Χαιρετισμός του Προέδρου
της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη στην εκδήλωση της Επιτροπής
Κατεχομένων Κοινοτήτων για καταδίκη του ψευδοκράτους, χθες
Αποτελεί πραγματικά ιδιαίτερη τιμή για μένα να συμμετέχω μαζί σας στη σημερινή εκδήλωση, καταδικάζοντας δυναμικά την αποσχιστική και παράνομη πράξη της ανακήρυξης του ψευδοκράτους, η οποία αποτελεί την κορύφωση των τουρκικών προκλήσεων εις βάρος του σκληρά δοκιμαζόμενου λαού μας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Μία πράξη η οποία καταδικάστηκε επίσημα και με δριμύτητα από όλη τη διεθνή κοινότητα και όργανα που κατ εξοχήν την εκφράζουν, όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αλλά και πολλά άλλα διεθνή σώματα όπως το ΕΔΑΔ.
Η 15η Νοεμβρίου του 1983, ημέρα ανακήρυξης του ψευδοκράτους, αποτελεί για κάθε πολίτη όχι μόνο της χώρας μας αλλά και κάθε πολίτη στον κόσμο που σέβεται τη διεθνή νομιμότητα, μία μέρα κατά την οποία το διεθνές δίκαιο γνώρισε ένα ακόμη πλήγμα από τους ίδιους, οι οποίοι το καλοκαίρι του 1974 παραβίασαν κάθε έννοια δικαίου.
Η μονομερής, αποσχιστική αυτή πράξη και η έκτοτε προσπάθεια συντήρησης αυτού του παρανόμου μορφώματος, δεν καταδεικνύει τίποτε άλλο παρά τη συνεχιζόμενη άκαμπτη και αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας, ως κατοχικής δύναμης, να συμμορφωθεί με τα Ψηφίσματα 541 (1983) και 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Με τα εν λόγω ψηφίσματα, η διεθνής κοινότητα, στο σύνολό της, καταδίκασε απερίφραστα την ανακήρυξη αυτή ως νομικά άκυρη, ζητώντας παράλληλα την ανάκλησή της και καλώντας όλα τα κράτη να σεβαστούν την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι επιταγές αυτές της διεθνούς κοινότητας εξακολουθούν να τυγχάνουν πλήρους σεβασμού από όλα τα κράτη παγκοσμίως, γεγονός που αποδεικνύει πως η Κυπριακή Δημοκρατία, αποτελεί ένα ισχυρό και αδιαμφισβήτητο κράτος, που χαίρει σεβασμού από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας.
Οι αδιάλειπτες και επίμονες προσπάθειες της Τουρκίας και της διοίκησης στις κατεχόμενες περιοχές για εξασφάλιση αναγνώρισης, δεν απέφεραν κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Κορύφωση της δικής τους αποτυχίας αποτελεί η ίδια η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία με τον τρόπο αυτό κατέστησε ανέφικτους τους τουρκικούς σχεδιασμούς.
Κορύφωση της αποτυχίας αποτελεί και το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Τουρκία δεν τολμά πλέον να υποβάλει ψηφίσματα στην Ισλαμική Διάσκεψη όπως έπραττε στο παρελθόν, προκειμένου να πετύχει την αναγνώριση του παρανόμου μορφώματος. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι διότι μέσα από την πολιτική που ακλουθήσαμε δημιουργήσαμε τέτοιες συμμαχίες, τέτοια ερείσματα μέσα στα ισλαμικά κράτη, μέσα από τις διασκέψεις, τις επισκέψεις, την ενδυνάμωση των σχέσεων με τα αραβικά κράτη κατά τρόπο που να αποτρέπεται πλέον η κυριαρχία της Τουρκίας και η προσπάθεια αναγνώρισης αυτού του τετελεσμένου που προσπάθησε να δημιουργήσει.
