Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια σε εκδήλωση της κυπριακής παροικίας στο Λονδίνο
18/09/2011
Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,
Από καρδιάς σας χαιρετώ και εκφράζω την αγάπη μου. Το ξέρετε πως για μένα πάντοτε είναι μεγάλη χαρά να σας συναντώ εδώ στο Λονδίνο, στο οποίο ζει και έντονα δραστηριοποιείται η πιο πολυάριθμη κυπριακή παροικία. Η σχέση μου μαζί σας είναι μακρόχρονη και στενή, και η αγάπη και η εκτίμηση αμοιβαία. Γνωρίζω πολύ καλά το μεγάλο ενδιαφέρον και τη μεγάλη αγάπη που έχετε για την ιδιαίτερή σας πατρίδα, την Κύπρο μας, γι’ αυτό και αξιοποιώ κάθε ευκαιρία για να βρίσκομαι μαζί σας και να διεξάγουμε διάλογο για ό,τι ενδιαφέρει και απασχολεί την Κύπρο και τον λαό μας.
Η περίοδος που διερχόμαστε είναι κρίσιμη για την πατρίδα μας. Βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι οι απειλές που εκτοξεύει η Τουρκία σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ένταση που προσπαθεί να προκαλέσει στην περιοχή με αφορμή τις έρευνες που πραγματοποιεί η χώρα μας για εντοπισμό κοιτάσματος υδρογονανθράκων.
Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων είναι κυριαρχικό δικαίωμα των κρατών. Ασκώντας αυτό το κυριαρχικό δικαίωμα, η Κυπριακή Δημοκρατία εδώ και καιρό έχει προχωρήσει σε έρευνες στη δική της Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη που έχει οριοθετήσει με γειτονικά της κράτη, και συγκεκριμένα την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τον Λίβανο.
Οι έρευνες της Κυπριακής Δημοκρατίας για εντοπισμό υδρογονανθράκων διεξάγονται σε πλήρη εναρμόνιση με το διεθνές δίκαιο και ειδικά με τη Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα να διαμαρτύρεται και πολύ περισσότερο να απειλεί και να προκαλεί ένταση. Δεν μπορεί να εκβιάζει και να θέλει να κρατά όμηρο ένα ανεξάρτητο κράτος-μέλος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, απαιτώντας να λυθεί το Κυπριακό το οποίο η ίδια δημιούργησε και συντηρεί. Αυτό είναι απ’ όλες τις απόψεις απαράδεκτο. Με την όλη συμπεριφορά και στάση της η Τουρκία παραβιάζει κανόνες του διεθνούς δικαίου και γι’ αυτό παραμένει διεθνώς εκτεθειμένη.
Για την αντιμετώπιση των απειλών της Τουρκίας, η Κυπριακή Δημοκρατία, με ψυχραιμία και χαμηλούς τόνους, προβαίνει διεθνώς σε όλες τις δέουσες ενέργειες οι οποίες βρίσκουν ανταπόκριση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι διάφορες σημαντικές χώρες, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με ανακοινώσεις τους έχουν υπογραμμίσει ότι είναι κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να ερευνά και να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς της πόρους και παράλληλα κάλεσαν την Τουρκία να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο.
Απόφασή μας είναι να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για την άσκηση αυτονόητων κυριαρχικών δικαιωμάτων, όπως είναι η εκμετάλλευση των φυσικών μας πόρων, πάντοτε στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας. Πριν από μερικές μέρες ανακοινώσαμε την απόφαση της Κυβέρνησης να περάσουμε στην επόμενη φάση των ερευνών για εντοπισμό κοιτάσματος υδρογονανθράκων, με τη διεξαγωγή ερευνητικής γεώτρησης. Αυτή είναι απαραίτητη για την ακριβή διαπίστωση του τί υπάρχει στον υποθαλάσσιο χώρο του τεμαχίου 12 που βρίσκεται υπό διερεύνηση, ώστε να καθοριστεί επακριβώς η προοπτική εκμετάλλευσης των υποθαλάσσιων αποθεμάτων. Η ερευνητική γεώτρηση αναμένεται να ξεκινήσει εντός των επόμενων λίγων ημερών.
