Δημόσια τοποθέτηση της Επιτρόπου Διοικήσεως κας Ελίζας Σαββίδου ως Ανεξάρτητης Αρχής Πρόληψης των Βασανιστηρίων για τα πρόσφατα επεισόδια στα Αστυνομικά Κρατητήρια Λευκωσίας 10/07/2012
Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα στην Πτέρυγα
10 των Αστυνομικών Κρατητηρίων Λευκωσίας, νιώθω την ανάγκη να καταθέσω
δημόσια την έντονη ανησυχία μου για το θέμα της μακρόχρονης κράτησης
μεταναστών κατά τη διαδικασία της απέλασης, που, κατά τη γνώμη μου,
αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία τέτοιων φαινομένων.
Αρχικά, θα πρέπει να αναφέρω ότι τα όσα
περιλαμβάνονται στην παρούσα τοποθέτηση μου έχουν επανειλημμένα τεθεί
ενώπιον του Υπουργείου Εσωτερικών και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, που
είναι οι Αρχές που εμπλέκονται στην απέλαση και στην κράτηση μεταναστών.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, οι προβληματισμοί και οι εισηγήσεις μου δεν
έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη από τις αρμόδιες Αρχές, οι οποίες συνεχίζουν
την πρακτική της κράτησης μεταναστών για μεγάλα χρονικά διαστήματα,
συχνά πέραν των έξι μηνών, σε χώρους εντελώς ακατάλληλους για μακρόχρονη
κράτηση.
Αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι κατά
κανόνα, η απόφαση για απέλαση συνοδεύεται από την απόφαση επιβολής
κράτησης για σκοπούς διεκπεραίωσης των απαραίτητων διαδικασιών.
Περαιτέρω, έχει διαφανεί ότι η διάρκεια της κράτησης είναι, σε αρκετές
περιπτώσεις, μεγάλη και συχνά ξεπερνά κατά πολύ τους έξι μήνες.
Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και την
εναρμονισθείσα εθνική νομοθεσία, η αρμόδια Αρχή μπορεί να θέτει υπό
κράτηση άτομο υποκείμενο σε διαδικασίες απομάκρυνσης, αφού πρώτα
εξετάσει κατά πόσο δύνανται να εφαρμοστούν άλλα αποτελεσματικά, επαρκή
αλλά λιγότερο αναγκαστικά μέτρα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόνοια που
προβλέπει ότι η κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και
διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και
εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια.
Όπως έχω επανειλημμένα τονίσει, η κράτηση
ενός ατόμου για σκοπούς απέλασης είναι ένα εξαιρετικά επαχθές και
αναγκαστικό μέτρο και για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να εφαρμόζεται, αφού
πρώτα εξεταστούν και απορριφθούν άλλα μέτρα που είναι λιγότερο επαχθή
για τον ενδιαφερόμενο.
Πέραν της συμφωνίας της απόφασης για επιβολή
της κράτησης με τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, με
προβληματίζει έντονα και η διάρκεια της κράτησης που τελικά εφαρμόζεται
για σκοπούς απέλασης. Ειδικότερα, εμφανίζεται το οξύμωρο φαινόμενο
κράτησης προσώπων στις Φυλακές για διαστήματα έως τριών μηνών βάσει
δικαστικής απόφασης λόγω ποινικών αδικημάτων σχετικών με τη
μετανάστευση, ενώ η κράτηση τους σε Αστυνομικά Κρατητήρια για σκοπούς
απέλασης διαρκεί πέραν των έξι μηνών, πολλές φορές πέραν του ενός έτους,
στη βάση απόφασης διοικητικού οργάνου. Το φαινόμενο αυτό είναι
ιδιαίτερα ανησυχητικό, αφορά σε θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου
και θα πρέπει να προβληματίσει σοβαρά τις αρμόδιες Αρχές.
