18/7/13

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μίλησε στην εκδήλωση για τους πεσόντες κατά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή 18/07/2013

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης μίλησε σήμερα στην εκδήλωση μνήμης και τιμής για τους πεσόντες κατά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή, που πραγματοποιήθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο. Ο κ. Αναστασιάδης στην ομιλία του ανέφερε:


«Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,

Σας καλωσορίζω σε αυτή τη σεμνή τελετή για τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Τιμούμε τους νεκρούς και στρέφουμε τη σκέψη μας στους εγκλωβισμένους και στους συγγενείς των αγνοουμένων μας. Φέρνουμε στη μνήμη μας με θλίψη τις σκηνές της τραγωδίας, όπως τις ζήσαμε εκείνες τις τραγικές μέρες του 1974.

Καλωσορίζω ιδιαιτέρως τους συγγενείς των εξ Ελλάδος πεσόντων και αγνοουμένων, οι οποίοι μας κάνουν την τιμή να βρίσκονται εδώ μαζί μας. Τους ευχαριστώ εκ μέρους της Πολιτείας που έκαναν αυτό το ταξίδι μνήμης για να συναντήσουν νοερά τα αγαπημένα τους πρόσωπα, τους αξιωματικούς και τους οπλίτες που ήρθαν να υπηρετήσουν στην Κύπρο και δεν επέστρεψαν πίσω.

Εκφράζω τη βαθιά ευγνωμοσύνη του Κυπριακού Ελληνισμού διότι με τη θυσία και των δικών σας παιδιών επιβίωσε η Κυπριακή Δημοκρατία για να είναι σήμερα σε θέση να διεκδικεί την απελευθέρωση και την επανένωσή της. Στους πονεμένους συγγενείς των αγνοουμένων στέλνω το μήνυμα πως εργαζόμαστε μεθοδικά ώστε το συντομότερο δυνατόν να αναγνωριστούν τα λείψανα όσων περισσότερων είναι δυνατόν και να παραδοθούν στους οικείους τους ως ελάχιστο μέτρο ανακούφισης του πόνου τους.

Η επιλογή του χώρου για αυτή την εκδήλωση δεν είναι τυχαία. Το Προεδρικό Μέγαρο ήταν και παραμένει σύμβολο δημοκρατικής νομιμότητας, αλλά και η έκφραση της κρατικής μας κυριαρχίας. Είναι ο χώρος όπου κάθε πέντε χρόνια γίνεται η ανανέωση της εντολής ή η εναλλαγή της εξουσίας σύμφωνα με τη βούληση του κυρίαρχου λαού, όπως αρμόζει στο δημοκρατικό μας πολίτευμα.
Δυστυχώς, δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Εξάλλου, γι’ αυτό μαζευτήκαμε όλοι εδώ. Για να θυμηθούμε και να παραδειγματιστούμε από την πιο θλιβερή στιγμή της ιστορίας μας.

Σήμερα επιβεβαιώνουμε την ακλόνητη πίστη μας στην ελευθερία και τη δημοκρατία. Τονίζουμε την ανάγκη προσήλωσης όλων μας στις διαδικασίες εκείνες που προάγουν και στηρίζουν τη νηφάλια πολιτική σκέψη και τον αδογμάτιστο πολιτικό διάλογο. Υπενθυμίζουμε ότι η καλλιέργεια του φανατισμού, του μίσους, και του διχασμού αποτελούν δυναμίτη στα θεμέλια της Δημοκρατίας μας.

Αυτό είναι το ιστορικό δίδαγμα από την τραγωδία του ‘74 και την περίοδο που προηγήθηκε. Αυτή είναι και η μεγάλη δική μας ευθύνη σήμερα. Με λόγους και πράξεις να προσπαθήσουμε να επουλώνουμε πληγές. Όχι να τις αναξέουμε. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.