Στο άκουσμα της απόφασης της Κυπριακής Κυβέρνησης, η Τουρκία, συνεχίζοντας την πολιτική των προκλήσεων, προχώρησε στην έκδοση ανακοίνωσης ότι προτίθεται να υπογράψει συμφωνία με το ψευδοκράτος για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας.
Η συνεργασία και, πολύ περισσότερο, η υπογραφή λεγόμενων συμφωνιών με μια παράνομη αποσχιστική οντότητα όπως είναι το ψευδοκράτος αποτελεί παρανομία. Είναι αντίθετη με τα Ψηφίσματα 541 του 1983 και 550 του 1984 του Συμβουλίου Ασφαλείας, τα οποία καταδικάζουν την παράνομη ενέργεια της Τουρκίας να ανακηρύξει λεγόμενο κράτος, ενέργεια την οποία το Συμβούλιο Ασφαλείας θεωρεί άκυρη και ως μη γενόμενη καλώντας παράλληλα όλα τα κράτη όπως μην αναγνωρίσουν την αποσχιστική παράνομη οντότητα.
Η Τουρκία επικαλούμενη την τουρκοκυπριακή κοινότητα επιχειρεί να εμποδίσει την Κυπριακή Δημοκρατία να προχωρήσει στην εκμετάλλευση του όποιου φυσικού πλούτου διαθέτει και παράλληλα προσπαθεί να αναβαθμίσει το ψευδοκράτος. Μ’ αυτό τον τρόπο έρχεται σε αντιπαράθεση με τη διεθνή κοινότητα και με τον διεθνή νόμο. Δεν είναι όμως έτσι που η Τουρκία μπορεί να εξυπηρετήσει τα δικά της καλώς νοούμενα συμφέροντα, αλλά και τα συμφέροντα της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Αυτά τα συμφέροντα μπορούν να εξυπηρετηθούν με την επίλυση του Κυπριακού, με την επίτευξη λύσης που θα τερματίζει την κατοχή και θα επανενώνει το έδαφος και τον λαό της Κύπρου, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκυπρίους.
Η ενωμένη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Κύπρου, στo πλαίσιo της οποίας θα συγκυβερνούν μαζί Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, θα εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους της και οι δύο κοινότητες θα δρέπουν τους καρπούς που προκύπτουν. Αυτό είναι θέμα το οποίο έχουμε συμφωνήσει στις διαπραγματεύσεις. Δηλαδή, ότι οι φυσικοί πόροι και η εκμετάλλευσή τους είναι αρμοδιότητα της ομοσπονδιακής Κυβέρνησης η οποία θα κατανέμει έσοδα μέσω του προϋπολογισμού της στις δύο ομόσπονδες μονάδες.
Από τη λύση του Κυπριακού έχει να ωφεληθεί και η Τουρκία, αφού θα οδηγήσει στην αποκατάσταση των σχέσεών της με την Κύπρο, τη σύναψη συμφωνιών αλλά και τη συνεργασία σε διάφορους τομείς, μη εξαιρουμένου του τομέα της ενέργειας, τομέας που ενδιαφέρει πάρα πολύ την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι μόνο.
Καλούμε την Τουρκία να αντιληφθεί επιτέλους ποιο είναι πραγματικά το συμφέρον της και να εργαστεί προς την κατεύθυνση της επίλυσης του Κυπριακού, παρά να προκαλεί ένταση και να λειτουργεί σαν ταραξίας στην περιοχή. Την καλούμε, επίσης, να υποδείξει στην τουρκοκυπριακή ηγεσία ότι πρέπει να συνεργαστεί με την ελληνοκυπριακή ηγεσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, για να επιτευχθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση η οποία θα εξυπηρετεί τα καλώς νοούμενα συμφέροντα όλων των Κυπρίων.
Η βάση γι’ αυτή τη λύση υπάρχει. Αυτή προβλέπεται σε διάφορα ψηφίσματα του ΟΗΕ και στις δύο Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου μεταξύ των ηγετών των δύο κυπριακών κοινοτήτων, του 1977 και 1979, οι οποίες προνοούν για επανένωση της κοινής μας πατρίδας στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Ο στόχος για λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως περιγράφεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, για ένα κράτος με μία και μόνη κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα, επαναβεβαιώθηκε μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων πριν την επανέναρξη των απευθείας συνομιλιών, τον Σεπτέμβριο του 2008.
