Ομιλία του Επιτρόπου Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα
κ. Φώτη Φωτίου στο ετήσιο μνημόσυνο των πεσόντων
Ακανθιωτών
Σαράντα ένα βασανιστικά χρόνια πέρασαν από το δίδυμο
έγκλημα κατά της Κύπρου. Το προδοτικό πραξικόπημα της 15 ης Ιουλίου
και η βάρβαρη εισβολή του τουρκικού Αττίλα στις 20 Ιουλίου ήταν ό,τι χειρότερο
επεφύλαξε η μοίρα στην πατρίδα μας.
Η σκέψη μας πάει πίσω στις μαύρες εκείνες μέρες που
βίωσε ο λαός μας. Στους νεκρούς, τους αγνοουμένους, τους αιχμαλώτους και τους
εγκλωβισμένους. Στη βίαιη εκρίζωση του ενός τρίτου του πληθυσμού μας, την
καταπάτηση των ιερών και των οσίων μας, τον πόνο και το βουβό κλάμα στους
προσφυγικούς καταυλισμούς. Αλλά και στην πρωτόγνωρη δύναμη και την αντοχή που
έδειξε ο λαός μας στην προσπάθειά του να ξεπεράσει την καταστροφή, να κτίσει
ξανά τα θεμέλια προόδου της οικονομίας και να δημιουργήσει προϋποθέσεις και
προοπτικές διεκδίκησης των δικαίων του λαού μας.
Κάθε μνημόσυνο των πεσόντων και μαρτύρων μας δεν
τελείται μόνο για την ανάπαυση της ψυχής τους. Τελείται και για την ενδυνάμωση
της θέλησης και της αποφασιστικότητάς μας για τη δικαίωση της θυσίας τους.
Έτσι θα αντικρίζουμε από δω και πέρα τις ηρωικές μορφές
των αθανάτων νεκρών μας, που έγραψαν τη δική τους και τη δική μας ιστορία. Των
ανθρώπων μας, που η θύμησή τους, θα συντροφεύει τον εθνικό μας βίο, στα εύκολα
και στα δύσκολα. Στις αποφράδες μέρες αλλά και τις στιγμές της ανάτασης της
πατρίδας μας. Όταν οι ψυχές των ηρώων μας ζωντανεύουν και φωτίζουν τα σκοτεινά
μονοπάτια της λήθης και της παραγραφής των πραγματικών γεγονότων. Στο κάθε
καλοκαίρι, που οι στυλοβάτες της αξιοπρέπειας και της τιμής, ολόρθοι καθοδηγούν και υπενθυμίζουν το χρέος
μας έναντι εκείνων που έρχονται για να ζήσουν λεύτεροι στην εσχατιά του
Ελληνισμού. Σε τούτο το νησί που τα γλαυκά χρώματα ταιριάζουν πιότερο με τις
ψυχές των αγγέλων μας και των ιερομαρτύρων, τη μνήμη των οποίων τιμούμε
σήμερα.
Όπως ορθά έχει λεχθεί, λαοί οι οποίοι λησμονούν την
ιστορία τους είναι καταδικασμένοι να τη ξαναζήσουν. Όσο κι αν φθίνουν οι μνήμες
στη «μέγγενη του χρόνου», στιγμές, που δεν πρέπει να λησμονήσουμε ποτέ,
αποτελούν η ολέθρια τουρκική εισβολή μαζί με τα χρόνια κατοχής που πέρασαν
βασανιστικά και καταστροφικά για τον τόπο μας.
Διότι αλίμονο και στις σημερινές και στις επόμενες
γενιές, αν αφήσουμε τη θυσία τους να παραμείνει αδικαίωτη. Αλίμονο αν αφήσουμε
τον χρόνο να συνθλίψει τις μνήμες μας και να επιφέρει τη συμφιλίωση μας με την
κατοχή, τον σφετερισμό των πατρογονικών μας εστιών και την καταπάτηση των
δικαιωμάτων μας. Αλίμονο αν δεν εντείνουμε τις προσπάθειες για εκπλήρωση του
χρέους μας έναντι αυτών που δεν δίστασαν να θυσιάσουν ό,τι πολυτιμότερο για την
προάσπιση της ελευθερίας και της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας, έναντι
αυτών που ανταποκρίθηκαν στο ακέραιο στο καθήκον τους και φάνηκαν αντάξιοι του
ηρωισμού και του μεγαλείου που επέδειξαν μεγάλες μορφές του ένδοξου ιστορικού
μας παρελθόντος.
Μνημόσυνα όπως και το σημερινό, έχουν ακόμη ως στόχο,
πέραν της απόδοσης τιμής και ευγνωμοσύνης στους ήρωες και μάρτυρές μας, να
χρησιμεύσουν και για την άντληση διδαγμάτων που είναι πολύτιμα για τη συνέχιση
και την καταξίωση του αγώνα μας.
