17/9/17

Επικήδειος λόγος Επιτρόπου Προεδρίας στην κηδεία του εν ψυχρώ εκτελεσθέντος το 1974 αιχμαλώτου πολέμου Ανδρέα Λαμπρίδη

Επικήδειος λόγος Επιτρόπου Προεδρίας στην κηδεία του εν ψυχρώ εκτελεσθέντος το 1974 αιχμαλώτου πολέμου Ανδρέα Λαμπρίδη



Με πόνο ψυχής συγκεντρωθήκαμε σήμερα στον ιερό αυτό ναό για να απευθύνουμε το ύστατο χαίρε και να αποδώσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής στον Ανδρέα Λαμπρίδη, η περίπτωση του οποίου απεικονίζει πλήρως τη βαρβαρότητα του Τουρκικού Αττίλα το 1974.

Συνελήφθη από Τούρκους στρατιώτες με τέσσερα άλλα παλληκάρια, και σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες και το διεθνές δίκαιο έπρεπε να τύχουν της προστασίας που προνοείται για αιχμαλώτους πολέμου. Αντί αυτού, και οι πέντε αιχμάλωτοι πολέμου εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από τα τουρκικά στρατεύματα και τα σώματα τους ρίφθηκαν σε κοίτη ποταμού όπου και αφέθηκαν άθαφτα για δεκαετίες. Ό,τι απέμεινε, κάποια λιγοστά οστά, εντοπίστηκαν και περισυλλέγησαν σε δύο χρονικές περιόδους το 2011 και το 2016, και σε απόσταση μεταξύ τους 350 μέτρων, σε περιοχή νοτιοανατολικά του Τουρκοκυπριακού χωριού Κιουμουρτζού, το οποίο βρίσκεται κοντά στο Κρινί και την Αγύρτα της επαρχίας Κερύνειας.

Υπάρχουν για το στυγερό αυτό έγκλημα συγκεκριμένες μαρτυρίες και στοιχεία, αλλά πριν από οποιαδήποτε άλλη αναφορά, θεωρώ επιβεβλημένο να αναφέρω, με ιδιαίτερη συγκίνηση και δέος, ότι αγνοούμενος όλα αυτά τα χρόνια είναι και παραμένει και ο ένας εκ των δυο αδελφών του Ανδρέα, ο Κώστας, ο οποίος όταν ξέσπασε η τουρκική εισβολή υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στο ίδιο τάγμα, το 251 Τάγμα Πεζικού, στο οποίο είχε καταταγεί ως έφεδρος ο Ανδρέας Λαμπρίδης. Ο Κώστας εξακολουθεί να αγνοείται.

Κλείνουμε ευλαβικά το γόνυ στη θυσία και των δύο. Έδωσαν με ηρωισμό και αίσθημα αυτοθυσίας ό,τι πολυτιμότερο είχαν για την πατρίδα τους. Και αυτό, σε μια περίοδο που η προηγηθείσα προδοσία με το πραξικόπημα, αποδιοργάνωσε και αποδυνάμωσε την Εθνική Φρουρά, διευκολύνοντας την υλοποίηση των τουρκικών σχεδίων σε βάρος της Κύπρου.

Βαρύ το τίμημα που πλήρωσε η οικογένεια Λαμπρίδη. Εκτός από την προσφυγιά, δύο αγνοούμενοι της ίδιας οικογένειας στον βωμό του κυπριακού θυσιαστηρίου. Και οι γονείς τους, ο Λάμπρος και η Αθηνά, να έχουν φύγει από τη ζωή με ανοικτές τις πληγές στην ψυχή τους από τον πόνο και την αγωνία για την εξαφάνιση των παιδιών τους. Ως πολιτεία και λαός εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας για τη θυσία και συνεισφορά της οικογένειας Λαμπρίδη στους αγώνες της πατρίδας μας.

Διέμεναν στον Άγιο Γεώργιο της Κερύνειας. Ο Ανδρέας γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1952 και πριν από την τουρκική εισβολή φοιτούσε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στον κλάδο της Αγγλικής Φιλολογίας. Ένα μήνα πριν την εισβολή είχε επιστρέψει στην Κύπρο για τις καλοκαιρινές του διακοπές.

