14/4/16

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου κατά την τελευταία συνεδρία του Σώματος

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου κατά την τελευταία συνεδρία του Σώματος


Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Σήμερα, με την απόφαση που αναμένεται να λάβει στο τέλος της συνεδρίας της η ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων για διάλυσή της, με βάση το άρθρο 67 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ολοκληρώνεται η 10 η Βουλευτική Περίοδος και κατά συνέπεια η θητεία της Βουλής των Αντιπροσώπων που εκλέγηκε στις 22 Μαΐου 2011.

Αισθάνομαι την ανάγκη να σας απευθύνω τον λόγο ως Πρόεδρος του Σώματος κατά την τελευταία πενταετία, αλλά και ως μέλος της λαϊκής αντιπροσωπείας τα τελευταία 35 χρόνια, αφού είχα την εξαιρετική τιμή να εκλεγώ από τους πολίτες για επτά συνεχείς θητείες. Ο κύκλος της κοινοβουλευτικής μου παρουσίας κλείνει σήμερα και είμαι βαθιά ευγνώμων για τη διαχρονική εμπιστοσύνη των πολιτών και του κόμματός μου.

Θέλω να ευχαριστήσω όλα τα μέλη του Σώματος για την άψογη συνεργασία τους κατά τη διάρκεια της παρουσίας μου στην προεδρία της Βουλής. Ευχαριστώ, επίσης, την Γενική Διευθύντρια και τους λειτουργούς της Βουλής για την άριστη επιτέλεση των καθηκόντων τους.

Θέλω, επίσης, να εκφράσω και εκ μέρους όλων των συναδέλφων που δεν διεκδικούν επανεκλογή, την εκτίμηση και τις ευχαριστίες τους προς όλους τους συναδέλφους και το προσωπικό της Βουλής, αλλά και προς τους πολίτες και τα κόμματά τους που τους τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους.

Ελπίζω να έχω ανταποκριθεί επαρκώς στην άσκηση των καθηκόντων του Προέδρου της Βουλής με αντικειμενικότητα και αμεροληψία. Αν χωρίς πρόθεση έχω παραβιάσει αυτό το πλαίσιο έναντι οποιουδήποτε συναδέλφου, καταθέτω την απολογία μου.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Σας απευθύνω τον λόγο από μια αίθουσα και ένα βήμα που αποτελούν τον ναό της Δημοκρατίας. Από την Βουλή των Αντιπροσώπων που αποτελεί την κατ’ εξοχήν έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Ανάμεσα στις τρεις συντεταγμένες ανεξάρτητες εξουσίες που είναι ίσες, η νομοθετική εξουσία έχει προβάδισμα, διότι στο σύνολο της σύνθεσής της στηρίζεται στη λαϊκή νομιμοποίηση, στη λαϊκή εμπιστοσύνη. Το Κοινοβούλιο είναι η κιβωτός άσκησης και έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας. Και είναι για αυτό που η ενδυναμωμένη και αποφασιστική συμμετοχή της Βουλής των Αντιπροσώπων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του πολιτεύματος, συνιστά ουσιώδη προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία της δημοκρατίας.

Προβαίνω σε αυτήν την επισήμανση, γιατί πιστεύω ότι η πολύπλευρη κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει και σε κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών προς τη νομοθετική εξουσία, γεγονός που συνιστά κίνδυνο για τη δημοκρατία. Γιατί η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών γενικά προς την πολιτική διαδικασία και τους θεσμούς και ειδικότερα προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων, οδηγεί τους πολίτες σε φυγή και αποστασιοποίηση και σε μείωση της συμμετοχής, που είναι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για τη λειτουργία της δημοκρατίας.

Η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, τα σκάνδαλα, η διαπλοκή και η διαφθορά, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, ωθεί ολοένα και περισσότερους πολίτες να απομακρύνονται από την πολιτική διαδικασία. Η δημοκρατία όμως μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά και ωφέλιμα στη βάση της συμμετοχής των πολιτών.

Η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας στη δημοκρατία πραγματώνεται και διασφαλίζεται μόνο όταν λειτουργεί μια σχέση αντιπροσώπευσης και εμπιστοσύνης ανάμεσα στον λαό και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους.