Φίλες και φίλοι,

Στις 15 Ιουλίου 1974 η ελεγχόμενη από τη χούντα Εθνική Φρουρά μπήκε σε αυτό τον χώρο με τα άρματα. Τα σημάδια από το πυρπολημένο Προεδρικό Μέγαρο είναι ακόμα εμφανή. Με την κατάλυση του κράτους δόθηκε η τέλεια αφορμή στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο με όλες τις φρικτές συνέπειες.

Το 1974 γκρεμίστηκαν σε μια στιγμή όσα διαχρονικά είχαμε δημιουργήσει. Οι τοπικές κοινωνίες που ήταν ριζωμένες για αιώνες στον ίδιο τόπο διασπάρθηκαν σε όλη την ελεύθερη Κύπρο. Ο ιστός της πολιτισμικής εξέλιξης του πληθυσμού των κατεχομένων διακόπηκε βίαια. Αυτή είναι η διαφορά της τουρκικής κατοχής από όλους τους άλλους επιδρομείς που έχουν περάσει από την Κύπρο διά μέσου των αιώνων. Οι κατακτητές έρχονταν και έφευγαν, όμως οι κάτοικοι της Κύπρου ήταν πάντα εδώ, παρόντες σε αυτό το νησί, δίνοντας συνέχεια στην ιστορική του διαδρομή. Για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία αυτού του νησιού υπήρξε αποσύνθεση της κοινωνικής συνοχής με τη βίαιη και μαζική εκδίωξη του γηγενούς πληθυσμού.
Έχουν περάσει σχεδόν τέσσερις δεκαετίες από τότε. Τα ξυπόλητα παιδιά των αντισκήνων είναι σήμερα πενηντάρηδες και έχουν μόνο τραυματικές αναμνήσεις από τα κατεχόμενα, ενώ οι μεσήλικες του 1974 έχουν οι πλείστοι αποβιώσει με τον καημό της επιστροφής.

Όσοι έφυγαν κυνηγημένοι από τα σπίτια τους σε ώριμη ηλικία είναι ίσως οι πιο τραγικοί χαρακτήρες του κυπριακού δράματος. Διότι άφησαν πίσω τους ένα κομμάτι της ζωής τους. Ήταν οι φορείς της κοινωνικής και πολιτισμικής εξέλιξης του ελληνικού πληθυσμού των κατεχομένων. Ήταν οι σύνδεσμοι του χθες με το αύριο, αυτοί που τους έλαχε η μοίρα να τερματίσουν, παρά τη θέληση τους, αυτόν τον αγώνα σκυταλοδρομίας, μέσω του οποίου μεταφερόταν και εμπλουτιζόταν από γενιά σε γενιά η ιστορία και η παράδοση της πατρίδας μας.

Θέλω να πω δυο λόγια και για τη δική μου τη γενιά. Για εμάς που ζήσαμε, στη νεότητα μας, ως αυτόπτες μάρτυρες, την εθνική καταστροφή. Έχουμε να λέμε ότι συμβάλαμε στην ανοικοδόμηση και στην επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ναι, είναι αλήθεια ότι είμαστε η γενιά που ευνοήθηκε από την οικονομική ανάπτυξη, που πήρε μερίδιο από τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης της μεταπολεμικής περιόδου, η γενιά που ζήσαμε σε όλη του τη διάρκεια και σε όλη του την ένταση το λεγόμενο κυπριακό θαύμα. Όμως αυτή δεν είναι η μόνη αλήθεια. Κάτω από την επιφάνεια της ευμάρειας και της επιτυχίας υπάρχει η συσσωρευμένη πίκρα της αποτυχίας. Είτε διότι δεν αποτρέψαμε το κακό είτε διότι δεν τα καταφέραμε να αποκαταστήσουνε τη δικαιοσύνη στην Κύπρο.

Αυτή είναι η ιστορική ευθύνη της δικής μου γενιάς. Να αποκαταστήσει τη ρωγμή του 1974. Να ξεκινήσουμε ξανά τη σκυταλοδρομία της ιστορίας και να συνδέσουμε, στο μέτρο του δυνατού και του εφικτού, το σήμερα και το αύριο της Κύπρου με την κληρονομιά που αφήσαμε πίσω μας το 1974.

Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,
Τούτες τις μέρες, τούτες τις ώρες, οι ομιλίες και οι διακηρύξεις δεν έχουν νόημα αν δεν εμπεριέχουν και το στοιχείο της αυτογνωσίας και της κριτικής. Αν δεν κοιτάξουμε τις πραγματικότητες στα μάτια, αν δεν τις συζητήσουμε μεταξύ μας με ειλικρίνεια, αν δεν αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, δεν θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε το παρελθόν μας και δεν θα επιτύχουμε τον στόχο μας.

Από τούτο εδώ το βήμα, από αυτόν τον συμβολικό χώρο, θέλω να καταδικάσω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Η προσφυγή στη βία ήταν ανεπίτρεπτη και δεν υπάρχουν δικαιολογητικά.

Τούτων λεχθέντων, θέλω να τονίσω ότι μέχρι να φτάσουμε στη 15η Ιουλίου υπήρξε μια αλληλουχία λαθών και κακών πολιτικών που οδήγησαν την πατρίδα μας στην εθνική καταστροφή. Το καταδικαστέο πραξικόπημα του 1974 δεν ήταν μια κακή σύμπτωση, μια μηχανική διαδικασία που εκτροχιάστηκε. Το πραξικόπημα ήταν το σύμπτωμα μιας αλληλουχίας λανθασμένων πολιτικών και επιλογών όχι μόνο μιας παράταξης, αλλά του ευρύτερου πολιτικού συστήματος στον βαθμό που αυτό υπήρχε και λειτουργούσε.

Αυτή την εποχή που η οικονομική κρίση μας έχει βγάλει από τον λήθαργο και μας υποχρεώνει να κάνουμε παραδοχές και κρίσεις που πριν μερικά χρόνια ήταν αδιανόητες, δεν μπορούμε να προσεγγίζουμε το εθνικό μας δράμα μόνο συναισθηματικά, χωρίς καμιά διάθεση αυτοκριτικής.

Τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας μας οφείλαμε να θωρακίσουμε τη δημοκρατία μας, να καλλιεργήσουμε την ανοχή, να μην επιτρέψουμε στις ακρότητες και στο φανατισμό να διεισδύσουν στη ζωή μας. Έπρεπε να είχαμε καλλιεργήσει κουλτούρα αποδοχής και ευθύνης. Έπρεπε να υπήρχαν περισσότερες δημοκρατικές αντιστάσεις. Πολλά ήταν αυτά που έπρεπε να κάνουμε και τα αγνοήσαμε. Τουλάχιστον, ας παραδειγματιστούμε από τα λάθη μας.

Δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε ότι κάθε αντιδημοκρατική πρακτική και συμπεριφορά στην πολιτική οδηγεί σε εθνικά αδιέξοδα. Καλλιεργεί τον φανατισμό, το μίσος και τον διχασμό. Στοιχεία που αποτελούν τα συστατικά για επικίνδυνες εμφύλιες συγκρούσεις.

Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως οι εμφύλιες συγκρούσεις οδηγούν σε μείζονες εθνικές καταστροφές. Δυστυχώς, η εθνική μας ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια επονείδιστα γεγονότα και περιστατικά. Το 1974 είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα.

Ας μην επιτρέψουμε, λοιπόν, την επανάληψη της ιστορίας. Είναι αδήριτη η ανάγκη της απόλυτης προσήλωσης όλων μας στα δημοκρατικά θέσμια. Στις διαδικασίες εκείνες που προάγουν και στηρίζουν τη νηφάλια πολιτική σκέψη, τον αδογμάτιστο και ήρεμο διάλογο. Αυτό θα αποτελούσε και την καλύτερη τιμή προς όσους θυσιάστηκαν για την πατρίδα και τη δημοκρατία.

