11/7/13

Επικήδειος λόγος του Υπουργού Άμυνας κ. Φώτη Φωτίου για τους πεσόντες κατά την τουρκική εισβολή Ιωάννη και Αντώνη Γερόπαπα



Επικήδειος λόγος του Υπουργού Άμυνας κ. Φώτη Φωτίου
για τους πεσόντες κατά την τουρκική εισβολή
 Ιωάννη και Αντώνη Γερόπαπα

(Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013 στις 16.00 μ.μ, στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος, χ. Μενεού Λάρνακας)
Ακολουθώντας την πένθιμη φάλαγγα που γυροφέρνει τα μνημεία και τους ναούς της ελεύθερης Κύπρου μας, από το Μαρί και τους 13 του ήρωες που έπεσαν στο βωμό του καθήκοντος
, μέχρι το δειλινό προσκύνημα στο Μενεού, στη χάρη του Αγίου Παντελεήμονα, προσερχόμαστε για να του ζητήσουμε ευλαβικά, να φιλοξενήσει για λίγο, τα λείψανα δύο ακόμα μαρτύρων της τουρκική εισβολής του 1974. Των αδελφών Ιωάννη και Αντώνη Γερόπαπα, που έπεσαν θύματα της άνανδρης επεκτατικής πολιτικής του Αττίλα και πότισαν με το αίμα τους, το διψασμένο θηρίο της ανατολής. Τον παρακαλούμε, έστω και με καθυστέρηση πολλών χρόνων, να πρεσβεύσει έτσι ώστε οι ψυχές τους, να ταχθούν «εν χορώ Αγίων», εκεί που αναπαύονται οι φιλήσυχοι και οι αγνοί άνθρωποι όταν το βίαιο χέρι του άδικου θανάτου αποστερεί τη ζωή.
Σήμερα, η Κυπριακή Πολιτεία παρίσταται στη σεμνή εξόδιο ακολουθία και εκφράζει την ευγνωμοσύνη της προς τα δύο παλληκάρια, αλλά ταυτόχρονα και τη συμπάθεια της προς τους οικείους τους, οι οποίοι βίωσαν το δράμα της προσμονής, του πόνου, της απώλειας και της ορφάνιας.  
Οι μνήμη όλων μας, αναπόφευκτα ταξιδεύει στο πικρό καλοκαίρι του ’74 και πενθεί μαζί με τους χαροκαμένους γονείς, τις μαυροφορεμένες χήρες και τα ορφανά, που άφησαν στο διάβα τους, οι ορδές του Τούρκου κατακτητή. Στους χιλιάδες πρόσφυγες, εγκλωβισμένους, νεκρούς και τραυματίες συμπατριώτες μας, οι οποίοι παρασύρθηκαν ως θύματα, στη δίνη του πολέμου και των μεγάλων συμφερόντων. Σε λίγο, το άγιο χώμα της μαρτυρικής μας πατρίδας, ετοιμάζεται να φιλοξενήσει τα λείψανα των γενναίων παλληκαριών της, Ιωάννη και Αντώνη. Σε προκαθορισμένο πια χώρο, για να δέχονται τις τιμές και τα μνημόσυνα, όπως αρμόζει, από την οικογένεια και τους φίλους τους, έτσι που να απαλύνεται ο πόνος και να γαληνεύουν οι κουρασμένες ψυχές. 
Η ταυτοποίηση των λειψάνων τους που ανευρέθηκαν μετά από εκταφή ομαδικού τάφου σε περιοχή κοντά στο τουρκοκυπριακό χωριό Σίντα, αποτελεί τον επίλογο της τραγικής ιστορίας των δύο αδελφών, τους οποίους ούτε ο θάνατος δεν μπόρεσε να χωρίσει. 
Ο σύντομος βίος τους μέσα από περιγραφές όσων είχαν την τύχη να τους γνωρίσουν, μαρτυρά την καλοσύνη, την ανθρώπινη απλότητα, την εργατικότητα, τον τίμιο μόχθο και την προσήλωσή τους προς τα ιδανικά της πατρίδας και της οικογένειας. Αυτός ήταν και ο λόγος που από την πρώτη στιγμή, με το άκουσμα της τούρκικης εισβολής, προσέτρεξαν ως έφεδροι και κατατάχθηκαν στο δυναμικό της 1ης Ανωτέρας, για να επανδρώσουν τη γραμμή αμύνης του χωριού τους Λύση που εκτεινόταν μέχρι τη γειτονική Άσσια.
Στις 14 Αυγούστου 1974, με την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής, οι κάτοικοι της Άσσιας, Λύσης, Κυθραίας και των γύρω χωριών, άρχισαν να τα εγκαταλείπουν, αφού ολόκληρη η περιοχή έγινε στόχος της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας και άλλων βαρέων όπλων των τουρκικών στρατευμάτων.
