5/11/21

Δηλώσεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Γιώργου Σαββίδη σε σχέση με την Απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου, με την οποίαν η πρόσληψη 100 μελών της Αστυνομίας κρίθηκε ως

 Δηλώσεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Γιώργου Σαββίδη σε σχέση με την Απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου, με την οποίαν η πρόσληψη 100 μελών της Αστυνομίας κρίθηκε ως παράνομη

 Λυπηρή εξέλιξη μεν, θα σεβαστούμε τη δικαστική Απόφαση δε, λέει ο Γενικός Εισαγγελέας και σημειώνει ότι θα γίνει επαναξιολόγηση της διαδικασίας πρόσληψης των επηρεαζομένων από το σημείο που δημιουργήθηκε το πρόβλημα  

Μακρά σε διάρκεια συνάντηση προς συζήτηση του θέματος που προέκυψε από την πρόσφατη Απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου, με βάση την οποίαν η πρόσληψη 75 αστυνομικών και 25 πυροσβεστών κρίθηκε ως παράνομη, είχαν σήμερα ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ. Γιώργος Σαββίδης και ο Αρχηγός Αστυνομίας κ. Στέλιος Παπαθεωδόρου, στην παρουσία λειτουργών της Νομικής Υπηρεσίας που χειρίζονται τα θέματα Διοικητικού Δικαίου και της ηγεσίας του αστυνομικού Σώματος.

Συζητήσαμε σε έκταση την Απόφαση και έχουμε αποφασίσει ότι δεν θα εφεσιβληθεί η Απόφαση αυτή, είπε ο Γενικός Εισαγγελέας σε δηλώσεις του μετά από το πέρας της συνάντησης, η οποία έγινε το πρωί στη Νομική Υπηρεσία. «Είναι μια λυπηρή εξέλιξη, με την έννοια ότι πολύς κόσμος επηρεάζεται από την Απόφαση αυτή. Από την άλλη όμως, δεν παύει να είναι μία Απόφαση Δικαστηρίου και ως τέτοια, θα πρέπει να τύχει και θα τύχει του δέοντος σεβασμού», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Ως προς το περιεχόμενο της συνάντησης, ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε πως κατά τη σύσκεψη «αναλύσαμε το σκεπτικό της Απόφασης και αποφασίσαμε ότι η διαδικασία πρόσληψης των επηρεαζομένων αστυνομικών και πυροσβεστών δεν θα επηρεαστεί μέχρι το σημείο εκείνο του οποίου η ορθότητά δεν θίγηκε από το Δικαστήριο. Απλώς θα πρέπει να γίνει επαναξιολόγηση της διαδικασίας από το σημείο που δημιουργήθηκε το πρόβλημα και μετά», είπε.

Συνέχισε δε λέγοντας πως «έχουμε εξετάσει σε μεγάλη λεπτομέρεια και τον Νόμο, και τους Κανονισμούς, και την προκήρυξη των θέσεων και έχουμε καταλήξει στη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί. Ελπίζουμε ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα –εναπόκειται στην Αστυνομία και στα Όργανα της να προβούν στις διαδικασίες που πρέπει να γίνουν σύμφωνα με τα όσα καταλήξαμε– θα προχωρήσει η διαδικασία όσον το δυνατόν πιο σύντομα από το σημείο που έμεινε, ώστε να προχωρήσει η επαναπρόσληψη εκείνων που πρέπει να επαναπροσληφθούν για να συμπληρωθεί αυτό το κενό και να αρθεί η δυσκολία που δημιουργείται από το αποτέλεσμα της Απόφασης αυτής.»

Αναφερόμενες στις άλλες εν ισχύ διαδικασίες πρόσληψης που υπάρχουν σε εξέλιξη στην Αστυνομία, ο κ. Σαββίδης είπε ότι «όσον αφορά άλλες, μεταγενέστερες, διαδικασίες οι οποίες βρίσκονται σε ισχύ από την Αστυνομία και οι οποίες αναπόφευκτα εμπεριέχουν στοιχεία τα όποια έχουν ληφθεί υπόψη και έχουν τύχει κριτικής αντιμετώπισης από το Διοικητικό Δικαστήριο, θα κάνουμε το ίδιο που προανέφερα. Δηλαδή, και γι’ αυτές τις διαδικασίες, μέχρι εκεί που έχουν φθάσει, εάν δεν επηρεάζονται από την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, θα συνεχισθούν απ’ εκεί και πέρα.

Υπάρχει επίσης και μία σκέψη στην οποίαν καταλήξαμε ώστε να βοηθήσουμε και τις μελλοντικές διαδικασίες, που είναι να προωθηθεί άμεσα τροποποίηση με αναδρομική ισχύ του Νόμου και των Κανονισμών, έτσι ώστε να μπορέσουμε να θεραπεύσουμε κάποιες διαδικασίες οι οποίες εντοπίσαμε ότι δημιουργούν πρόβλημα με βάση την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου.»

