5/2/12

Χαιρετισμός του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού κ. Γιώργου Δημοσθένους σε ημερίδα με θέμα «Ο ρόλος της εκπαίδευσης στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον», χθες
05/02/2012





Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για τη μεγάλη σημασία των συνεδρίων και ημερίδων, τα οποία παρέχουν την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς μας αλλά και σε άλλους ενδιαφερόμενους να προβληματιστούν και να ανταλλάξουν ιδέες και εμπειρίες για σημαντικά θέματα της κυπριακής και της διεθνούς εκπαιδευτικής και κοινωνικής πραγματικότητας.

Σε αυτό το πλαίσιο χαιρετίζω τη σημερινή ημερίδα που διοργανώνουν η Κίνηση Καθηγητών «Αλλαγή», ο Σύνδεσμος Οικονομολόγων Καθηγητών Κύπρου (ΟΕΛΜΕΚ) και το International Institute of Management (CIIM). Σας συγχαίρω τόσο για τη διοργάνωση της ημερίδας όσο και για την επιλογή του επίκαιρου θέματος, που αφορά στον ρόλο της Εκπαίδευσης στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον.

Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και κρίση δημόσιου χρέους έχει δραματικές επιπτώσεις στις δημόσιες δαπάνες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι δυσμενείς επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην κυπριακή οικονομία είναι εμφανείς, δεν έχουν επηρεάσει όμως αισθητά τον τομέα της παιδείας. Αντίθετα, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, την περίοδο δηλαδή της κρίσης, οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ως ποσοστό του ΑΕΠ και του προϋπολογισμού αυξήθηκαν από το 7,1% το 2007 στο 8,1% το 2010. Με βάση αυτά τα επίσημα δεδομένα η Κύπρος είναι η χώρα με τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Θα πρέπει ασφαλώς να σημειώσω ότι η τρέχουσα οικονομική κρίση μας έκανε να προβληματιστούμε σοβαρά και να μελετήσουμε τρόπους για αποδοτικότερη αξιοποίηση αυτών των επενδύσεων, ώστε η κάθε δαπάνη να αποδίδει θετικά εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Μέχρι σήμερα οφείλουμε, δυστυχώς, να παραδεχτούμε ότι τα αποτελέσματα, όπως τουλάχιστον τα παρουσιάζουν οι διεθνείς έρευνες, δεν αντιστοιχούν και δεν αντανακλούν τις επενδύσεις που γίνονται στην εκπαίδευση. Όπως είναι γνωστό, η Κύπρος κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες και στη γλώσσα.

Όλοι οι ειδήμονες και όλοι οι διεθνείς οργανισμοί συμφωνούν ότι, στο σημερινό κόσμο, τέτοια αποτελέσματα υποσκάπτουν το μέλλον μιας χώρας. Είμαι βέβαιος ότι εκφράζω όλους όταν δηλώνω ότι αυτή η αρνητική κατάσταση πρέπει να αλλάξει χωρίς χρονοτριβή. Αυτόν τον στόχο έρχεται να υπηρετήσει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που υλοποιούμε. Μια μεταρρύθμιση απαραίτητη για να διασφαλίσουμε μακροπρόθεσμα τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, θέτοντας τα θεμέλια της μακροπρόθεσμης ευημερίας της Κύπρου.

Οι εκτιμήσεις αυτές δεν αποτελούν ευχολόγια αλλά στηρίζονται σε μελέτες και ερευνητικά δεδομένα που είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια. Στις μελέτες αυτές, οι οποίες είχαν ως στόχο να διερευνήσουν τον ρόλο της εκπαίδευσης στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον, αποτυπώνεται το μέγεθος της απώλειας που συνεπάγεται για την οικονομία μιας χώρας η έλλειψη ή η παρεμπόδιση σχετικών εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, και, αντίθετα, τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που φέρνει η μεταρρύθμιση.

Συγκεκριμένα, σε έκθεση που ετοιμάστηκε – μετά από σχετική ανάθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εμπειρογνωμόνων για τα Οικονομικά της Εκπαίδευσης με υπεύθυνους τους καθηγητές Hanushek και Woessmann από τα Πανεπιστήμια του Stanford και Μονάχου αντίστοιχα, υπολογίζονται τα οφέλη που θα είχε μια σύγχρονη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση όπως και η βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών στα κράτη μέλη της ΕΕ. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην έκθεση με τίτλο «Το κόστος των χαμηλών εκπαιδευτικών επιδόσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση», η οποία παρουσιάστηκε στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών Παιδείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δείχνουν ότι η επίτευξη του στόχου αναφοράς της ΕΕ για το 2020 όσον αφορά τις δεξιότητες ανάγνωσης, μαθηματικών και φυσικών επιστημών των παιδιών ηλικίας 15 χρονών θα οδηγήσει στη μακροπρόθεσμη αύξηση των ετήσιων ποσοστών ανάπτυξης κατά 0,23% και σε συνολικό κέρδος 21 τρις ευρώ με τη σημερινή αξία.