Έδρα του 251 Τάγματος Πεζικού στο οποίο κατετάγη ο Ανδρέας την ημέρα της εισβολής, ήταν η Γλυκιώτισσα στην Κερύνεια. Από τα χαράματα της ιδίας μέρας τουρκικές αποβατικές δυνάμεις προσέγγισαν τα παράλια στην περιοχή Πέντε Μίλι Κερύνειας και η τουρκική πολεμική αεροπορία βομβάρδιζε ολόκληρη την περιοχή. Ανάμεσα στους στόχους των βομβαρδισμών ήταν και η έδρα του 251 Τάγματος Πεζικού.

Οι άνδρες του τάγματος και οι έφεδροι οι οποίοι κατατάγηκαν εκεί, μετέβηκαν στους τόπους διασποράς, εκτός στρατοπέδου.

Ο Ανδρέας παρέμεινε με τον λόχο του στην περιοχή της Γλυκιώτισσας, εκτός στρατοπέδου αλλά σε κοντινή απόσταση.

Αργότερα την ιδία μέρα, οι αποβατικές τουρκικές δυνάμεις, έχοντας κάλυψη από την τουρκική πολεμική αεροπορία και χρησιμοποιώντας μεγάλο αριθμό αρμάτων μάχης και άλλα βαρέα όπλα, επιτέθηκαν με σφοδρότητα κατά των θέσεων της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή Γλυκιώτισσας, όπου αμυνόταν το 251 Τάγμα Πεζικού.

Ακολούθησαν σκληρές αλλά άνισες μάχες και προ του κινδύνου εγκλωβισμού των ανδρών του τάγματος, διατάχτηκε οπισθοχώρηση.

Ο Ανδρέας έφθασε μέχρι το σπίτι του στον Άγιο Γεώργιο Κερύνειας, μαζί με ακόμη τρεις στρατιώτες του τάγματος του, όπου και φόρεσαν πολιτικές ενδυμασίες. Στις 23 Ιουλίου 1974 και ενώ ολόκληρη η περιοχή βρισκόταν υπό τον έλεγχο των τουρκικών στρατευμάτων, έφθασαν ακόμη δύο στρατιώτες στην οικία Λαμπρίδη και συνολικά πλέον, πέρα από τον ίδιο τον Λαμπρίδη, υπήρχαν ακόμη πέντε στρατιώτες και όλοι τους ντύθηκαν με πολιτικές ενδυμασίες.

Το απόγευμα της 26ης Ιουλίου 1974 και ενώ η ομάδα των στρατιωτών βρισκόταν εντός του περβολιού της οικίας Λαμπρίδη, θεάθηκε να κινείται σε κοντινό δρόμο αυτοκίνητο τύπου λαντ ρόβερ, στο οποίο επέβαιναν στρατιώτες με μπλε μπερέ.

Οι εθνοφρουροί θεωρώντας ότι επρόκειτο για άνδρες των Ηνωμένων Εθνών πλησίασαν για να τους ζητήσουν βοήθεια. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν άνδρες τουρκικού σώματος οι οποίοι μόλις τους αντιλήφθηκαν άνοιξαν πυρ εναντίον τους, φονεύοντας έναν από αυτούς και συλλαμβάνοντας στη συνέχεια άλλους δύο. Μετά απομακρύνθηκαν ενώ οι εναπομείναντες εθνοφρουροί εισήλθαν εκ νέου εντός της οικίας.

Μια ώρα αργότερα έφθασε έξω από την οικία Λαμπρίδη μία ομάδα πάνοπλων Τούρκων στρατιωτών μαζί με ένοπλους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι μαζί τους είχαν τους δύο εθνοφρουρούς που είχαν συλλάβει πριν. Αφού περικύκλωσαν την οικία άρχισαν να πυροβολούν στα παράθυρα και τις πόρτες.

Όταν η κύρια είσοδος υποχώρησε, εφόρμησαν και συνέλαβαν όλους που ευρίσκονταν στο εσωτερικό της οικίας και τους οδήγησαν έξω. Ξεχώρισαν τον Αντρέα και τους υπόλοιπους δύο στρατιώτες και άρχισαν να τους κτυπούν, απειλώντας τους με εκτέλεση.

Σε εκείνο το χρονικό σημείο πέρασε όχημα των Ηνωμένων Εθνών και ο επικεφαλής αξιωματικός συνομίλησε στην Αγγλική γλώσσα με τον Τούρκο επικεφαλής. Η συζήτηση έγινε έντονη και σε κάποια στιγμή ο αξιωματικός των Ηνωμένων Εθνών κοίταξε τους αιχμαλώτους με στενάχωρο ύφος και αμίλητος στη συνέχεια απομακρύνθηκε μαζί με τους άλλους ειρηνευτές.