Έχουν συμπληρωθεί τρία χρόνια από την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Σ’ αυτά τα τρία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες συναντήσεις των ηγετών των δύο κοινοτήτων και άλλες τόσες μεταξύ των συμβούλων τους. Στις διαπραγματεύσεις συζητήθηκαν, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, όλα τα ουσιώδη θέματα του Κυπριακού και σε κάποια από αυτά σημειώθηκαν συγκλίσεις και υπήρξε πρόοδος. Σε άλλα θέματα δυστυχώς δεν υπήρξε πρόοδος, ή επιτεύχθηκαν συγκλίσεις πολύ λιγότερες από ό,τι εμείς, αλλά και η διεθνής κοινότητα, αναμέναμε.
Δεν αποκαλύπτω κάτι καινούριο λέγοντας ότι η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στον μέχρι σήμερα διάλογο θα μπορούσε να ήταν πολύ μεγαλύτερη, αν η τουρκοκυπριακή ηγεσία προσερχόταν στον διάλογο με περισσότερη θέληση και περισσότερη συνέπεια στη βάση και στις αρχές επίλυσης του Κυπριακού. Γνωστή είναι και η εκτίμησή μας ότι η πρόοδος ουσιαστικά επιτεύχθηκε όταν ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας ήταν ο κ. Ταλάτ. Με την ανάδειξη του κ. Έρογλου, τα προβλήματα στο διαπραγματευτικό τραπέζι έχουν πληθύνει και τα εμπόδια στις προσπάθειες επίτευξης λύσης έχουν ψηλώσει, αφού ο τουρκοκύπριος ηγέτης υπαναχωρεί από συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί προηγουμένως.
Εμπόδια στις προσπάθειες για λύση προκαλεί η συμπεριφορά και οι θέσεις της Τουρκίας σχετικά με το Κυπριακό. Η Τουρκία, παρά τη ρητορεία που εδώ και μερικά χρόνια έχει αναπτύξει ότι είναι υπέρ της επίλυσης του Κυπριακού, εξακολουθεί να αγνοεί και να μην εφαρμόζει τα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ. Εξακολουθεί να μην υλοποιεί τις κυπρογενείς υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για αρκετό τώρα καιρό αναβαθμίζει τον αρνητισμό της στο Κυπριακό. Αυτός ο αρνητισμός πολύ απτά και ξεκάθαρα εκφράστηκε μέσα και από τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού της Τουρκίας κ. Ερντογάν κατά την παράνομη επίσκεψή του στην κατεχόμενη Κύπρο, τον περασμένο Ιούλιο. Δηλώσεις απαξιωτικές για τον λαό και την Κυβέρνηση της Κύπρου, συνοδευόμενες από απειλές για άρνηση επιστροφής της Μόρφου, της Αμμοχώστου και της Καρπασίας. Δηλώσεις που παραπέμπουν σε δύο κράτη και δύο λαούς στην Κύπρο.
Αυτή την περίοδο βρισκόμαστε στη φάση του εντατικού διαλόγου στο Κυπριακό. Ο εντατικός διάλογος αποφασίστηκε στη συνάντηση που οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων είχαν με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ τον περασμένο Ιούλιο στη Γενεύη. Ο στόχος που τέθηκε είναι η συζήτηση όλων των ουσιωδών θεμάτων στο Κυπριακό για την επίτευξη περισσότερων συγκλίσεων στα κεφαλαιώδη θέματα του προβλήματος.
Για υλοποίηση αυτού του στόχου, εμείς εργαζόμαστε με συνέπεια και αφοσίωση. Στο διαπραγματευτικό τραπέζι καταθέτουμε θέσεις τεκμηριωμένες, θέσεις που στηρίζονται σε αρχές αλλά και που χαρακτηρίζονται από ρεαλισμό. Είναι πεποίθησή μας ότι μπορούμε να φτάσουμε σε λύση που θα στηρίζεται στα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ και στις αρχές του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου, φτάνει και η τουρκοκυπριακή πλευρά να συνειδητοποιήσει ότι λύση έξω και πέρα από τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία δεν μπορεί να υπάρξει. Γι’ αυτό και η τουρκοκυπριακή πλευρά πρέπει να εναρμονίσει τις θέσεις της πάνω σ’ αυτή τη βάση και όχι να προωθεί λύση δύο χωριστών κρατών στην Κύπρο.
