Ξεφυλλίζοντας
κανείς το βιβλίο της παγκόσμιας ιστορίας, βρίσκει πολλές σελίδες και
μακροσκελείς αναφορές για τους Έλληνες και τους αγώνες που έδωσαν και
συνεχίζουν να δίνουν στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν ως λαός και ως
έθνος.
Σε κάθε ιστορική συγκυρία, σε κάθε μεγάλο
παγκόσμιο γεγονός, πάντοτε οι Έλληνες άφησαν ανεξίτηλο και ξεχωριστό το
δείγμα της εθνικής τους γραφής. Λαός παράτολμος, αλλά και
ευαισθητοποιημένος, αποδείχθηκε πάντοτε συνεπής στο συναπάντημα με το
ιστορικό χρέος και τη μοίρα του.
Και είναι ακριβώς αυτή η απίστευτη αίσθηση
του χρέους, η έντονη επιθυμία και διάθεση να υπερασπιστούν τον τόπο και
τον πολιτισμό τους που κάνει τους Έλληνες λαό ξεχωριστό. Είναι μια
ιστορική και καθαρά ηθική διάκριση που ξεκινά χιλιάδες χρόνια πριν. Από
την εποχή του Ομήρου μέχρι, θέλω να πιστεύω, τις μέρες μας.
Στη μεγάλη αυτή διαδρομή των Ελλήνων ορόσημο
αποτελεί η 25η Μαρτίου 1821. Η ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, που
το έθνος μας ευαγγελίστηκε τη απελευθέρωση του. Είναι η ημέρα που
θυμίζει την ιστορική μας κληρονομιά, τις εθνικές μας υποθήκες και μας
καλεί να συναισθανθούμε το μέγεθος του χρέους μας προς την πατρίδα.
Το πνεύμα που ξεσήκωσε τους Έλληνες ήταν ο
σπόρος που φύτεψε ο Ρήγας και σιγά-σιγά άρχισε να ανθίζει και φούντωσε
με το «Ελευθερία ή Θάνατος». Ο Παπαφλέσσας με το φλογερό λόγο του φέρνει
το μήνυμα των Φιλικών. Ο Υψηλάντης στην Μολδοβλαχία σχηματίζει τον Ιερό
Λόχο και οι νησιώτες με τα καράβια τους αρμενίζουν ως κουρσάροι στο
Αιγαίο Πέλαγος. Οι καπεταναίοι, από τον Μωριά μέχρι την Μακεδονία,
οργανώνουν τον ξεσηκωμό.
Πρώτα λοιπόν στην Πελοπόννησο, μετά στη
Ρούμελη, στο Μεσολόγγι, στην Αλαμάνα, στα Ψαρά, στο Σούλι, ολοκαυτώματα
και θυσίες. Παντού θυσίες που ποτίζουν το δεντρί της λευτεριάς.
Έκθαμβοι οι λαοί της γης γίνονται μάρτυρες
του ακατόρθωτου. Αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν μια χούφτα υπόδουλων
Ελλήνων να δαμάζουν το οθωμανικό θεριό. Και γεννάται η ιδέα των
Φιλελλήνων.
Οκτώ χρόνια μετά την Αγία Λαύρα, η ελληνική
ελευθερία, «απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά», επιστρέφει στο
χώρο της λατρείας της. Επιστρέφει για να στεφανώσει ένα λαό με δόξα. Ένα
λαό που δεν γκρέμισε τους βωμούς της, που δεν συνήθισε στην απουσία της
και που για τέσσερις αιώνες καρτερούσε τον χρόνο και τη ημέρα για να
την φέρει πίσω με το αίμα του.
