Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συναντήθηκε με μέλη της κυπριακής παροικίας στο Λονδίνο - Αναφορά στο Κυπριακό
Τη διαβεβαίωση ότι καταβάλλει προσπάθειες με κάθε τρόπο για αντιμετώπιση της τουρκικής αδιαλλαξίας και για δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για να επαναρχίσει ένας διάλογος που θα οδηγήσει σε μια λειτουργική και βιώσιμη λύση, μακριά από στρατεύματα και ξένες εξαρτήσεις, εξέφρασε το βράδυ της Κυριακής 3 Μαρτίου 2019 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης.
Μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Εθνική Ομοσπονδία Κυπρίων Ηνωμένου Βασιλείου, στο Λονδίνο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «είναι πραγματικά με ιδιαίτερη χαρά, αλλά και συγκίνηση που αξιοποιώ την εδώ παρουσία μου για να έχω μια ακόμη συνάντηση με τους απόδημους της Κύπρου. Βλέπω παλιούς φίλους και νέα παιδιά που πλαισιώνουν τους παλιούς, αντικαθιστούν τους παλιούς και με πιο σύγχρονες μεθόδους προσπαθούν να προβάλουν τον αγώνα της πατρίδας μας, που για 45 χρόνια παραμένει υπό κατοχή και διαιρεμένη.
Όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και οι προκάτοχοί μου έχουν καταβάλει κάθε προσπάθεια για εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό, διότι εκείνοι που επείγονται και θα ήθελαν λύση δεν είναι άλλοι από τους Ελληνοκύπριους, που είναι τα θύματα της εισβολής και της κατοχής ύστερα από την προδοσία του ΄74. Αλλά, η αποτυχία δεν οφείλεται στο ότι δεν ήθελαν τη λύση οι Ελληνοκύπριοι, αλλά διότι, δυστυχώς, η αδιαλλαξία της Τουρκίας δεν επέτρεψε την επιτυχία εκείνης της λύσης που θα έπειθε τους Ελληνοκυπρίους ότι θα ήταν βιώσιμη, ότι θα ήταν λειτουργική, ότι θα μπορούσε να αντέξει στον χρόνο, ότι θα μπορούσε να διασφαλίσει μια ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα που θα σεβόταν τις αρχές και αξίες της ΕΕ.
Ως αποτέλεσμα και πάλι των επιτυχών αγώνων, των προσπαθειών και της πολιτικής που ακολουθήσαμε, είτε ως Κυβέρνηση είτε ως πολιτικές ηγεσίες, έγινε κατορθωτό το 2004 να ενταχθούμε στην ΕΕ και να είμαστε σήμερα ένα ισότιμο μέλος των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών, έτσι ώστε να έχουμε μια ασπίδα όσον αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα και να μπορούμε να αξιώνουμε πως θέλουμε να ζήσουμε ως κυρίαρχοι, ανεξάρτητοι και ,ιδιαίτερα, ως ένα ομαλό κράτος, χωρίς εγγυητές, χωρίς επεμβατικά δικαιώματα τρίτων, χωρίς ξένα στρατεύματα. Σε αυτή τη γραμμή πορευόμαστε, και με τις ίδιες σκέψεις, πάνω στις ίδιες αρχές προσπαθώ με κάθε τρόπο να δω πώς είναι δυνατόν να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στον Κυπριακό Ελληνισμό να κάνει αποδεκτή τη λύση που θα μπορούσε να προκύψει αν υπήρχε λογική, αν υπήρχε τουλάχιστον ο αλληλοσεβασμός που εμείς επιδεικνύουμε απέναντι στους συμπατριώτες μας. Και δεν αναφέρομαι τόσο στους συμπατριώτες μας όταν μιλώ για έλλειψη σεβασμού, αλλά σε εκείνους που θέλουν να ελέγχουν τους συμπατριώτες μας, και που δεν είναι άλλοι από την Τουρκία.
Μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά και ύστερα από μια σειρά επιστολών προς τον Γενικό Γραμματέα, τα Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, τους εταίρους μας στην ΕΕ, της διά ζώσης μεταφοράς της αποφασιστικότητάς μας να εμπλακούμε σε ένα διάλογο δημιουργικό στη βάση των παραμέτρων που ο Γενικός Γραμματέας καθόρισε, αποφάσισε ο Γενικός Γραμματέας και διόρισε την κα Λουτ ως Ειδική Απεσταλμένη προκειμένου, μέσα από διαβουλεύσεις, τόσο με τα μέρη στην Κύπρο όσο και με τις εγγυήτριες δυνάμεις και την ΕΕ, να καθορίσει όρους αναφοράς, έτσι ώστε να μπορέσουμε με προοπτική να αντιμετωπίσουμε την επανάληψη ενός διαλόγου που θα μας οδηγήσει σε αυτό που για τόσα χρόνια προσπαθούμε.
Συναντήθηκα τρεις φορές με την κα Λουτ και ήδη βρίσκεται στην τρίτη προσπάθεια αναμένοντας τη συνάντηση με την τουρκική πλευρά. Η Βρετανία, η Ευρώπη, η Ελλάδα, και οι εμπλεκόμενοι στην Κύπρο έχουμε συναντηθεί τρεις φορές με την κα Λουτ, αναμένουμε τη συνάντηση να καθοριστεί από την Άγκυρα. Πολλά εξαρτώνται από το τι θα λεχθεί, αλλά και το τι θα διαλαμβάνουν οι όροι αναφοράς.
Και αν ακούτε κάποιες συζητήσεις που γίνονται στην Κύπρο - αυτές θα ήταν αχρείαστες αν ήμασταν λίγο προσεκτικότεροι, περί των πρακτικών ή περιγράμματος της 4ης Ιουλίου όπου διασαφηνίστηκε αυτό το οποίο παρουσιάστηκε ως το περίγραμμα που κατέθεσε στις 30 Ιουνίου ο Γενικός Γραμματέας- δεν είναι τυχαία που γίνεται η συζήτηση. Είναι γιατί η κα Λουτ θα συμπεριλάβει μέρος εκείνων των παραμέτρων. Και άλλο είναι η παράμετρος που έλεγε ότι θα πρέπει να καταργηθεί το αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων, το επεμβατικό δικαίωμα, και άλλο είναι να αναφέρεται στο έγγραφο που ετοίμασε ο κ. Έσπεν Άιντε ότι καταργείται το δικαίωμα της επέμβασης ωσάν να θέλει να αφήσει να νοηθεί και σαφώς συμπεραίνεται εκ του κειμένου ότι παραμένουν οι εγγυήσεις, αλλά δεν έχουν δικαίωμα επέμβασης.
Όπως και το άλλο. Ο Γενικός Γραμματέας μίλησε για δραστική μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη μέρα, για να φτάσουμε σύντομα στους αριθμούς που προέβλεπαν οι Συνθήκες του ‘60 και να αποφασιστεί αν θα παραμείνουν, για πόσο, με ρήτρα τερματισμού ή αναθεώρησης, και άλλο είναι να γράφει ότι το θέμα του στρατού θα εξεταστεί σε επίπεδο Πρωθυπουργών των εγγυητριών δυνάμεων. Και είναι και πολλά άλλα που δυστυχώς έχουν διαστρεβλωθεί. Για αυτό και εμμένω, και ευτυχώς για μας υπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία, που όμως δυστυχώς δεν καταγράφονται στο πρακτικό της συνάντησης που έγινε στις 10 το πρωί στις 4 Ιουλίου που διευκρινίζετο ένα απαράδεκτο έγγραφο που παρουσίασε ο τότε Ειδικός Σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα.