Φίλοι και φίλες απόδημοι,
Η αδυναμία εξεύρεσης λύσης μπορεί να δημιουργεί αισθήματα απογοήτευσης, αλλά αυτά τα αισθήματα δεν πρέπει να μας αποστρατεύουν από τον αγώνα και τις προσπάθειες για να πετύχουμε λύση. Η συνέχιση της ντε φάκτο κατάστασης δεν ευνοεί ούτε και λειτουργεί προς το συμφέρον της Κύπρου και των Κυπρίων. Η συνέχιση της παρούσας κατάστασης συντηρεί τους κινδύνους που συνεπάγονται από την παρουσία δεκάδων χιλιάδων κατοχικών στρατευμάτων και διαιωνίζει την επικυριαρχία της Τουρκίας στο νησί. Η άγονη παρέλευση του χρόνου εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς της κατοχικής δύναμης που εδραιώνει τα τετελεσμένα της κατοχής με τον παράνομο μαζικό εποικισμό, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, με την εντατική οικοδόμηση σε ελληνοκυπριακές περιουσίες στα κατεχόμενα.
Είναι γι’ αυτό που επιδιώκουμε λύση σύντομα. Όχι λύση για χάριν της λύσης, αλλά λύση η οποία να πληροί τις προδιαγραφές που τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θέτουν. Λύση που να αποκαθιστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των Κυπρίων, τους οποίους να καθιστά πραγματικούς αφέντες στον τόπο μας χωρίς καμιά ξένη δύναμη να μπορεί να επεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα της Κύπρου.
Για να διασφαλιστεί ότι η λύση θα είναι προϊόν της διαπραγμάτευσης των δύο κοινοτήτων της Κύπρου, και έχοντας υπόψη ποια ήταν τα προβλήματα που προκλήθηκαν το 2004 αλλά και ποια ήταν η κατάληξη, διασφαλίσαμε ότι η διαδικασία θα είναι κυπριακής ιδιοκτησίας και καθοδήγησης, και ότι δεν θα υπάρχουν αυστηρά χρονοδιαγράμματα και επιδιαιτησίες.
Η κυπριακή ιδιοκτησία στις διαπραγματεύσεις δεν σημαίνει ότι η Τουρκία παραμένει θεατής και απενοχοποιημένη. Κάθε άλλο. Οι ευθύνες της Τουρκίας είναι καταγραμμένες. Θυμίζω ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του, τόσο το 2009 όσο και το 2010, καλεί την Τουρκία έμπρακτα να εργαστεί για την επίλυση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Η αρνητική στάση της τουρκικής πλευράς είναι διαχρονική. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που δεν επιτεύχθηκε συμφωνία στο Κυπριακό μέχρι σήμερα. Η τουρκική στάση, όμως, η οποία είναι καταδικαστέα, πρέπει να ενισχύει τη δέσμευσή μας στα περί Κύπρου ψηφίσματα του διεθνούς οργανισμού και όχι να αποτελεί αιτία απομάκρυνσης από αυτά. Το ίδιο ισχύει και για τις διαπραγματεύσεις. Η υπαναχώρηση της τουρκοκυπριακής πλευράς από συμφωνηθέντα και συγκλίσεις, όπως και η κατάθεση προτάσεων που δεν συνάδουν με την ομοσπονδιακή λύση, δεν μπορεί να λειτουργεί ως εφαλτήριο για να φύγουμε από τις συνομιλίες. Τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο, θα φέρει την ελληνοκυπριακή πλευρά σε αντιπαράθεση με τη διεθνή κοινότητα, θα της αποδοθούν οι ευθύνες για ένα πιθανό αδιέξοδο στις συνομιλίες και είναι τότε που η Τουρκία θα απενοχοποιηθεί.
