Αγαπητοί φίλοι,
Είναι με ιδιαίτερη τιμή που αποδέχθηκα την πρόσκληση του Ινστιτούτου Κύπρου και της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων για να προλογίσω τη σημερινή ομιλία του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διακεκριμένου πολιτικού Τάσου Γιαννίτση με θέμα: «Ιδεολογικές και συστημικές ανατροπές: Τα κρίσιμα διακυβεύματα της κρίσης».
Είναι με ιδιαίτερη τιμή που αποδέχθηκα την πρόσκληση του Ινστιτούτου Κύπρου και της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων για να προλογίσω τη σημερινή ομιλία του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διακεκριμένου πολιτικού Τάσου Γιαννίτση με θέμα: «Ιδεολογικές και συστημικές ανατροπές: Τα κρίσιμα διακυβεύματα της κρίσης».
Ο Τάσος Γιαννίτσης έχει μεγάλη εμπειρία, καθώς και ακαδημαϊκή κατάρτιση, σε θέματα οικονομίας, πολιτικής, και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Εκτός από το σημαντικό ακαδημαϊκό και συγγραφικό του έργο, υπηρέτησε το δημόσιο σε ιδιαίτερα σημαντικές θέσεις ως Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (2000-2001), Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών (2001-2004), Υπουργός Εξωτερικών (2004), καθώς και Υπουργός Εσωτερικών στην Κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου (2011-2012).
Γι’ αυτό και θεωρώ ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για να μας δώσει μια ενδελεχή ανάλυση επί των διακυβευμάτων της τρέχουσας οικονομικής κρίσης που επηρεάζει όλους μας.
Νομίζω ότι αποτελεί συμπέρασμα αναντίλεκτο σήμερα ότι η κρίση δεν περιορίζεται στην περιστολή της οικονομικής δραστηριότητας και την αποσταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Στην Κύπρο, όπως και στην Ελλάδα, η κρίση έχει πολλαπλές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές παραμέτρους. Ταυτόχρονα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρατηρείται όχι μόνο αβεβαιότητα για τον τρόπο αντιμετώπισής της, αλλά και ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης στους θεσμούς, αποκαλύπτοντας τα τρωτά σημεία του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα μπορούσε εν προκειμένω να ισχυριστεί κάποιος ότι η Ένωση βρίσκεται ενώπιον της μεγαλύτερης πρόκλησης της ιστορίας της, ταυτόχρονα όμως και της προοπτικής της.
Η κρίση είναι σήμερα, περισσότερο από οικονομική και δημοσιονομική, κρίση του συστήματος των θεσμών και των αξιών που συγκροτήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Η αλληλεγγύη, η ισονομία, η κοινωνική συνοχή και ευημερία υποχώρησαν στα συνεχή κτυπήματα της κρίσης και υπονομεύθηκαν από την έντονη αμφισβήτηση των βασικών αρχών της Ένωσης καθώς και της δημοκρατικής νομιμοποίησης των διαδικασιών λήψης αποφάσεων. Τα φαινόμενα αυτά επέτειναν οι νέες κοινωνικές ανισότητες, η φτώχεια, η αυξανόμενη ανεργία, αλλά και το γεωγραφικό χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, όπως παραδέχθηκε την προηγούμενη εβδομάδα ο Επίτροπος Απασχόλησης κ. Laszlo Andor, σχολιάζοντας τα πιο πρόσφατα στοιχεία για την ανεργία στην Ευρωζώνη.
Η κρίση απέδειξε αφενός ότι οι δομές του συστήματος είχαν εγγενείς αδυναμίες, αφετέρου ότι οι πολιτικές ηγεσίες αδυνατούσαν να απεγκλωβιστούν από την αδράνεια. Αποδυνάμωσε ως εκ τούτου, εμφανώς, και τη θέση της Ένωσης διεθνώς.
Δεν αφορά η κρίση, βέβαια, μόνο αδυναμίες του συστήματος. Η κρίση βιώνεται παντού. Οι πολίτες της Ένωσης, ιδιαίτερα δε του ευρωπαϊκού νότου, εκτιθέμενοι σε συνθήκες πρωτόγνωρες γι’ αυτούς, αισθάνονται ευάλωτοι και απαιτούν από τις πολιτικές ηγεσίες να διαμορφώσουν ένα νέο όραμα για το μέλλον της Ένωσης.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, θα έλεγα ότι επιβάλλεται άμεσα μια αξιολόγηση των αιτιών της κρίσης, και βέβαια με αυτοκριτική διάθεση, καθότι οι δομές, οι θεσμοί και οι μηχανισμοί που δημιουργήσαμε ως δίκτυ προστασίας έχουν εμφανώς αποτύχει στην αποστολή τους. Παράδειγμα μια τέτοιας περίπτωσης υπήρξε η Νομισματική Ένωση χωρίς Οικονομική Ένωση, όπως πρόσφατα ο πρώην Πρόεδρος της Επιτροπής κ. Jacque Delors ορθά επισήμανε. Η περίοδος αυτή καθίσταται εξ ανάγκης μεταβατική στην πορεία επανάκαμψης.
