19/2/14

Χαιρετισμός του Υπουργού Εσωτερικών κ. Σ. Χάσικου σε συζήτηση για την ανάπτυξη στη Λεμεσό μετά τη Συμφωνία Κύπρου – Βρετανίας




Έχω αποδεχθεί με ευχαρίστηση την πρόσκληση να χαιρετίσω τη σημερινή ανοικτή συζήτηση, που αφορά τον «Πολεοδομικό Σχεδιασμό και Ανάπτυξη στη δυτική Λεμεσό, μετά τη συμφωνία Κύπρου – Βρετανίας», κυρίως για τρείς βασικούς λόγους:




Πρώτον, διότι πιστεύω ότι ο διάλογος βοηθά στην εξεύρεση καλύτερων λύσεων.   Δεύτερον,  για να ξεδιαλύνω τυχόν απορίες ή και ερωτηματικά που ως ένα βαθμό είναι φυσιολογικό να υπάρχουν.  Τρίτον, για να τονίσω το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης για ένα ορθά προγραμματισμένο σχεδιασμό και των δύο περιοχών Ακρωτηρίου και Δεκέλειας.

Όπως είναι γνωστό, η Συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Ηνωμένου Βασιλείου ήταν αποτέλεσμα μεθοδικών και εκτεταμένων συζητήσεων και διαλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον καθορισμό πολεοδομικών ζωνών και πολιτικών ανάπτυξης για τις μη στρατιωτικές τοποθεσίες των δύο Βάσεων.

Οι νέες ζώνες και πολιτικές θα εφαρμοστούν μέσω της νομοθεσίας των περιοχών των Βρετανικών Βάσεων, στη βάση των σχετικών νόμων που ισχύουν στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Σήμερα, οι αρμόδιες Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας (δηλαδή οι Έπαρχοι) εκδίδουν τις αντίστοιχες άδειες οικοδομής και διαχωρισμών αφού εξασφαλίσουν τη συγκατάθεση των Αρχών των Βάσεων. Το θέμα του νέου νομικού καθεστώτος για την αδειοδότηση των πολεοδομικών πτυχών των μελλοντικών αναπτύξεων, τυγχάνει επεξεργασίας μεταξύ των Αρχών των Βάσεων και των Αρχών της Δημοκρατίας και θα επιλυθεί σύντομα. Παράλληλα, οι σχεδιασμοί θα προχωρήσουν σύμφωνα με διαδικασία που συμφωνήθηκε.

Το Τμήμα Πολεοδομίας έχει ήδη συστήσει τις ομάδες εργασίας για τις δύο περιοχές και άρχισε τη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων για τον πολεοδομικό σχεδιασμό.

Έχουν, επίσης, καθοριστεί οι αρχές, στόχοι και κατευθυντήριες γραμμές για την εκπόνηση των «Πολεοδομικών Ζωνών και του Πλαισίου Χωροθετικής Πολιτικής» στη βάση των Σχεδίων Ανάπτυξης, όπως αυτά εκπονούνται από την Κυπριακή Δημοκρατία. Το κείμενο αυτό θα αποτελέσει το υπόβαθρο των προτάσεων που θα γίνουν.

Αναφορικά με τη διαδικασία, θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή διαλαμβάνει  οκτώ με δέκα στάδια. Θα σταθώ στα δύο πιο σημαντικά κατά τη γνώμη μου. Το πρώτο, αφορά την πρόσκληση προς τις τοπικές Αρχές να υποβάλουν εισηγήσεις οι οποίες αναμένεται να διαμορφωθούν μετά και από ανοικτές παγκοινοτικές συζητήσεις (σύμφωνα και με την πρακτική που εφαρμόζεται στις περιπτώσεις των Σχεδίων Ανάπτυξης).

Το δεύτερο, αφορά τη σύσταση ενός πενταμελούς Συμβουλευτικού Κλιμακίου (με εκπροσώπους του Τμήματος Πολεοδομίας, του αντίστοιχου Έπαρχου, της Ένωσης Κοινοτήτων, του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων και του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος) το οποίο θα αξιολογήσει τα διάφορα αιτήματα και τα δεδομένα της περιοχής και θα υποβάλει στο Υπουργείο Εσωτερικών τις προτάσεις του για έγκριση.

