Κατακλυσμένη
με αισθήματα ευλάβειας και συγκίνησης, η Κοινότητα Αλάμπρας
συγκεντρώνεται για τέταρτη φορά για την τέλεση της επικήδειου ακολουθίας
ενός ακόμα άξιου τέκνου της. Ενός ακόμα τραγικού θύματος της τουρκικής
θηριωδίας του 1974.
Με χρονική καθυστέρηση 40 ολόκληρων ετών,
απευθύνουμε σήμερα το ύστατο χαίρε και αποδίδουμε, όπως επιβάλλει η
εθνική και θρησκευτική μας παράδοση, τις δέουσες τιμές στον ήρωα
Αλαμπρήτη δάσκαλο, Παντελή Νικηφόρου, έναν ακόμη από τους εννέα
αγνοουμένους της Αλάμπρας. Τα ίχνη του Νικηφόρου χάθηκαν κατά στις
άνισες μάχες στην περιοχή της Μιας Μηλιάς, μέχρι το 2008 οπόταν
ανευρέθηκαν τα οστά του στην περιοχή του Κουτσοβέντη και ταυτοποιήθηκαν
με τη μέθοδο του DNA, στα πλαίσια του προγράμματος της Διερευνητικής
Επιτροπής Αγνοουμένων.
Αφετηρία της σύντομης αλλά μεστής και
ένδοξης ιστορίας του ήρωα, υπήρξε η 17η Νοεμβρίου 1941. Ο Παντελής
αντικρίζει το πρώτο φως της ζωής στην κοινότητα Αλάμπρας και είναι ο
νεαρότερος μεταξύ των Νικηφόρου, Μιχάλη και Γιώργου, παιδιά της
οικογένειας των βιοπαλαιστών, Γρηγόρη και Χρυστάλας.
Παρά τους πενιχρούς πόρους, οι άριστες
επιδόσεις του Παντελή στο σχολείο και η έφεση του στα γράμματα αναγκάζει
τους γονείς του να τον εγγράψουν το Σεπτέμβριο του ’54 στην Εμπορική
Σχολή Σαμουήλ.
Μεγαλωμένος σε ατμόσφαιρα βαθιάς χριστιανική
ευσέβειας και ελληνικής αρετής, ο ελληνόψυχος νέος κλείνει από ενωρίς
στην καρδιά του την αγάπη για το Χριστό, την πατρίδα και την οικογένεια
του. Εξού και παρά το πάθος του για μελέτη δεν παραλείπει να
συμπαραστέκεται αγόγγυστα στα άχθη της καθημερινότητας, στηρίζοντας τους
πολυαγαπημένους του γονείς, στις γεωργικές και κτηνοτροφικές τους
ασχολίες.
Εργατικός και μετρημένος, ο Παντελής θα
ξεχωρίσει σύντομα από τους συνομήλικούς του για το ήθος και την
πολυσχιδή του προσωπικότητα. Στοιχεία που γοητεύουν τα μέλη της
κοινότητας Αλάμπρας που τον καμαρώνουν περήφανοι μαζί με την οικογένεια
του. Το 1960, γοητευμένος από το λειτούργημα του δασκάλου, κάνει το
όνειρο του πραγματικότητα εξασφαλίζοντας μετά από εισαγωγικές εξετάσεις
θέση στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου.
Με την αποφοίτησή του διορίζεται το
Σεπτέμβριο του 1962 στο Δημοτικό Σχολείο Καψάλου, αλλά η εκδήλωση της
τουρκανταρσίας τον Δεκέμβριο του ‘63 αφυπνίζει την εθνική του συνείδηση
και αφήνοντας τη διδασκαλική του έδρα, δηλώνει παρών στο κάλεσμα της
πατρίδας και πυκνώνει τους λόχους εθελοντών. Το 1964 συμμετέχει στις
επιχειρήσεις στον Άγιο Θεόδωρο, όπου και στρατοπεδεύει για δύο περίπου
εβδομάδες περιφρουρώντας μαζί με τους συστρατιώτες του την ασφάλεια των
ελλήνων κατοίκων.