Σε αυτήν την απλή και βασική προϋπόθεση οικοδομείται όλο το θεσμικό σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας τους τελευταίους αιώνες. Αν όμως η ύπαρξη πολιτικών φορέων είναι τυπική προϋπόθεση για τη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, η ενεργός συμμετοχή των πολιτών είναι ουσιαστική προϋπόθεση δημοκρατικής αξιοπιστίας και νομιμοποίησης.

Αυτό είναι το θεσμικό και ιστορικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο οι κοινωνικές και οι πολιτικές δυνάμεις, ο κάθε πολίτης, ο λαός ως συλλογικό υποκείμενο, μπορεί να εκφράσει τη βούλησή του, να υπάρξει πολιτικά, να οργανώσει τις κοινωνικές αντιθέσεις και να τις μετατρέψει σε κυβερνητική πολιτική ή σε αντιπολιτευτική πρόταση.

Οι ιδεολογίες, η κοινωνία, η οικονομία, οι πάγιες γεωπολιτικές επιδιώξεις, η ιστορική συνείδηση κάθε έθνους και λαού εξακολουθούν να παράγουν προβλήματα και αντιθέσεις που μόνο η πολιτική μπορεί να εκφράσει και να αντιμετωπίσει. Και πολιτική χωρίς συλλογική οργάνωση, χωρίς συμμετοχή, χωρίς πολιτικούς φορείς υποστατούς και ενιαίους, χωρίς εκλεγμένους αντιπροσώπους που τιμούν την εντολή του εκλογικού σώματος, δεν υπάρχει.

Αυτό είναι το μήνυμα της ιστορίας. Όποτε αυτό το μήνυμα διερράγη, το αποτέλεσμα υπήρξε καταστροφικό. Ωστόσο, μέσα στη σημερινή βαθιά κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών και της κοινωνίας, η επιστροφή της πολιτικής ως ζωογόνου και καθαρτήριας διαδικασίας, ως «επιστήμης του καλού» μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την εκ νέου επιστροφή των πολιτών. Οι οποίοι θα πρέπει να ενεργήσουν εξυγιαντικά και θεραπευτικά, αποκαθιστώντας την αξιοπιστία των θεσμών, του πολιτεύματος και της πολιτικής διαδικασίας.

Η τυφλή άρνηση, ο γενικευμένος αφορισμός και η ισοπεδωτική επίθεση για υπεύθυνους και ευθύνες το μόνο που δεν εξυπηρετεί είναι τη δημοκρατία. Στρώνει δε το δρόμο σε ολοκληρωτικές αντιλήψεις.

Το πολιτικό σύστημα οφείλει να λάβει το εκκωφαντικά ηχηρό μήνυμα των πολιτών. Να μην αρνείται και να μην απεκδύεται ευθυνών. Οι ευθύνες πρέπει να αναζητούνται στη βαθμιαία φθορά του πολιτικού συστήματος. Στην αναποτελεσματικότητα της πολιτικής διαδικασίας, στις λειτουργίες των πολιτικών φορέων, σε φαινόμενα διαφθοράς και ατιμωρησίας. Θα πρέπει ακόμα η αυτοκριτική να επεκταθεί και στις συμπεριφορές των τελευταίων δεκαετιών. Στο κυνήγι του εύκολου κέρδους, του άκρατου ατομικισμού, της απληστίας, της επιδειξιομανίας, του μιμητισμού, του νεοπλουτισμού, της υπερκατανάλωσης, της ασυλλόγιστης ψηφοθηρικής διόγκωσης του δημοσίου τομέα, της ασυλλόγιστης συμπεριφοράς μικρομεγαλισμού των κυπριακών τραπεζών, της αποσάθρωσης των δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης.

Όλα αυτά είναι άνθη του κακού, αλλά και το εύφορο έδαφος, στο οποίο εύκολα φύτρωσε και ευδοκίμησε η κρίση. Που βρήκε την κυπριακή κοινωνία ανοχύρωτη, απογυμνωμένη από τον παραδοσιακό της χαρακτήρα. Αυτό το χαρακτήρα που της επέτρεψε να αντιμετωπίσει την εθνική καταστροφή του 1974 και να επιτύχει την εθνική, οικονομική και κοινωνική αναγέννηση.

