21/7/14

Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη στην κοινή αντικατοχική εκδήλωση, στο Προεδρικό Μέγαρο


Είναι με θλίψη και πόνο ψυχής που υποχρεωνόμαστε να οργανώνουμε ακόμα εκδηλώσεις μνήμης για τις μαύρες επετείους του άφρονος πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής και τη συνεχιζόμενη κατοχή της πατρίδας μας. Είναι με πόνο και θλίψη που βρισκόμαστε στην θέση να μετρούμε τις συνέπειες μιας προδοσίας ελληνόφωνων αξιωματικών και της τουρκικής εισβολής 40 ολόκληρα χρόνια από την αποφράδα εκείνη μέρα.

Σαράντα χρόνια από τότε που η αδίστακτη χούντα των Αθηνών, εκμεταλλευόμενη την παράνομη δράση και τη νόμιμη αντίδραση κράτους, ανέτρεπε τον νόμιμο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας για να ανοίξει τις κερκόπορτες και να επιτρέψει στην Τουρκία να βυθίσει στο πένθος την Κύπρο, να μετατρέψει από τη μία μέρα στην άλλη σε πρόσφυγες χιλιάδες οικογένειες και να χαράξει στο ανυπεράσπιστο σώμα του νησιού μας την εφιαλτική γραμμή του Αττίλα.
Σαράντα χρόνια, και παρά τις αλλεπάλληλες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, η διεθνής νομιμότητα εξακολουθεί να παραβιάζεται στη χώρα μας. Η Κύπρος βιώνει τις συνέπειες της παράνομης στρατιωτικής κατοχής, τις μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κυπριακού λαού, τον παράνομο εποικισμό και τη συνεχιζόμενη καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς της.
Αγαπητοί φίλες και φίλοι,
Συγκεντρωθήκαμε σήμερα, σε μια κοινή αντικατοχική εκδήλωση, χωρίς πολιτικές αποχρώσεις, χωρίς κομματικούς διαχωρισμούς ή ιδεολογικά ιδιώματα, για να στείλουμε ενωμένοι με μια φωνή, το μήνυμα πως απέναντι στην τουρκική κατοχή, λαός και πολιτική ηγεσία συσπειρώνονται γύρω από μια και μόνη αξίωση, την απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας.
Κανείς δεν συμβιβάζεται με την ιδέα της διχοτόμησης, ούτε θα δεχθούμε ποτέ τα δεδομένα που προκάλεσε η στρατιωτική εισβολή και ο εποικισμός ως τετελεσμένα.
Μας ενώνει ο αντικατοχικός αγώνας. Κανείς δεν έχει το μονοπώλιο του πατριωτισμού. Όλοι έχουμε κοινό μας στόχο μια βιώσιμη λύση που θα οδηγεί σε απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας και του κυπριακού λαού.
Δίπλα μας νοιώθουμε τη συνεχή και διαχρονική στήριξη της Ελλάδας. Την ολόψυχη συμπαράσταση της Ελληνικής Κυβέρνησης, του Ελληνικού Κοινοβουλίου, των κομμάτων, του λαού και των απανταχού Ελλήνων. Τους εκφράζουμε την αμέριστη ευγνωμοσύνη και τις θερμότατες ευχαριστίες μας για την αδελφική αλληλεγγύη, με την οποία μας περιβάλλουν.
Κυρίες και κύριοι,
Τις θλιβερές αυτές επετείους, η σκέψη στρέφεται σε αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους, υπερασπιζόμενοι τη Δημοκρατία και την ελευθερία της πατρίδας μας. Καλούμαστε να αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής προς τους ήρωες. Και τιμώντας τους, οφείλουμε ενωμένοι και ομόθυμοι να υπερβούμε τα διχαστικά σύνδρομα και τις τραυματικές εμπειρίες του απώτερου παρελθόντος. Να βαθύνουμε την αυτοσυνειδησία μας και με περίσσευμα γενναιότητας να αναλάβουμε τις ατομικές, αλλά και συλλογικές ευθύνες που μας αναλογούν.