Βεβαίως, θα πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί, δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε ή να νομίζουμε ότι η παρέλευση του χρόνου μπορεί να βοηθήσει στην αποτροπή τετελεσμένων που καταγράφονται επί του εδάφους.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι, η ηγεσία ιδιαίτερα, η πολιτική ηγεσία, όσοι διεκδικούμε να ηγούμαστε αυτού του λαού ότι πρέπει να πετύχουμε το συντομότερο την επανέναρξη του διαλόγου κάτω από συγκεκριμένους όρους - και όταν λέω συγκεκριμένους όρους δεν υπονοώ είτε προϋποθέσεις είτε προαπαιτούμενα, αλλά τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου, του ευρωπαϊκού κεκτημένου, υπονοώ πως αυτό που επιδιώκουμε είναι το συντομότερο την επανέναρξη του διαλόγου που να βασίζεται στις παραμέτρους όπως έγινε κατορθωτό μέσα από τις πολιτικές μας, να υιοθετήσει ο ΓΓ του ΟΗΕ. Όταν ο ίδιος αναγνώριζε στις 4 Ιουνίου για να το επαναλάβει στις 30 Ιουνίου ότι χωρίς την επίτευξη λύσης, χωρίς την κατάργηση των εγγυήσεων δεν μπορεί να υπάρξει λύση του Κυπριακού.
Αυτό που επιδιώκουμε είναι να καθορίζουμε την τύχη μας εμείς οι Κύπριοι. Είμαστε διατεθειμένοι να συμβιβαστούμε εξ ανάγκης, εξ αδηρίτου ανάγκης ως αποτέλεσμα των λαθών μας, ως αποτέλεσμα της διχόνοιας και του στρατιωτικού πραξικοπήματος του προδοτικού πραξικοπήματος της Χούντας των Αθηνών που επέτρεψε την παρουσία της Τουρκίας.
Αυτό που χρειάζεται είναι όλοι να κατανοήσουμε ότι δεν είναι μέσα από τα κενά περιεχομένου συνθήματα που θα πετύχουμε την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι μέσα από μια μεθοδευμένη πολιτική που να αντιμετωπίζει πραγματικότητες, που να δημιουργεί συνέργειες. Μέχρι σήμερα είχαμε πρωταγωνιστικό ρόλο των πέντε μονίμων μελών αλλά οι πρωταγωνιστές ήταν μόνο οι δύο εκ των πέντε. Αυτό που επιδιώκουμε είναι την εμπλοκή όλων στο βαθμό που ο καθένας μπορεί. Και όχι μόνο των πέντε μονίμων μελών αλλά και της ΕΕ αλλά και όλων εκείνων που μπορούν να ασκήσουν επιρροή πάνω στην Τουρκία ώστε να αλλάξει επιτέλους αυτή η αδιάλλακτη, η χωρίς προηγούμενο παράνομη προσπάθεια να κατοχυρωθεί ένα καθεστώς που επεβλήθη δια των όπλων. Δεν είναι τυχαίες οι αναφορές και οι συμμαχίες που κτίζονται. Προχωρούμε προασπιζόμενοι το κράτος μας εμμένοντας ότι επιτέλους πρέπει να βρεθεί λύση στο Κυπριακό για να αποτρέψουμε αυτά που η Τουρκία επιδιώξει και μεθοδεύει είτε δια του διορισμού Επιτρόπου για την Παιδεία ή Επιτρόπου για τον Πολιτισμό.
Είτε Επιτρόπου για τη Θρησκεία είτε δια ισλαμοποίησης των κατεχομένων και είναι αυτά που καταγράφει δυστυχώς ο χρόνος όσο δεν υπάρχει η προοπτική της επίλυσης.
Αλλά αυτό δεν θα πρέπει να δίνει το δικαίωμα την ίδια ώρα και σε κάποιους, και μιλώ για τους Τούρκους και τους Τουρκοκύπριους, να πιστεύουν ότι ακολουθώντας μια αδιάλλακτη πολιτική μπορεί και να ωφεληθούν. Η απομόνωση προκαλεί μόνο δυστυχία. Η εξάρτηση από μια συγκεκριμένη χώρα για να υπηρετεί τις δικές της πολιτικές, δεν υπηρετεί τα καλώς νοούμενα συμφέροντα ούτε των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας. Συνεπώς θα πρέπει και οι ίδιοι να συνειδητοποιήσουν ότι αυτό που απαιτείται είναι δίκαιη λύση και δίκαιη σημαίνει όχι ο ένας να κερδίζει και ο άλλος να χάνει αλλά μια δίκαιη κατά κύριο λόγο βιώσιμη και λειτουργική λύση που να μας επιτρέψει ως κράτος, επιτέλους, να ζήσουμε να βιώσουμε να μπορούμε να λειτουργήσουμε μέσα στην ΕΕ για τους Κύπριους, από τους Κύπριους.
