Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος
Αναστασιάδης, στο πλαίσιο της επίσκεψης εργασίας που πραγματοποιεί στην
Αθήνα, συναντήθηκε σήμερα με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ.
Κάρολο Παπούλια, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Πριν την κατ’ ιδίαν συνάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας έγιναν οι παρακάτω δηλώσεις:
Κ. Παπούλιας: Κύριε Πρόεδρε, σας καλωσορίζω εγκάρδια, να δούμε τις τελευταίες εξελίξεις και πρέπει να πούμε ότι έχουμε και μια κρυφή ανησυχία, πού θα καταλήξουν όλες αυτές οι κινήσεις, οι οποίες είναι δυσδιάκριτες – τουλάχιστον τώρα – για το πού πηγαίνει.
Ν. Αναστασιάδης: Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ καταρχήν γιατί μου δίνετε την ευκαιρία να συναντηθούμε. Είχα την ευκαιρία σήμερα ακριβώς, συναντόμενος με τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Εξωτερικών να διευκρινίσουμε τα αδιευκρίνιστα και να πω, με μεγάλη ικανοποίηση, για τη σύμπτωση θέσεων που υπήρξε. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτές τις δύσκολες ώρες: να νοιώθουμε ότι η Ελλάδα είναι δίπλα μας. Και αυτό βέβαια, είναι διαχρονικό, δεν είναι κάτι το νεοφανές, αλλά εν όψει της νέας προσπάθειας για επανέναρξη του διαλόγου, να διαπιστώσουμε από κοινού ότι ένας νέος διάλογος θα πρέπει οπωσδήποτε να πληροί κάποιες προϋποθέσεις, μια νέα δυναμική: την εμπλοκή της Τουρκίας που εισέβαλε και κατέκτησε το βόρειο τμήμα της Κύπρου, το γεγονός πως πρέπει να γίνουν κάποιες κινήσεις ουσιαστικής σημασίας που να ξαναδώσουν την εμπιστοσύνη τόσο στους Ελληνοκύπριους έναντι της Τουρκίας, ότι εννοεί αυτά που λέει, αλλά και ως προς την αποτελεσματικότητα του διαλόγου.
Την ίδια ώρα η Ευρώπη θα πρέπει να είναι παρούσα. Η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν μπορεί ένα κράτος ή μία μετεξέλιξη ενός ευρωπαϊκού κράτους από ενιαίο σε ομόσπονδο κράτος να υστερεί σε λειτουργικότητα, αποδοτικότητα των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών. Και νομίζω ότι η σημερινή μας συνάντηση ήταν μια καθοριστικής σημασίας συνάντηση στο να χαράξουμε μια από κοινού πολιτική, που με συνέπεια θα πρέπει να την υπηρετήσουμε. Και θα πρέπει να μας κατανοήσουν και οι φίλοι, όσοι ενδιαφέρονται για να αποκαταστήσουν την ειρήνη στην περιοχή, πως δεν μπορεί να επαναλάβουμε τα ίδια του παρελθόντος. Θέλει έναν άγονο διάλογο, ο οποίος στην ουσία διεξάγεται για να αποδίδονται ευθύνες από τους μεν εις τους δε, αλλά εάν όλοι εννοούν ότι θέλουν ειρήνη θα πρέπει να συμβάλουν στη δημιουργία της νέας δυναμικής.
Γι’ αυτό και πιστεύω ότι η παρουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως συμπληρωματική, υποβοηθητική στο έργο του Γενικού Γραμματέα, είναι μεγίστης σημασίας, αλλά και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως μεταξύ άλλων την επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου στους νομίμους κατοίκους, θα δώσουν μια πραγματικά νέα δυναμική και θα ξαναφέρουν στο ενδιαφέρον των κατοίκων, είτε Ελληνοκυπρίων είτε Τουρκοκυπρίων, ότι υπάρχει ελπίδα λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Κ. Παπούλιας: Χαίρομαι, κύριε Πρόεδρε, γιατί υπήρξε αυτή η σύμπτωση θέσεων, που δεν περίμενε κανείς βέβαια ότι δεν θα υπάρξει, αλλά και η επανάληψη αυτής της σύμπτωσης και της συστράτευσης είναι καλό, ιδιαίτερα σ’ αυτές τις κρίσιμες στιγμές. Είναι ένα μήνυμα προς τα έξω περισσότερο, γιατί σε μας είναι δεδομένο – αυτό το ξέρετε πάρα πολύ καλά – είναι διαχρονικό. Αλλά προς τους έξω, ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα συμπαρίσταται, συστρατεύεται και είναι ομόφωνη η απόφαση του ελληνικού λαού να προσπαθήσει για την εξεύρεση μιας λύσης δίκαιης.
Βέβαια, η νέα δυναμική ελπίζω να είναι σοβαρή η στάση της Τουρκίας, γιατί τα πάντα μέχρι τώρα έδειξαν ότι η Τουρκία δεν ήθελε μια λύση η οποία θα ήταν μια σύμπτωση απόψεων για την εξεύρεση μιας λύσης δίκαιης και σταθερής.
Ελπίζω η Τουρκία να το έχει καταλάβει και επίσης, αυτό που είπατε και το θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό, ότι η Κύπρος είναι μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λοιπόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μονάχα σαν συμπλήρωμα, αλλά σαν στήριξη σ’ ένα κράτος μέλος της ΕΕ πρέπει να στρατευθεί τώρα για την εξεύρεση μιας λύσης, γιατί όλοι μιλάμε για τη λύση, η οποία δεν μπορεί να έρθει εξ ουρανού αλλά είναι μεταξύ ανθρώπων και κρατών.