Οφείλουμε να βρούμε τη δύναμη να σταθούμε όρθιοι. Οφείλουμε να συμπεριφερθούμε με τη μέγιστη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Με τους λόγους και τις πράξεις μας να προσπαθήσουμε να επουλώσουμε πληγές. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.
Με τη συμπλήρωση 40 χρόνων από το διπλό έγκλημα, επαναλαμβάνουμε σήμερα την ενδυναμωμένη, αλλά και ακλόνητη πίστη μας στην ελευθερία και τη δημοκρατία αλλά και την πεποίθησή μας ότι η καλλιέργεια και η ανοχή του φανατισμού, η ανοχή του μίσους, των ακροτήτων και του διχασμού, αποτελούν δυναμίτη στα θεμέλια του κάθε δημοκρατικού πολιτεύματος.
Αυτό πρέπει να είναι το μεγάλο ιστορικό δίδαγμα από την τραγωδία του ‘74 και αυτό πρέπει να τηρούμε σαν φάρο και οδηγό στην πολιτική συμπεριφορά μας, αλλά και στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτή είναι και η μεγάλη δική μας ευθύνη σήμερα: Να τονίσουμε την ανάγκη προσήλωσης όλων μας στη δημοκρατία και στις διαδικασίες εκείνες που προάγουν και στηρίζουν τη νηφάλια πολιτική σκέψη και τον αδογμάτιστο πολιτικό διάλογο. Να αναγνωρίσουμε έμπρακτα το δικαίωμα σε όλους για έκφραση διαφορετικής ή ακόμα και κριτικής άποψης. Να παραμείνουμε προσηλωμένοι σε μια πορεία που να οδηγεί τον τόπο μας μπροστά.
Σε αυτή τη σεμνή διακομματική εκδήλωση μνήμης και τιμής για τους ήρωες μας, αποκαλύψαμε σήμερα το πέτρινο πρωτότυπο του Θυρεού της Κυπριακής Δημοκρατίας στην πρόσοψη του Προεδρικού Μεγάρου, του κτιρίου που όχι μόνο συμβολίζει τη δημοκρατία, την ιστορία και τον πολιτισμό στη χώρα μας, αλλά αποτελεί και το προπύργιο των πολιτικών, των κοινωνικών και των πολιτιστικών κατακτήσεων και αξιών της πατρίδας μας.
Το Προεδρικό Μέγαρο ήταν και παραμένει σύμβολο δημοκρατικής νομιμότητας, αλλά και η έκφραση της κρατικής μας κυριαρχίας.
Η ανάρτηση του εμβλήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας στο χώρο τούτο, στο ναό της δημοκρατίας, είναι υποχρέωσή μας απέναντι στη συνέχεια της Ιστορίας μας και απέναντι στο κράτος μας, για τη διαφύλαξη του οποίου θυσιάστηκαν οι χιλιάδες ήρωες και αγνοούμενοί μας.
Θέλω, με την ευκαιρία, να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς όσους εργάστηκαν γι αυτό και ιδιαίτερα στο γλύπτη Γιάννη Γιάννη.
Αγαπητοί φίλες και φίλοι,
Μας ανησυχεί που πέρασαν 40 χρόνια και η πληγή του κυπριακού προβλήματος παραμένει ανοικτή και αιμάσσουσα, σαν αποτέλεσμα της τουρκικής αδιαλλαξίας. Μας ανησυχεί η άγονη παρέλευση του χρόνου με κίνδυνο να καταστήσει μη αναστρέψιμα τα συστατικά της λύσης, αλλά και να παγιώσει τα τετελεσμένα.
Μας ανησυχεί γιατί κάθε μέρα που περνά χάνονται οι άνθρωποι που έζησαν στις πατρογονικές εστίες και είναι ζήτημα χρόνου να μην υπάρχουν πια Ελληνοκύπριοι με προσλαμβάνουσες παραστάσεις από το βόρειο τμήμα της πατρίδας μας. Ανησυχούμε ακόμα γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος για τις νέες γενιές τα κατεχόμενα να είναι ένας ξένος τόπος. Μας ανησυχεί το νόμιμο ή παράνομο ξεπούλημα των ελληνοκυπριακών περιουσιών, η αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα των κατεχομένων, η διαχρονική προσπάθεια αναβάθμισης του παράνομου μορφώματος, ενώ δεν μας αφήνουν αδιάφορους ακόμα και τα όσα επισυμβαίνουν είτε περιφερειακά είτε διεθνώς.