Βάσει της κείμενης νομοθεσίας, η κράτηση δεν
θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες, παρά μόνο σε εξαιρετικές
περιπτώσεις που η κράτηση συνεχίζει να είναι αναγκαία και οι προσπάθειες
για απέλαση συνεχίζονται, αλλά αναμένεται να καθυστερήσουν για
συγκεκριμένους λόγους που προβλέπονται. Συμπληρωματικά, κρίνω σκόπιμο να
αναφέρω ότι, σύμφωνα με τον νόμο, η κράτηση παύει να δικαιολογείται και
το συγκεκριμένο πρόσωπο απολύεται αμέσως μόλις καθίσταται πρόδηλο ότι
δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απέλασης για νομικούς ή άλλους
λόγους.
Θα πρέπει να σημειώσω ότι ο περιορισμός στην
επιβολή του μέτρου της κράτησης και η εφαρμογή άλλων αποτελεσματικών
εναλλακτικών μέτρων θα συμβάλει σημαντικά τόσο στην αποσυμφόρηση των
Αστυνομικών Κρατητηρίων όσο και στην εξοικονόμηση σημαντικών πόρων που,
σήμερα, διατίθενται για την κράτηση των μεταναστών και τη λειτουργία των
χώρων κράτησης. Κατά την άποψη μου, σε περιόδους περιστολής των
δημόσιων δαπανών όπως αυτή που διανύουμε, οι αρμόδιες Αρχές θα πρέπει να
λαμβάνουν δεόντως υπόψη και τις οικονομικές προεκτάσεις των αποφάσεων
που καλούνται να λάβουν.
Πέραν των πιο πάνω, έχω ήδη τοποθετηθεί όσον
αφορά τις συνθήκες κράτησης εντός των Αστυνομικών Κρατητηρίων βάσει των
αρμοδιοτήτων μου ως Ανεξάρτητη Αρχή Πρόληψης των Βασανιστηρίων.
Συγκεκριμένα, εντός του 2011 διενεργήθηκαν επισκέψεις σε δύο Αστυνομικά
Κρατητήρια και εντός του 2012 έχουν ήδη διενεργηθεί άλλες δύο
επισκέψεις. Από τις επισκέψεις αυτές έχω διαπιστώσει ότι αρκετοί χώροι
κράτησης δεν πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις που τίθενται από
διεθνείς Οργανισμούς, ώστε να προσφέρουν αξιοπρεπείς συνθήκες κράτησης.
Ειδικότερα, έχει παρατηρηθεί ότι κάποιοι χώροι δεν έχουν τον απαραίτητο
φυσικό φωτισμό, αερισμό και δεν παρέχουν καμία επαφή με τον έξω κόσμο.
Επιπλέον, σε όλους του χώρους που έχω επισκεφθεί δεν παρέχεται σχεδόν
κανένα μέσο δημιουργικής ενασχόλησης, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να
στοιβάζονται σε χώρους χωρίς καμία υποδομή για την απασχόληση τους. Το
σύνολο των διαπιστώσεων και των εισηγήσεων μου έχει περιληφθεί στην
Ετήσια Έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής Πρόληψης των Βασανιστηρίων για το
έτος 2011 που έχει ήδη υποβληθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και
κοινοποιηθεί σε όλες τις αρμόδιες Αρχές.
Άλλωστε, είναι ευρύτερα αποδεκτό ότι οι
χώροι των Αστυνομικών Κρατητηρίων προορίζονται για ολιγοήμερη κράτηση,
αλλά η πλειονότητα των χώρων αυτών σήμερα χρησιμοποιείται για κράτηση
αλλοδαπών υπό απέλαση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Παρά τις,
ομολογουμένως, φιλότιμες προσπάθειες της Αστυνομίας και των μελών της,
είναι γεγονός ότι τα κτήρια όπου κρατούνται σήμερα πρόσωπα υπό απέλαση
κατασκευάστηκαν για εντελώς διαφορετική χρήση και τυχόν βελτιώσεις στις
πεπαλαιωμένες εγκαταστάσεις τους δεν μπορούν να αναιρέσουν την έλλειψη
εξειδικευμένων υποδομών για μακρόχρονη κράτηση μεταναστών.