Η έκθεση περιλαμβάνει για πρώτη φορά και σχετικές εκτιμήσεις και τέσσερα σενάρια για την Κύπρο. Μέχρι σήμερα αυτό δεν ήταν δυνατόν, καθώς η Κύπρος - εξαιτίας των αντιρρήσεων της Τουρκίας - δεν μπορούσε να συμμετάσχει στην έρευνα PISA. Όμως πρόσφατα, οι ερευνητές βρήκαν τρόπο να μετατρέψουν τα αποτελέσματα της έρευνας TIMSS - στην οποία συμμετείχε η Κύπρος - σε αντίστοιχα της PISA, κι έτσι έγινε δυνατόν να υπολογιστούν και για την Κύπρο τα οφέλη της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ή το κόστος, για την περίπτωση που δεν γίνει.

Όλα τα σενάρια είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά σε ό,τι αφορά τις προοπτικές της Κύπρου. Στο πρώτο και πιο συντηρητικό εκτιμάται το όφελος στην περίπτωση που η Κύπρος ανεβεί κατά 25 μονάδες στην PISA: τότε, η επόμενη γενιά θα έχει στη ζωή της συνολικά 49 δις ευρώ περισσότερα. Σύμφωνα δε με το τέταρτο σενάριο, προβλέπεται η αύξηση του ακαθάριστου προϊόντος κατά 323 δις περισσότερο, εάν η Κύπρος φτάσει τις σημερινές επιδόσεις της εκπαίδευσης της Φινλανδίας.

Φίλες και φίλοι,

Ακόμη και εάν οι υπολογισμοί των οικονομολόγων της εκπαίδευσης ξαφνιάζουν ή ξενίζουν, βέβαιο είναι ότι η εκπαίδευση αποκτά ξανά κεντρική σημασία για την οικονομική ανάπτυξη.

Είμαι βέβαιος ότι η σταδιακή βελτίωση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων είναι απολύτως εφικτός στόχος για την Κύπρο, με την προϋπόθεση ότι θα δεν θα υπάρχουν καθυστερήσεις και εκπτώσεις στη μεταρρύθμιση που εφαρμόζουμε με στόχο τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Οι επενδύσεις που πραγματοποιούμε διαχρονικά στην εκπαίδευση, και εννοώ τόσο η παρούσα όσο και οι προηγούμενες Κυβερνήσεις, πρέπει να συνοδεύονται επιτέλους και από την αύξηση της ποιότητας, γιατί η απλή παροχή περισσότερης χρηματοδότησης δεν συνεπάγεται απαραίτητα υψηλότερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα.

Για να τα καταφέρουμε, η εκπαίδευση πρέπει να μείνει έξω απ’ όλες εκείνες τις συγκυριακές αντιπαραθέσεις που έλκουν την καταγωγή τους από άλλα πεδία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής και εμποδίζουν τον αναγκαίο επιστημονικό και νηφάλιο διάλογο.

Όπως έχω τονίσει επανειλημμένως, για να πετύχουμε τους στόχους μας το εκπαιδευτικό μας σύστημα μας χρειάζεται όλους. Κανείς δεν περισσεύει. Όλοι μαζί μπορούμε να πετύχουμε τους συλλογικούς στόχους για να την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, για να οικοδομήσουμε δηλαδή μια ελληνική παιδεία υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων.

Ένα δημοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο, το οποίο θα διαμορφώνει ανθρώπους που κατέχουν ένα στέρεο, επαρκές και συνεκτικό σώμα γνώσεων απ’ όλες τις επιστήμες, θα αναπτύσσει όλες εκείνες τις ιδιότητες που χαρακτηρίζουν έναν δημοκρατικό πολίτη του 21ου αιώνα και θα καλλιεργεί τα κομβικά προσόντα που απαιτούνται ιδιαίτερα στις κοινωνίες του 21ου αιώνα όπως είναι, μεταξύ άλλων, η κριτική σκέψη, η δημιουργικότητα, η προθυμία και ικανότητα για συνεργασία και η ικανότητα εύρεσης περισσότερων λύσεων σ’ ένα πρόβλημα. Για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας και για την Κύπρο μας.

Με αυτές τις σκέψεις χαιρετίζω τη σημερινή ημερίδα και συγχαίρω εκ νέου την Κίνηση Καθηγητών «Αλλαγή», τον Σύνδεσμο Οικονομολόγων Καθηγητών Κύπρου (ΟΕΛΜΕΚ) και το International Institute of Management (CIIM).