Παρά ταύτα, οι εύλογες ανησυχίες που ο κάθε πατριώτης θα πρέπει να συνυπολογίζει δεν θα μας οδηγήσουν στην αποδοχή της όποιας λύσης. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, διαχρονικά, καταβάλλει ειλικρινείς προσπάθειες προκειμένου να εξευρεθεί μια λύση που θα σέβεται τα δικαιώματα και θα υπηρετεί όλους τους πολίτες και τις κοινότητες που συνθέτουν το λαό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς, η τουρκική πλευρά με τις ακραίες απαιτήσεις και την αρνητική της στάση καθιστά ανέφικτη την επίτευξη μιας διαρκούς, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης.
Και οφείλουμε όλοι να κατανοήσουμε πως η τουρκική στάση δεν αποκρούεται με διακηρύξεις, αλληλοκατηγορίες και επίρριψη ευθυνών, αλλά με μεθοδευμένη στρατηγική, συνεπή στις αρχές που διέπονται από τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις συμφωνίες κορυφής, στις οποίες έχουμε καταλήξει με την άλλη πλευρά. Γιατί όπως διακήρυξε και ο γνωστός για τη σοφία του Ντέσμοντ Τούτου, «όταν θέλεις να οικοδομήσεις την ειρήνη δεν συνομιλείς με τους φίλους σου, αλλά με τους εχθρούς σου».
Η λύση που επιδιώκουμε δεν αφαιρεί ανθρώπινα δικαιώματα ούτε και περιορίζει τις πολιτικές ελευθερίες των συμπατριωτών μας Τουρκοκυπρίων. Αυτό που επιδιώκουμε είναι να γίνουν σεβαστά και τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων.
Στοχεύουμε σε μια λύση που θα συνάδει με τις διεθνείς συμβάσεις και συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το διεθνές δίκαιο και τις αρχές του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Η λύση θα πρέπει να οδηγεί σε ένα κράτος δικαίου, όπου η ισονομία θα επιτρέπει στους νόμιμους πολίτες του να απολαμβάνουν τις ίδιες ευκαιρίες και δικαιώματα, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις. Να διασφαλίζει μια επανενωμένη, σύγχρονη, ευρωπαϊκή πατρίδα που θα επιτρέπει σε όλους τους νόμιμους κατοίκους της να έχουν ελπίδα για πρόοδο, ευημερία και προοπτική σε συνθήκες ομαλότητας και ασφάλειας.
Διεκδικούμε μια συνολική λύση, στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως αυτή καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ.
Δεν αποποιούμεθα των διεθνών διακηρύξεων και των συμφωνιών που μας δεσμεύουν, αντίθετα στεκόμαστε συνεπείς και πιστοί στις συμφωνίες κορυφής 1977 και 1979 και στη Συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006 και το ίδιο ζητούμε και από την άλλη πλευρά.
Την ίδια ώρα, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται η παραγνώριση της ιδιότητάς μας ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που όχι μόνο δεν προκαλεί εμπόδια στη λύση, αλλά δίνει απαντήσεις σε σημαντικές πτυχές του κυπριακού προβλήματος και θα καθησυχάζει ανησυχίες και των δυο κοινοτήτων.
Όση σημασία έχει η εξεύρεση λύσης, άλλη τόση έχει και η επομένη της λύσης, που θα πρέπει να μας βρει, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, να συνεργαζόμαστε, να συνδημιουργούμε και να σχεδιάζουμε το μέλλον μας και το μέλλον των παιδιών μας, σε μια κοινή πατρίδα, σε συνθήκες που υπαγορεύουν τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Θέλω από αυτό το βήμα να διαβεβαιώσω τον κυπριακό λαό, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένιους και Λατίνους, πως θα εργαστούμε με όλες μας τις δυνάμεις, χωρίς να φεισθούμε κόπου, μόχθου και χρόνου, προκειμένου να δούμε να απελευθερώνεται από την κατοχή και να επανενώνεται η πατρίδα μας.
