6/11/12

Επικήδειος λόγος για την Στέλλα Σουλιώτη από την Επίτροπο Νομοθεσίας κα Λήδα Κουρσουμπά 06/11/2012

Με μεγάλη οδύνη και βαθιά συγκίνηση αποχαιρετούμε σήμερα τη Στέλλα Σουλιώτη. Μια πραγματική Κυρία με ακέραιο χαρακτήρα, απαράμιλλο ήθος και αξιοπρέπεια. Μια εξέχουσα προσωπικότητα, ελεύθερη στο πνεύμα και με τόλμη στην ψυχή, που άνοιξε δρόμους και ανέδειξε τον ρόλο της Κύπριας γυναίκας. Πρότυπο πολιτειακού αξιωματούχου που τηρούσε ένα κώδικα δεοντολογίας σπάνιο στις μέρες μας.

Όταν τον Μάρτιο του 2010 της απονεμήθηκε το Τιμητικό Βραβείο Συνολικής Προσφοράς της Madame Figaro, μου ζήτησε να το παραλάβω εκ μέρους της. «Είσαι ο άνθρωπος που μπορεί να μιλήσει για μένα – είσαι κόρη μου», μου είπε. Παρακολουθούσε την εκδήλωση από την τηλεόραση και μου τηλεφώνησε συγκινημένη για να μου πει: «Έχεις έτοιμα αυτά που θα πεις στην κηδεία μου». Συγκλονίστηκα. Από τότε ευχόμουν να αργήσει πολύ αυτή η στιγμή.

Η Στέλλα Σουλιώτη υπήρξε πρωτοπόρος, με προσφορά καθοριστικής σημασίας στο πολιτικό, πολιτειακό και κοινωνικό γίγνεσθαι του τόπου μας. Η πορεία της είναι συνυφασμένη με την πολιτική ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εργατική, ειλικρινής, αμερόληπτη, ανιδιοτελής, πειθαρχημένη, άνθρωπος του μέτρου και, ταυτόχρονα, απλή, προσιτή και ανθρώπινη. Και πάντα με σεμνότητα και μετριοπάθεια, επιλέγοντας συνειδητά να βρίσκεται μακριά από το φως της δημοσιότητας.

Το οικογενειακό της περιβάλλον θα μπορούσε να της είχε εξασφαλίσει μια άνετη ζωή σε ένα καλό γάμο, όπως ήταν το «καθώς πρέπει» της εποχής. Όμως, η δίψα της για μόρφωση και το φιλοπρόοδο πνεύμα της, την οδήγησαν σε μια καλή εκπαίδευση που της άνοιγε ορίζοντες, κάτι που η ίδια συχνά απέδιδε στους προοδευτικούς γονείς της, τον διαπρεπή δικηγόρο Παναγιώτη Κακογιάννη και την Αγγελική Ευθυβούλου. Απέκτησε Δίπλωμα Γραμματειακών Σπουδών στο Λονδίνο και υπήρξε η πρώτη γυναίκα που εργάστηκε τότε σε γραφείο στη Λευκωσία ως γραμματέας, κάτι που πάντα η ίδια ανέφερε με περηφάνια. Εντάχθηκε στη Βρετανική Βασιλική Αεροπορία (RAF) και υπηρέτησε κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν η πρώτη και μόνη Κύπρια με τον βαθμό του Λοχαγού. Ήθελε να σπουδάσει ιστορία αλλά, για πρακτικούς λόγους, σπούδασε Νομικά. Η πρώτη και μόνη τότε γυναίκα δικηγόρος που άσκησε το επάγγελμα στην Κύπρο. Δεν επιδίωξε οποιοδήποτε πολιτειακό αξίωμα αλλά, αντίθετα, σε κάθε πρόταση με σεμνότητα προσπαθούσε να αντιτάξει ότι υπήρχαν πιο ικανοί από αυτή. Ήταν η πρώτη και μόνη Υπουργός για δέκα χρόνια στο πρώτο Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως Υπουργός Δικαιοσύνης. Για δύο χρόνια ήταν ταυτόχρονα και Υπουργός Υγείας. Δέκα χρόνια πολύ δύσκολα για το νεοσύστατο κράτος, γεμάτα προκλήσεις και αναταράξεις. Σε όλα αυτά, έμπιστη συνεργάτης δίπλα στον Πρόεδρο του κράτους Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, με τη μεθοδικότητα, τον επαγγελματισμό, τις γνώσεις, την επιμονή και υπομονή της και πολλές άλλες αρετές που τη χαρακτήριζαν βοήθησε και συνέβαλε στη διαμόρφωση πολιτικών αποφάσεων που επέτρεψαν τη συνέχιση της λειτουργίας του κράτους, παρά τις πολιτικές και συνταγματικές δοκιμασίες. Έβαλε τα θεμέλια για υιοθέτηση αρχών και διαδικασιών που καθόρισαν τη λειτουργία του νεοσύστατου κράτους. Η ευφυΐα, η καθαρότητα της σκέψης, η ακεραιότητα του χαρακτήρα, η δυνατότητα της να αντιμετωπίζει καταστάσεις, να λύει προβλήματα και να βρίσκει πρακτικές και εφαρμόσιμες λύσεις, πάντα με μειλίχιο ύφος και χαμηλούς τόνους, ήταν καταλυτικές αρετές, ιδιαίτερα την περίοδο εκείνη που η έκρυθμη εσωτερική κατάσταση προκαλούσε και ρήξη στις σχέσεις πολιτειακών παραγόντων. Η μόνη γυναίκα, σ’ ένα αμιγώς ανδροκρατούμενο πολιτειακό καθεστώς, ήταν αποδεκτή ως εξέχουσα προσωπικότ
ητα. Ο τέως πρόεδρος της Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος, που διετέλεσε Υπουργός την ίδια περίοδο μαζί της και με τον οποίο τους συνέδεε σχέση αμοιβαίας εκτίμησης και σεβασμού, επανειλημμένα τη χαρακτήριζε ως τον «καλύτερο Υπουργό» που πέρασε ποτέ από Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου.

