13/10/13

Ομιλία Υπουργού Άμυνας κ. Φώτη Φωτίου



Ομιλία Υπουργού Άμυνας κ. Φώτη Φωτίου
με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατόν χρόνων από την γέννηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄
και για την επέτειο της Ανεξαρτησίας της Κύπρου
(Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2013, 04.00 μ.μ., στο Ashmole Academy, Cecil Road, Southgate N.14, London)


Σεβασμιότατε,
Κύριε Πρέσβη της Ελλάδας,
Κύριε Εκπρόσωπε της Υπάτης Αρμοστείας,
Κύριοι Πρόεδροι και μέλη των οργανώσεων της παροικίας,
Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,

Για πολλοστή φορά, η παροικία στη Μεγάλη Βρετανία, διοργανώνει και πραγματοποιεί εκδηλώσεις που αγγίζουν την πρόσφατη ιστορία της ιδιαίτερης μας πατρίδας. Αυτή τη φορά, το προσκλητήριο κάλεσμα έχει ως αφορμή, τη συμπλήρωση ενός αιώνα από τη γέννηση του αείμνηστου Εθνάρχη Αρχιεπισκόπου Μακαρίου του Γ΄, αλλά και για την επέτειο της ανεξαρτησίας της Κύπρου μας.
 
Δράττομαι της μοναδικής αυτής ευκαιρίας, για να εκφράσω την ευγνωμοσύνη της Κυπριακής Πολιτείας, προς την Εθνική Κυπριακή Ομοσπονδία Ηνωμένου Βασιλείου. Η ακούραστη δράση σας, υπενδεδυμένη με περισσό ζήλο, συμβάλλει αποφασιστικά στη διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας και στην προβολή του δίκαιου αγώνα που διεξάγει ο λαός μας. Αποτελεί τη βάση στήριξης και συνένωσης των ομογενών μας, αλλά και της διασύνδεσής τους με την Κύπρο μας, επιδιώκοντας παράλληλα, την πρόοδο και την ευημερία τους. Τρανό παράδειγμα αυτής της ομοψυχίας, αποτελεί και η διοργάνωση της σημερινής εκδήλωσης, με την άψογη συνεργασία σας με το Ιστορικό Πολιτιστικό Κέντρο Εθνάρχη Μακαρίου Γ’ Παναγιάς, τον πρόεδρο και τα μέλη του οποίου, ευχαριστώ θερμά για την ευγενή πρωτοβουλία.   

Φέτος, συμπληρώνονται τριάντα έξι χρόνια από το θάνατο του αείμνηστου Εθνάρχη μας. Το καλοκαίρι του 1977, έφερε θλίψη και ανείπωτο πόνο στον δοκιμαζόμενο από την εισβολή και κατοχή λαό μας. Το κενό που άφηνε πίσω του, ειδικά υπό τις δύσκολες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής, ήταν δυσαναπλήρωτο. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι σήμερα, υπόδειγμα έκφρασης αγνού πατριωτικού φρονήματος και ανιδιοτελούς πίστης στα ιδανικά της φυλής. Αποτέλεσε και θα αποτελεί, το διαχρονικό σύμβολο αγώνα και αντίστασης, κατά των ορατών και άυλων εχθρών του Κυπριακού Ελληνισμού.
 
Ακουμπώντας ευλαβικά στα ιστορικά συγγράμματα και στις βιογραφίες, ας ανατρέξουμε στο παρελθόν, ακολουθώντας νοητά τη σεμνή και πολυτάραχη πορεία του. Ποιο ήταν τελικά το φτωχόπαιδο, που έμελλε να αλλάξει τη ροή της ιστορίας και να εμβολιάσει έναν λαό με άφθαστα ιδανικά και αξίες; Ο Μακάριος, γεννήθηκε στο χωριό Παναγιά της Πάφου, στις 13 Αυγούστου του 1913. Μη γνωρίζοντας το εθνικό βάρος που αργότερα θα κουβαλούσε στις πλάτες του, ο νεαρός τότε κατά κόσμο Μιχάλης Μούσκος, αφήνει το σπίτι και το χωριό του και στην αθώα ηλικία των δεκατριών ετών, οδηγείται στο Μοναστήρι του Κύκκου για να δοκιμαστεί ως καλόγηρος. Ανέκαθεν, αποτελούσε λαμπρό παράδειγμα και ξεχωριστή προσωπικότητα. Σεμνός και ευγενικός, ξεχώριζε για την μεθοδικότητα και την εργατικότητά του, διαθέτοντας μια ξεχωριστή ηγετική λάμψη. Τον Αύγουστο του 1938, χειροτονείται διάκονος και λαμβάνει το όνομα Μακάριος, που έμελλε να σημαδέψει τη νεότερη κυπριακή αλλά και παγκόσμια ιστορία. Τον ίδιο χρόνο, εγγράφεται στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και με την αποφοίτησή του, αναχωρεί για την Αμερική, όπου συνεχίζει και ολοκληρώνει τις σπουδές του. Στην ηλικία των τριανταπέντε χρόνων, χειροτονείται Μητροπολίτης Κιτίου, ενώ δύο χρόνια αργότερα, στις 20 Οκτωβρίου 1950, εκλέγεται παμψηφεί, Αρχιεπίσκοπος Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου.