Δίκαια λοιπόν η επανάσταση του 1821
θεωρείται όχι ως η απαρχή, αλλά η τελευταία φάση ενός μεγάλου αγώνα που
ξεκινά με την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Οποιοσδήποτε άλλος λαός
βρισκόταν στη θέση των Ελλήνων για τόσους αιώνες, υπόδουλος και
βασανισμένος από τους Οθωμανούς, θα είχε αφομοιωθεί ως έθνος. Καίριο
συντελεστή του θαύματος αποτελεί η ζώσα συνείδηση στη καρδιά του Έλληνα
ότι για την κατάκτηση της ελευθερίας θα απαιτηθούν θυσίες. Και αυτό το
ενοποιητικό στοιχείο που έφερε τους Έλληνες σε πρωτοφανή επίπεδα
αδελφοσύνης, εγγυήθηκε την δικαίωση του αγώνα.
Αυτό ήταν, φίλες και φίλοι, το μήνυμα και
αυτό ήταν το δίδαγμα που μας κατέλιπαν οι πρόγονοί μας. Ένα συμβόλαιο
ελευθερίας γραμμένο με το αίμα τους, που αναζητεί ελληνικές ψυχές για να
το αναμεταδίδουν και να το συντηρούν μέσα στην πολυτάραχη ζωή και
πορεία του έθνους. Και αυτό το μήνυμα μεταδόθηκε σταδιακά και διαχρονικά
σε ολόκληρη την Ελλάδα και έφτασε μέχρι και την Κύπρο μας.
Ελληνίδες και Έλληνες,
Το έπος του 1955-59 χαρακτηρίζεται ως η
επανάληψη της ελληνικής δόξας των οπλαρχηγών του Μοριά και της Στερεάς
Ελλάδας, του Εθνομάρτυρα Κυπριανού και των άλλων δεσποτάδων και προεστών
που εκτελέστηκαν την 9η Ιουλίου του 1821. Ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ δεν
υπήρξε τίποτα άλλο παρά η έμπρακτη κορύφωση του προαιώνιου αλυτρωτικού
πόθου των Κυπρίων για Ένωση.
Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας υπήρξε η
ιστορική συνέχεια της ενωτικής διακήρυξης των Κυπρίων στη Ρώμη το 1821
και των τριών κινημάτων που ακολούθησαν στο νησί το καλοκαίρι του 1833.
Ήταν η συνέχεια της πρώτης αυθόρμητης επανάστασης εναντίον των Βρετανών
τον Οκτώβρη του 1931 και προϊόν της αδικαίωτης αξίωσης του λαού μας,
όπως εκφράστηκε στο δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου του 1950.
Έτσι, λοιπόν, στις 22 Αυγούστου του ’54 ο
Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ορκίζει τον κυπριακό ελληνισμό από τον άμβωνα της
Παναγίας της Φανερωμένης και οι εξελίξεις φαντάζουν προδιαγεγραμμένες.
Λίγους μήνες αργότερα, το καΐκι της
ελευθερίας αρμενίζει για την Κύπρο μεταφέροντας το πρώτο πολεμικό υλικό
και μαζί του τον στρατιωτικό αρχηγό της οργάνωσης. Ο Γεώργιος Γρίβας
αναλαμβάνει την διοίκηση του αγώνα και καταστρώνει το τελειότερο ίσως
σχέδιο ανταρτοπόλεμου της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας.
Η ανάληψη δράσης την 1η Απριλίου του 1955
σηματοδοτεί την ημέρα που σταμάτησαν τα ειρηνικά και άκαρπα διαβήματα
για αυτοδιάθεση. Την ημέρα που αρχίζει πλέον η ιστορία να γράφει τις
σελίδες της κυπριακής ελευθερίας με αίμα ηρώων.