Ήταν εμπνευστής του θεσμού και πρώτη Επίτροπος Νομοθεσίας, με τεράστιες ευθύνες για την υποβολή εισηγήσεων για μεταρρύθμιση της Νομοθεσίας. Άφησε πίσω της σημαντικό έργο που μας καθοδηγεί μέχρι σήμερα. Υπηρέτησε ως Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, η πρώτη και η μόνη μέχρι σήμερα γυναίκα στο αξίωμα αυτό. Το πέρασμα της από τη Νομική Υπηρεσία του Κράτους ήταν καθοριστικό για την άσκηση των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του αξιώματος. Διετέλεσε, διαχρονικά, σύμβουλος του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας στις ενδοκοινοτικές συνομιλίες και γενικά στη διαχείριση του πολιτικού προβλήματος, μέχρι που η ίδια αποφάσισε να αποσυρθεί για να αφήσει νεότερους. Η μεθοδικότητα και το πάθος της για αρχειοθέτηση, ίσως και η έφεση της προς την ιστορία, την κατέστησαν κάτοχο του πιο σημαντικού, άριστα οργανωμένου, αρχείου πολιτικών δεδομένων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό αποτέλεσε τη βασική πηγή για το σύγγραμμα της «Fettered Independence: Cyprus 1878-1964», μοναδικό στο είδος του για τα κυπριακά δεδομένα έργο αναφοράς, που κυκλοφόρησε το 2006. Όπως ήταν αναμενόμενο από έναν άνθρωπο με τέτοιο δημόσιο πνεύμα, αυτό το ιστορικής σημασίας αρχείο το προσέφερε στον τόπο, με καταπίστευμα προς το Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Σε ώριμη ηλικία, για την προσφορά της στη Νομική Επιστήμη, ανακηρύχθηκε Επίτιμη Διδάκτωρ Νομικής (LLD) του Πανεπιστημίου του Nottingham και Visiting Fellow του Πανεπιστημίου του Cambridge.

Παράλληλα, η προσφορά της για τον άνθρωπο και προς τον άνθρωπο ήταν αδιάλειπτη. Προώθησε την κοινωνική αλληλεγγύη στη βάση των αρχών του ανθρωπισμού και όχι της φιλανθρωπίας. Ως Πρόεδρος του Κυπριακού Ερυθρού Σταυρού για τέσσερις δεκαετίες συνέβαλε στην εμπέδωση των αρχών του Διεθνούς Κινήματος στην Κύπρο. Η τουρκική εισβολή την βρήκε από τη μια κρατικό αξιωματούχο κι από την άλλη Πρόεδρο του Ερυθρού Σταυρού, να παίρνει τα ηνία του αποδιοργανωμένου κράτους. Από την πρώτη μέρα της εισβολής, σε ένα ακυβέρνητο κράτος, ανέλαβε το ανθρωπιστικό έργο στη βάση της αρχής της νομιμότητας. Επικαλούμενη τις Συνθήκες της Γενεύης (που η ίδια ως Υπουργός Δικαιοσύνης είχε δέκα χρόνια προηγουμένως αποδεχθεί εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας), πέτυχε την κάθοδο στην Κύπρο κλιμακίων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Στάθηκε ακούραστη, αλύγιστη και με τεράστια αξιοπρέπεια μοιράστηκε την αγωνία των οικογενειών των νεκρών και των αγνοουμένων, το δράμα των γυναικών θυμάτων βιασμού, τον πόνο των εκτοπισθέντων. Συντόνισε την ξένη βοήθεια που με δικές της ενέργειες άρχισε να φτάνει στην Κύπρο από τη δεύτερη μέρα της εισβολής. Οργάνωσε τη βοήθεια προς τους εγκλωβισμένους και εκτοπισμένους, καθώς και την παραλαβή των αιχμαλώτων πολέμου. Έθεσε τις βάσεις για τη σύσταση της Υπηρεσίας Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων και της Υπηρεσίας Εξεύρεσης Αγνοουμένων, στήριξε και ενέπνευσε τους εθελοντές που κατά εκατοντάδες έσπευδαν να συνδράμουν στο έργο του Ερυθρού Σταυρού. Με σοφία, αλλά και πρακτικές λύσεις ενεργοποιούσε διαδικασίες, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, με στόχο την επάνοδο στην ομαλότητα και την έννομη τάξη. Με τη διπλή ιδιότητα του εκπροσώπου της Κυβέρνησης και του Ερυθροσταυρίτη, με εμπεριστατωμένες θέσεις, εισηγήσεις και τοποθετήσεις της σε διεθνή βήματα και διαπραγματεύσεις, ανάλωσε τις δυνάμεις της για επίτευξη μεγάλων στόχων, πάντα για το καλό της Κύπρου και του λαού της. Το ήθος και η ακεραιότητα του χαρακτήρα της, η ευστροφία, η εργατικότητα και η καλοσύνη της την καταξίωσαν στη συνείδηση ξένων ηγετών και διεθνών Οργανισμών.