Οι Τούρκοι εισβολείς, μετά την απομάκρυνση των ανδρών των Ηνωμένων Εθνών, οδήγησαν τον Αντρέα και τους υπόλοιπους τέσσερις στρατιώτες προς άγνωστο μέρος και έκτοτε δεν είχαν δώσει σημεία ζωής.

Συγκλονιστικό είναι το γεγονός ότι μάρτυρες της σύλληψης του Ανδρέα ήταν και οι δύο γονείς του, Λάμπρος και Αθηνά. Επίσης τα αδέρφια του Σοφοκλής, Ελένη και Μάρθα τα οποία τον είδαν να σέρνετε με τη βία των όπλων μακριά και σήμερα στέκονται μαζί με τα παιδιά τους ευλαβικά δίπλα από τα τιμημένα οστά του.

Σε ό,τι αφορά τον αγνοούμενο αδελφό του Ανδρέα, τον Κώστα, που υπηρετούσε τη θητεία του στο 251 Τάγμα Πεζικού, ήταν ενταγμένος σε άλλο λόχο του τάγματος, οι άνδρες του οποίου μετά την οπισθοχώρηση μεταφέρθηκαν και ανασυγκροτήθηκαν στη Λευκωσία. Ακολούθως, μεταφέρθηκαν και επάνδρωσαν αμυντικές θέσεις στην περιοχή Κουτσουβέντη. Τα ίχνη του Κώστα Λαμπρίδη χάθηκαν στις 14 Αυγούστου 1974, ημέρα έναρξης της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής.

Ελληνίδες, Έλληνες,

Σας καλώ να μεταφέρετε τη σκέψη σας σε εκείνες τις μαύρες μέρες και να αναλογιστείτε το μέγεθος του δράματος της οικογένειας Λαμπρίδη. Όπως, βέβαια, και κάθε κυπριακής οικογένειας που πόνεσε, υπέφερε και ντύθηκε στα μαύρα. Κάθε κυπριακής οικογένειας που ακόμα και μετά από 43 χρόνια πόνου και αγωνίας παραμένουν αναπάντητα τα ερωτήματα για την τύχη των αγαπημένων τους.

Μπροστά μας, μέσα στη μικρή λειψανοθήκη, βρίσκεται ένα κομμάτι του κρανίου του ήρωα Ανδρέα Λαμπρίδη και ένας πολύ μικρός αριθμός άλλων οστών. Αυτό το ανοσιούργημα δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτό από κανένα. Με τον πιο απάνθρωπο, βάρβαρο και αιμοδιψή τρόπο, ο Ανδρέας μαζί με τους συντρόφους συνελήφθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου και στη συνέχεια εκτελέστηκαν εν ψυχρώ σε αντίθεση με κάθε αρχή δικαίου, εξασκώντας το ανθρώπινο και αναφέρετο δικαίωμα να υπερασπιστούν την πατρώα γη. Τη γη που τους γέννησε και τους μεγάλωσε και είναι σήμερα διάσπαρτη από μαζικούς τάφους βάρβαρα εκτελεσθέντων συμπατριωτών μας: στην Κερύνεια, τον Κορνόκηπο, το Τζιάος, το Στρογγυλό, την Αφάνεια, τον Τράχωνα, τη Μια Μηλιά και αλλού.

Το δράμα των αγνοουμένων μας συνθέτει την πιο τραγική, την πιο άδικη, την πιο πονεμένη πτυχή της τραγωδίας του κυπριακού λαού. Ένα δράμα χωρίς τέλος, που συνεχίζεται και κορυφώνεται ακόμα και την ώρα που υποτίθεται πως φτάνει στο τέλος του με την ταυτοποίηση των οστών των αγνοουμένων και πεσόντων μας. Συνιστά μέγιστη αισχύνη για τη διεθνή κοινότητα και την ανθρωπότητα μετά από 43 χρόνια να αναζητούμε ακόμα τα δύο τρίτα των αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής και εντελώς απάνθρωπο και άπονο σε αρκετές περιπτώσεις να παραδίδονται στους συγγενείς των αγνοουμένων ελάχιστα, μικρά οστά, μόνο. Αυτοί οι άνθρωποι, οι καρτερικοί και πληγωμένοι συγγενείς έστειλαν στον πόλεμο ολόκληρα παλληκάρια, με σφρίγος, με ζωντάνια, με λεβεντιά και δικαιούνται το ελάχιστο: Μια αξιοπρεπή ταφή των αγαπημένων τους.