Σε αρματολούς και κλέφτες μετατρέπονται τα
παλικάρια της ΕΟΚΑ. Πρώτοι απ’ όλους ανταποκρίνονται στο προσκλητήριο
σάλπισμα του Διγενή τα υπέροχα ελληνικά νιάτα. Οι υπέροχοι νέοι και
νέες, που δεν ναρκώθηκαν από το βόλεμα, δεν έμαθαν ύμνους ξένους και δεν
συμβιβάστηκαν στη θέα καμιάς άλλης σημαίας, παρά μόνο της
γαλανόλευκης. Και τότε η πατρίδα μας ανακαλύπτει πως διαθέτει έvαν
θησαυρό αvεκτίμητo, μια πηγή μεγαλείου και δόξας αvεξάvτλητη, έvα
στήριγμα σίγoυρo και απόλυτo, τον ίδιo τo λαό της, τη vεoλαία της.
Έκαστος «εφ’ ω ετάχθη», οι ελληνόψυχοι νέοι
λαμβάνουν και εκτελούν τις εντολές της ηγεσίας, είτε αυτές αφορούν το
κατηχητικό, τον σύνδεσμο, τη μεταφορά της αλληλογραφίας, την αναγραφή
συνθημάτων και τη ανύψωση σημαιών είτε τη φιλοξενία και μετακίνηση
ανταρτών και τη συμμετοχή στις ριψοκίνδυνες ομάδες κρούσης και ρίψης
χειροβομβίδων.
Θυμούμαστε σήμερα και τιμούμε τους ήρωες της
κυπριακής ελευθερίας: Τον Μάτση, τον Αυξεντίου, τον Παλληκαρίδη, τον
Δημητρίου, τον Καραολή, τον Δράκο, τον Ιωνά και τον Κολοκάση….. Ονόματα
λεβεντών που έπεσαν και έβαψαν με το αίμα τους τη γη μας, τραγουδώντας
τον ύμνο της ελευθερίας.
Γυρίζουμε νοερά στο παρελθόν για να ζήσουμε
το μαρτύριο των στρατοπέδων συγκέντρωσης, την οδύνη των βασανιστηρίων,
το κλάμα της χαροκαμένης μάνας, το δράμα της αγχόνης, την αγωνία της
ενέδρας και των μαχών, τον παλλαϊκό θρήνο για τους νεκρούς μας.
Έτσι δημιουργήθηκε το έπος της ΕΟΚΑ. Με τους
συντελεστές του να εμφορούνται από την δύναμη της πίστης και, με πλήρη
συναίσθηση του χρέους και της αποστολής τους, να στέκονται ασυμβίβαστοι
μπροστά στις κακουχίες των μαχών και τον φόβο του θανάτου. Γι’αυτό και
έμειναν ολόρθοι, περήφανοι και θριάμβευσαν με τους αγώνες τους, έγιναν
πρότυπα ζωής στην ιστορία, για να διδάσκουν τις επερχόμενες γενεές πώς
πρέπει να περιφρουρείται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και πώς οι λαοί πρέπει
να διεκδικούν την ελευθερία τους.
Τα πενήντα και τόσα χρόνια που πέρασαν δεν
είναι μεγάλη χρονική απόσταση από τη μέρα εκείνη. Δεν έχουν σβήσει ούτε
τις ζωντανές μαρτυρίες της εποχής ούτε τις συγκινήσεις της ιστορικής
εκείνης περιόδου. Ζουν ανάμεσα μας τα ονόματα και οι θυσίες των ηρώων
μας, στέκουν ακόμη οι τόποι που έπεσαν, ακούγεται ακόμα ο θρήνος για το
χαμό τους και οι ζητωκραυγές για τη δόξα τους. Όλοι και όλα φαίνονται
τόσο κοντά και τόσο μακριά μας. Τόσο κοντά μας σαν να ’ταν χθες που
έζησαν και έδρασαν, που πέθαναν και πέρασαν στην αθανασία. Και τόσο
μακριά σαν να μετρούν αιώνες τα όσα μεσολάβησαν από το χθες, μέχρι την
αδιαφορία, τον αποπροσανατολισμό και την απαξίωση του σήμερα.