Θέλω ξανά να υπογραμμίσω τη βασική θέση της πλευράς μας. Επιθυμούμε και εργαζόμαστε σκληρά για επίτευξη λύσης σύντομα. Για την υλοποίηση τούτου του στόχου προσερχόμαστε με εποικοδομητικό πνεύμα στις εντατικές συνομιλίες, συνεπείς σε όσα μέχρι σήμερα έχουν συμφωνηθεί, για την επίτευξη νέων συγκλίσεων. Όταν και εφόσον οι δύο πλευρές φτάσουν σε ακτίνα συμφωνίας στα θέματα των εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού, τότε θα μπορεί να συγκληθεί διεθνής διάσκεψη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για τη διευθέτηση των διεθνών πτυχών του προβλήματος. Σ’ αυτή θα πρέπει να συμμετέχουν οι δύο κοινότητες, τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι εγγυήτριες δυνάμεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και η Κυπριακή Δημοκρατία.
Αγαπητοί συμπατριώτες, αγαπητές συμπατριώτισσες,
Στην Κύπρο έχουμε περάσει ένα πολύ δύσκολο καλοκαίρι. Η καταστροφική έκρηξη στο Μαρί με τα θύματα που προκάλεσε βύθισε την Κύπρο και τον λαό μας στο πένθος. Η έκρηξη προκάλεσε επίσης υλικές ζημιές, με πιο σημαντική αυτή στον ηλεκτροπαραγωγό σταθμό του Βασιλικού, οι οποίες επιβάρυναν την κατάσταση στην οικονομία.
Η Κυβέρνηση έπρεπε σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες αμέσως να ενεργήσει. Πρώτα απ’ όλα για να συμπαρασταθεί και να στηρίξει τις οικογένειες των θυμάτων και να ενεργοποιήσει τις διαδικασίες που προβλέπονται στο Σύνταγμα, τους νόμους και τους κανονισμούς για τη διερεύνηση των λόγων και των αιτίων για την έκρηξη.
Έπειτα από συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα, κινήθηκαν δύο ερευνητικές διαδικασίες. Η μια για αναζήτηση των όποιων ποινικών ευθυνών πιθανόν να υπάρχουν, την οποία ανέλαβε η Αστυνομία υπό την άμεση εποπτεία του Γενικού Εισαγγελέα. Η δεύτερη διαδικασία επικεντρώνεται στον εντοπισμό των υπόλοιπων ευθυνών την οποία ανέλαβε μονομελής επιτροπή με τον κ. Πόλυ Πολυβίου. Και οι δύο διαδικασίες βαίνουν προς το τέλος και αναμένεται πολύ σύντομα να εκδοθούν τα πορίσματα. Ήδη, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει αποφασίσει ότι το πόρισμα της ερευνητικής επιτροπής σε συνεννόηση με τον Γενικό Εισαγγελέα θα δοθεί στη δημοσιότητα.
Όπως γίνεται αντιληπτό, οι διαδικασίες κινήθηκαν εξαιρετικά γρήγορα, τόσο γρήγορα όσο ποτέ προηγουμένως. Δυστυχώς, όμως, υπάρχουν ορισμένοι που από την πρώτη στιγμή αμφισβήτησαν τις διαδικασίες και επιχείρησαν να ρίξουν σκιές πάνω στα όποια αποτελέσματα αποδώσουν αυτές. Ορισμένοι, αντί να σεβαστούν τις διαδικασίες που προβλέπονται από το Σύνταγμα και τους νόμους και να αναμένουν τα αποτελέσματά τους, προτίμησαν να ενδυθούν την τήβεννο του δικαστή, να δικάσουν και να καταδικάσουν δημόσια και να εκδώσουν τα δικά τους πορίσματα.
Από την ημέρα της έκρηξης μέχρι και σήμερα γράφτηκαν και λέχθηκαν πολλά. Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η πολυφωνία και ο πλουραλισμός είναι συστατικό μέρος της δημοκρατίας. Για τούτο καμιά απολύτως αντίθεση. Η ελευθερία του λόγου στην Κύπρο είναι απολύτως κατοχυρωμένη.