Μετά τη διάσπαση της αμυντικής γραμμής της Εθνικής Φρουράς στη Μια Μηλιά και την κίνηση των τουρκικών στρατευμάτων προς τις πιο πάνω περιοχές, οι υπερασπιζόμενοι την περιοχή έφεδροι, υποχώρησαν μαζί με τους κατοίκους, αφού δεν διέθεταν τον αναγκαίο εξοπλισμό για να αντιμετωπίσουν τα σύγχρονα άρματα μάχης και την πάνοπλη πολεμική αεροπορία. Ανάμεσα σε αυτούς που έφτασαν πρόσφυγες στο χωριό Ξυλοτύμπου μαζί με την οικογένειά τους, ήσαν και ο Ιωάννης με τον Αντώνη Γερόπαπα.
Παρά το γεγονός ότι η Λύση είχε εκκενωθεί από τους κατοίκους της, εντούτοις δεν καταλήφθηκε άμεσα από τα τουρκικά στρατεύματα. Γι’ αυτό, αριθμός κατοίκων της, μετέβαιναν στο χωριό τους, είτε για να παραλάβουν είδη πρώτης ανάγκης, είτε για να περιποιηθούν τα ζώα τους, πιστεύοντας ότι το κακό που βρήκε τον δύσμοιρο λαό μας και ο ξεριζωμός του, ήταν προσωρινός.
Στις 18 Αυγούστου, μια ομάδα από επτά κατοίκους, μετέβηκαν στις φάρμες τους για να φροντίσουν τα ζωντανά τους. Οι έξι από αυτούς, συμπεριλαμβανομένων των Ιωάννη και Αντώνη, συνελήφθησαν από Τούρκους στρατιώτες και μεταφέρθηκαν με τη βία των όπλων στο χωριό Σίντα. Ο έβδομος της ομάδας, κατάφερε να διαφύγει και παρά το γεγονός ότι οι ένοπλοι Τούρκοι πυροβόλησαν εναντίον του, έφθασε με ασφάλεια στις ελεύθερες περιοχές.
Από τότε, κανένας από τους απαχθέντες δεν έδωσε σημεία ζωής και η τύχη τους αγνοείτο. Η εκταφή και ταυτοποίηση των οστών των ηρώων που κηδεύουμε σήμερα, μαρτυρεί τη βαρβαρότητα της δολοφονίας τους και αποκαλύπτει ακόμη ένα περιστατικό άνανδρης συμπεριφοράς του κατοχικού στρατού.  
Η ανακοίνωση της ανεύρεσης των λειψάνων στις οικογένειες τους, έγινε σε κλίμα βαθιάς θλίψης και ανείπωτου πόνου. Οι χαροκαμένοι γονείς Ττοφής και Καλλού, λύγισαν από το βάρος του μαρτυρίου και έφυγαν από τη ζωή με τον καημό της επιστροφής των παιδιών τους. Η σύζυγος του Ιωάννη, Αγγελική και τα παιδιά του Χριστόφορος και Κυριακή, ανέμεναν χρόνια τώρα με ανυπομονησία την επιστροφή του πατέρα. Κάθε γιορτή που περνούσε μοναχικά, κάθε κτύπημα στην πόρτα, κάθε καλοκαίρι τέτοιες μέρες που οι μνήμες ζωντάνευαν, περίμεναν τη φιγούρα του να ξεπροβάλει στο κατώφλι και να τους πει ότι, όσα έζησαν ήταν ένας κακός εφιάλτης. Τα αδέλφια τους Γεώργιος, Μιχάλης και Ανδρέας, βρίσκονται ανάμεσά μας και αποχαιρετούν υπερήφανα, τα δοξασμένα παλληκάρια που τίμησαν το όνομα της οικογένειας και κράτησαν ψηλά το φρόνημα του λαού μας για επιστροφή στις πατρογονικές εστίες. 
Τριάντα εννέα χρόνια μετά, η Τουρκία συνεχίζει να κατέχει ένα μεγάλο τμήμα της πατρίδας μας. Οι πρόσφυγες, εξακολουθούν να στερούνται του δικαιώματος επιστροφής, ενώ αδιευκρίνιστη, παραμένει η τύχη πολλών αγνοουμένων μας. Οι εγκλωβισμένοι, πεισματικά, δίνουν αγώνα επιβίωσης στην κατεχόμενη πατρώα γη και η πολιτιστική μας κληρονομιά, γίνεται έρμαιο συστηματικής λεηλασίας και οργανωμένης καταστροφικής πολιτικής.
Η Κυβέρνηση, συναισθανόμενη το χρέος προς τους ηρωικώς πεσόντες και αγνοούμενους συμπατριώτες μας, δεσμεύεται σε συνέχιση του αγώνα τους για προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και των συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων μας, εκφράσαμε ετοιμότητα για επανέναρξη συνομιλιών ουσίας, πάνω στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Προκαλέσαμε και προτείναμε υποβοήθηση της νέας προσπάθειας, με μέτρα που έχουν ως στόχο την άρση επιφυλάξεων και προκαταλήψεων μεταξύ των δύο πλευρών, όπως η επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου.
