2/10/12

Ομιλία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Στέφανου Στεφάνου σε εκδήλωση του σωματείου ΠΑΟΚ Κλήρου για την επέτειο της Κυπριακής Ανεξαρτησίας, στην Κλήρου, προχθές 02/10/2012

Τιμούμε για 52η φορά την επέτειο της ανεξαρτησίας της Κύπρου. Ο λαός μας, έπειτα από σκληρούς και ενίοτε αιματηρούς αγώνες, κατόρθωσε το 1960 να αποτινάξει την αποικιοκρατία, να αναπνεύσει αέρα ελευθερίας και να αποκτήσει το δικό του ανεξάρτητο κράτος.


Είναι γεγονός ότι η ανεξαρτησία δεν αποτελούσε το στόχο του αντιαποικιακού αγώνα. Ο στόχος για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, που την αποτελούν οι Ελληνοκύπριοι, ήταν η ένωση με την Ελλάδα. Αντικειμενικοί και υποκειμενικοί λόγοι, που δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε, δεν επέτρεψαν την υλοποίηση αυτού του στόχου.

Η ανεξαρτησία, όμως, παρότι δεν ήταν ο στόχος και παρά το γεγονός ότι συνοδευόταν από δεσμεύσεις και όρους, εντούτοις αποτελεί τη μεγαλύτερη κατάκτηση των Κυπρίων. Αυτή δημιουργούσε μια βάση πάνω στην οποία ο λαός μας θα μπορούσε να στηριχθεί για να κινηθεί προς τα μπροστά, να κατακτήσει νέους ορίζοντες και να ανέβει σε νέα επίπεδα.

Η 52 χρόνων ιστορική διαδρομή του ανεξάρτητου κράτους μας, και ανεξαρτήτως των μεγάλων καταστροφών και τραγωδιών που έχουμε γνωρίσει σ’ αυτή τη σύντομη ιστορική διαδρομή, έχει αποδείξει την τεράστια, την καθοριστική σημασία που έχει για ένα λαό η ύπαρξη ελευθερίας και ανεξαρτησίας. Ο λαός μας σ’ αυτή την περίοδο κατάφερε να απαλλαγεί από τη φτώχεια και τη μιζέρια στην οποία τον υποχρέωνε η αποικιοκρατία και η στυγνή εκμετάλλευση των συνεργατών της και να κατακτήσει πολλά στον πολιτικό, τον οικονομικό, τον κοινωνικό και τον πολιτιστικό τομέα. Για όλες αυτές τις κατακτήσεις δεν μπορεί παρά να είμαστε και να δηλώνουμε υπερήφανοι.

Υπερήφανοι, αλλά και προβληματισμένοι. Προβληματισμένοι γιατί οι κατακτήσεις και οι επιτυχίες της χώρας μας καθημερινά απειλούνται από την κατοχή και τη ντε φάκτο διαίρεση που επέβαλε η Τουρκία με τη βία των όπλων το καλοκαίρι του 1974. Είναι γι’ αυτό που κανένας μας δεν μπορεί και δεν πρέπει να βολεύεται με τη ντε φάκτο διαίρεση, αλλά ούτε και να θεωρεί ότι η διχοτόμηση μπορεί να αποτελέσει τη λύση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε με την κατοχή.

Πρέπει όλοι να αντιληφθούμε ότι η διχοτόμηση θα διαιωνίσει τους κινδύνους. Πρέπει όλοι να κατανοήσουμε ότι αυτό που ονομάζουμε ντε φάκτο κατάσταση, με την παρέλευση του χρόνου δεν παραμένει στατική και αναλλοίωτη. Η κατάσταση ολοένα διολισθαίνει προς το χειρότερο και θα συνεχίσει να γίνεται χειρότερη. Αυτό αποδεικνύει η μέχρι σήμερα εμπειρία. Άλλη ήταν η κατάσταση τα πρώτα χρόνια της κατοχής και άλλα είναι τώρα τα δεδομένα επί του εδάφους. Στα πρώτα χρόνια δεν υπήρχαν έποικοι, σήμερα είναι δεκάδες χιλιάδες και οι Τουρκοκύπριοι στις κατεχόμενες περιοχές είναι μειοψηφία. Τότε ο αριθμός των εγκλωβισμένων που δήλωναν την παρουσία των Ελληνοκυπρίων σε κατεχόμενα χωριά μας ήταν μερικές δεκάδες χιλιάδες. Σήμερα είναι μερικές εκατοντάδες αφού εκδιώχθηκαν από το κατοχικό καθεστώς. Προηγουμένως δεν παρατηρείτο το φαινόμενο της μαζικής εκποίησης ελληνοκυπριακών περιουσιών, εδώ και μια δεκαετία περίπου αυτό το φαινόμενο είναι μαζικό. Η παρέλευση του χρόνου ολοκληρώνει την καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς στην οποία προβαίνει η Τουρκία στα κατεχόμενα.