Για αυτό και η επιμονή μου στην κατάργηση των εγγυητικών δικαιωμάτων, των επεμβατικών δικαιωμάτων, της παρουσίας κατοχικού στρατού. Δεν χρειαζόμαστε εγγυητές για να συμβιώσουμε. Πάθαμε και μάθαμε, το λέω έντιμα και ειλικρινά όπως ακριβώς συμβαίνει.
Αυτό που θέλω να σας διαβεβαιώσω, όπως το είπα κατ’ επανάληψη και το απέδειξα, δεν πρόκειται να φέρω ενώπιον του λαού λύση για την οποίαν δεν πιστεύω ότι αποτελεί αυτό που επιδιώκει και θέλει όλος ο λαός, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, διότι η όποια λύση που δεν θα επιτρέπει τα ελάχιστα, την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου θα καταρρεύσει την επομένη. Και δεν είμαι διατεθειμένος να δω να καταρρέει η Κυπριακή Δημοκρατία χάρη της όποιας λύσης.
Θα πρέπει όλοι ενωμένοι και αυτό είναι το σημαντικότερο, αν θέλουμε να πετύχουμε τον στόχο επιτέλους της πραγματικής καταδίκης, και η καταδίκη δεν είναι μόνο η φραστική, είναι η επιτυχία που μπορεί να έχουμε αν ενώσουμε όλοι δυνάμεις. Μακριά και πέραν των όποιων σκοπιμοτήτων. Παρερχόμαστε όσον αφορά τις διεκδικήσεις, τις ατομικές φιλοδοξίες. Το πιο σημαντικό - και πιστεύω είναι για όλους τους πολιτικούς - είναι υπεράνω των κομμάτων και φιλοδοξιών, η πατρίδα μας. Έτσι μόνο θα τιμήσουμε αυτά που πιστεύω όλος ο λαός αξιώνει από εμάς.
Αποτελεί πραγματικά ιδιαίτερη τιμή για μένα να συμμετέχω μαζί σας στη σημερινή εκδήλωση, καταδικάζοντας δυναμικά την αποσχιστική και παράνομη πράξη της ανακήρυξης του ψευδοκράτους, η οποία αποτελεί την κορύφωση των τουρκικών προκλήσεων εις βάρος του σκληρά δοκιμαζόμενου λαού μας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Μία πράξη η οποία καταδικάστηκε επίσημα και με δριμύτητα από όλη τη διεθνή κοινότητα και όργανα που κατ εξοχήν την εκφράζουν, όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αλλά και πολλά άλλα διεθνή σώματα όπως το ΕΔΑΔ.
Η 15η Νοεμβρίου του 1983, ημέρα ανακήρυξης του ψευδοκράτους, αποτελεί για κάθε πολίτη όχι μόνο της χώρας μας αλλά και κάθε πολίτη στον κόσμο που σέβεται τη διεθνή νομιμότητα, μία μέρα κατά την οποία το διεθνές δίκαιο γνώρισε ένα ακόμη πλήγμα από τους ίδιους, οι οποίοι το καλοκαίρι του 1974 παραβίασαν κάθε έννοια δικαίου.
Η μονομερής, αποσχιστική αυτή πράξη και η έκτοτε προσπάθεια συντήρησης αυτού του παρανόμου μορφώματος, δεν καταδεικνύει τίποτε άλλο παρά τη συνεχιζόμενη άκαμπτη και αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας, ως κατοχικής δύναμης, να συμμορφωθεί με τα Ψηφίσματα 541 (1983) και 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Με τα εν λόγω ψηφίσματα, η διεθνής κοινότητα, στο σύνολό της, καταδίκασε απερίφραστα την ανακήρυξη αυτή ως νομικά άκυρη, ζητώντας παράλληλα την ανάκλησή της και καλώντας όλα τα κράτη να σεβαστούν την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι επιταγές αυτές της διεθνούς κοινότητας εξακολουθούν να τυγχάνουν πλήρους σεβασμού από όλα τα κράτη παγκοσμίως, γεγονός που αποδεικνύει πως η Κυπριακή Δημοκρατία, αποτελεί ένα ισχυρό και αδιαμφισβήτητο κράτος, που χαίρει σεβασμού από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας.