Σήμερα συγκεντρωθήκαμε εδώ στο παρεκκλήσιο του
Χρυσοσώτηρα της Ακανθούς στην Ορόκλινη, για να μνημονεύσουμε και να τιμήσουμε
επτά άξια παλληκάρια, όλα με ήθος, αξίες και περηφάνια για τις ρίζες και την
καταγωγή τους, αλλά και με και ενθουσιασμό και πίστη στα οράματα, με τα οποία
γαλουχήθηκαν.
Είναι ξεχωριστές περιπτώσεις Ακανθιωτών που η καθεμιά
τους έχει τη δική της ιδιαιτερότητα. Όμως τις ενώνει άρρηκτα ένα κοινό σημείο.
Ότι έδωσαν τη ζωή τους, θυσία στην εκατόμβη των νεκρών μας για την κυπριακή
ελευθερία. Για αυτό και σήμερα επάξια ο Δήμος Ακανθούς, οι οικογένειες των
πεσόντων και όλοι εμείς τιμούμε τη μνήμη τους και τους αποδίδουμε τα οφειλόμενα.
Εξάλλου, τους το χρωστάμε.
Πρώτα στον Νίκο Σχοινιού, που υπηρετώντας τη θητεία του
στη μονάδα καταδρομών στο Μερσινίκι άφησε εκεί την τελευταία του πνοή στις 14
Αυγούστου 1968 ύστερα από ένα τραγικό λάθος συναδέλφου του που τον πυροβόλησε
στην καρδιά. Ο λεβεντονιός της Ακανθούς Νίκος Σχοινιού, της Χριστίνας και του
Κυριάκου Αντάρτη Σχοινιού, έδωσε τη ζωή του στην υπηρεσία της πατρίδας. Νέος με
ζωγραφισμένη την ευγένεια και το ήθος στο πρόσωπο του, ενσάρκωνε πλήρως τα
όνειρα που είχε για αυτόν η οικογένειά του.
Και ερχόμαστε στην τουρκική εισβολή, τότε που ντύθηκαν
στα μαύρα χιλιάδες συμπατριώτες μας από την απώλεια και την εξαφάνιση αγαπημένων
τους προσώπων.
Δύο Ακανθιώτες έπεσαν νεκροί από βόλι Τούρκων εισβολέων
στην ίδια τους τη γη.
Ο Ηλίας Χατζιχαμπής, 60 χρόνων τότε, άνθρωπος του
μόχθου, πατέρας οκτώ παιδιών, πυροβολήθηκε από τα κατοχικά στρατεύματα στις 19
Αυγούστου 1974. Τη μέρα που η κωμόπολη της Ακανθούς είχε ήδη πέσει στα χέρια του
Τούρκου εισβολέα. Μια ομάδα Ακανθιωτών, μεταξύ των οποίων και ο Ηλίας
Χατζιχαμπής, προσπάθησαν να διαφύγουν στις ελεύθερες περιοχές, επιβαίνοντας σε
ένα τρακτέρ. Λίγο έξω από το χωριό, έγιναν όμως αντιληπτοί από τα τουρκικά
στρατεύματα, που άρχισαν να τους καταδιώκουν και να τους πυροβολούν. Από τα
δολοφονικά πυρά του Αττίλα τραυματίστηκε βαριά ο Χατζιχαμπής. Οι Τούρκοι
στρατιώτες τον μετέφεραν αιμόφυρτο, μαζί με τους άλλους συγχωριανούς του στην
Κερύνεια. Λίγο πριν νυχτώσει τον πήραν στο εκεί νοσοκομείο. Έκτοτε τα ίχνη του
χάθηκαν. Το όνομα του συμπεριελήφθη στο
μακρύ κατάλογο των αγνοουμένων. Η οικογένειά του, αφού είδε και αποείδε,
αποφάσισε να τελεί μνημόσυνο στη μνήμη του.
Ο Λούκας Γιαχούτη του Φώτη, 70 χρονών τότε, είναι και
αυτός θύμα της τουρκικής θηριωδίας. Μετά την κατάληψη της Ακανθούς από τους
Τούρκους, κρυβόταν στο αγροτικό του σπίτι. Κυκλοφορούσε όταν νύχτωνε για να
τροφοδοτεί εθνοφρουρούς μας, που αποκόπηκαν στην περιοχή. Ακόμη, πολλές νύκτες
κατέβαινε στο χωριό για να εφοδιάσει με νερό τους λιγοστούς εναπομείναντες
κατοίκους. Είναι βέβαιο πως εκεί παρέμεινε μέχρι τις 28 Αυγούστου του 1974, όταν
οι Τούρκοι μετέφεραν και τους τελευταίους κατοίκους της Ακανθούς στη Γύψου. Μια
από τις επόμενες νύχτες εντοπίστηκε όμως από τους εισβολείς που τον εκτέλεσαν εν
ψυχρώ. Εθνοφρουροί που πέρασαν αργότερα από την περιοχή, προσπαθώντας να βρουν
διέξοδο διαφυγής στις ελεύθερες περιοχές, ανέφεραν πως είδαν το άψυχο σώμα του
Λούκα Γιαχούτη στην περιοχή «Στάζουσα».