Οφείλουμε, λοιπόν, να συμπεριφερθούμε με τη μέγιστη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Με τους λόγους και τις πράξεις μας να προσπαθήσουμε να επουλώνουμε πληγές. Όχι να τις αναξέουμε. Να μείνουμε μακριά από την όποια αχρείαστη προσπάθεια πόλωσης και αναμόχλευσης των διχαστικών παθών περασμένων δεκαετιών. Μακριά από εμπάθειες, αφορισμούς και ύβρεις που δυναμιτίζουν την προσπάθεια για εθνική συναντίληψη, συναίνεση και συνεννόηση. Κυρίως, όμως, με σεβασμό στους θεσμούς της πολιτείας.

Φίλες και φίλοι,

Σήμερα, με αφορμή την οικονομική κρίση, επικαλούμαστε το 1974 και αντλούμε παραδείγματα από το πείσμα μας να ζήσουμε και να δημιουργήσουμε σε αυτό το νησί. Είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρουμε, διότι στα δύσκολα μονοιάζουμε. Όπως τότε που ο λαός μας συμφιλιώθηκε και ενωμένος εργάστηκε σκληρά για την ανοικοδόμηση της χώρας, το ίδιο κάνουμε και τώρα. Όλοι μαζί ενωμένοι θα υπερβούμε τον εαυτό μας και θα το κάνουμε ξανά το θαύμα.

Όμως, αυτή τη φορά δεν θα πρέπει να περιοριστούμε στην οικονομική ανάκαμψη και την ανάπτυξη. Πρέπει να κλείσουμε τις πληγές του 1974. Αυτό είναι το υπόβαθρο της βιώσιμης και σταθερής ανάπτυξης.

Το φθινόπωρο θα αρχίσει μια νέα διαδικασία στο Κυπριακό. Θα κάνουμε το παν για να εξασφαλίσουμε μια λύση που θα είναι αξιοπρεπής. Βέβαια, δεν εξαρτάται μόνο από εμάς. Όμως όσο μας αφορά δεν θα υστερήσουμε σε προσπάθειες προκειμένου να πετύχουμε.

Σε πρόσφατη συνέντευξη μου σε τουρκική εφημερίδα είπα πως πρέπει να κατανοήσει και η τουρκική πλευρά ότι υπάρχει πόνος στον κυπριακό λαό. Υπήρξε βίαιος ξεριζωμός, νεκροί, τραυματίες, φόβος. Πρέπει η λύση να ξεπερνά αυτά τα αρνητικά συναισθήματα. Αυτό είναι που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα της λύσης και όχι μόνο οι ρυθμίσεις στα χαρτιά.

Η λύση πρέπει να γίνει αποδεκτή από την κοινωνία η οποία θα κληθεί να την εφαρμόσει και θα ζήσει με αυτήν. Η λύση πρέπει να ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα της κοινωνίας, να μη δημιουργεί πρόσθετες ανασφάλειες και να είναι συμβατή με το κοινοτικό κεκτημένο, που αποτελεί το πιο ασφαλές υπόβαθρο για μια δίκαιη υπό τις περιστάσεις λύση.

Σε αυτή την προσπάθεια θα επιδιώξω να έχω μαζί μου ει δυνατόν το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας και προσδοκώ στη συμπαράσταση της ίδιας της κοινωνίας.

Ξεκίνησα την πολιτική μου σταδιοδρομία στα ερείπια της τουρκικής εισβολής. Το όραμα μου, τώρα που ο λαός με τίμησε με την ψήφο του και μου ανέθεσε την ευθύνη της διαχείρισης του εθνικού μας θέματος, είναι να δω τα τουρκικά στρατεύματα να επιβιβάζονται στα πλοία και να αποχωρούν από την Κύπρο.

Αυτό είναι το δικό μου χρέος στους αγωνιστές της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Αυτό οφείλουμε στην πατρίδα μας. Αυτό οφείλουμε στις επερχόμενες γενιές».