Η έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., τον βρίσκει στο πηδάλιο της Εκκλησίας της Κύπρου, να αγωνίζεται με ειρηνικά μέσα για τον δίκαιο αγώνα απελευθέρωσης της Κύπρου από τον Άγγλο κατακτητή. Ο υπέροχος αγώνας αρετής και ανδρείας που διεξάγει ο κυπριακός ελληνισμός για αποτίναξη της αποικιοκρατίας, τον συγκινεί και τον ενδυναμώνει ακόμα περισσότερο. Οι ηρωικές φιγούρες των αγωνιστών της λευτεριάς και η άφθαστη θυσία τους, τον ενισχύουν και τον οπλίζουν με δύναμη. Αγωνίζεται για το ποίμνιο του, για τον κυπριακό λαό που υπέφερε τα πάνδεινα, για την ελευθερία και την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Οι αποικιοκράτες, φοβούνται για τη δημοτικότητα και την επιρροή του. Αναγνωρίζουν τη δύναμη της ψυχής και της θέλησής του και επιδιώκουν με κάθε τρόπο την απομάκρυνσή του από την Κύπρο. Η εξορία του, αποτελεί τη μοναδική λύση και έτσι, εκδιώκεται στις Σεϋχέλλες μαζί με άλλους φλογερούς πατριώτες. Όπως φάνηκε αργότερα, η απόφαση της αυτοκρατορίας αποδείχτηκε στείρα. Ο Μακάριος, δεν επηρεάζει το λαό μόνο με την παρουσία του, αλλά και χωρίς αυτή, χαρακτηριστικό που αποδίδεται σε έναν εμπνευσμένο αληθινό ηγέτη και καθοδηγητή. Οι αντιβρετανικές διαδηλώσεις φουντώνουν και έτσι ο Μακάριος, επιστρέφει στην Αθήνα όπου του επιφυλάσσεται ενθουσιώδης υποδοχή. Εκεί, συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και ηγείται των προσπαθειών επίτευξης συμφωνίας για απελευθέρωση της Κύπρου μας.


Τα γεγονότα κυλούν γοργά και ο Μακάριος, τον Σεπτέμβριο του 1958, ζητά την ανεξαρτησία της Κύπρου. Με το όραμα και τη διορατικότητα του, αγωνίζεται για μια Κύπρο ελεύθερη από τον αποικιακό ζυγό και μακριά από κάθε εθνικιστική ακρότητα και σοβινισμό. Εδώ στο Λονδίνο, τον επόμενο χρόνο, υπογράφεται η συνθήκη Ζυρίχης – Λονδίνου και πλέον, ο Εθνάρχης  Μακάριος, αισθάνεται ότι αποδίδει στο λαό του, την πολυπόθητη απελευθέρωση από τον αγγλικό ζυγό.
«Τα νέφη της δουλείας διελύθηκαν και ήλιος ελευθερίας φωτίζει τους κυπριακούς ουρανούς. Νυξ αιώνων παραχωρεί την θέσιν της εις το γλυκύφως της ημέρας και αθάνατον από τα βάθη της ιστορίας μας αναδύεται το πνεύμα των προγόνων μας για να μεταφέρει παντού το μέγα μήνυμα. Η Κύπρος είναι ελευθέρα».
Αυτά θα αναφωνήσει ο Μακάριος σε ομιλία του, με την επιστροφή του στην Κύπρο την 1η Μαρτίου 1959.