Τιμούμε τους ήρωες Ακανθιώτες που τίμησαν την Ακανθού,
τις οικογένειές τους, ολόκληρη την Κύπρο και τον Ελληνισμό. Τους Ακανθιώτες που
έμειναν εκεί να συντηρούν το όνειρο του γυρισμού.
Σήμερα τιμούμε και τον Λοχία Εμμανουήλ Ζαχαράτο από τη
Νάξο, με την οποία ο Δήμος Ακανθούς έχει αδελφοποιηθεί από το 1995, γόνο
κεφαλλονίτικης οικογένειας που έπεσε το απόγευμα της 16 ης Αυγούστου
1974 στη μάχη της ΕΛΔΥΚ. Όταν τα πυρομαχικά είχαν εξαντληθεί, ο Μανώλης και οι
σύντροφοί του βγήκαν έξω από τα χαρακώματα, στάθηκαν αγέρωχοι μπροστά από τα
τουρκικά άρματα και πετώντας επιδεικτικά τα κράνη τους στον αέρα φώναξαν
περήφανα: «Ζήτω η Ελλάδα».
Η σεπτή σορός του είχε
ενταφιαστεί αρχικά με τις σορούς των άλλων πεσόντων Ελδυκάριων στο Στρατιωτικό
Κοιμητήριο Λακατάμιας. Η αναγνώρισή τους με τη μέθοδο DNA
έγινε το 2003. Τα οστά μεταφέρθηκαν την Ηλιούπολη Αθηνών. Αυτό έγινε για να μην
μάθει για τον ηρωικό θάνατό του η χαροκαμένη του μάνα η οποία έφυγε το 2011
χωρίς να πιστέψει ότι ο γιος της ήταν νεκρός. Τα αδέλφια του θέλουν να χαλάσουν
τα τείχη της Νάξου και να μεταφέρουν το ηρωικό σκήνωμα στο Γλυνάδο.
Τιμούμε ακόμη σήμερα τον οραματιστή της ελευθερίας των
λαών, τον Θεόφιλο Γεωργιάδη από την Ευρύχου, που νυμφεύθηκε την Ακανθιώτισσα
Ελένη Κωστή και έπεσε από τις δολοφονικές σφαίρες των τουρκικών Μυστικών
Υπηρεσιών έξω από το σπίτι του στην Αγλαντζιά. Τον τιμούμε για όλους τους αγώνες
που έδωσε. Η δράση και η φωνή του βγήκαν έξω από τα σύνορα της μικρής μας
πατρίδας. Προσπάθησε να προβάλει την αλήθεια και το δίκαιο για την απελευθέρωση
της Κύπρου, πάλεψε για το θέμα των αγνοουμένων, εμψύχωσε τον προσφυγόκοσμο και
συστρατεύθηκε με τους αγώνες των Κούρδων. Η δράση του ενόχλησε το βαθύ κράτος
της Τουρκίας που οργάνωσε τη δολοφονία του στις 20 Μαρτίου 1994.
Σαράντα χρόνια μετά την τραγωδία του 1974, θρηνήσαμε
δυστυχώς μια άλλη τραγωδία, αυτή του
Μαρί με τους 13 νεκρούς και τις μεγάλες υλικές καταστροφές. Η φονική έκρηξη
της 11ης Ιουλίου 2011,
δικαιολογημένα συγκλόνισε και συνεχίζει να συγκλονίζει τον λαό μας.
Ανάμεσα στους 13 ήρωες αξιωματικούς ναύτες και
πυροσβέστες που έπεσαν μαχόμενοι εν ώρα καθήκοντος είναι και ο Αρχιπλοίαρχος
Ανδρέας Ιωαννίδης που, από τη θέση του Διοικητή της Διοίκησης Ναυτικού της
Εθνικής Φρουράς, έδωσε μοναδικό παράδειγμα προσφοράς προς την πατρίδα, θάρρους
και αυτοθυσίας.