Οι αδιάλειπτες και επίμονες προσπάθειες της Τουρκίας και της διοίκησης στις κατεχόμενες περιοχές για εξασφάλιση αναγνώρισης, δεν απέφεραν κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Κορύφωση της δικής τους αποτυχίας αποτελεί η ίδια η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία με τον τρόπο αυτό κατέστησε ανέφικτους τους τουρκικούς σχεδιασμούς.
Κορύφωση της αποτυχίας αποτελεί και το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Τουρκία δεν τολμά πλέον να υποβάλει ψηφίσματα στην Ισλαμική Διάσκεψη όπως έπραττε στο παρελθόν, προκειμένου να πετύχει την αναγνώριση του παρανόμου μορφώματος. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι διότι μέσα από την πολιτική που ακλουθήσαμε δημιουργήσαμε τέτοιες συμμαχίες, τέτοια ερείσματα μέσα στα ισλαμικά κράτη, μέσα από τις διασκέψεις, τις επισκέψεις, την ενδυνάμωση των σχέσεων με τα αραβικά κράτη κατά τρόπο που να αποτρέπεται πλέον η κυριαρχία της Τουρκίας και η προσπάθεια αναγνώρισης αυτού του τετελεσμένου που προσπάθησε να δημιουργήσει.
Βεβαίως, θα πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί, δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε ή να νομίζουμε ότι η παρέλευση του χρόνου μπορεί να βοηθήσει στην αποτροπή τετελεσμένων που καταγράφονται επί του εδάφους.
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι, η ηγεσία ιδιαίτερα, η πολιτική ηγεσία, όσοι διεκδικούμε να ηγούμαστε αυτού του λαού ότι πρέπει να πετύχουμε το συντομότερο την επανέναρξη του διαλόγου κάτω από συγκεκριμένους όρους - και όταν λέω συγκεκριμένους όρους δεν υπονοώ είτε προϋποθέσεις είτε προαπαιτούμενα, αλλά τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου, του ευρωπαϊκού κεκτημένου, υπονοώ πως αυτό που επιδιώκουμε είναι το συντομότερο την επανέναρξη του διαλόγου που να βασίζεται στις παραμέτρους όπως έγινε κατορθωτό μέσα από τις πολιτικές μας, να υιοθετήσει ο ΓΓ του ΟΗΕ. Όταν ο ίδιος αναγνώριζε στις 4 Ιουνίου για να το επαναλάβει στις 30 Ιουνίου ότι χωρίς την επίτευξη λύσης, χωρίς την κατάργηση των εγγυήσεων δεν μπορεί να υπάρξει λύση του Κυπριακού.
Αυτό που επιδιώκουμε είναι να καθορίζουμε την τύχη μας εμείς οι Κύπριοι. Είμαστε διατεθειμένοι να συμβιβαστούμε εξ ανάγκης, εξ αδηρίτου ανάγκης ως αποτέλεσμα των λαθών μας, ως αποτέλεσμα της διχόνοιας και του στρατιωτικού πραξικοπήματος του προδοτικού πραξικοπήματος της Χούντας των Αθηνών που επέτρεψε την παρουσία της Τουρκίας.