Ερωτηθείς για τα λάθη που, με βάση την Απόφαση του Δικαστηρίου, έγιναν στη διαδικασία, ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε πως «αν δει κάποιος την Απόφαση του Δικαστηρίου, θα δει ότι υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές στο τι πήγε λάθος. Το ένα το θέμα, είναι οι ψυχομετρικές εξετάσεις και το ότι ανατέθηκαν, κατά παράβαση του Νόμου, σε ξένο οργανισμό αντί από την Επιτροπή από την οποίαν έπρεπε να γίνουν.

Υπήρχαν και άλλα θέματα, όπως το ότι κάποιο από τα μέλη της Επιτροπής συμμετείχε με τηλεδιάσκεψη, όπως και ότι κάποιες διαδικασίες έγιναν πρωθύστερες. Δηλαδή, η Δικαστής είπε ότι οι αθλητικές εξετάσεις έπρεπε να είχαν συμπληρωθεί πριν από τις ψυχομετρικές εξετάσεις. Επομένως θα ξεκινήσουμε από το σημείο που δεν υπάρχει πρόβλημα, που είναι οι γραπτές εξετάσεις και οι αθλητικές εξετάσεις. Δεδομένου, λοιπόν, ότι η διαδικασία της ψυχομετρικής εξέτασης φεύγει από τη μέση αφού κρίθηκε ως εντελώς λανθασμένη, κάποιες αθλητικές εξετάσεις που έγιναν μεταγενέστερα του συγκεκριμένου ψυχομετρικού δεν επηρεάζουν τη διαδικασία και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν. Υπήρχαν επίσης και κάποιες άλλες παρατηρήσεις, όπως ότι κάποιοι δεν υπέστησαν κάποιες εξετάσεις διότι τις είχαν υποστεί στο παρελθόν. Αυτό επίσης θα διορθωθεί με τη νέα διαδικασία που θα γίνει. Επομένως, όλοι θα ακολουθήσουν τη σωστή διαδικασία από την ψυχομετρική εξέταση και μετέπειτα. Όσοι έκαναν  τα μετέπειτα της ψυχομετρικής εξέτασης προβλεπόμενα, δεν θα χρειαστεί να τα επαναλάβουν. Όσοι δεν τα έκαναν θα χρειαστεί να τα κάνουν.»

Διευκρίνισε ακόμη λέγοντας πως «η διαδικασία θα ακολουθηθεί με εκείνον τον αριθμό των υποψηφίων που κρίθηκαν ως επιτυχόντες υποψήφιοι στο στάδιο από το οποίο η διαδικασία θα συνεχισθεί. Δηλαδή, αν από τις γραπτές και τις αθλητικές εξετάσεις προκύπτει ότι υπάρχει ένας ορισμένος αριθμός επιτυχόντων, που έτσι είναι, αυτοί θα συνεχίσουν απ’ εκεί και πέρα. Μπορεί να προσληφθούν οι ίδιοι, μπορεί να μην προσληφθούν οι ίδιοι. Σίγουρα κάποιοι εκ των προσληφθέντων αυτής της φοράς, θα είναι και την επομένη φορά. Κάποιοι πιθανώς να μην είναι.»

Από την πλευρά του, ο Αρχηγός Αστυνομίας ανέφερε ότι ως Αστυνομία «θα προβούμε σε άμεση επανεξέταση της επηρεαζόμενης προκήρυξης και μετέπειτα διαδικασίας που αφορά σε μια διαδικασία που άρχισε το 2019 και συνεχίστηκε το 2020, και αφορά 100 μέλη. Το ανησυχητικό για μένα ως Αρχηγό Αστυνομίας είναι ότι και άλλες δύο μετέπειτα διαδικασίες ενδεχομένως να επηρεάζονται, στη βάση του ότι η Επιτροπή των ψυχομετρικών έχει αναθέσει σε ιδιωτική εταιρεία τη διεξαγωγή τους και τη μετέπειτα επόπτευσή τους, πράγμα που από το Δικαστήριο θεωρήθηκε ως μη περιλαμβανόμενο στις σχετικές διατάξεις. Είναι για αυτές τις δύο διαδικασίες και για τις μετέπειτα που, κατά την άποψή μας, θα πρέπει να προωθηθεί ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων σχετική τροποποίηση, ούτως ώστε να δίδεται αυτή η ευκαιρία στα τέσσερα μέλη των ψυχομετρικών εξετάσεων, υπό την εποπτεία τους, να διεξάγονται αυτά τα ψυχομετρικά εργαλεία, τα οποία δεν είναι απλά και τα οποία ούτε και η ίδια η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει.»