Νοείται ότι σε όλα τα στάδια της διαδικασίας θα υπάρχει συνεχής επαφή και επικοινωνία με τις Αρχές των Βρετανικών Βάσεων οι οποίες, τελικά, θα εγκρίνουν και υιοθετήσουν το τελικό Σχέδιο και Πολιτική.

Στην παρούσα φάση γίνονται από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, που θα είναι ο Συντονιστής της εργασίας αυτής, διαβουλεύσεις με άλλες 40 περίπου συναρμόδιες υπηρεσίες, συγκεντρώνονται πληροφορίες και σχετικό υλικό (το οποίο θα καταχωρηθεί σε μορφή GIS και θα τύχει ανάλογης επεξεργασίας) και οργανώνονται ερευνητικές και ενημερωτικές επισκέψεις των υπό μελέτη περιοχών.


Ο βασικός στόχος είναι μέσα από ένα δημοκρατικό διάλογο και διαφανείς διαδικασίες να προσδιορισθούν οι αναγκαίες και αιτιολογημένες ρυθμίσεις που θα πρέπει να γίνουν για τις υπό σχεδιασμό περιοχές, προς όφελος τόσο των κατοίκων που διαμένουν μέσα ή κοντά στις Βρετανικές Βάσεις, όσο και της Κύπρου γενικότερα.

Οι σχεδιασμοί έχουν ως προκαταρκτικό χρονικό ορίζοντα τους έξι μήνες, χωρίς να περιλαμβάνουν την πτυχή της εκτίμησης των τυχόν περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Θεωρώ ότι αμέσως μετά το καλοκαίρι θα έχω στο Υπουργείο Εσωτερικών τις προτάσεις των αρμόδιων Συμβουλευτικών Επιτρόπων.

Η συμφωνία της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου διανοίγει πράγματι προοπτικές ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, όμως, οι περιοχές των δύο Βρετανικών Βάσεων (και ιδιαίτερα θα έλεγα η Βάση του Ακρωτηρίου) διαθέτουν πλούσια αρχαιολογικά, πολιτιστικά και περιβαλλοντικά στοιχεία και αποτελούν χώρο χιλιάδων επισκεπτών τόσο κατά την καλοκαιρινή περίοδο, αλλά και ολόχρονα. Κατά συνέπεια, το ζητούμενο των υπό εξέλιξη σχεδιασμών αφορά τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης, ώστε από τη μια να ικανοποιηθούν οι πραγματικές αναπτυξιακές ανάγκες, αλλά ταυτόχρονα και οι απαιτήσεις που πηγάζουν από τα αξιόλογα στοιχεία (δηλαδή τον πλούτο) αυτών καθ’ αυτών των περιοχών.

Θεωρώ ότι το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ), με όλη την τεχνογνωσία και τα στοιχεία που διαθέτει, μπορεί και είναι ευπρόσδεκτο να συνδράμει στο έργο που αναλάβαμε. Για τον σκοπό αυτό επιφυλάσσομαι να ακούσω και τις απόψεις των εκπροσώπων του ΤΕΠΑΚ, ώστε σε συνεννόηση και με το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως να εξευρεθεί ο καταλληλότερος τρόπος αξιοποίησης όλων των απόψεων, εισηγήσεων και στοιχείων που θα τεθούν ενώπιον μας.

Καταλήγοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι η Κυβέρνηση θα πράξει ότι είναι δυνατό για την επίτευξη μιας ισορροπημένης και ορθολογικής  ανάπτυξης για τις δύο περιοχές των Βρετανικών Βάσεων.



Ως Υπουργείο αλλά και ως Αρμόδια Πολεοδομική Αρχή για τον Πολεοδομικό Σχεδιασμό σε περιοχές υπαίθρου, σας διαβεβαιώνω ότι θα παρακολουθώ την όλη διαδικασία από κοντά, με απώτερο στόχο την ομαλή ολοκλήρωσή της για το καλό του τόπου και των επηρεαζόμενων Κοινοτήτων.


________________