Όλες οι συναντήσεις καταγράφηκαν από τις 28 Ιουνίου μέχρι τα ξημερώματα της 7ης Ιουλίου. Υπάρχουν πρακτικά για όλες τις συναντήσεις. Το μόνο πρακτικό που λείπει, είναι αυτό στο οποίο διευκρινιζόταν τι ο Γενικός Γραμματέας ζήτησε από τον κ. Άιντε να δηλώσει στα μέρη μετά την παράδοση του εγγράφου στις 2 Ιουλίου, για αποτύπωση τάχα του τι ο Γενικός Γραμματέας είχε πει το πρώτο βράδυ της συνάντησής μας. Δεν υπήρχαν πρακτικογράφοι (note takers). Αδιανόητα, βεβαίως, κάποιοι φρόντισαν ή μερίμνησαν και κρατήθηκαν λεπτομερή πρακτικά. Και υπάρχουν κι άλλες αναφορές, σε άλλα πρακτικά που δεν υπολόγισαν ότι θα μπορούσε να βρίσκονταν στα χέριά μας. Όμως δεν θα επεκταθώ σε αυτά.
Αυτό που έχει σημασία είναι να διαβεβαιώσω ένα: ότι για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε, για να μπορέσουμε να ελπίζουμε σε ένα νέο δημιουργικό διάλογο, αυτό που απαιτείται είναι οι όροι αναφοράς όχι μόνο να καθορίζουν τα υπό συζήτηση θέματα, αλλά και τι είναι αποδεκτό και τι είναι απαράδεκτο. Και έχουμε συμφωνήσει με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη παλαιότερα και είναι μια αρχή που υιοθέτησε και ο Γενικός Γραμματέας, ότι η ασφάλεια του ενός δεν μπορεί να αποτελεί απειλή για τον άλλον και ,συνεπώς, υπάρχουν οι βασικές αρχές που πρέπει – αν πραγματικά όλοι θέλουμε την ειρηνική λύση αλλά και, το πιο σημαντικό, την ειρηνική συμβίωση – να σεβαστούμε όχι μόνο τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τα ψηφίσματα, τις αρχές και αξίες της ΕΕ, αλλά και να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Και αυτή η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται όταν ο ένας δεν θέλει η κοινότητά του να επιβάλλεται στην άλλη. Και αναφέρομαι ,συγκεκριμένα, στα θέματα που αφορούν στην πολιτική ισότητα ή την αποτελεσματική συμμετοχή στα όργανα του κράτους.
Η αξίωση που υποβάλλει η τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι ότι, για όλες τις αποφάσεις θα πρέπει να έχει τουλάχιστον τη δική της θετική ψήφο, δηλαδή η μια κοινότητα θα καθορίζει τις αποφάσεις ή θα επιβάλλεται επί της άλλης. Εάν αυτό υπάρχει σε οποιοδήποτε άλλο Σύνταγμα του κόσμου – κάλεσα και το ανέφερα και στον Γενικό Γραμματέα και στην κα Λουτ και πολύ περισσότερο στον κ. Ακιντζί – θέλω να μου το υποδείξουν. Πού η λιγότερο πληθυσμιακή κοινότητα ή έστω η μια κοινότητα μπορεί, μέσα από τα προνόμια που θα αποκτήσει, να καθορίζει τις αποφάσεις της άλλης ή να επιβάλλεται εν τη ουσία επί της άλλης.
Εγώ έχω πει ότι και την πολιτική ισότητα αναγνωρίζουμε και το δικαίωμα της θετικής ψήφου και βεβαίως αποδεχόμαστε, αλλά εκεί και όπου ενδεχομένως να υπήρξε κατάχρηση από πλευράς της πλειοψηφούσας κοινότητας, των Ελληνοκυπρίων δηλαδή, έτσι ώστε να πάρουν αποφάσεις που θα ήταν σε βάρος της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Εκεί ναι, να είχαν το δικαίωμα, την ασπίδα να προβάλουν ότι χωρίς τη δική τους θετική ψήφο δεν μπορεί να παρθεί απόφαση, διότι επηρεάζονται αρνητικά. Αυτό το αποδεχόμαστε, είναι λογικό. Αλλά όσο λογικό είναι να προασπίζεσαι και να δίδεις την ευκαιρία προάσπισης της μιας κοινότητας, άλλο τόσο παράλογο εκείνη η κοινότητα να θέλει να έχει τον κύριο λόγο διακυβέρνησης μιας ολόκληρης χώρας. Και αν αναλογιστούμε – και λυπάμαι που το λέω – την εξάρτηση των Τουρκοκυπρίων από την Άγκυρα, αντιλαμβάνεστε ότι στο τέλος δεν θα είναι οι Τουρκοκύπριοι που θα αποφασίζουν, αλλά οι ελέγχοντες και οι ελέγχοντες είναι εκείνοι που μέχρι σήμερα κατέχουν, είναι εκείνοι που μέχρι σήμερα θέλουν και επιμένουν να διατηρήσουν κατοχικά στρατεύματα και εγγυήσεις στην πατρίδα μας.