Η ανεξαρτησία της Κύπρου, αποτελεί πλέον γεγονός. Οι ευσεβείς πόθοι της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού μας για ένωση με τον εθνικό κορμό, δεν ευοδώνονται, όμως, τα νέα δεδομένα, δίνουν όραμα και ελπίδα για ένα λαμπρό μέλλον. Όλοι, υπόσχονται ότι θα την στηρίξουν και θα την προστατεύσουν έτσι, που να πάρει σιγά σιγά, τη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη. Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1960, γίνεται μέλος του ΟΗΕ και την επόμενη χρονιά, μέλος του κινήματος των αδεσμεύτων.    

Σε όλη αυτή την προσπάθεια, ο Μακάριος, αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αφιερώνει τον εαυτό του στην υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του τόπου και δίνει άνισες μάχες προσπαθώντας να εντάξει τη μικρή, νεόδμητη δημοκρατία, στο διεθνές πολιτικό στερέωμα. Στις πλείστες των περιπτώσεων, αυτό γίνεται κατορθωτό και ο πολιτικός και θρησκευτικός αρχηγός της μικρής μας πατρίδας, κερδίζει τον θαυμασμό όλων των ηγετών του σύγχρονου κόσμου. Συνάμα, με την παγκόσμια πολιτική του ακτινοβολία, κεντρίζει το ενδιαφέρον πολιτικών και δημοσιογράφων.

Υπήρξαν πολλές περιπτώσεις, που ο  Αρχιεπίσκοπος Μακάριος βρέθηκε ανάμεσα στις «συμπληγάδες» των δύο αντιμαχόμενων κοινοτήτων του νησιού, οι οποίες ενσυνείδητα, υπονόμευαν την οντότητα, την υπόσταση και την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Απτόητος, επέμενε στον αγώνα του. Τόνιζε ότι, «η ειλικρινής και στενή συνεργασία όλων των συμβαλλομένων παραγόντων, ο αλληλοσεβασμός και η εκτίμηση μεταξύ των δυο κοινοτήτων της Κύπρου», θα αποτελούσαν εγγύηση και απαραίτητη προϋπόθεση στο εγχείρημα αυτό. Αυτό ήταν το όραμα του. Το ενδιαφέρον του για την πατρίδα, παραμένει αμετάπτωτο μέχρι ακόμα και τη στιγμή που το προεδρικό μέγαρο, βομβαρδίζεται ανηλεώς από τους αντιφρονούντες πραξικοπηματίες. Κατατρεγμένος, αφήνει την πρωτεύουσα και επιζητεί την ασφάλεια στην πόλη της Πάφου, επικοινωνόντας με τον Κυπριακό λαό μέσω ραδιοφωνικών μηνυμάτων. Στη συνέχεια, αυτοεξορίζεται στο Λονδίνο και προσπαθεί να βοηθήσει στην καταστολή της αποβαρβάρωσης η οποία συντελείται στην Κύπρο, από την μετέπειτα του πραξικοπήματος, απρόκλητη Τουρκική εισβολή.

Με την επιστροφή του στην Κύπρο, γνωρίζει πολύ καλά ότι, η κατάσταση, όπως διαμορφώθηκε ύστερα από το προδοτικό πραξικόπημα και την ιταμή τουρκική εισβολή, πολύ δύσκολα μπορούσε να ανατραπεί. Το νησί, ήταν πλέον ανέφικτο να επανέλθει στην πρότερη κατάστασή του και οι πιθανότητες για δίκαιες διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, περιορίζονταν σημαντικά.

Ο πόνος και η πίκρα από τη βίωση των δεινών του ξεριζωμού, της προσφυγιάς και της ορφάνιας, διαταράσσουν ανεπανόρθωτα την υγεία του. Τρία χρόνια αργότερα, στις 3 Αυγούστου του 1977, ο Εθνάρχης αφήνει την τελευταία του πνοή, από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Αυτή την άγια πνοή, τη μοίρασε απλόχερα σε όλους τους συμπατριώτες μας. Την χάρισε ακόμα και πέρα από τα στενά όρια της μικρής μας πατρίδας, δίνοντας οικουμενικό νόημα και υπόσταση στους δίκαιους εθνικούς αγώνες που διεξάγουν οι λαοί για ελευθερία, ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια.
   
Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες,
Οι πληγές της βίαιης και άνανδρης τουρκικής εισβολής, είναι ακόμα ανοικτές και το χρέος μας απέναντι στην πατρίδα αλλά και τον Εθνάρχη μας, παραμένει βαρύ και ανεξόφλητο. Οι πρόσφυγες, οι αγνοούμενοι, τα συλημένα ιερά της ορθόδοξης πίστης μας και τα ρημαγμένα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, παραμένουν αδιάσειστοι μάρτυρες της φρίκης που προκάλεσε η μισαλλοδοξία και τα συμφέροντα των ισχυρών. Οι τραγικές συνέπειες του εγκληματικού εποικισμού και της οργανωμένης αλλοτρίωσης του ελληνικού στοιχείου, εντείνονται και εδραιώνονται όσο η πατρίδα μας παραμένει μοιρασμένη στα δύο. Η ανεξαρτησία η οποία κτίστηκε με κόπο και αμέτρητες θυσίες, επαπειλείται και εκβιάζεται από τον εισβολέα ο οποίος διακηρύττει ακόμα και την προσάρτηση των κατεχομένων εδαφών μας.   

Σήμερα, ως λαός, καλούμαστε να ξεπεράσουμε τα όποια διχαστικά σύνδρομα του παρελθόντος και να χαράξουμε κοινή εθνική πορεία για εξεύρεση δίκαιης και λειτουργικής λύσης στο κυπριακό πρόβλημα, το οποίο αποτελεί κορυφαία προτεραιότητά μας. Τούτος είναι και ο κύριος λόγος, που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επιδιώκει τη συλλογικότητα σε επίπεδο Εθνικού Συμβουλίου, έτσι που οι όποιες αποφάσεις, να λαμβάνονται με μοναδικό γνώμονα, το καλό της πατρίδας και του λαού μας. Μέσα από προσυμφωνημένη βάση, να προχωρήσουμε σε διαπραγματεύσεις ουσίας και να επιδιώξουμε την επανέναρξη των συνομιλιών, το συντομότερο εφικτό δυνατό. Να οδηγηθούμε σε συμφωνία που θα στηρίζεται στα περί Κύπρου ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και στη συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006, αλλά παράλληλα, να σέβεται τις επιθυμίες και τη βούληση του λαού μας για επιστροφή στην πατρώα γη.

Η κατάλληλη προετοιμασία, προβλέπει και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για επίτευξη του στόχου μας. Γι’ αυτό, προτείνουμε την οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης και την εφαρμογή θαρραλέων αποφασιστικών κινήσεων, οι οποίες θα ωθήσουν τη διαδικασία και θα δώσουν προοπτική θετικής έκβασης. Ελπίδα και όραμα στο λαό μας, ο οποίος δικαίως παραμένει επιφυλακτικός, λόγω των πολλών αποτυχημένων προσπαθειών του παρελθόντος. Η επιστροφή της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, δεν είναι κενό μήνυμα, αλλά αναγκαιότητα που θα αποκαλύψει αυτό που πραγματικά χρειάζονται οι συνομιλίες. Τη βούληση της άλλης πλευράς, για συμβίωση και κτίσιμο ενός κοινού μέλλοντος σε μια επανενωμένη πατρίδα, με μία κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα.  

Μέσα από έντονη διπλωματία, προσπαθούμε να πείσουμε τις ισχυρές δυνάμεις και τον διεθνή παράγοντα, ότι έφτασε η κατάλληλη στιγμή να ασκήσουν την επιρροή τους προς την κατοχική Τουρκία, για να αρθούν οι όποιες παράλογες αξιώσεις της. Αυτή όπως και κάθε άλλη πρωτοβουλία μας, βρίσκει αρωγό όλους εσάς, τους αποδήμους στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και σε άλλες χώρες που εργάζονται νυχθημερόν για προβολή των θέσεών μας στα κέντρα λήψης αποφάσεων, επηρεάζοντας θετικά και την κοινή γνώμη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Κυπριακός Ελληνισμός, σας ευχαριστούν θερμά, γνωρίζοντας ότι στον πατριωτισμό σας, στηρίζεται ένα μεγάλο κομμάτι της προσπάθειας αυτής.