Για την εύρυθμη λειτουργία κάθε σύγχρονης πολιτείας, όμως, πέρα από την πολυφωνία, η δημοκρατία επιβάλλει τη λειτουργία και τον σεβασμό των θεσμών. Δυστυχώς, ορισμένοι κύκλοι, εκμεταλλευόμενοι τον πόνο και την οδύνη από τον χαμό 13 συνανθρώπων μας, εκμεταλλευόμενοι τον θυμό και την απογοήτευση πολιτών από την αποτυχία του συστήματος να διαχειριστεί ένα θέμα όπως είναι η διαχείριση πυρομαχικών, επιδεικνύουν συμπεριφορές που πλήττουν θεσμούς και πρώτα απ’ όλα τον θεσμό της προεδρίας. Με την όλη συμπεριφορά και στάση τους αυτοί οι κύκλοι σπέρνουν διχόνοια και εξάπτουν το μίσος και τον φανατισμό, προκαλούν αναστάτωση και ανωμαλία στο εσωτερικό μέτωπο το οποίο, ειδικά στην περίοδο που διερχόμαστε, έχει ανάγκη από ηρεμία, σύνεση και συναίνεση για αντιμετώπιση των προβλημάτων και των προκλήσεων.
Κι αυτές οι προκλήσεις είναι πολλές. Η πρώτη πρόκληση είναι αυτή στην οποία έχω αναφερθεί πιο πάνω. Είναι οι απειλές της Τουρκίας, αλλά και η ανάγκη υπέρβασης της τουρκικής αρνητικότητας για να μπορέσουμε να φτάσουμε σε λύση. Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων έχουμε αναπτύξει διεθνή κινητοποίηση σε πλήρη συνεννόηση και αγαστή συνεργασία με την Ελλάδα και άλλους συνεπείς φίλους μας στη διεθνή σκηνή.
Αύριο Δευτέρα αναχωρώ για τη Νέα Υόρκη για να εκπροσωπήσω την Κυπριακή Δημοκρατία στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και να την προσφωνήσω. Η Γενική Συνέλευση παρέχει πάντοτε τη δυνατότητα για προβολή του προβλήματός μας, αλλά και για πραγματοποίηση σειράς συναντήσεων και επαφών. Σ’ αυτές τις συναντήσεις θα εγείρουμε τα θέματα των απειλών της Τουρκίας καθώς και των δυσκολιών που συναντούμε στο διαπραγματευτικό τραπέζι, ζητώντας την αλληλεγγύη, τη συμπαράσταση αλλά και την άσκηση επιρροής στην Τουρκία ώστε αυτή να συνεργαστεί για επίτευξη λύσης.
Η δεύτερη πρόκληση, που ως χώρα έχουμε μπροστά μας, είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων της κυπριακής οικονομίας. Επειδή και σ’ αυτό το θέμα λέγονται και γράφονται πολλά, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι η κυπριακή οικονομία δεν βρίσκεται στο κατώφλι της κατάρρευσης και της χρεοκοπίας, όπως κάποιοι κινδυνολογούν. Η κυπριακή οικονομία, παρά τα προβλήματά της, στηρίζεται σε υγιείς βάσεις όπως διαπιστώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για τις υποβαθμίσεις της κυπριακής οικονομίας οι οίκοι αξιολόγησης υπέδειξαν ως βασικό λόγο την υπερβολική έκθεση των κυπριακών τραπεζών στην οικονομία της Ελλάδας. Στις τελευταίες υποβαθμίσεις οι οίκοι πρόσθεσαν ως λόγο την πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της Κύπρου και την αμφιβολία κατά πόσο μπορεί να υπάρξει συμφωνία για την προώθηση των μέτρων της Κυβέρνησης, τα οποία έκριναν ότι κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση. Αυτό το μήνυμα θα πρέπει να το λάβουμε όλοι, ώστε να επιδιωχθεί συναίνεση για την προώθηση και την υλοποίηση των μέτρων με την προοπτική να πειστούν οι αγορές και οι οίκοι και να σταματήσουν να υποβαθμίζουν την κυπριακή οικονομία.
Το μεγάλο στοίχημα για την κυπριακή οικονομία είναι ο εξορθολογισμός της. Η διόρθωση των κακώς εχόντων και των στρεβλώσεων που έχουν συσσωρευτεί μέσα από τις δεκαετίες. Παράλληλα, πρέπει να ικανοποιηθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους.