Αυτό δεν πρόκειται να το κάνω αποδεκτό, δεν θεωρώ ότι είναι προς όφελος του κυπριακού λαού γενικότερα, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Καταβάλλω όλες τις προσπάθειες μέσα από μια πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική της οποίας όλοι είστε μάρτυρες, μιας πατρίδας που είναι λιλιπούτεια στον χάρτη, αλλά η οποία αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα, η οποία συνεχώς αναβαθμίζεται λόγω των άριστων σχέσεων που διατηρούμε με την Ρωσία, με τις ΗΠΑ με τις οποίες προσπαθούμε με κάθε τρόπο να εμβαθύνουμε τις σχέσεις μας, ακόμη περισσότερο με την Γαλλία, την Ιταλία, την Αγγλία – θα έχω την ευκαιρία την ερχόμενη Τρίτη να συναντηθώ με την Πρωθυπουργό Μέι – αλλά και με τις τριμερείς συνεργασίες που αναπτύσσουμε και που γίνονται τετραμερείς τώρα.
Στις 20 Μαρτίου θα είμαστε στο Ισραήλ, όχι μόνο Ελλάδα – Ισραήλ – Κύπρος, αλλά και στην παρουσία του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, ενώ προγραμματίζεται ανάλογα τετραμερής με την Αίγυπτο, στην παρουσία του Γάλλου Προέδρου. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ιταλία, με τις χώρες του Αραβικού Κόλπου. Ιδιαίτερα μετά από τις επιτυχημένες επιλογές εταιρειών όσον αφορά στον ενεργειακό προγραμματισμό μας, παρά τις απειλές που δεχόμαστε από την Τουρκία, καταφέραμε να πετύχουμε πραγματικά το ενεργειακό μας πρόγραμμα απρόσκοπτα, με τα αποτελέσματα για τα οποία όλοι γίναμε μάρτυρες τις δύο τελευταίες μέρες και που ενισχύουν και ενδυναμώνουν πολύ περισσότερο ακόμα τη θέση μας.
Δεν προκαλούμε, δεν θέλουμε με κανένα τρόπο να δώσουμε το μήνυμα πως παραγνωρίζουμε ότι στην Κύπρο ζουν και Τουρκοκύπριοι, δηλαδή πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας που πρέπει να προστατευτούν τα δικαιώματά τους.
Για αυτό οφείλω να πω πως χάρη στις πολιτικές δυνάμεις, υπευθυνότατων πολιτικών δυνάμεων, έχουμε την Παρασκευή [σ.σ. 1 Μαρτίου 2019] περάσει νομοθεσία για την ίδρυση του Εθνικού Ταμείου Υδρογονανθράκων, έτσι ώστε να υπάρχουν πάντοτε εκείνα τα αποθέματα που όταν και εφόσον λυθεί το Κυπριακό, να είναι διασφαλισμένο από τώρα και το ποσοστό που θα συμφωνηθεί προς όφελος της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Προχωρούμε με κάθε τρόπο, με σοβαρότητα, χωρίς αλαζονεία, ούτε προκλητικότητα εξού και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να αντιμετωπίζουμε με ψυχραιμία τις προκλήσεις που δεχόμαστε. Δεν είναι το [σώφρον] να απαντήσεις στην πρόκληση με ενδεχόμενες άστοχες κινήσεις, έτσι ώστε να δώσεις το δικαίωμα στον όποιον προκαλεί να πετύχει τους στόχους του. Είναι μέσα από μια σώφρονα πολιτική, με ενημέρωση, με συμμαχίες, με μια εξωτερική πολιτική που πείθεις ότι η Κύπρος είναι και αξιόπιστος εταίρος αλλά και πυλώνας σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή.