Τα εγκλήματα της Τουρκίας στην Κύπρο με τις εκτελέσεις των αιχμαλώτων και την προσπάθεια της να ξεριζώσει κάθε τι το ελληνικό, δεν μπορεί να αποσιωπηθούν ούτε και να παραγραφούν. Πόσο μάλλον όταν συνεχίζεται προκλητικά η παρουσία 40 και πλέον χιλιάδων τουρκικών στρατευμάτων και εφαρμόζονται πρακτικές πλήρους ισλαμοποίησης των κατεχομένων εδαφών μας στο πλαίσιο των σχεδιασμών της Άγκυρας για πολιτική, οικονομική και θρησκευτική ενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στην Τουρκία.

Γι’ αυτό και δεν ξενίζει η επιμονή της Τουρκίας για διατήρηση των εγγυητικών και επεμβατικών, όπως τα αποκαλεί, δικαιωμάτων της μαζί με την εσαεί παραμονή αριθμού στρατευμάτων της στην Κύπρο.

Παρόλα αυτά, η δική μας πλευρά είναι πάντα έτοιμη να επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων εάν και εφόσον υλοποιηθούν οι βασικές προϋποθέσεις που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας για τη δημιουργία ενός κανονικού κράτους χωρίς τα βαρίδια των ξένων εγγυήσεων και των δικαιωμάτων επέμβασης από οποιαδήποτε τρίτη χώρα. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει καταστήσει σαφή την πρόθεσή του να συνεχίσει την προσπάθεια με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, αλλά το ίδιο σοβαρή και υπεύθυνη θα πρέπει να είναι και η στάση της άλλης πλευράς. Η κατοχή θα πρέπει να τερματιστεί και η πατρίδα μας να επανενωθεί προς το συμφέρον των νόμιμων κατοίκων της, καθώς και της σταθερότητας και της ειρήνης στην περιοχή.

Έτσι ας αναλογιστούμε ο καθένας τις ευθύνες του και συλλογικά να προχωρήσουμε για διεκδίκηση των δικαίων μας, για τα οποία αγωνίστηκε και έδωσε τη ζωή του και ο Ανδρέας.

Ελληνίδες, Έλληνες,

Σήμερα, γράφουμε τον επίλογο της τραγικής ιστορίας ενός άξιου τέκνου του Αγίου Γεωργίου Κερύνειας.

Περήφανοι θα αισθάνονταν σήμερα για τον λεβεντονιό τους οι γονείς του Ανδρέα, Λάμπρος και Αθηνά που έφυγαν από την ζωή με τον καημό της εξακρίβωσης της τύχης του.

Αγαπητοί μου Ελένη, Μάρθα και Σοφοκλή, αδέρφια του ήρωά μας.

Αγαπητοί συγγενείς του ήρωά μας.

Πρέπει να νιώθετε υπερήφανοι για την κληρονομιά που ο άνθρωπος σας άφησε, όχι μόνο σε εσάς, αλλά και στην κοινωνία και σε όλους εμάς.

Εύχομαι το τέλος της μακρόχρονης αγωνίας για την τύχη του ανθρώπου σας, να γαληνέψει την ψυχή σας και να απαλύνει τον πόνο σας.

Ο Αντρέας έπεσε στις επάλξεις του καθήκοντος και προς αυτόν, όπως και σε όλους όσοι έδωσαν την ζωή τους για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της Κύπρου μας, οφείλουμε πολλά. Οφείλουμε την ύπαρξη μας ως Κυπριακή Δημοκρατία καθώς και την αξιοπρέπειά μας ως ελεύθεροι άνθρωποι.

Αποχαιρετούμε σήμερα τον Ανδρέα Λαμπρίδη και τιμούμε με ευγνωμοσύνη τη μνήμη του.

Ας είναι αιωνία η μνήμη και η δόξα του στρατιώτη του 251 Τ.Π. Αντρέα Λαμπρίδη του Λάμπρου και της Αθηνάς.

Αιώνια και τιμημένη.
_____________