Ο Ανδρέας Ιωαννίδης με τη διεθνή καταξίωση και τις
μεγάλες διακρίσεις νυμφεύτηκε την Ακανθιώτισσα Μαρία Κελίρη. Μαζί της απέκτησε
τρία παιδιά και έγινε Ακανθιώτης, πιο πέρα από τους Ακανθιώτες, όπως ο ίδιος με
καμάρι παινευόταν. Σωστός λεβεντάνθρωπος και πραγματικός ευπατρίδης αγαπήθηκε
από όλους γνήσια και ανεπιτήδευτα. Το ήθος, η φιλοπατρία, το πνεύμα αλληλεγγύης
και αυτοθυσίας, που μόνο μεγάλοι μπορούν να επιδεικνύουν, ανέδειξε με τη θυσία
του στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» ο Αρχιπλοίαρχος Ανδρέας Ιωαννίδης. Ο
Αρχιπλοίαρχος της τιμής που, βλέποντας το καράβι της ντροπής μας να βουλιάζει,
έμεινε στη γέφυρα της αξιοπρέπειας και προσπάθησε μέχρι την υστάτη να σώσει την
περηφάνια μιας χώρας.
Τέλος, μνημονεύουμε σήμερα
ακόμη ένα Ακανθιώτη που έφυγε από τη ζωή πέρσι τέτοιες μέρες. Τον καταδικασμένο
σε θάνατο από τα δικαστήρια της βρετανικής αποικιοκρατίας επί καιρώ της ΕΟΚΑ
Νίκο Τσαρδελλή, που αψήφησε κυριολεκτικά τον θάνατο και χλεύασε τον τότε Κυβερνήτη Στρατάρχη Χάρτινγκ, όταν του
ανακοινώθηκε ότι του απένειμε χάρη το βράδυ της 12 ης Φεβρουαρίου
1957, μετατρέποντας σε ισόβια την εις θάνατο καταδίκη του. Ο Νίκος Τσαρδελλής,
που είναι ίσως ό,τι πιο ηρωικό και ασυμβίβαστο γέννησε η ακανθιώτικη φύτρα,
αντέδρασε με μεγάλο μένος στην απόφαση που του κοινοποιήθηκε. Ήθελε να βαδίσει
λίγα μέτρα πιο μέρα για να αντιμετωπίσει την αγχόνη όπως την είχαν αντιμετωπίσει
προηγουμένως έξι από τους εννέα απαγχονισθέντες ήρωες της ΕΟΚΑ με τους οποίους
έζησε στα κελιά των μελλοθανάτων, τους Ζάκο, Πατάτσο,
Μιχαήλ, Κουτσόφτα, Μαυρομμάτη και Παναγίδη. Ήθελε να πεθάνει όπως αυτοί για την
Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Το χρέος μας απέναντι σε αυτούς που μνημονεύουμε,
απέναντι σε όλους τους ήρωες και μάρτυρες μας, είναι να δικαιώσουμε τη θυσία
τους. Και θα την δικαιώσουμε μόνο αν επιτύχουμε στο στόχο μας για μια Κύπρο
χωρίς στρατούς κατοχής και διαχωριστικές γραμμές, χωρίς πρόσφυγες,
εγκλωβισμένους και αγνοούμενους, μια Κύπρο με διασφαλισμένα τα ανθρώπινα
δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων, μια Κύπρο κοινή πατρίδα, ελεύθερη,
δημοκρατική, ενωμένη και ευημερούσα. Που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ασφάλεια,
και στην οποία όλοι θα σχεδιάζουν το μέλλον τους με αυτοπεποίθηση και
σιγουριά.
Αυτό το χρέος θα πρέπει να το εκπληρώσουμε με αρραγές το
εσωτερικό μας μέτωπο. Με ενότητα, ομοψυχία και συστράτευση, και παραμερίζοντας
τα πάθη και τις διχόνοιες του παρελθόντος. Είναι ώρα ευθύνης και σύμπνοιας τόσο
σε επίπεδο Εθνικού Συμβουλίου όσο και μεταξύ του λαού μας, ο οποίος δεν αντέχει
άλλη διχόνοια. Να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις με τολμηρές και σωστές
αποφάσεις μέσα από συλλογικότητα, ενότητα και σκληρή δουλειά. Τώρα βρισκόμαστε
στο σταυροδρόμι της ιστορίας. Καλούμαστε να αναμετρηθούμε μαζί της και να
αναλάβουμε τις ευθύνες μας για το παρόν και το μέλλον της πατρίδας μας.
Αυτό θα είναι και το καλύτερο μνημόσυνο για όσους
μνημονεύουμε. Μόνο έτσι θα δικαιωθούν οι θυσίες των ηρώων μας και θα καταξιωθούν
οι πολύχρονοι αγώνες του λαού μας. Με αυτήν την ελπίδα και με αυτή την προσδοκία
αποτίουμε τον ελάχιστο φόρο τιμής στους ήρωες που μνημονεύουμε σήμερα.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.