2/7/15

Πρόνοιες τροποποιητικού νομοσχεδίου αναφορικά με την παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος

Πρόνοιες τροποποιητικού νομοσχεδίου
αναφορικά με την παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος


Το Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, από τη μέχρι σήμερα εμπειρία από τη διεκπεραίωση αιτήσεων για την παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ), βάσει των στοιχείων του Μητρώου Κοινωνικών Παροχών που τηρεί, αλλά και με βάση τη διαβούλευση που έχει προηγηθεί, έχει εντοπίσει μια σειρά από διατάξεις της περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νομοθεσίας που χρήζουν τροποποίησης, ώστε να είναι δυνατή, αφενός, η στήριξη προσώπων τα οποία χρειάζονται την κρατική στήριξη, αλλά που μέχρι σήμερα δεν καλύπτονταν από τη νομοθεσία, κι αφετέρου, να ρυθμιστούν διάφορα θέματα διαδικαστικής φύσεως που αφορούν στην εφαρμογή της νομοθεσίας.

1.      Προσθήκη στον ορισμό των ατόμων με αναπηρία της μέτριας νοητικής αναπηρία :
Σε όλες τις αναλογιστικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί για την εφαρμογή του ΕΕΕ, θεωρήθηκε ότι η μέτρια νοητική αναπηρία ταξινομείται ως σοβαρή αναπηρία για τους σκοπούς εφαρμογής της νομοθεσίας. Η τροποποίηση είναι διαδικαστικού χαρακτήρα, λαμβανομένης υπόψη της διαδικασίας αξιολόγησης και πιστοποίησης της αναπηρίας από το Σύστημα Αξιολόγησης της Αναπηρίας, έτσι ώστε σε περιπτώσεις μέτριας νοητικής αναπηρίας (π.χ. σύνδρομο Down ) να δικαιούνται ΕΕΕ όπως ήταν εξ αρχής η πρόθεση της Κυβέρνησης.

2.      Βελτιώσεις αναφορικά με τη διαδικασία καταρτισμού του Μητρώου Κοινωνικών Παροχών, της υποβολής και εξέτασης των αιτήσεων και των ενστάσεων :
Αφορά κυρίως θέματα για το ποιος μπορεί να υποβάλει αίτηση και κάτω από ποιες προϋποθέσεις.


Ρυθμίζεται:
                 i.          Η υποβολή αίτησης από ενήλικα πρόσωπα που ήταν υπό τη φροντίδα της Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, έτσι ώστε να μην είναι απαραίτητο να είναι φοιτητές, αλλά η Διευθύντρια να καθορίζει ποιες περιπτώσεις χρειάζονται στήριξη στη βάσει στοιχείων.
               ii.          Καθορίζεται στον Νόμο, νέα κατηγορία προσώπων που μπορεί να υποβάλει αίτηση, νοουμένου ότι αντιμετωπίζει ιδιαίτερες προσωπικές συνθήκες, εφόσον αυτές επιβεβαιωθούν από αρμόδιο Λειτουργό και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της νομοθεσίας.
             iii.          Ρυθμίζεται η διαδικασία υποβολής αίτησης ανίκανων ή και άλλων προσώπων, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Επιτρόπου Διοικήσεως, έτσι ώστε σε περίπτωση προσώπου, το οποίο αδυνατεί να υποβάλει προσωπικά αίτηση λόγω της πνευματικής ή ψυχολογικής ή σωματικής του κατάστασης ή για άλλους παρόμοιους λόγους, η αίτηση να μπορεί να υποβάλλεται από εκπρόσωπό του, χωρίς να χρειάζεται Διάταγμα Δικαστηρίου που να κηρύσσει το εν λόγω πρόσωπο ως ανίκανο προς δικαιοπραξία.
             iv.          Προστίθεται διαδικαστικού χαρακτήρα επιφύλαξη, έτσι ώστε όσοι έχουν ήδη υποβάλει αίτηση και πληρούν τις νέες πρόνοιες και ρυθμίσεις της νομοθεσίας, είτε έχει απορριφθεί είτε δεν έχει εξεταστεί ακόμα η αίτησή τους, να μην χρειάζεται να υποβάλουν νέα αίτηση, αλλά μέσω ένστασης να επανεξετάζεται η περίπτωσή τους.
               v.          Ρυθμίζεται πιο αποτελεσματικά η δυνατότητα της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας να τηρεί Μητρώο Κοινωνικών Παροχών αναφορικά με τους αιτητές και δικαιούχους των κοινωνικών παροχών.