Παρόλα αυτά, η Τουρκία συνεχίζει προκλητικά την αμετακίνητη θέση της, προωθώντας απαράδεκτες αξιώσεις οι οποίες ουσιαστικά, οδηγούν σε αναγνώριση των τετελεσμένων της εισβολής. Διακηρύττει ότι τυχόν αποτυχία της νέας προσπάθειας, θα οδηγήσει σε λύση δύο κρατών, αντί να εισηγηθεί τρόπους υπερπήδησης των δυσκολιών με βάση το διεθνές δίκαιο. Προτάσεις που θα απαντούν στις ανησυχίες του λαού μας, δε θα υποθάλπουν την οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα ωθούν καταλυτικά τη διαδικασία επίλυσης του προβλήματος.
Η καθημερινή αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, αποτελεί απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο. Παρά τις προκλήσεις, έχουμε χρέος έναντι των θυσιασθέντων παλληκαριών μας, να μην αποδεχτούμε εκπτώσεις και προτάσεις που παραπέμπουν σε έμμεση αναγνώριση του ψευδοκράτους. Ο τρόπος της θυσίας τους, μας υπενθυμίζει τις βάρβαρες καταβολές του κατακτητή, ο οποίος, παρά το πέρασμα των χρόνων, παραμένει στις ίδιες νοοτροπίες που πόρρω απέχουν από τις δημοκρατικές πρακτικές που διακηρύττει διεθνώς ότι έχει επιτύχει. Η παρεμπόδιση, η ανατροπή και η αποκάλυψη των πραγματικών της προθέσεων, αποτελεί εθνικό στόχο που απαιτεί οργάνωση, κοινή συστράτευση και εγρήγορση.    
Στις δύσκολες αυτές ώρες, η ανάγκη για ενότητα, αποτελεί όρο επιβίωσης για μας, τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Δε χρειάζονται εσωτερικές αντιπαραθέσεις, αλλά σύμπνοια ηγεσίας και λαού. Εν όψει και της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων, που θα ξεκινήσουν το φθινόπωρο, επιδιώκουμε τη χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής, μέσα από διάλογο σε επίπεδο Εθνικού Συμβουλίου, με στόχο την επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και αμοιβαία αποδεκτής λύσης.  
Απευθυνόμενος στην οικογένεια Γερόπαπα, θα ήθελα να εκφράσω τη συμπάθεια αλλά και το θαυμασμό μου, για τη μαρτυρική καρτερία που επιδείξατε, μέχρι να μάθετε για την τύχη των δικών σας ανθρώπων, των αγνοουμένων όλης της Κύπρου μας. Δυστυχώς, οι ισχυροί που διαχειρίζονται τις τύχες των αδυνάτων, τα μεγάλα συμφέρονται και η ανοχή όσων διατείνονται ότι πρεσβεύουν το διεθνές δίκαιο, δεν απέτρεψαν τις θηριωδίες των Τούρκων κατά τη διάρκεια της εισβολής. Η αποτρόπαια εκτέλεση των παλληκαριών μας, ένα από τα εκατοντάδες εγκλήματα πολέμου στα οποία υπέπεσε ο βάρβαρος κατακτητής, δυστυχώς παραμένει ακόμη ατιμώρητο.  
Μέσα στο πένθιμο κλίμα της ημέρας, απευθύνουμε το ίστατο χαίρε στον Ιωάννη και τον Αντώνη, οι οποίοι με τη θυσία τους, γέμισαν με υπερηφάνεια και αισιοδοξία το λαό μας. Τους τιμούμε και τους χαράσσουμε ανεξίτηλα στη μνήμη μας, όπως αρμόζει σε όλους τους ήρωες της λευτεριάς και του καθήκοντος. Τους  αποχαιρετούμε, μέσα στο ήδη θλιμμένο κλίμα ενόψει των επετείων του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, που βύθισαν την Κύπρο μας στο πένθος, αλλά και με τις θύμισες των 13 ηρώων μας οι οποίοι χάθηκαν, αυτή την αποφράδα μέρα της 11ης Ιουλίου κατά τη φονική έκρηξη στο Μαρί, πιστοί στο καθήκον, θέτοντας το χρέος υπεράνω της ζωής τους. Για να θυμηθούμε όχι μόνο εκείνους που έπεσαν πολεμώντας, αλλά κι εκείνους που έπεσαν εν καιρώ ειρήνης, έρμαια της ανευθυνότητας και της επιπολαιότητας μιας Πολιτείας.
Αυτή λοιπόν τη βουρκωμένη μέρα του Ιούλη, αποχαιρετούμε τους ήρωες μας οι οποίοι έδωσαν το υπέρτατο αγαθό, τη ζωή τους, για την πατρίδα.  
Ας είναι ανάλαφρο το χώμα, που σε λίγο θα τους σκεπάσει.