Ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων κ.
Γιαννάκης Λ. Ομήρου δέχθηκε σήμερα αντιπροσωπία της Διαρκούς Επιτροπής
Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων, που πραγματοποιεί επίσκεψη
στην Κύπρο μετά από σχετική πρόσκληση. Της αντιπροσωπίας ηγείται ο
Πρόεδρος της Επιτροπής κ. Γεώργιος Καλαντζής και σε αυτή συμμετέχουν ο
κ. Χρήστος Αηδόνης (Αντιπρόεδρος Επιτροπής), η κα Μαρία Αντωνίου, ο κ.
Αναστάσιος Κουράκης, η κα Σταυρούλλα Ξουλίδου και οι κ.κ. Αρτέμιος
Ματθαιόπουλος και Γεώργιος Κυρίτσης. Στη συνάντηση παρέστη και ο
Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας κ. Νίκος Τορναρίτης.
Καλωσορίζοντας την αντιπροσωπία, ο Πρόεδρος
της Βουλής εξέφρασε τη βαθειά εκτίμησή του για τη διαχρονική συνεισφορά
της Ελλάδας στην παιδεία της Κύπρου. Αναφερόμενος εν συνεχεία στη
δύσκολη οικονομική κατάσταση που αντιμετωπίζουν Ελλάδα και Κύπρος, ο
Πρόεδρος της Βουλής τόνισε ότι τα όποια μέτρα αυστηρής δημοσιονομικής
πειθαρχίας και λιτότητας, εάν δεν συνδυάζονται με μέτρα ανάπτυξης, δεν
οδηγούν σε έξοδο από την ύφεση και επιφέρουν παγίωση της Ευρώπης των
«δύο ταχυτήτων». Επισημαίνοντας δε τον κυρίαρχο ρόλο των αγορών στη
διαμόρφωση των πολιτικών αυτών, ο κ. Ομήρου τόνισε την ανάγκη περαιτέρω
εκδημοκρατικοποίησης της οικονομικής διακυβέρνησης.
Ο Πρόεδρος της Βουλής στηλίτευσε τη
συνεχιζόμενη αδικοπραγία εκ μέρους της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου και
τις κλιμακούμενες τουρκικές απειλές κατά της άσκησης των κυριαρχικών
ενεργειακών δικαιωμάτων από την Κυπριακή Δημοκρατία στην Αποκλειστική
Οικονομική της Ζώνη. Δικαιωμάτων, τόνισε ο κ. Ομήρου, που κατοχυρώνονται
από το διεθνές δίκαιο και υπέρ των οποίων τάχθηκε ξεκάθαρα η ΕΕ, μέλος
της οποίας φιλοδοξεί να καταστεί η Τουρκιά. Ο Πρόεδρος της Βουλής
τόνισε ότι η θετική προσέγγιση της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την
ενταξιακή πορεία της Τουρκίας εξυπακούει την εκπλήρωση εκ μέρους της
χώρας αυτής των υποχρεώσεών της έναντι της ΕΕ και της Κυπριακής
Δημοκρατίας, την οποία η Τουρκία επιμένει να μην αναγνωρίζει.
Συνεχίζοντας τη συζήτηση για το κυπριακό
πρόβλημα, ο κ. Καλαντζής υπογράμμισε, από πλευράς του, την καίρια
σημασία για κάθε κράτος της διασφάλισης ισχυρής οικονομίας και άμυνας,
ενώ τόνισε παράλληλα ότι η επένδυση στην παιδεία και τη νεολαία αποτελεί
το σημαντικότερο καθήκον του κράτους.
Τέλος, αντηλλάγησαν απόψεις αναφορικά με
τους καλύτερους δυνατούς τρόπους περαιτέρω ενίσχυσης της συνεργασίας
μεταξύ των δύο Κοινοβουλίων, ειδικότερα όσον αφορά σε θέματα παιδείας
και κατάρτισης της νεολαίας στις δύο χώρες. Επισημάνθηκε δε η ανάγκη το
όραμα να επικρατήσει της διαχειριστικής προσέγγισης στη διαμόρφωση
πολιτικής.