Σε συλλυπητήρια ηλεκτρονική επιστολή που έλαβα σήμερα το πρωί από την ηγεσία του Διεθνούς Κινήματος Ερυθρού Σταυρού (ΚΕΣ) και Ερυθράς Ημισελήνου επισημαίνεται η αναγνώριση της συμβολής της σε διεθνές επίπεδο, με ειδική αναφορά στις διαπραγματεύσεις για την υιοθέτηση του 1ου και 2ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου των Συνθηκών της Γενεύης. Ήρθε στη μνήμη μου η λάμψη των ματιών της και το τρυφερό της χαμόγελο όταν, πριν μερικά χρόνια, της ανέφερα ότι, από συγκυρία, εγώ ως Επίτροπος Νομοθεσίας και εκπρόσωπος του ΚΕΣ μετείχα στις διαπραγματεύσεις για την υιοθέτηση του 3ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου των Συνθηκών της Γενεύης, το οποίο στη συνέχεια και υπέγραψα εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Χαρακτηριστική είναι και η αντίδραση του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες Saddrudin Agha Khan, τον οποίο κάλεσε στην Κύπρο τον Αύγουστο του 1974, όταν του ζήτησε ένα σημαντικό για την εποχή κονδύλι για αντιμετώπιση των αναγκών των εκτοπισθέντων και για ανέγερση νοσοκομείων: «How can I refuse these sincere blue eyes?» είπε.

Πολέμιος της ευνοιοκρατίας, δεν είχε κάμει χάρη ποτέ σε κανέναν και δεν ζήτησε ποτέ οποιανδήποτε χάρη για την ίδια ή για δικά της πρόσωπα. Όμως, ήταν πάντα παρούσα να στηρίζει διακριτικά φίλους και συνεργάτες της σε προσωπικές τους δοκιμασίες. Χωρίς ανασφάλειες, μοιραζόταν τις γνώσεις και εμπειρίες της, βοηθούσε νέους ανθρώπους και δεν είχε ενδοιασμό να επαινέσει την εργατικότητα και τη φιλοτιμία. Ενέπνεε και μετέφερε αρχές και αξίες με τον τρόπο που η ίδια λειτουργούσε. Ήταν άνθρωπος των έργων, όχι των λόγων. Δεν μιλούσε ποτέ για τον εαυτό της και δεν απέδωσε ποτέ στον εαυτό της επιτυχίες. Άφηνε άλλους να τις καρπώνονται. Και τούτο παρά τις πολλαπλές τιμητικές διακρίσεις που απέσπασε τόσο στην Κύπρο όσο και διεθνώς. Όσοι είχαν την τύχη να υπηρετήσουν κοντά της (μεταξύ αυτών κι εγώ που ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου ως νεαρή και άπειρη δικηγόρος στο Γραφείο της πρώτης Επιτρόπου Νομοθεσίας) το θεωρούν μεγάλο προνόμιο που έδωσε γερές βάσεις για το μέλλον. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι τότε νεαροί συνεργάτες της τη δεκαετία του 70 στο Γραφείο Επιτρόπου Νομοθεσίας, τα «παιδιά» της, όπως μας αποκαλούσε, κρίθηκαν μετέπειτα ικανοί και άξιοι για να αναλάβουν πολιτειακά αξιώματα: Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Επίτροπος Νομοθεσίας, Επίτροπος Προσωπικών Δεδομένων.