Το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο που υιοθετήθηκε αργότερα, οδήγησε σε κακοήθεις μεταλλάξεις σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου: Στην πολιτική, την οικονομία, την παιδεία, τους αξιακούς κώδικες της κοινωνίας.

Σε καμιά περίπτωση η ευθύνη για την απαξίωση της πολιτικής, ως χρήσιμης διαδικασίας προορισμένης να επιδιώκει το «κοινό καλό», δεν βαρύνει την κοινωνία. Η αντιμετώπιση της οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής κρίσης, ωστόσο, δεν είναι αρκετό να επιδιώκεται με τα όποια μέτρα οικονομικού χαρακτήρα.

Σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία και γίνεται όλο και περισσότερο ανταγωνιστικός, η Κύπρος χρειάζεται τομές που θα δίνουν πειστικές απαντήσεις για την ανάκτηση της αυτοδυναμίας του πολιτικού συστήματος, για ένα μοντέλο διακυβέρνησης που θα ρυθμίζει έναν σύγχρονο, αποκεντρωμένο, φιλικό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα. Απαλλαγμένο από το σαράκι των πελατειακών σχέσεων. Η αλλαγή είναι όρος και προϋπόθεση για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Αλλά και για την επανεκκίνηση της οικονομίας και δόμησης ενός νέου δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης.

Η δημοκρατία, πολιτική και οικονομική, αποκτά νόημα και περιεχόμενο, μόνο όταν οδηγεί σε μια κοινωνία ελευθερίας, αλληλεγγύης και συνοχής. Σήμερα, η δημοκρατία χρειάζεται έναν καινούργιο ζωογόνο άνεμο αξιοκρατίας, αξιοπρέπειας και εμπιστοσύνης, έναν άνεμο που θα θέσει τέρμα στις κάθε είδους διαμεσολαβήσεις στο κράτος και για την προάσπιση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.

Οι πολίτες αναμένουν και απαιτούν αποκατάσταση της πολιτικής αξιοπιστίας, της εντιμότητας και της ηθικής στην πολιτική. Απαιτούν πρωτοβουλίες για μια   συνολική αναγέννηση της κοινωνίας, των θεσμών και των εθνικών προοπτικών. Μόνο έτσι θα «ξαναβρούμε την ψυχή μας», την αυθεντικότητά μας, την πίστη μας σε αρχές και αξίες και θα δρομολογήσουμε την οικονομική, την κοινωνική και την εθνική επανεκκίνηση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ύψιστο χρέος και πρωταρχική μας ευθύνη εξακολουθεί να είναι ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής και της διαίρεσης της πατρίδας μας. Συμπληρώνονται 42 χρόνια από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή που βύθισαν στο πένθος και τα μαρτύρια τον λαό μας.

Σαράντα δύο χρόνια προσφυγιάς και βάναυσης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών του λαού μας. Χρόνια δίσεκτα με ανεκπλήρωτα οράματα και με άλυτο το Κυπριακό. Με αποτυχία επανειλημμένων μεσολαβητικών προσπαθειών και άκαρπων διακοινοτικών συνομιλιών.

Το καθήκον μας σήμερα απέναντι στην ιστορία και τον πολιτισμό μας είναι η με κάθε κόπο και κάθε θυσία αποτροπή της παγίωσης των τετελεσμένων της εισβολής και η εμμονή σε λύση που θα είναι λειτουργική και βιώσιμη και θα αντέχει στη δοκιμασία του χρόνου. Η λύση του Κυπριακού αποτελεί την κορυφαία προτεραιότητα και το μέγιστο χρέος μας προς τον λαό και την πατρίδα. Η κατοχή και η διαίρεση δεν μπορούν να αποτελέσουν λύση.

Διαχρονικό μας χρέος η σταθερή και αμετάκλητη προσήλωσή μας στην κρατική μας οντότητα που συνιστά η Κυπριακή Δημοκρατία, ως θώρακας και ασπίδα απέναντι στις προσπάθειες να την πλήξουν και να τη διαλύσουν. Διερχόμενη μέσα από συνωμοσίες και παγίδες η Κυπριακή Δημοκρατία επέζησε και αποτελεί και σήμερα σταθερό βάθρο για τη συνέχιση του αγώνα για τερματισμό της τουρκικής κατοχής και για λύση που θα διασφαλίζει την αρμονική συνύπαρξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε μια ελεύθερη δημοκρατική πατρίδα.