Το σύνολο των ως άνω προβληματισμών όσον
αφορά την αναγκαιότητα της κράτησης αλλά και τις συνθήκες εντός των
Κρατητηρίων συμμερίζονται τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των
Βασανιστηρίων όσο και η Διεθνής Αμνηστία. Πρόσφατα, η Διεθνής Αμνηστία
δημοσίευσε την Έκθεση της για την Κύπρο, μετά από σειρά επισκέψεων σε
χώρους κράτησης, στην οποία επικρίνεται έντονα η Κύπρος για την πρακτική
της μακρόχρονης κράτησης μεταναστών εντός Αστυνομικών Σταθμών και
γίνονται συστάσεις για τροποποίηση των διαδικασιών που τηρούνται στο
πλαίσιο των διεθνών και ευρωπαϊκών νομικών κειμένων.
Ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της
βελτίωσης των συνθηκών κράτησης αλλά και της αποσυμφόρησης των
Αστυνομικών Κρατητηρίων είναι η λειτουργία του χώρου κράτησης στη
Μενόγεια, ο οποίος προορίζεται αποκλειστικά για την κράτηση προσώπων για
σκοπούς απέλασης. Δυστυχώς, η λειτουργία των Κρατητηρίων της Μενόγειας
καθυστερεί, για διάφορους λόγους, με αποτέλεσμα να συνεχίζει η
μακρόχρονη κράτηση μεταναστών σε ακατάλληλους χώρους.
Ένα περαιτέρω θετικό βήμα θεωρώ ότι θα ήταν η
ολοκλήρωση της διαδικασίας ανάθεσης των αρμοδιοτήτων παρακολούθησης των
διαδικασιών απέλασης στο Γραφείο μου, συστήνοντας με τον τρόπο αυτό
έναν ανεξάρτητο μηχανισμό ελέγχου σύμφωνα με τις πρόνοιες της σχετικής
ευρωπαϊκής Οδηγίας. Έχω την άποψη ότι η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών θα
συμβάλει στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή της νομοθεσίας από τις
αρμόδιες Αρχές και στη βελτίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης μέσω των
εισηγήσεων που θα διατυπώνονται.
Αποτελεί πεποίθηση μου, την οποία έχω
εκφράσει κατ’ επανάληψη, ότι ο συνωστισμός ανθρώπων για μακρύ χρονικό
διάστημα υπό ακατάλληλες και επιβαρυντικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
συνθήκες οδηγεί αναπόφευκτα στη δημιουργία επεισοδίων, όπως η χθεσινή
πρόκληση φωτιάς, με απρόβλεπτες και ιδιαίτερα δυσμενείς συνέπειες τόσο
για τους κρατούμενους όσο και για το προσωπικό που εργάζεται στους
χώρους αυτούς.
Για τον λόγο αυτό θεωρώ ότι τα χθεσινά
γεγονότα αναδεικνύουν, μεταξύ άλλων, την ανάγκη για άμεση αναθεώρηση των
πρακτικών που ακολουθούνται από τις αρμόδιες Αρχές κατά τη διαδικασία
απέλασης, ώστε να αποφευχθούν στο μέλλον παρόμοιες καταστάσεις με
απρόβλεπτες συνέπειες. Σε αντίθετη περίπτωση, φοβάμαι ότι τέτοια
επεισόδια θα επαναλαμβάνονται με μεγαλύτερη συχνότητα θέτοντας σε
κίνδυνο την υγεία όλων όσων βρίσκονται στους χώρους αυτούς και
εκθέτοντας διεθνώς την Κύπρο.
Ως εκ τούτου, καλώ όλους για την έναρξη ενός
εποικοδομητικού και ανοικτού διαλόγου ώστε να γίνει ανταλλαγή απόψεων
όσον αφορά τα ζητήματα αυτά, τα οποία άπτονται χρόνιων προβλημάτων που
απασχολούν τόσο τις αρμόδιες Αρχές όσο και τα πρόσωπα που επηρεάζονται
από τις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων Οργάνων.