόλησης στις χώρες καταγωγής.

Η Κύπρος είναι μια χώρα της οποίας η γεωπολιτική θέση την έχει καταστήσει δέκτη ισχυρών μικτών μεταναστευτικών πιέσεων που εντείνονται από το περιορισμένο γεωγραφικό και δημογραφικό της μέγεθος. Αφενός η γειτνίαση μας με την Εγγύς και Μέση Ανατολή, μια ευπαθής γεωγραφική περιοχή που μαστίζεται από σοβαρά πολιτικά προβλήματα, πολέμους, διενέξεις και οικονομική αστάθεια, έχουν ως αποτέλεσμα η Κύπρος να δέχεται δυσανάλογους, σε σχέση με τις δυνατότητες της, αριθμούς παράνομων μεταναστών και αιτητών ασύλου. Το πρόβλημα αυτό μεγεθύνεται ακόμη περισσότερο, αφού λόγω της τουρκικής κατοχής η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ελέγχει ολόκληρη την επικράτεια της. Αφετέρου οι οικονομικές προοπτικές, οι επαγγελματικές ευκαιρίες, το επίπεδο εκπαίδευσης και υγείας, και η διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων καθιστούν την Κύπρο έναν ελκυστικό προορισμό για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.

Παρά την πίεση από τις αυξανόμενες μικτές μεταναστευτικές ροές που δεχόμαστε, τα τελευταία χρόνια ως κράτος έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο στη διαχείριση των μεταναστών.

Επιτύχαμε την υιοθέτηση και την έναρξη υλοποίησης σχεδίων δράσης για την ένταξη των μεταναστών στην κυπριακή κοινωνία και την πάταξη της εμπορίας προσώπων, καταφέραμε να βελτιώσουμε σε μεγάλο βαθμό το σύστημα ασύλου μας, ενώ δίδουμε έμπρακτα και ουσιαστικά το «παρών» μας στη χάραξη μιας κοινής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής και πολιτικής ασύλου που θα αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις πολλαπλές προκλήσεις που δεχόμαστε από κοινού από τα φαινόμενα αυτά.

Οι βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα σχετίζονται με τις εθελούσιες επιστροφές των μεταναστών σε συνδυασμό με την ενθάρρυνση της κινητικότητας και τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης.

Οι προκλήσεις αυτές απαιτούν ενισχυμένη διμερή, αλλά και διεθνή, συνεργασία με άλλα κράτη και διεθνείς οργανισμούς και είναι για τον λόγο αυτό που η Κύπρος προωθεί την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας της με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης. Για τον σκοπό αυτό προωθούμε την εγκατάσταση Γραφείου του ΔΟΜ στην Κύπρο και ελπίζουμε σύντομα να αρχίσει τη λειτουργία του.

Η προσπάθεια για επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων της μετανάστευσης υπερβαίνει κατά πολύ τις όποιες δυνατότητες του οποιουδήποτε κράτους, όσο μεγάλο και ισχυρό και αν είναι αυτό το κράτος. Γι’ αυτό και επιδίωξή μας πρέπει να είναι η ανταλλαγή γνώσεων, εμπειριών και προβληματισμών, μέσα από την ανάπτυξη ευρύτερων συνεργασιών και με την ουσιαστική και πρακτική συμμετοχή διεθνών και άλλων οργανισμών που ασχολούνται με τα θέματα αυτά, όπως ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Η σημερινή σύνοδος αποτελεί ένα απτό και χρήσιμο παράδειγμα αυτής της προσπάθειάς μας.

Ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της συνεργασίας αυτής που θα εφοδιάσει την παγκόσμια κοινωνία με ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο τεχνογνωσίας, πρακτικών εργαλείων συντονισμού και υλοποίησης, για την ανάπτυξη μιας πραγματικά οικουμενικής μεταναστευτικής προσέγγισης. Μιας προσέγγισης που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις συναφείς πολιτικές, όπως οι πολιτικές υποδοχής και πολιτικές απασχόλησης, θα διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών και την κοινωνική συνοχή, και θα ενισχύει τις θετικές συνέπειες της μετανάστευσης σε κάθε επίπεδο.