Δήλωση του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου
27/09/2011
Ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκης Λ. Ομήρου σε σημερινή συνάντηση του με δημοσιογράφους προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Η έναρξη των εργασιών γεώτρησης εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί πολυσήμαντη εξέλιξη και δημιουργεί νέα δεδομένα.
Τα δεδομένα αυτά, πέραν της μεγάλης οικονομικής τους διάστασης, εμπεριέχουν και αυτόδηλες τεράστιες παραμέτρους για μια δραστική γεωπολιτική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στρατηγικά και Ενεργειακά. Η Κύπρος για πρώτη φορά στην ιστορία της μπορεί να αξιοποιήσει τη γεωγραφική της θέση μετατρέποντάς την από επαχθές βάρος σε ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα που θα ενισχύσει και τον αγώνα του λαού μας για ελευθερία και δικαίωση.
Άμεσο καθήκον είναι τώρα να προχωρήσει ο νέος γύρος αδειοδοτήσεων για γεωτρήσεις εντός των υπολοίπων ‘οικοπέδων’ της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, η διαμόρφωση νέων συμμαχιών στο ενεργειακό πεδίο και όχι μόνο και η δημιουργία ενός Εθνικού Φορέα αξιοποίησης της ενέργειας.
Η δήθεν συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και ψευδοκράτους για καθορισμό της υφαλοκρηπίδας είναι εξ υπαρχής άκυρη και θεωρείται ως ουδέποτε υπάρξασα. Αυτό προκύπτει από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας 186 του 1964, 541 του 1983 και 550 του 1985 που καθόρισαν ως μοναδικό υποκείμενο Διεθνούς Δικαίου την Κυπριακή Δημοκρατία. Περαιτέρω η λεγόμενη συμφωνία Τουρκίας - ψευδοκράτους συγκρούεται ευθέως με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 την οποία πεισμόνως αρνείται να κυρώσει η Τουρκία. Πρόκειται για μια ακόμα έκνομη ενέργεια της Τουρκίας η οποία στερείται οποιασδήποτε νομικής θεμελίωσης από άποψη Διεθνούς Δικαίου.
Η έωλη προσπάθεια της Τουρκίας να εμφανιστεί ως εκπροσωπούσα τους Τουρκοκυπρίους διεκδικώντας δικαίωμα συγκυριαρχίας με την Κυπριακή Δημοκρατία, συνιστά βάναυση παραβίαση των πάγιων Κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Η δε αξίωση Έρογλου για συνεκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί μνημείο θρασύτητας και ευθεία απαίτηση αποδοχής της κατοχής και αναγνώρισης του παράνομου μορφώματος στα κατεχόμενα.
Οι Τουρκοκύπριοι ως νόμιμοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν ασφαλώς τα ίδια δικαιώματα με τους Ελληνοκύπριους. Όσο όμως συνεχίζεται η τουρκική κατοχή, όσο υπάρχει επιμονή στην ύπαρξη του ψευδοκράτους, δεν είναι δυστυχώς εφικτό να απολαμβάνουν ή να είναι μέτοχοι των ίδιων ωφελημάτων οι Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας. Αυτό οφείλεται αποκλειστικά στην αναχρονιστική εμμονή της Τουρκίας να κατέχει παράνομα το 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή είναι που αποστερεί από την τουρκοκυπριακή κοινότητα τη δυνατότητα απόλαυσης όλων των ωφελημάτων.
Ασφαλώς με τη λύση του Κυπριακού, με τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και την κατάργηση του ψευδοκράτους θα είναι δυνατή η συμμετοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας στα μελλοντικά οφέλη από τον υποθαλάσσιο πλούτο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Έτσι όπως ορίζει το Διεθνές Δίκαιο και οι ρητές πρόνοιες των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που ορίζουν ως μοναδικό υποκείμενο Διεθνούς Δικαίου την Κυπριακή Δημοκρατία».
Ακολούθως, κληθείς να σχολιάσει την είδηση από ΜΜΕ ότι το πλοίο Piri Reis εισήλθε και εξήλθε από το οικόπεδο 12, ο Πρόεδρος της Βουλής είπε: «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η εμφάνιση του Piri Reis αποτελεί μια προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων από την πλευρά της Τουρκίας σε ό,τι αφορά στην εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου της Κυπριακής Δημοκρατίας που ανήκει αποκλειστικά και μόνο στην Κυπριακή Δημοκρατία, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας και βάσει της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1982. Το να κινείται σε διεθνή ύδατα οποιοδήποτε πλοίο είναι ένα θέμα. Το να διενεργήσει εντός της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε έρευνες είτε, πολύ περισσότερο, γεωτρήσεις είναι άλλο θέμα. Είναι παρανομία με βάση τους πάγιους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Είναι γι’ αυτό που είχα προτείνει εδώ και εβδομάδες, με αφορμή τις απειλές της Τουρκίας εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ότι θα έπρεπε και θα πρέπει να υπάρξει μια προετοιμασία, εάν συνεχιστούν και κλιμακωθούν οι Τουρκικές προκλήσεις για να προσφύγουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αφού βάσει του Καταστατικού Χάρτη η απειλή διατάραξης της ειρήνης αποτελεί επαρκή λόγο για να συνέλθει το Συμβούλιο Ασφαλείας. Το ίδιο ισχύει, βεβαίως, και για τα ευρωπαϊκά συλλογικά θεσμικά όργανα, όπου επίσης θα πρέπει να αποταθούμε. Θα υπάρξει, βέβαια, συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, από την οποία αναμένουμε ότι θα υπάρξει μια έντονη αντίδραση των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών λαών σε αυτές τις προκλητικές και έκνομες ενέργειες της Τουρκίας».