Θέλω να σας βεβαιώσω ότι προσπαθούμε με κάθε τρόπο από τη μια, να αντιμετωπίσουμε την τουρκική αδιαλλαξία [και από την άλλη], να δούμε πώς δημιουργούνται εκείνες οι προϋποθέσεις για να επαναρχίσει ένας διάλογος που θα μας οδηγήσει επιτέλους σε μια λειτουργική και βιώσιμη λύση, μακριά από στρατεύματα, μακριά από εξαρτήσεις, αλλά [που αποφασίζουν] οι Κύπριοι για τους Κύπριους. Σεβόμαστε την εθνική μας καταγωγή, σεβόμαστε την εθνική τους καταγωγή, αλλά πέραν και πάνω από όλα ζούμε σε μια πατρίδα που πρέπει να επιβιώσει, που χρειάζεται όλες οι κοινότητες να συνεργαστούμε για το καλό αυτής της μικρής πατρίδας, η οποία όμως μπορεί να προσφέρει πολλά.
Την ίδια ώρα δεν παραγνωρίζουμε, ώστε να είσαι αξιόπιστο κράτος, τις πολιτικές εσωτερικής διακυβέρνησης. Η Κύπρος ήδη, ύστερα από τις περιπέτειες που πέρασε μέσα από την οικονομική κρίση, βρίσκεται πλέον στην επενδυτική βαθμίδα με ρυθμούς ανάπτυξης 4%, με συνεχή μείωση της ανεργίας, με συνεχείς επενδύσεις, με προοπτική μιας σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης. Παράλληλα, σε συνεργασία με τις πολιτικές δυνάμεις προσπαθούμε να μεταρρυθμίσουμε το κράτος μας, να το κάνουμε όσο πιο σύγχρονο,μπορούμε και ήδη βρισκόμαστε στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, όπως της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης με την εφαρμογή του ΓεΣΥ. Έχουμε δυσκολίες και είναι φυσικό πάντοτε όταν δημιουργείς επανάσταση ή φέρεις κάποιον εκσυγχρονισμό που αποτελεί πραγματικά ένα ιστορικό επίτευγμα για τον λαό μας, να έχεις προβλήματα. Θα ξεπεραστούν. Είναι η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Δημόσιας Υπηρεσίας, η μεταρρύθμιση ώστε το κράτος να είναι πιο φιλικό προς τον πολίτη μέσα από την ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Είναι σωρεία μεταρρυθμίσεων που προωθούμε, έτσι ώστε να πετύχουμε τα καλύτερα δυνατά για την πατρίδα μας, για να νιώθουμε όλοι υπερήφανοι ότι ζούμε σε ένα κράτος απόλυτα ευρωπαϊκό, απόλυτα σύγχρονο, απόλυτα συμβατό με τις υποχρεώσεις που έχει απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους.