Η Κυβέρνηση εργάζεται και προς τις δύο κατευθύνσεις λαμβάνοντας μέτρα δημοσιονομικού και διαρθρωτικού χαρακτήρα. Αποκορύφωμα αυτών των προσπαθειών αποτελούν τα δύο οικονομικά πακέτα που η Κυβέρνηση έχει διαμορφώσει έπειτα από διάλογο με τα κόμματα και τους κοινωνικούς εταίρους. Το πρώτο πακέτο, έστω με τις διαφωνίες και τα προβλήματα που υπήρξαν, έγινε κατορθωτό να εγκριθεί χωρίς να προκληθεί κοινωνική αναστάτωση.
Το δεύτερο πακέτο της Κυβέρνησης, το οποίο διαμορφώσαμε την περασμένη Πέμπτη, στηρίζεται σε τέσσερις άξονες. Στη μείωση των δαπανών του κράτους, την αύξηση των εσόδων, την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη στήριξη της ανάπτυξης. Προσδοκούμε στη συνεργασία όλων για να εγκριθεί το πακέτο και να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά.
Οι στιγμές που διερχόμαστε είναι δύσκολες. Χρειάζεται ευελιξία και υπευθυνότητα, μακριά από λαϊκισμό και ισοπέδωση. Δεν μπορεί να μηδενίζονται τα πάντα. Δεν μπορεί να υποστηρίζεται ότι τάχα δεν έχουν ληφθεί μέτρα μέχρι σήμερα, όταν έχουν ληφθεί τόσα μέτρα όσα ποτέ προηγουμένως. Ή πάλι, να απαιτείται η επιβολή λύσεων σε όλα τα προβλήματα εδώ και τώρα, και μάλιστα χωρίς διάλογο και διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, τη στιγμή που αυτά υπάρχουν για δεκαετίες. Αυτή η Κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να αγνοήσει τους κοινωνικούς εταίρους ούτε και πρόκειται να εγκαταλείψει την παράδοση του κοινωνικού διαλόγου και της συλλογικής διαβούλευσης, η οποία για δεκαετίες έχει διασφαλίσει την κοινωνική ειρήνη και τη συνεργασία, η οποία έχει αποβεί προς όφελος της ανάπτυξης και της ευημερίας.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Με όλα όσα έχουν λεχθεί είναι φανερό ότι ο τόπος μας, η Κύπρος μας, βρίσκεται σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι το οποίο μπορεί να διαβεί με σιγουριά και επιτυχία αν όλοι ενώσουμε τις δυνάμεις μας, αν όλοι θέσουμε τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της πατρίδας μας πάνω από τους όποιους κομματικούς ή εκλογικούς σχεδιασμούς και σκοπιμότητες.
Οι προκλήσεις είναι πολλές, αλλά και οι δυνατότητες και οι προοπτικές επίσης είναι πολλές. Για να εξαλείψουμε τους όποιους κινδύνους και να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες, είναι απαραίτητο να υπάρξει συστράτευση όλων. Με σεβασμό στους θεσμούς. Με αλληλοσεβασμό μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Με συνεργασία, ανεξαρτήτως των διαφωνιών και των διαφορετικών ιδεολογικών και πολιτικών τοποθετήσεων.
Το πρόσφατο παρελθόν της Κύπρου μάς διδάσκει πως, όταν στην πατρίδα μας κυριάρχησε ο διχασμός και η υπόσκαψη των θεσμών, τότε ζήσαμε τραγωδίες. Όταν κυριάρχησαν η ενότητα και η κοινή προσπάθεια, τότε η Κύπρος προόδευσε και ευημέρησε. Αν μη τι άλλο ας παραδειγματιστούμε όλοι από το κλίμα ενότητας που υπάρχει στην κυπριακή παροικία εδώ στη Βρετανία και όχι μόνο, όπου πάνω απ’ όλα τίθεται το συμφέρον της Κύπρου.
Ας κάνουμε όλοι πολιτική και πράξη το σύνθημα: «Πάνω απ’ όλα και όλους, η Κύπρος μας».