Το επόμενο έτος, ο Παντελής Νικηφόρου
κατατάσσεται στην Εθνική Φρουρά και υπηρετεί αρχικά στον Λόχο
Στρατηγείου ενώ στη συνέχεια αποσπάστηκε στις Ομάδες Ασφαλείας Στρατού.
Με την αποστράτευσή του επέστρεψε στο Δημοτικό Σχολείο Καψάλου μέχρι το
1968 και στη συνέχεια ασκεί το λειτούργημα του δασκάλου σε σχολεία της
Αλάμπρας, του Πέρα Χωριού, της Σιάς και της Δασούπολης στη Λευκωσία.
Όλα αυτά τα χρόνια διέμενε με τους
ηλικιωμένους γονείς του στην Αλάμπρα, τους οποίους φρόντιζε με μεγάλη
στοργή. Παράλληλα, συνεισέφερε στην πολιτιστική άνοδο του χωριού και
στην προαγωγή του αθλητισμού, μέσα από τη διοργάνωση εκδηλώσεων στις
εθνικές επετείους καθώς και τη δημιουργία γηπέδου και τη σύσταση
ποδοσφαιρικής ομάδας για το Σωματείο ΘΟΙ Αλάμπρας.
Το ξέσπασμα της πρώτης φάσης της τουρκικής
εισβολής βρίσκει τον Παντελή μαζί με συγχωριανούς του στην Αθήνα, όπου
είχαν μεταβεί για να επισκεφθούν θρησκευτικά και ιστορικά μνημεία.
Καθηλωμένοι στην Ελλάδα, καταφέρνουν λόγω της εμπόλεμης κατάστασης, να
επιστρέψουν στο νησί την 1η Αυγούστου και ο Παντελής σπεύδει να
υπερασπιστεί, για δεύτερη φορά σε λίγα χρόνια, την εδαφική ακεραιότητα
της πατρίδας μας.
Με την κατάταξή του στην εφεδρεία,
επανδρώνει αρχικά με άλλους συστρατιώτες του φυλάκια που είχαν στηθεί
στην Αλάμπρα και στη συνέχεια, το 305 Τάγμα Πεζικού στο οποίο
υπηρετούσε, μεταφέρεται στην περιοχή της Κυθρέας. Από εκεί ομάδα
στρατιωτών, μεταξύ τους και ο Παντελής, οδηγείται στο τουρκοκυπριακό
χωριό Επηχώ μέχρι την 10η Αυγούστου, οπότε και λαμβάνουν οδηγίες να
μεταβούν και να επανδρώσουν τις αμυντικές θέσεις της Μιας Μηλιάς.
Ήταν ήδη πρόδηλο, τόσο από την προηγηθείσα
παραβίαση της εκεχειρίας, όσο και από τις διπλωματικές εξελίξεις, ότι ο
ιταμός εισβολέας θα επιχειρούσε αυτή τη φορά με σκοπό την κατάληψη της
Αμμοχώστου. Η Εθνική Φρουρά, με όσες αξιόμαχες μονάδες είχαν απομείνει,
αναπτύσσεται αμυντικά κατά μήκος της γραμμής Μια Μηλιά – Κουτσοβέντη. Η
προσπάθεια αναχαίτισης των Τούρκων ανατίθεται μεταξύ άλλων στον ηρωικό
ταγματάρχη Τάσο Μάρκου, ο οποίος συντονίζει τους άνδρες του στο επίμοχθο
έργο αμυντικής οχύρωσης. Στην Γραμμή παρατάσσονται μονάδες πεζικού,
πυροβολικού και τα υποτυπώδη τεθωρακισμένα και αντιεροπορικά μέσα που
είχε στη διάθεσή της τότε η Εθνική Φρουρά.