Συν τω χρόνω, η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη τη συνέχιση της παρούσας κατάστασης και αξιοποιώντας την αναβαθμισμένη διεθνή θέση της, έχει εντείνει τις προσπάθειές της όχι μόνο για αναβάθμιση του ψευδοκράτους, αλλά και για αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Κύπρου σχετικά με το θέμα των υδρογονανθράκων, η προσπάθειά της να εξισώσει το ψευδοκράτος με την Κυπριακή Δημοκρατία εξαγγέλλοντας συμφωνίες για οριοθέτηση ΑΟΖ μαζί του καθώς και για διενέργεια θαλάσσιων γεωτρήσεων για εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων είναι πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Είναι φανερό ότι η παρούσα κατάσταση βολεύει και εξυπηρετεί απόλυτα τα συμφέροντα και τους σχεδιασμούς της Τουρκίας. Αυτός που δεν εξυπηρετείται είναι ο κυπριακός λαός –και οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι. Αυτοί, λοιπόν, που άρχισαν δειλά-δειλά να μιλούν για συμφωνημένη διχοτόμηση ή αυτοί που υψώνουν τον πήχη της λύσης εκεί που ποτέ προηγουμένως δεν τον είχαμε τοποθετήσει, ακυρώνοντας διαχρονικές θέσεις της ελληνοκυπριακής κοινότητας, στην ουσία εξυπηρετούν τους τουρκικούς σχεδιασμούς. Συνειδητά ή ασυνείδητα αν γίνεται αυτό δεν έχει σημασία, αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό για την Κύπρο μας και η απαρχή για νέες τραγωδίες αν τελικά οριστικοποιηθεί η διχοτόμηση.

Η εισβολή και η κατοχή και τα δεδομένα που προκάλεσαν δεν άφηναν, δυστυχώς, πολλές επιλογές ενώπιον της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Ουσιαστικά άφηναν μόνο μια, τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Αυτή η λύση είναι συμβιβαστική, δεν είναι η ιδανική λύση. Μπορεί, όμως, να ικανοποιήσει βασικές αρχές και προδιαγραφές που εμείς θέτουμε για τη λύση, όπως είναι η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, η αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών, η ύπαρξη μόνο ενός κράτους που να αποτελεί συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας και το οποίο να χαρακτηρίζεται από μια και μόνη κυριαρχία, μια ιθαγένεια και μια διεθνή προσωπικότητα.

Έχοντας όλα αυτά υπόψη, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα πρέπει πάντοτε να επιδιώκει να διατηρείται ζωντανή η διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού. Θα πρέπει πάντοτε να κάνει ξεκάθαρο ότι όχι μόνο επιθυμεί λύση, αλλά εργάζεται ακατάπαυστα γι’ αυτήν. Θα πρέπει πάντοτε οι θέσεις της για το πλαίσιο της λύσης να είναι ξεκάθαρες και συγκεκριμένες. Κι αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να είναι άλλο από τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία η οποία υιοθετήθηκε σε σωρεία ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και σε πολλές αποφάσεις των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η άρνηση αυτού του πλαισίου θα μας φέρει αντιμέτωπους με τα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα απολέσουμε τα διεθνή στηρίγματα που διαθέτουμε και θα απεγκλωβίσουμε την Τουρκία από τη δέσμευση για ομοσπονδιακή επίλυση του Κυπριακού. Μ’ αυτό τον τρόπο θα επέλθει η οριστικοποίηση της διχοτόμησης, την οποία η Τουρκία θα χρησιμοποιήσει ως όχημα για νομιμοποίηση των παράνομων διεκδικήσεων της στην Κύπρο.

Η σύγχρονη ιστορική πορεία της Κύπρου αποτελεί επιβεβαίωση του αξιώματος ότι η ιστορία κάθε λαού δεν γράφεται με μεγάλα λόγια και συνθήματα. Γράφεται ως αποτέλεσμα των έργων και των πράξεων των ηγεσιών κάθε λαού. Αυτά, πρέπει να στηρίζονται στην ανάλυση και την αξιολόγηση των γεωστρατηγικών δεδομένων, των ισοζυγίων δυνάμεων και των συμφερόντων που διακυβεύονται σε κάθε περίοδο.