3.      Τροποποιήσεις που με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, κρίνονται αναγκαίες :
Ρυθμίζονται:
                 i.          Η διαδικασία που εφαρμόζεται, βάσει του μηχανογραφημένου συστήματος για περιπτώσεις προσώπων που κέκτηνται δικαιώματος σύνταξης για πρώτη φορά, ενόσω λαμβάνουν Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. Συγκεκριμένα, η σύνταξη λαμβάνεται υπόψη ως εισόδημα από τον μήνα που πραγματικά ξεκινά να καταβάλλεται στον συνταξιούχο και όχι από πιο πριν.
               ii.          Η μη συμπερίληψη στα εισοδήματα που λαμβάνονται υπόψη, του μηνιαίου τιμητικού επιδόματος που παραχωρείται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, το οποίο ούτως ή άλλως δεν λήφθηκε υπόψη σε κανένα από τα αναλογιστικά σενάρια αναφορικά με τους προϋπολογισμούς.

4.      Τροποποίηση κριτηρίων και ειδικών ρυθμίσεων αναφορικά με την ακίνητη ιδιοκτησία και τα χρηματοοικονομικά στοιχεία :
Εισάγονται στη νομοθεσία ειδικές ρυθμίσεις αναφορικά με τα κριτήρια της ακίνητης ιδιοκτησίας και των χρηματοοικονομικών στοιχείων, ώστε να ρυθμιστούν ειδικές περιπτώσεις.

Αναλυτικά:
                 i.          Εξαιρείται από τον υπολογισμό ακίνητης ιδιοκτησίας, ιδιοκτησία επιπρόσθετης αξίας 100.000 ευρώ, όταν ολόκληρη ή το μεγαλύτερο μέρος αυτής είναι μη αξιοποιήσιμη λόγω επιβάρυνσης ή επικαρπίας.
               ii.          Ρυθμίζεται το μέγεθος κατοικίας που δεν λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς υπολογισμού της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας, στα 300 τετραγωνικά μέτρα για όλες τις περιπτώσεις. Καταργείται, δηλαδή, η πρόνοια για τα 150 τετραγωνικά μέτρα.
             iii.          Σε περιπτώσεις, όπου υπάρχουν χρηματοοικονομικά στοιχεία μέχρι και 20.000 ευρώ, τα οποία όμως είναι:
α) είτε δεσμευμένα προς εξασφάλιση δανείου,
β) είτε επ’ ονόματι ανήλικων τέκνων,
γ) είτε αφορούν δάνεια σπουδών και υποτροφίες,
δ) είτε είναι αναγκαία σε άτομο με αναπηρία λόγω της αναπηρίας του, τότε δεν λαμβάνονται υπόψη.
Νοείται ότι η ρύθμιση αυτή για τις περιπτώσεις (α) και (β) εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που οι δεσμευμένες καταθέσεις υπήρχαν πριν από την εφαρμογή της νομοθεσίας τον Ιούλιο 2014.
5.      Έλεγχος αποξενώσεων περιουσιακών στοιχείων που έγιναν μέχρι και ένα χρόνο πριν την εφαρμογή της νομοθεσίας :
Παρέχεται στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας η δυνατότητα να λαμβάνει υπόψη μεγάλες αποξενώσεις περιουσιακών στοιχείων μέχρι και ένα χρόνο πριν την εφαρμογή της νομοθεσίας. Με αυτό τον τρόπο, πρόσωπα που αποξένωσαν μεγάλα ποσά μόλις εφαρμόστηκε η νομοθεσία και θα μπορούσαν να γίνουν δικαιούχοι εάν υπέβαλαν αίτηση 12 μήνες μετά την αποξένωση αυτή, θα μπορούν να ελέγχονται ως προς την αποξένωση αυτή.

6.      Αύξηση κατά 20% του επιδόματος ενοικίου που παρέχεται στις περιπτώσεις ατόμων με αναπηρία :
Με αυτή την τροποποίηση, αυξάνεται κατά 20% το επίδομα ενοικίου για όσα άτομα με αναπηρία έχουν σύμβαση ενοικίασης με πιο ψηλό ενοίκιο από το μέγιστο που προβλέπεται στη νομοθεσία, για τον λόγο ότι τα πρόσωπα αυτά χρειάζονται μεγαλύτερους οικιστικούς χώρους λόγω της αναπηρίας τους.

____________