Η Στέλλα Σουλιώτη ήταν πάνω απ’ όλα ανθρώπινη και αγαπούσε τους ανθρώπους. Είχε πολλούς διαχρονικούς, πραγματικούς φίλους, γιατί η ίδια πρόσφερε πραγματική φιλία και αγάπη. Διέθετε χρόνο για τους φίλους της. Το σπίτι της ήταν πάντα ανοικτό και φιλόξενο, το απογευματινό τσάι παράδοση και πάντα έτοιμο για όλους όσοι κτυπούσαν την πόρτα της.

Αναντίλεκτα, προείχε η οικογένειά της: Τα αδέλφια της, ο Μιχαλάκης, η Γιαννούλα και ο Γώγος. Τους ένωνε βαθιά αδελφική αγάπη, μια ιδιαίτερα στενή σχέση και ήταν καθοριστικό κομμάτι της ύπαρξης της. Τα ανίψια της και τα ξαδέλφια της. Πρώτος, όμως, στην ψυχή της ήταν ο σύζυγός της, ο Δημήτρης της, τον οποίο υπεραγαπούσε και θαύμαζε για τα δικά του ταλέντα και τη δική του προσφορά. Τον θεωρούσε το μεγάλο στήριγμά της. Έζησαν μαζί 53 ευτυχισμένα χρόνια, πραγματικά συνδεδεμένοι, και μοιράστηκε το δικό του όραμα για την καταπολέμηση του καρκίνου στην Κύπρο. Ο θάνατός του το 2002 ήταν καθοριστικό πλήγμα που βίωσε, όμως, με αξιοπρέπεια και στωικότητα, όπως και το θάνατο, αμέσως μετά, του μικρότερου αδελφού της Γώγου και πολύ αργότερα του Μιχάλη. Η συλλογή των κειμένων του Δημήτρη της υπήρξε το τελευταίο μεγάλο έργο, με το οποίο ασχολείτο συστηματικά και μεθοδικά αλλά και με πολλή αγάπη και συγκίνηση τα τελευταία χρόνια. Δεν πρόλαβε να χαρεί την έκδοσή τους. Βέβαια, πάνω απ’ όλους η μοναχοκόρη της, η Αλέξια, που την λάτρευε και την καμάρωνε γι’ αυτό που είναι και γι’ αυτά που η ίδια κατάφερε στη ζωή της, μια επιτυχημένη σταδιοδρομία στο εξωτερικό, χωρίς τα οικογενειακά δεκανίκια. Απόλυτη ευτυχία σε ώριμη ηλικία της έδωσαν τα δύο της εγγόνια, ο Gibson και ο Snowden, που της χάριζαν απλόχερα την αγάπη τους. Έζησε αυτή την ευτυχία με τον Δημήτρη της και, στη συνέχεια, μόνη. Το γεγονός ότι ο Gibson και ο Snowden επέλεγαν να περνούν όλες τις σχολικές διακοπές μαζί με τον παππού και τη γιαγιά και, ύστερα, μόνο τη γιαγιά, τη γέμιζε απέραντη χαρά και ευτυχία. «Είναι τόσο εκδηλωτικοί μαζί μου, με αγκαλιάζουν και με φιλούν συνέχεια», μου έλεγε με εκείνο το τρυφερό, σχεδόν παιδικό, χαμόγελό της.

Οποιαδήποτε προσπάθεια σκιαγράφησης της Στέλλας Σουλιώτη, ιδιαίτερα κάτω από τη συναισθηματική φόρτιση της παρούσας στιγμής, δεν είναι αντάξια και δεν δικαιώνει την προσφορά και τον άνθρωπο Στέλλα Σουλιώτη.

Η Στέλλα Σουλιώτη υπήρξε μια μοναδική προσωπικότητα και πρότυπο για γενεές που πέρασαν αλλά και που θα έρθουν. Μια λαμπρή φυσιογνωμία, που το πέρασμά της από την επίγεια ζωή τίμησε όχι μόνο το γυναικείο φύλο, αλλά και όλο το ανθρώπινο γένος. Το παράδειγμά της θα καθοδηγεί σαν φάρος τις επόμενες γενιές. Και τούτο θα πρέπει να απαλύνει τον πόνο της οικογένειας και των φίλων της.

Όλοι εμείς, οι δικοί της άνθρωποι, θα την διατηρούμε πάντα στη μνήμη μας με άπειρη αγάπη και ευγνωμοσύνη για ό,τι μας έδωσε, γι’ αυτό που υπήρξε για μας και θα προσπαθήσουμε να μην προδώσουμε αυτό που μας ενέπνευσε.

Σε αποχαιρετούμε προσωρινά πολυαγαπημένη μας κυρία Στέλλα Σουλιώτη. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.