Στο Κυπριακό είμαστε για μια ακόμα φορά σε μια κρίσιμη φάση της ιστορίας του. Ο Κυπριακός Ελληνισμός επιθυμεί λύση. Επιθυμεί λύση το συντομότερο δυνατό. Την επιθυμούσαμε και την επιδιώκαμε από την επομένη της τουρκικής εισβολής. Όχι, όμως, οποιαδήποτε λύση. Λύση τερματισμού της κατοχής, απομάκρυνσης των εποίκων, κατάργησης των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960, αδιαπραγμάτευτη εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών όλων των νομίμων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενότητα λαού, κράτους, θεσμών και οικονομίας. Εφαρμογή χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Μια λύση που δεν θα διασφαλίζει τις ελευθερίες εγκατάστασης, διακίνησης, άσκησης επαγγέλματος και το δικαίωμα περιουσίας, δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή. Λύση που θα φαλκιδεύει δικαιώματα και ελευθερίες και θα καθιστά τους Κύπριους πολίτες, Ευρωπαίους πολίτες δεύτερης κατηγορίας, δεν πρόκειται να εγκριθεί από τον Κυπριακό Ελληνισμό.

Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία των κυπριακών εξελίξεων, αποτελεί υπέρτατο χρέος και ιστορική ευθύνη η διαμόρφωση συνθηκών μιας ελάχιστης εθνικής συνεννόησης στη διαχείριση του Κυπριακού. Με συλλογικότητα στη βάση μιας συμφωνημένης ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής. Με συλλογικότητα και συνδιαμόρφωση αποφάσεων. Το Κυπριακό πρέπει να αποτελεί πεδίο ενότητας και κοινών δράσεων. Αυτή είναι η απαίτηση του λαού μας. Η μορφή και το περιεχόμενο της λύσης έχουν καθοριστεί με την ομόφωνη απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου του 2009. Να αποτελέσει θεμέλιο ευρύτατης πολιτικής και λαϊκής ενότητας. Είναι ώρα ευθύνης για όλους και η συνείδηση αυτής της ευθύνης εθνικό χρέος.

Επιπλέον, επιβάλλεται η αξιοποίηση των νέων γεωστρατηγικών, γεωπολιτικών και γεωοικονομικών δεδομένων που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας και ανέτρεψαν παγιωμένες ισορροπίες δεκαετιών. Η Κύπρος αποτελεί παράγοντα ασφάλειας, σταθερότητας και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή. Σε συνδυασμό με το συγκριτικό πλεονέκτημα των φυσικών μας πόρων στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, μπορούμε και πρέπει να οικοδομούμε την εθνική μας στρατηγική.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Θέλω να τελειώσω αυτή την τελευταία παρέμβασή μου στη λαϊκή αντιπροσωπεία λέγοντας λίγα λόγια πιο προσωπικά. Για αυτά που νοιώθω, για αυτά που θεωρώ ως   προσωπικό χρέος, για αυτά που προσδοκώ και ελπίζω. Ως ένας άνθρωπος που είχα την τιμή να έχω τη διαχρονική εμπιστοσύνη του λαού μας τα τελευταία 35 χρόνια. Να μιλήσω χωρίς πολιτικές εκφράσεις και γλώσσα ξύλινη και άψυχη.  

Θέλω λοιπόν να σας πω ότι σε αυτή την περίοδο της κρίσης έχουμε χρέος να οραματιζόμαστε μια Κύπρο που να μπορεί να πιστέψει ξανά στον εαυτό της. Μια Κύπρο που να απορρίπτει τη στασιμότητα, τη μιζέρια, τη μεμψιμοιρία, την ήσσονα προσπάθεια την παρακμή. Μια Κύπρο που να εκπέμπει το μήνυμα ότι δεν χάσαμε την ψυχή μας. Μια Κύπρο της συλλογικής προσπάθειας, της δημιουργικής εργασίας, της νέας γενιάς που αμφισβητεί και ανοίγει δρόμους, της επιστημονικής αριστείας, της υγιούς επιχειρηματικότητας, της νέας ώθησης της οικονομίας μέσα σε περιβάλλον ανάπτυξης, υγιών κανόνων λειτουργίας της αγοράς και διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.