Στην πορεία αυτή δεν θα παραλείψω, βεβαίως, να αναφέρω ότι συμβάλαμε κι εμείς, στο πλαίσιο άσκησης της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ, το προηγούμενο εξάμηνο. Κατά τη διάρκεια της Κυπριακής Προεδρίας προωθήσαμε αποτελεσματικά τις διαπραγματεύσεις υιοθέτησης σημαντικών προτάσεων για δημιουργία μιας Τραπεζικής Ένωσης και προς τούτο, σημειώνω ότι πετύχαμε την πολιτική συμφωνία εντός του Συμβουλίου για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό για τις Τράπεζες, το πρώτο βήμα προς την επίτευξή της.
Σημαντική ταυτόχρονα, υπήρξε η πρόοδος, κατά τη διάρκεια της Κυπριακής Προεδρίας, στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη δέσμη νομοθετικών προτάσεων οικονομικής διακυβέρνησης, το γνωστό two-pack, η οποία αναμένεται σύντομα να υιοθετηθεί και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι προτάσεις και τα μέτρα αυτά αποτελούν μέρος της προσπάθειας δημιουργίας του πλαισίου της Οικονομικής Διακυβέρνησης στην Ένωση, η οποία ευελπιστούμε ότι θα αποτελέσει την απάντηση στις προκλήσεις της κρίσης και θα αποτρέψει επανάληψή της στο μέλλον.
Για την αναστροφή, λοιπόν, της πορείας στην οποία μας οδήγησε η κρίση και την επίτευξη εκ νέου κοινωνικής και οικονομικής σταθερότητας, ανάπτυξης, απασχόλησης και ευημερίας, χρειάζεται με αποφασιστικότητα να διαμορφώσουμε, πέρα από τα εργαλεία και τους μηχανισμούς, ένα όραμα για το μέλλον. Ένα όραμα που θα ανταποκρίνεται μεν στα δεδομένα που διαμορφώθηκαν, αλλά και στις ανάγκες των κοινωνιών μας. Ένα όραμα συνεκτικό, που μαζί με τις ηγεσίες θα συνεγείρει και τους πολίτες και θα επαναπροσδώσει εμπιστοσύνη στο θεσμικό και αξιακό πλαίσιο της Ένωσης. Ένα όραμα παράλληλα, όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για ένα κόσμο ειρήνης, συνεργασίας, ανάπτυξης και αλληλεγγύης. Ένα όραμα που θα επαναφέρει την Ένωση στην ηγετική θέση που της αρμόζει διεθνώς. Στη θέση που η πρόσφατη βράβευσή της με το Νόμπελ Ειρήνης απαιτεί να βρίσκεται.
Είναι με αυτές τις σκέψεις που καλωσορίζω τον σημερινό μας διακεκριμένο ομιλητή ο οποίος είμαι βέβαιη ότι με τη δική του ανάλυση θα επιχειρήσει να δώσει απαντήσεις στα πολλά βασανιστικά ερωτήματα που ταλανίζουν σήμερα την ΕΕ και τους θεσμούς της, τις εθνικές κυβερνήσεις, τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά πάνω απ΄ όλα τον Ευρωπαίο πολίτη, ο οποίος έχει δυστυχώς αναλάβει το μεγαλύτερο κόστος αυτής της κρίσης.
Το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο και πολύπλοκο και είναι γι΄ αυτό που μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί η μαγική φόρμουλα που θα έθετε ένα τέρμα σε αυτό τον φαύλο κύκλο στον οποίο φαίνεται να έχουμε οδηγηθεί. Έχουν γίνει αρκετά στα πλαίσια της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Είναι όμως επαρκή για να δώσουν οριστικές λύσεις ή για να δημιουργήσουν εκείνη την ασπίδα προστασίας ώστε να μην επαναληφθούν οι δραματικές εξελίξεις που μας οδήγησαν σε αυτή την κρίση;
Τέλος, με ποιό τρόπο θα προωθήσουμε την ανάπτυξη και θα ενισχύσουμε την πραγματική οικονομία; Πώς θα υλοποιηθεί η δέσμευση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για περισσότερη ανάπτυξη και απασχόληση, η οποία δυστυχώς δεν έχει μέχρι στιγμής πάρει σάρκα και οστά; Πώς θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και θα μειωθεί η ανεργία, ούτως ώστε να δώσουμε ευκαιρ