Η νέα δυναμική και το διαμορφωμένο γεωπολιτικό περιβάλλον στην περιοχή μας, η εμμονή μας σε θέσεις αρχής και η αναβαθμισμένος μας ρόλος ως παράγοντας σταθερότητας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, έχουν πείσει για την ανάγκη αλλαγής στάσης στο κυπριακό. Με σύμπνοια και συλλογικότητα, σε αγαστή συνεργασία με την Ελλάδα η οποία αποτελεί μόνιμο και ανιδιοτελή συμπαραστάτη μας, καλούμαστε να εκμεταλλευτούμε την μοναδικότητα της ευκαιρίας που δημιούργησαν οι πολιτικές συγκυρίες και να οδηγηθούμε σε λύση και απαλλαγή από τα τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής.

Παρά τις όποιες δυσκολίες δημιούργησε η οικονομική κρίση, τονίζουμε ότι δε θα απεμπολήσουμε κυριαρχικά μας δικαιώματα, ούτε και θα καταλήξουμε σε συμφωνία η οποία θα θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών αλλά και τη βιωσιμότητα της λύσης. Οι πιέσεις της Τουρκίας για παγοποίηση των διαδικασιών έρευνας και εξόρυξης φυσικού αερίου που εντοπίστηκε στην ΑΟΖ μας, θα αποβούν άκαρπες. Με στρατηγική που θα θωρακίζει την ενεργειακή ασφάλεια, προχωρούμε με βάση τους αρχικούς ενεργειακούς σχεδιασμούς μας και τονίζουμε ότι δε θα αποδεχτούμε οποιαδήποτε διασύνδεσή τους με τις προσπάθειες επίλυσης του κυπριακού. Με την επίτευξη όμως ουσιαστικής συμφωνίας, ο υποθαλάσσιος πλούτος, θα μπορέσει να βοηθήσει το σύνολο του λαού μας, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, για ανάπτυξη και ευημερία. Ενός λαού, ο οποίος απέδειξε ότι διαθέτει το πείσμα, τη θέληση και τη δύναμη, να ανατρέψει τα σε βάρος του αρνητικά δεδομένα και να θαυματουργήσει. Να ανακάμψει οικονομικά και ως ισότιμος διαπραγματευτής, να διεκδικήσει το αυτονόητο. Δεν επαιτούμε, αλλά διεκδικούμε με ήθος και αξιοπρέπεια. Αυτές τις αρχές, μας τις κληροδότησε ο Εθνάρχης Μακάριος, του οποίου τη μνήμη τιμούμε σήμερα, με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννησή του.

Εκλεκτοί παρευρισκόμενοι, φίλοι και φίλες,

Κάποτε, το σύνθημα «ο Μακάριος ζει», ήταν γραμμένο σε τοίχους και πλατείες. Κατέκλυζε τους δρόμους και τις γειτονιές της ελεύθερης μας πατρίδας και έδινε μήνυμα αισιοδοξίας στον κατατρεγμένο λαό μας. Τα χρόνια πέρασαν, οι τοίχοι γκρεμίστηκαν και τα γραμμένα με μπογιά συνθήματα, ξεθώριασαν κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο. Μέσα όμως στις καρδιές των απανταχού Ελλήνων της Κύπρου, ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης, τα μηνύματα αγώνα, αντίστασης και χρέους προς την πατρίδα, όπως αυτός μας τα δίδαξε, διατηρούνται αναλλοίωτα στο χρόνο. Το ανακαινιστικό και αναμορφωτικό του πνεύμα, το έντονο ενδιαφέρον του για πρόοδο και ευημερία του λαού και του τόπου μας, ενδυναμώνει την φλόγα της ανάγκης για σύμπνοια και συνεργασία. Αναζωπυρώνει τη λαχτάρα για επιστροφή και δικαίωση. Η ανίδωτη και ανεπίβουλη προσωπικότητα του, άφησε παραφυάδες που συνεχίζουν το ιερό του έργο.

Υποκλινόμενοι μπροστά στην ιερή του μορφή, η οποία μετεωρίζεται στο μεταίχμιο γης και ουρανού στα βουνά του Κύκκου, επικαλούμαστε την Υπερμάχο Στρατηγό, για να αντλούμε δύναμη και κουράγιο, έτσι που να υπομένουμε με αξιοπρέπεια τον ανηφορικό εθνικό μας βίο. Υποσχόμαστε ότι, υπερήφανα όπως άλλωστε το ζητούσε και ο ίδιος, θα συνεχίσουμε τον αγώνα του με όλες μας τις δυνάμεις, μέχρι να ανατείλει η λευτεριά και η επανένωση της πατρίδας μας.