Στη σύγχρονη ιστορία μας, δυστυχώς, υπήρχαν κρίσιμες περίοδοι κατά τις οποίες η πολιτική ηγεσία του τόπου αντί να αποφασίζει και να ενεργεί στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων, αποφάσιζε στη βάση του συναισθηματισμού, πολλές φορές εθελοτυφλώντας για τις συνέπειες. Δεδομένων των συνωμοσιών και των εχθρικών σχεδιασμών που έκαναν για την Κύπρο τα ιμπεριαλιστικά ΝΑΤΟϊκά κέντρα, η λήψη υποκειμενικών και συναισθηματικών αποφάσεων έβλαψε την Κύπρο. Θα ήθελα εδώ να αναφέρω ένα παράδειγμα, το πιο σημαντικό κατά την άποψή μου, για να ξεκαθαρίσω τι εννοώ. Ανέφερα στην αρχή της ομιλίας μου ότι η ανεξαρτησία δεν ήταν ο στόχος του αγώνα μας. Καταλήξαμε στην ανεξαρτησία ως αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού, για να αποφύγουμε τα χειρότερα εν όψει των απειλών της Βρετανίας ότι θα προωθούσε τη διχοτόμηση. Αντί το κεκτημένο, η ανεξαρτησία δηλαδή, να αξιοποιηθεί για την παραπέρα πορεία του λαού, η κάθε κοινότητα έκανε τους δικούς της σχεδιασμούς. Για πάρα πολλούς στην ελληνοκυπριακή πλευρά η ανεξαρτησία προσεγγίστηκε ως προθάλαμος της ένωσης με την Ελλάδα. Για την τουρκοκυπριακή ηγεσία η ανεξαρτησία θεωρήθηκε ως βήμα προς τη διχοτόμηση. Από τη στιγμή που δεν υπήρξε δέσμευση και συνέπεια προς την επιτευχθείσα λύση της ανεξαρτησίας, τότε ήταν αναμενόμενο ότι θα προέκυπταν σοβαρά προβλήματα. Πολύ περισσότερο που οι συμφωνίες εγκαθίδρυσης περιείχαν τέτοιες πρόνοιες που καθιστούσαν τη λειτουργία του κράτους τουλάχιστον προβληματική.

Δεν υπήρξαν μόνο λάθη στην ιστορική διαδρομή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπήρξαν και εγκλήματα. Η τρομοκρατική δράση ακροδεξιών οργανώσεων σε βάρος του κυπριακού κράτους, με αποκορύφωμα τη δολοφονική δράση της ΕΟΚΑ Β’ του Γρίβα, έφερναν ολοένα και πιο κοντά την τραγωδία και την καταστροφή. Το πραξικόπημα της χούντας των Αθηνών και της ΕΟΚΑ Β’ στο όνομα της ένωσης έφερε την Τουρκία στην Κύπρο με όλες τις καταστροφικές συνέπειες για τον λαό μας. Προσφυγιά, νεκροί, τραυματίες, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι, καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους της υποδομής της χώρας μας. Το τίμημα για την Κύπρο ήταν βαρύ. Βαρύ ήταν το τίμημα και για την κοινότητα της Κλήρου. Τρεις νέοι της πλήρωσαν με τη ζωή τους στον τιτάνιο αλλά και προδομένο αγώνα της υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιτότητας και της ελευθερίας της πατρίδας μας από την εισβολή του Αττίλα, ενώ άλλοι δύο αγνοούνται ακόμα. Οι πέντε νέοι, ο Νικόδημος Χαραλάμπους, ο Ερωτόκριτος Γαλήνης, ο Χριστάκης Αχιλλέως, ο Χαράλαμπος Κουμπαρίδης και ο Φίλιππος Παύλου, με την αγωνιστική στάση ζωής που επέδειξαν μας επιφορτίζουν όλους μας με το καθήκον της συνέχισης του αγώνα μέχρι τη λύτρωση της πατρίδας μας από την παρουσία του Αττίλα.