Αυτό που χρειάζεται είναι όλοι να κατανοήσουμε ότι δεν είναι μέσα από τα κενά περιεχομένου συνθήματα που θα πετύχουμε την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι μέσα από μια μεθοδευμένη πολιτική που να αντιμετωπίζει πραγματικότητες, που να δημιουργεί συνέργειες. Μέχρι σήμερα είχαμε πρωταγωνιστικό ρόλο των πέντε μονίμων μελών αλλά οι πρωταγωνιστές ήταν μόνο οι δύο εκ των πέντε. Αυτό που επιδιώκουμε είναι την εμπλοκή όλων στο βαθμό που ο καθένας μπορεί. Και όχι μόνο των πέντε μονίμων μελών αλλά και της ΕΕ αλλά και όλων εκείνων που μπορούν να ασκήσουν επιρροή πάνω στην Τουρκία ώστε να αλλάξει επιτέλους αυτή η αδιάλλακτη, η χωρίς προηγούμενο παράνομη προσπάθεια να κατοχυρωθεί ένα καθεστώς που επεβλήθη δια των όπλων. Δεν είναι τυχαίες οι αναφορές και οι συμμαχίες που κτίζονται. Προχωρούμε προασπιζόμενοι το κράτος μας εμμένοντας ότι επιτέλους πρέπει να βρεθεί λύση στο Κυπριακό για να αποτρέψουμε αυτά που η Τουρκία επιδιώξει και μεθοδεύει είτε δια του διορισμού Επιτρόπου για την Παιδεία ή Επιτρόπου για τον Πολιτισμό.
Είτε Επιτρόπου για τη Θρησκεία είτε δια ισλαμοποίησης των κατεχομένων και είναι αυτά που καταγράφει δυστυχώς ο χρόνος όσο δεν υπάρχει η προοπτική της επίλυσης.
Αλλά αυτό δεν θα πρέπει να δίνει το δικαίωμα την ίδια ώρα και σε κάποιους, και μιλώ για τους Τούρκους και τους Τουρκοκύπριους, να πιστεύουν ότι ακολουθώντας μια αδιάλλακτη πολιτική μπορεί και να ωφεληθούν. Η απομόνωση προκαλεί μόνο δυστυχία. Η εξάρτηση από μια συγκεκριμένη χώρα για να υπηρετεί τις δικές της πολιτικές, δεν υπηρετεί τα καλώς νοούμενα συμφέροντα ούτε των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας. Συνεπώς θα πρέπει και οι ίδιοι να συνειδητοποιήσουν ότι αυτό που απαιτείται είναι δίκαιη λύση και δίκαιη σημαίνει όχι ο ένας να κερδίζει και ο άλλος να χάνει αλλά μια δίκαιη κατά κύριο λόγο βιώσιμη και λειτουργική λύση που να μας επιτρέψει ως κράτος, επιτέλους, να ζήσουμε να βιώσουμε να μπορούμε να λειτουργήσουμε μέσα στην ΕΕ για τους Κύπριους, από τους Κύπριους.
Για αυτό και η επιμονή μου στην κατάργηση των εγγυητικών δικαιωμάτων, των επεμβατικών δικαιωμάτων, της παρουσίας κατοχικού στρατού. Δεν χρειαζόμαστε εγγυητές για να συμβιώσουμε. Πάθαμε και μάθαμε, το λέω έντιμα και ειλικρινά όπως ακριβώς συμβαίνει.
Αυτό που θέλω να σας διαβεβαιώσω, όπως το είπα κατ’ επανάληψη και το απέδειξα, δεν πρόκειται να φέρω ενώπιον του λαού λύση για την οποίαν δεν πιστεύω ότι αποτελεί αυτό που επιδιώκει και θέλει όλος ο λαός, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, διότι η όποια λύση που δεν θα επιτρέπει τα ελάχιστα, την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου θα καταρρεύσει την επομένη. Και δεν είμαι διατεθειμένος να δω να καταρρέει η Κυπριακή Δημοκρατία χάρη της όποιας λύσης.
Θα πρέπει όλοι ενωμένοι και αυτό είναι το σημαντικότερο, αν θέλουμε να πετύχουμε τον στόχο επιτέλους της πραγματικής καταδίκης, και η καταδίκη δεν είναι μόνο η φραστική, είναι η επιτυχία που μπορεί να έχουμε αν ενώσουμε όλοι δυνάμεις. Μακριά και πέραν των όποιων σκοπιμοτήτων. Παρερχόμαστε όσον αφορά τις διεκδικήσεις, τις ατομικές φιλοδοξίες. Το πιο σημαντικό - και πιστεύω είναι για όλους τους πολιτικούς - είναι υπεράνω των κομμάτων και φιλοδοξιών, η πατρίδα μας. Έτσι μόνο θα τιμήσουμε αυτά που πιστεύω όλος ο λαός αξιώνει από εμάς.