Αυτό που θέλουμε είναι έντιμη ειρήνη και επιτέλους τη δημιουργία μιας πατρίδας που δεν θα υστερεί από όλα τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης σε πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα.
Επιδιώξαμε και επιδιώκουμε διαχρονικά, με συνέπεια και αποφασιστικότητα την επίτευξη το συντομότερο δυνατό μιας έντιμης λύσης, όπως την έχω προδιαγράψει. Αλλά θέλω και να κάνω ξεκάθαρο ότι σε αυτό το διάλογο που έχουμε εμπλακεί θέλουμε να υπάρχει αλληλοσεβασμός και ο αλληλοσεβασμός ξεκινά από την ώρα που σέβεσαι τα συμφωνημένα. Και το κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014 διαλαμβάνει ξεκάθαρα πως το ευρωπαϊκό κεκτημένο πρέπει να εφαρμόζεται σε όλη την επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, πως η όποια λύση θα πρέπει να διασφαλίζει ένα κράτος με μια και μόνη κυριαρχία, μια και μόνη διεθνή προσωπικότητα, μια και μόνη ιθαγένεια.
Συνεπώς, αν η Τουρκία και τουρκοκυπριακή ηγεσία επιθυμούν πραγματικά την εξεύρεση μόνιμης λύσης, ας σεβαστούν τα συμφωνηθέντα, αλλά και τη σωρεία ψηφισμάτων και αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ας επιδείξουν ακόμα τον ελάχιστο σεβασμό στο δικαίωμα των συγγενών των αγνοουμένων μας να πληροφορηθούν για την τύχη των προσφιλών τους που αγνοούνται από το 1974.
Η τουρκική εισβολή ήταν ένα τραγικό γεγονός που έχει ανατρέψει την ιστορική διαδρομή αυτού του νησιού ανά τους αιώνες. Η εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού από το κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, η μετακίνηση στο βόρειο τμήμα της Κύπρου όλων των Τουρκοκυπρίων και ο οργανωμένος εποικισμός από την Τουρκία δημιούργησαν μια νέα πραγματικότητα επί του εδάφους. Όσο ο χρόνος περνά θα αυξάνεται ο κίνδυνος αυτή η προσωρινότητα να μετατραπεί σε μονιμότητα. Η έγνοια και η αγωνία όλων μας είναι να μην επιτρέψουμε σε πολιτικές που οδηγούν στη μόνιμη διχοτόμηση της Κύπρου.
Το μήνυμα μου με αφορμή αυτή την τραγική επέτειο είναι να αποτρέψουμε την ολοκλήρωση αυτής της τραγωδίας.
Πέρασαν σαράντα χρόνια, γεμάτα πίκρα, απογοήτευση και θλίψη. Χωρίς να ξεχνάμε, αλλά ιδιαίτερα χωρίς να παραγράφουμε τα δίκαια και τα δικαιώματα μας, πρέπει με σωστή στρατηγική να εμπλέξουμε δυνάμεις, να αξιοποιήσουμε τα νέα γεωστρατηγικά δεδομένα, ώστε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις να καμφθεί η τουρκική αδιαλλαξία και να βγούμε από αυτό το τέλμα προκειμένου να κτίσουμε την Κύπρο που μας αξίζει.
Το όραμα μου, που είναι και όραμα όλων μας, λαού και ηγεσίας, είναι να δω τα τουρκικά στρατεύματα να επιβιβάζονται στα πλοία και να αποχωρούν από την Κύπρο. Να δω πρόσφυγες να επιστρέφουν στις περιουσίες τους και στην υπό κατοχή πατρίδα μας. Να ζήσουν και να ζήσω σε ένα ευρωπαϊκό κράτος, όπου ο λαός μας θα απολαμβάνει τα αγαθά της ειρηνικής συμβίωσης και συνύπαρξης.
Αυτό αισθάνομαι ως χρέος όλων μας, αυτό είναι το όραμα όλων μας, αλλά και οφειλή στους αγωνιστές της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Αυτό οφείλουμε στην πατρίδα μας. Αυτό οφείλουμε στις επερχόμενες γενιές.
Αιωνία η μνήμη όσων έδωσαν τη ζωή τους για τη δημοκρατία και την ελευθερία.