Ποιο είναι, λοιπόν, το βασικό δίδαγμα της κυπριακής ιστορίας; Η διαχείριση των εξελίξεων και η διαμόρφωση ορθής, διορατικής και αποτελεσματικής πολιτικής που να διαφυλάσσει και να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και του λαού μας επιβάλλει την ύπαρξη ρεαλισμού ο οποίος να στηρίζεται ασφαλώς σε αρχές και ταυτόχρονα να επιμετρά και να συνυπολογίζει όλα τα αντικειμενικά δεδομένα. Αυτό το δίδαγμα θα πρέπει να μας καθοδηγεί, ιδιαίτερα σήμερα που το Κυπριακό βρίσκεται σε στασιμότητα ένεκα της τουρκικής αρνητικής συμπεριφοράς. Ο ρεαλισμός και οι αρχές λύσης του Κυπριακού καθοδηγούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο οποίος με συνεχή και εντατικό τρόπο προσπάθησε στα χρόνια της θητείας του να ωθήσει τα πράγματα προς τη λύση. Δυστυχώς, αυτό δεν έγινε κατορθωτό αφού η τουρκική πλευρά δεν συνεργάστηκε για να τελεσφορήσουν οι απευθείας διαπραγματεύσεις. Η πολιτική του Προέδρου, όμως, απέδωσε την έξοδο της ελληνοκυπριακής πλευράς από το εδώλιο του κατηγορουμένου ότι δεν επιθυμεί λύση, αποκατέστησε την αξιοπιστία της και άφησε ως καταπίστευμα σημαντικές συγκλίσεις σε πτυχές του Κυπριακού, τις οποίες ο κ. Έρογλου ακυρώνει και αρνείται.

Φίλες και φίλοι,

Τιμούμε την 52η επέτειο της κυπριακής ανεξαρτησίας σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας. Η οικονομική κρίση, απότοκο της παγκόσμιας και ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης, προκάλεσε τέτοια αρνητικά δεδομένα που προβληματίζουν όλους. Εν όψει αυτής της κατάστασης γίνεται πολλή συζήτηση σχετικά με τους λόγους που προέκυψε η οικονομική κρίση και για τους τρόπους αντιμετώπισής της. Επιχειρείται από ορισμένους η κρίση να αποδοθεί στη δήθεν απάθεια και ατολμία της κυβέρνησης να πάρει μέτρα. Αποδίδεται ακόμα στις ιδεολογικές αγκυλώσεις που, όπως ισχυρίζονται, διακατέχουν δήθεν τον Πρόεδρο και την Κυβέρνηση.

Αν η οικονομική κρίση στην Κύπρο είναι αποτέλεσμα ιδεολογικών αγκυλώσεων τότε ιδεολογικές αγκυλώσεις έχουν σχεδόν όλοι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλού, διότι προβλήματα δεν έχει μόνο η Κύπρος. Έχει ο κόσμος ολόκληρος, ο οποίος ταλαιπωρείται από την πιο μεγάλη σε εύρος, σε βάθος και σε χρονική διάρκεια συστημική κρίση που αντιμετώπισε ποτέ. Είναι φανερό ότι η Κύπρος, η οποία έχει μια ανοικτή οικονομία, επηρεάστηκε πάρα πολύ από την κρίση.

Καθοριστικό ρόλο, όμως, για την οικονομική κρίση στην Κύπρο διαδραμάτισε η κρίση της ελληνικής οικονομίας και η σύνδεση που έχει μαζί της η οικονομία της χώρας μας μέσω των δύο μεγάλων τραπεζών. Η απομείωση του ελληνικού χρέους και τα μεγάλα ποσά που παραχώρησαν αυτές οι τράπεζες στην Ελλάδα επιδείνωσαν σε τέτοιο βαθμό την κεφαλαιουχική βάση τους που για την ανακεφαλαιοποίησή της η μια εξ αυτών χρειάστηκε τη στήριξη του κράτους. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της στήριξης αυτής, σημειώνουμε ότι το 1.8 δις. που παραχωρήθηκε στη Λαϊκή Τράπεζα αποτελεί το 10% του συνολικού ΑΕΠ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η χρηματοδότηση των τραπεζών είναι ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να προσφύγει στο μηχανισμό στήριξης. Αν δεν υπήρχε αυτή η ανάγκη, δεν θα προσφεύγαμε στο μηχανισμό. Η Κύπρος, από δημοσιονομικής άποψης, βρίσκεται σε καλύτερη θέση από πολλές άλλες χώρες της ευρωζώνης. Και στην περίπτωση της Κύπρου, όμως, συνέβηκε αυτό που έγινε και στην Ιρλανδία, τη χώρα με τα καλύτερα δημοσιονομικά στην Ευρώπη, η οποία πρώτη ζήτησε τη βοήθεια της ΕΕ λόγω της ανάγκης να στηρίξει το τραπεζικό της σύστημα. Το ίδιο έγινε και με την Κύπρο. Άλλωστε, υποψήφιος για την προεδρία του Κυπριακής Δημοκρατίας, που σήμερα ασκεί έντονη κριτική σε βάρος της κυβέρνησης για την οικονομική κρίση, δημόσια δήλωσε ότι οι περιπτώσεις της Κύπρου και της Ιρλανδίας προσομοιάζουν.