Με ανταπόκριση στο αίτημα των πολιτών που ζητούν από την πολιτική για μια ακόμα φορά ένα δρόμο ελπίδας. Ένα δρόμο σιγουριάς για το μέλλον. Ένα νέο όραμα για τον 21 ο αιώνα, για να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τις προκλήσεις για ελεύθερη Κύπρο, για την ειρήνη, την κοινωνική δικαιοσύνη, την οικολογική προστασία, μια νέα ποιότητα ζωής.

Σήμερα, πρέπει να μετρηθούμε ξανά με την ίδια μας την ιστορία, με την πολυκύμαντη ιστορία της Κύπρου, με τους αγώνες, τις θυσίες και τα μαρτύρια μιας πορείας χιλιάδων χρόνων, με ειλικρίνεια και τόλμη, με την ψυχή των ιδεών, των στόχων και των επιδιώξεών μας. Με την ιστορική μνήμη να είναι παρούσα, όχι ως στοιχείο διαίρεσης, αλλά ως στοιχείο συνάντησης και σύνθεσης. Επιδιώκοντας το μείζον που είναι η ιστορική, κοινωνική και πολιτική αποκατάσταση της προοπτικής και του μέλλοντος μας, ως ενιαίου χώρου αναφοράς. Μιλούμε για την πατρίδα μας, μιλούμε για την Κύπρο, μιλούμε για την προσωπική και συλλογική μας ταυτότητα.  

Στις σειρήνες της προσαρμογής, της στασιμότητας, της αδράνειας και της ενσωμάτωσης, να απαντήσουμε με το παράγγελμα που έρχεται από τα βάθη της ιστορίας: «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης» . Διαβάζοντας τους οιωνούς της νέας εποχής. Ανοίγοντας τα αυτιά μας στο πολύβουο κάλεσμα της ιστορίας. Όχι, για να σταματήσουμε περιδεείς και ανήμποροι μπροστά στα τείχη, αλλά προχωρώντας, για να τα γκρεμίσουμε, να τα ξεπεράσουμε. Έτσι παραγγέλλει σε όλους τους δυνατούς τόνους, το εθνικό μας χρέος, η κοινωνική μας ευθύνη, η πολιτιστική μας κληρονομιά, οι ιστορικές μας ρίζες.

Γιατί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο κόσμος δεν επιβιώνει με Προκρούστες που θα ήθελαν την ιστορία, αλλά και αρχές και αξίες, συντάγματα, θεσμούς και δικαστικά συστήματα, ανθρώπινα δικαιώματα και θεμελιώδεις ελευθερίες –τώρα και τις οικονομίες- ευθυγραμμισμένες στο σχήμα και τα δεδομένα της δικής τους κλίνης. Αντίθετα, η ανθρωπότητα έχει ανάγκη εμπνευστών. Τα μεγαλειώδη στην ιστορία θέλουν γνώση, ιστορική ενόραση, κοινωνική ευαισθησία, πάθος για το δίκαιο του αδυνάτου, θέλουν τη συναρπάζουσα σύνθεση μεγάλου νου και μεγάλης ψυχής.

Χρέος μας λοιπόν και σήμερα να αποφύγουμε την προσαρμογή με τη διαίρεση και την κατοχή, την οικονομική στασιμότητα και την κοινωνική οπισθοδρόμηση και να επιμείνουμε στις διαχρονικά άφθορες αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Αυτή είναι η οφειλόμενη ανταπόκριση στο χρέος απέναντι στην μακραίωνη ιστορία του λαού μας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Σας χαιρετώ σε αυτήν την τελευταία Συνεδρία του Σώματος με τη διαβεβαίωση ότι θα συνεχίσω από τη θέση του ενεργού πολίτη να στηρίζω το κύρος και την αξιοπιστία της Βουλής των Αντιπροσώπων ως του θεμέλιου του δημοκρατικού πολιτεύματος και ως του προμαχώνα της λαϊκής κυριαρχίας.

Σε όλες και όλους σας εύχομαι εκπλήρωση κάθε ευγενούς σας στόχου και προσδοκίας.

Σας ευχαριστώ.