Τα χαράματα της 14ης Αυγούστου εκδηλώνεται η
νέα επίθεση των Τούρκων και η αμυντική γραμμή δέχεται ανηλεή
αεροπορικό βομβαρδισμό, ενώ βάλλεται ταυτόχρονα από βολές πυροβολικού
και όλμων. Περί τις 10 το πρωί η άμυνα διασπάται, τα τουρκικά
τεθωρακισμένα βγαίνουν στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Αμμοχώστου.
Πλείστοι στρατιώτες μας οπισθοχωρούν, πολλοί περικυκλώνονται ενώ αρκετοί
παραμένουν στις επάλξεις.
Μεταξύ αυτών και ο Παντελή, ο οποίος θεάθηκε
για τελευταία φορά να συμπολεμά με τον επίσης δάσκαλο, Κακουλλή
Μουστάκα από τα Λύμπια. Για όσους ήξεραν, φάνταζε αδιανόητο ο ευπατρίδης
νέος να εγκαταλείψει τη θέση του. Παρέμεινε πιστός στο καθήκον, τοις
κείνων ρήμασι πειθώμενος, ως άλλος Λεωνίδας, ως άλλος Παλαιολόγος.
Υπερασπίστηκε την πατρίδα μέχρις εσχάτων, παραμένοντας, πέραν και πάνω
από όλα, συνεπής μεταξύ λόγου και πράξης. Συνεπής στα ιδεώδη της
ελληνικής φυλής που τον ενέπνευσαν ως έφηβο που έκανε βίωμα ως ενεργός
πολίτης, που δίδαξε τόσους και τόσες φορές ως λαμπρός εκπαιδευτικός. Ο
δάσκαλος του ήθους και της αρετής έδωσε με το παράδειγμα αυτοθυσίας του
το καλύτερο μάθημα ελληνικής ανδρείας και φιλοπατρίας σε όλους μας.
Σεβαστοί συγγενείς και φίλοι,
Η κηδεία των λειψάνων του Παντελή θέτει
σήμερα τέλος στο μαρτύριο και το ανείπωτο δράμα της προσμονής και της
αβεβαιότητας, το οποίο για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες βίωσε η οικογένεια
του. Η επίσημη πολιτεία και σύσσωμη η κυπριακή κοινωνία, σας υποβάλλουμε
σήμερα τα συλλυπητήρια και την συμπόνια μας για τον τραγικό χαμό του
δικού σας ανθρώπου.
Η απώλειά σας είναι και απώλεια όλης της
Κύπρου που πενθεί μαζί σας. Ο σεβασμός, η βαθιά εκτίμηση και ο θαυμασμός
της Κυβέρνησης αλλά και ολόκληρου του λαού μας, θα συνοδεύουν για πάντα
τον ήρωα μας Παντελή Νικηφόρο. Ο Παντελής, όπως και οι άλλοι
ηρωομάρτυρες του 1974, τίμησαν στο ακέραιο τον όρκο προς την πατρίδα,
αφήνοντας το άλικο αίμα τους σπονδή για την ελευθερία του πολύπαθου
τόπου μας. Και η θυσία τους αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σπουδαιότητα, γιατί
ήξεραν πως ο Εφιάλτης είχε φανεί και οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε.
Αθάνατε Παντελή,
Προσευχόμαστε σήμερα στον Ύψιστο, στις
δύσκολες ημέρες που διάγει η πατρίδα μας να φωτίζει το δρόμο μας με τη
δική σου ευτολμία και τη συναίσθηση του χρέους και της αποστολής. Αυτή
είναι η ιστορική μας ευθύνη, έναντι στις απελθούσες και επερχόμενες
γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Και σε αυτή μας την οφειλή, ας έχουμε
αείποτε φάρο αγωνιστικότητας και έμπνευσης, τη ζωή και το παράδειγμα
αυτοθυσίας που μας καταλείπεις, εσύ και υπόλοιποι αγωνιστές της
κυπριακής ελευθερίας.
Αιωνία σου η μνήμη, αθάνατε νεκρέ, Έλληνα ήρωα, Παντελή Νικηφόρου. |