Δεν διαγράφουμε, ούτε και παραγνωρίζουμε τα διαρθρωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία, τα οποία έχουν εκτραχυνθεί λόγω της παγκόσμιας κρίσης. Αυτά υπάρχουν και είναι καλά γνωστά, γιατί υπάρχουν για πολλά χρόνια. Δεν είναι σήμερα που κατέστη υπερμεγέθης ο δημόσιος τομέας. Δεν είναι σήμερα που δημιουργήθηκαν στρεβλώσεις στην οικονομία και συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων απέκτησαν προνόμια. Αυτά υπάρχουν για χρόνια. Τώρα, όλοι θυμήθηκαν τις στρεβλώσεις και τα διαρθρωτικά προβλήματα, ακόμα κι αυτοί που όταν κυβερνούσαν τα επέτειναν και πρόσθεσαν κι άλλα, και θέλουν λύσεις τώρα.

Δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί και οι κατηγορίες ότι η Κυβέρνηση έμεινε απαθής μπροστά στην κρίση και στα προβλήματα. Μέτρα λήφθηκαν. Και για την ανάπτυξη, και για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, και για την επίλυση διαρθρωτικών προβλημάτων. Θυμίζω για παράδειγμα τα δύο πακέτα στήριξης των βασικών κλάδων της οικονομίας. Τα μέτρα στήριξης του τουρισμού. Θυμίζω τα μέτρα που λάβαμε για επίλυση του προβλήματος βιωσιμότητας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των συνταξιοδοτικών σχεδίων του δημοσίου. Θυμίζω τα μέτρα για μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και για την επίλυση του προβλήματος με τους εκτάκτους δημοσίους υπαλλήλους. Την κατάργηση του προνομίου για λήψη ανεργιακού επιδόματος από τους δημοσίους υπαλλήλους μετά την αφυπηρέτησή τους. Την κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων. Θυμίζω τα πακέτα δημοσιονομικής διόρθωσης, με τελευταίο αυτό του περασμένου Δεκεμβρίου, για το οποίο το Ecofin δήλωσε ικανοποίηση.

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με το τραπεζικό σύστημα και οι κίνδυνοι που έχει προκαλέσει στην οικονομία μας υποχρεώνουν να πάρουμε επιπρόσθετα μέτρα. Το πακέτο μέτρων, το οποίο θα αποτελέσει τη δική μας πρόταση εν όψει της διαπραγμάτευσης με την τρόικα, είναι σχεδόν έτοιμο. Αυτό το πρόγραμμα, το οποίο η κυβέρνηση θα συζητήσει με τα κόμματα και τους κοινωνικούς εταίρους, έχει ως στόχο από τη μια να εξυγιάνει την κυπριακή οικονομία και από την άλλη να δίνει ώθηση στην ανάπτυξη, στηρίζοντας την κοινωνική συνοχή. Δύσκολος ο στόχος, αλλά διαπραγματευόμενοι με την Τρόικα θα προσπαθήσουμε να πείσουμε ότι αυτός είναι ο τρόπος και ο δρόμος για να βγούμε από την κρίση. Αυτός είναι ο τρόπος να ανοίξουμε νέες προοπτικές για τον τόπο και την οικονομία μας, όπως έχουμε κάνει με την αποφασιστική προώθηση του θέματος της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων που έχουμε ανακαλύψει στην κυπριακή ΑΟΖ.

Φίλες και φίλοι,

Οι καιροί είναι δύσκολοι. Είναι γι’ αυτό που χρειάζεται μέγιστη συσπείρωση και ενότητα στο εσωτερικό μέτωπο. Αυτό, δυστυχώς, πολλές φορές απουσιάζει και για τούτο το γεγονός πληρώσαμε κόστος. Ήρθε ο καιρός για όλους μας να ανέλθουμε στο ύψος των περιστάσεων και με υπευθυνότητα, χωρίς λαϊκισμούς και μακριά από συνθήματα, να βοηθήσουμε για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις. Η κυπριακή ιστορία διδάσκει ότι όποτε είμαστε συσπειρωμένοι και ενωμένοι, τότε μεγιστοποιούνται οι πιθανότητες για επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων. Όποτε είμαστε διασπασμένοι, τότε αποτυγχάνουμε. Και τέτοια πολυτέλεια πλέον ως τόπος δεν έχουμε.