Θέλω να περάσω μήνυμα από τη μια, ελπίδας για τις ειλικρινείς προσπάθειες που καταβάλλουμε για κάτι καλό όσον αφορά στη λύση του Κυπριακού [και] από την άλλη να μοιραστώ μαζί σας αυτό που μας κάνει υπερήφανους: ότι μια χώρα που το 2013 ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, σήμερα στέκει στα πόδια της ως αποτέλεσμα των σημαντικών θυσιών του λαού, ως αποτέλεσμα του πείσματος, ως αποτέλεσμα ιδιαίτερα και της βοήθειας που έχουμε από τον απόδημο Ελληνισμό. Και αν η Κύπρος επιβιώνει ως κράτος ,το χρωστά εν πολλοίς στους δικούς σας αγώνες και κανείς δεν μπορεί να το παραγνωρίσει. Εκεί και όπου έχουμε ισχυρούς δεσμούς με τις παροικίες μας και με σωστούς εκπροσώπους της Κυβέρνησης, όπως ο Ύπατος Αρμοστής, με σωστούς χειρισμούς από το κέντρο, όπως ο Επίτροπος Προεδρίας, μεταξύ άλλων, και για θέματα Αποδήμων, με τις τριμερείς συνεργασίες, με τις συνεργασίες για τη Διασπορά, και με άλλες εθνότητες που ζουν στο εξωτερικό, μπορούμε να γίνουμε αποτελεσματικοί στις προσπάθειες για να διαμορφώσουμε πολιτικές σε κέντρα λήψης αποφάσεων, όπως είναι η Βρετανία, οι ΗΠΑ, και άλλες χώρες.
Θέλω να σας εκφράσω την ειλικρινή ευγνωμοσύνη ολόκληρου του κυπριακού λαού και τις δικές μου ευχαριστίες, σας εύχομαι να προχωράτε με το ίδιο πείσμα και την ίδια αποφασιστικότητα, και να βλέπω τις νέες γενιές να αγκαλιάζουν τις παλαιότερες, να αγαπούν την Κύπρο μας και να αγωνίζονται όπως αγωνίστηκαν οι προκάτοχοί σας, ενδεχόμενα και προ της κατοχής μέχρι και σήμερα».
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας Κυπρίων Ηνωμένου Βασιλείου κ. Χρίστος Καραολής είπε, μεταξύ άλλων, απευθυνόμενος στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ότι «εμείς στη Βρετανία σάς είμαστε ευγνώμονες για τη σημαντική βοήθειά σας στο εθνικό, πολιτιστικό και διαφωτιστικό έργο που επιτελούμε εδώ. Η Ομοσπονδία και η παροικία μας στηρίζουν την ακούραστη προσπάθειά σας για εξεύρεση μιας δίκαιης, ειρηνικής και λειτουργικής λύσης στο Κυπριακό».
Πρόσθεσε ότι «ευελπιστούμε πως οι ακούραστες προσπάθειες σας θα φέρουν σύντομα τον συνομιλητή σας και τις εγγυήτριες δυνάμεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Ο κ. Καραολής σημείωσε ότι «παγκοσμίως πια αναγνωρίζεται η σημαντική γεωστρατηγική θέση που αναβαθμίζει την Κύπρο και που ξεκίνησε με την ιστορική ένταξη της στην ΕΕ και που πρόσφατα ενισχύθηκε με τη σημαντική ανακάλυψη των υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ Κύπρου, αλλά και με τις στρατηγικές συμμαχίες της Κύπρου με γειτονικές χώρες, καθώς και με τις προσπάθειες του Επιτρόπου Προεδρίας για ανάπτυξη των συνεργασιών για τη Διασπορά».
Πρόσθεσε ότι «η ομογένεια, ενωμένη και πάνω από πολιτικές πεποιθήσεις, στηρίζει τους αγώνες σας, όπως και της πολιτικής ηγεσίας του νησιού μας, για τερματισμό της κατοχής».
Ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας αναφέρθηκε στη συνέχεια εκτενώς στις δράσεις της παροικίας για στήριξη του αγώνα της Κύπρου για δικαίωση, δράσεις που έφεραν αποτελέσματα και που αφορούν στην παροχή στήριξης βρετανικών πολιτικών κομμάτων ως προς την αποχώρηση των στρατευμάτων και την κατάργηση των εγγυήσεων.
Τέλος, ο κ. Καραολής ευχαρίστησε τη σύζυγο του Προέδρου της Δημοκρατίας κα Άντρη Αναστασιάδη, για τη συνεχή στήριξή της προς τη Διασπορά της Κύπρου.