Στο σημερινό εορταστικό συναπάντημα, ο
απανταχού Ελληνισμός ξαναζεί τους μεγάλους του αγώνες, τιμά τις εθνικές
του επετείους. Όμως η Κύπρος του σήμερα δεν είναι αυτή που
οραματιστήκαμε, δεν είναι αυτή για την οποία αγωνίστηκαν τα παλικάρια
της ΕΟΚΑ και θυσιάστηκαν οι τιμώμενοι ήρωες μας. Οι θυσίες και αγώνες
των ηρώων μας κατά την τουρκική εισβολή του ’74 παραμένουν ακόμα
εκκωφαντικά αδικαίωτοι, ενώ το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων
εξακολουθεί να συνεχίζεται.
Ο λαός μας εξακολουθεί να βιώνει για 39
σχεδόν χρόνια τις τραγικές συνέπειες της εισβολής και τις παρενέργειες
του μιάσματος της κατοχής. Κατά συνέπεια, και οι εφετινοί εορτασμοί μάς
παρέχουν τη ευκαιρία να σταθούμε με περίσκεψη απέναντι στην τραγικότητα
των στιγμών και να προσμετρήσουμε τις ιστορικές μας ευθύνες.
Να παραδειγματιστούμε, δηλαδή, από τα λάθη
της νεφελώδους ιστορίας μας και να εργαστούμε για τη δημιουργία
υποβάθρου ενότητας, που θα μας επιτρέψει να διέλθουμε τις τραγικές
συνέπειες της εισβολής, αλλά και τις συνέπειες μιας πρωτόγνωρης
οικονομικής κρίσης. Μιας οικονομικής κρίσης που θέτει σε άμεσο κίνδυνο
όχι μόνο το βιοτικό μας επίπεδο, αλλά και τα θεμέλια της οικονομίας μας
και της κοινωνικής μας συνοχής. Και, κατ’ επέκταση, τον αγώνα μας για
εθνική επιβίωση και δικαίωση.
Τα εθνικά μας ζητήματα απαιτούν
συλλογικότητα. Απαιτούν να αντιληφθούμε ότι τόσο το Κυπριακό όσο και οι
συνέπειες της οικονομικής κρίσης είναι ζητήματα φυσικής και εθνικής
επιβίωσης του κυπριακού ελληνισμού και δεν μπορεί παρά να αποτελούν
υπόθεση όλων.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση
δεσμευόμαστε να αγωνιστούμε και να εργαστούμε συστηματικά για να
εξέλθουμε από την κρίση το συντομότερο δυνατό. Δεσμευόμαστε να
αγωνιστούμε για την επανένωση της πατρίδας μας. Γιατί δεν έχουμε
δικαίωμα να συμβιβαζόμαστε με την στασιμότητα. Απαλλαγμένοι από τα δεσμά
της οικονομικής κρίσης, θα μπορέσουμε να ισχυροποιήσουμε τη
διαπραγματευτική μας θέση στο Κυπριακό, στη βάση μιας ολοκληρωμένης και
διεκδικητικής στρατηγικής, αξιώνοντας αυτό που δικαιούμαστε, αυτό που
μας αξίζει.
Σ’ αυτές τις μεγάλες ώρες της εθνικής μας
ευθύνης, ας ευχηθούμε λοιπόν να μας φωτίζει η αγωνιστικότητα, η ακλόνητη
πίστη και η ισχυρή θέληση των αγωνιστών του ’21 και του ’55 και τα
μηνύματα των αγώνων τους που παραμένουν επίκαιρα.
Γιατί δεν μπορούμε να διαψεύσουμε την
ιστορία μας. Δεν δικαιούμαστε να αδικήσουμε και να προδώσουμε όσους
θυσιάστηκαν διαχρονικά για την ελευθερία του Ελληνισμού και της
ιδιαίτερης μας πατρίδας. Αυτό είναι το ιστορικό μας χρέος έναντι στις
απελθούσες και επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Αυτή είναι η
οφειλή μας και αυτό θα αποτελέσει τη καλύτερη δικαίωση των αγώνων και
της θυσίας τους. |
|