1/4/22

Ομιλία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Μάριου Πελεκάνου στην Πανηγυρική Δοξολογία για την εθνική επέτειο της 1ης Απριλίου 1955-59, στη Λάρνακα

 


Ομιλία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Μάριου Πελεκάνου στην Πανηγυρική Δοξολογία για την εθνική επέτειο της 1ης Απριλίου 1955-59, στη Λάρνακα

Με τιμά ιδιαίτερα η πρόσκληση να βρίσκομαι σήμερα μαζί σας στους πανηγυρικούς εορτασμούς της πόλης της Λάρνακας, τους οποίους διοργανώνουν από κοινού ο Δήμος, η Οργανωτική Επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, οι Εκπαιδευτικές Οργανώσεις ΠΟΕΔ, ΟΕΛΜΕΚ και ΟΛΤΕΚ, καθώς και η Ιερά Μητρόπολη Κιτίου με σκοπό να τιμήσουν την εθνική επέτειο της 1ης Απριλίου 1955-59.

Θα ήθελα εξαρχής να σας ευχαριστήσω και συνάμα να σας συγχαρώ για τις ενέργειές σας, οι οποίες αναδεικνύουν με λαμπρότητα και σεβασμό το ήθος ενός ωραίου Αγώνα, για τον οποίο όλοι αισθανόμαστε περήφανοι.

Τιμούμε σήμερα την εθνική επέτειο της 1ης Απριλίου 1955 με τη συμπλήρωση 67 χρόνων από την έναρξη του απελευθερωτικού Αγώνα και μνημονεύουμε τους ηρωικούς νεκρούς μας και όλους όσοι αγωνίστηκαν για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την ελευθερία του νησιού μας.

Ο κυπριακός ελληνισμός, μετά από πολλά χρόνια καταπίεσης, όρθωσε το ανάστημά του και με ομοψυχία, ενότητα και θάρρος αντιστάθηκε στον αδίστακτο κατακτητή. Ολόκληρη η αγωνιστική δράση γράφτηκε με τις θυσίες των νέων κυρίως παιδιών της Κύπρου, που διεκδικούσαν με κάθε τίμημα την απελευθέρωση και την ένωσή της με την Ελλάδα.

Τα ξημερώματα της 1ης τ’ Απρίλη 1955 οι εκρήξεις που δόνησαν την ατμόσφαιρα δεν ήταν πρωταπριλιάτικο ψέμα. Ήταν κραυγές ελευθερίας, που δήλωναν τη μεγάλη αλήθεια του ξεσηκωμού των Ελλήνων της Κύπρου, για να διεκδικήσουν το αναφαίρετο δικαίωμα να ζήσουν ελεύθεροι. Η πρώτη προκήρυξη του Αρχηγού Διγενή, που κυκλοφόρησε ακριβώς τη μέρα εκείνη, ανέφερε: «Με την βοήθειαν του Θεού, με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολόκληρου του Ελληνισμού και με την βοήθειαν των Κυπρίων αναλαμβάνομεν τον αγώνα δια την αποτίναξιν του αγγλικού ζυγού».

Αυτός ο Αγώνας της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών ΕΟΚΑ ήταν μια άνιση αναμέτρηση με τους πανίσχυρους Άγγλους αποικιοκράτες, η οποία απέδειξε πως ο κόσμος της Κύπρου διέθετε τεράστια αποθέματα ψυχικής δύναμης, ώστε να υπερασπιστεί τα ιερά και τα δίκαιά του.

Ο κυπριακός ελληνισμός, με τις ευλογίες του πολιτικού αρχηγού του Αγώνα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και τη στρατιωτική καθοδήγηση του αρχηγού Διγενή, ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό στο κάλεσμα της πατρίδας.

Με υψηλό φρόνημα, παιδιά και έφηβοι μαθητές οργάνωναν διαδηλώσεις, άνθρωποι απλοί, αγρότες, εργάτες, υπάλληλοι και φοιτητές μετατρέπονταν σε εμπειροπόλεμους αντάρτες, έκρυβαν στα σπίτια τους καταζητούμενους αγωνιστές, νεαρές κοπέλες αποτελούσαν συνδέσμους και αναλάμβαναν επικίνδυνες αποστολές. Ο Αγώνας ήταν για όλους το πρώτο τους μέλημα. Απειλές, κατ’ οίκον περιορισμοί, έρευνες, κρατητήρια, φυλακίσεις, βασανιστήρια και απαγχονισμοί, δεν κατάφεραν να μειώσουν την αγωνιστικότητα ούτε να κάμψουν το ηθικό φρόνημα του λαού μας.

Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός γράφει χαρακτηριστικά στο Α’ Σχεδίασμα του κορυφαίου έργου του «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»:

«Από τη μικρότητα του τόπου, ο οποίος παλεύει με μεγάλες, ενάντιες δύναμες, θέλει έβγουν οι Μεγάλες Ουσίες». Οι ηρωικές μορφές του μικρού νησιού μας, με πίστη στις πανανθρώπινες αξίες, ανέδειξαν τις Μεγάλες Ουσίες και έγραψαν τη δική τους ιστορία, αφήνοντάς μας ως ιερή παρακαταθήκη πράξεις απαράμιλλου θάρρους, ηρωισμού και άδολου πατριωτισμού, που διδάσκουν και φωτίζουν τη δική μας ζωή.

«Στην εσχάτην ανάγκη θα αγωνιστώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας, αλλά ζωντανό δεν θα με πιάσουν» είπε ο θρύλος του Μαχαιρά Γρηγόρης Αυξεντίου. Πολέμησε μόνος από το κρησφύγετό του για δέκα ώρες τους Άγγλους και, παρόλο που ήξερε ότι θα πεθάνει, δεν παραδόθηκε. «Τίποτε δεν κερδίζεται χωρίς θυσίες και η ελευθερία χωρίς αίμα», τόνισε ο Κυριάκος Μάτσης, ενώ απευθυνόμενος στους συμφοιτητές του με την ευκαιρία της αποφοίτησής τους αναφέρει τα ακόλουθα: «Ας σταθούμε στο ύψος της Ιστορίας μας, περήφανοι και αξιοπρεπείς. Ας σταθούμε περήφανοι και μείς οι υπόδουλοι Κύπριοι, γιατί έχουμε αναφαίρετο το δικαίωμα αυτό». Οι δύο αυτές εμβληματικές μορφές του Αγώνα, μαζί με τους υπερασπιστές του Αχυρώνα του Λιοπετρίου Πίττα, Σαμάρα, Παπακυριακού και Κάρυο, πρόσφεραν τους εαυτούς τους και έγιναν ολοκαύτωμα. Υπερασπίστηκαν το πολυτιμότερο ανθρώπινο αγαθό και μετέτρεψαν τον τόπο της θυσίας τους σε προσκυνητάρι της λευτεριάς.

Οι ήρωες της αγχόνης, με όσα είπαν ή έγραψαν λίγο πριν οδηγηθούν στον θάνατο, συγκινούν και συγκλονίζουν.

Ο Ανδρέας Δημητρίου υπογραμμίζει στις τελευταίες του λέξεις: «Λυπούμαι που δεν θα δω την Κύπρο μας ελεύθερη! Όμως δε με φοβίζει ο θάνατος, γιατί η ζωή είναι περιττή μέσα στη σκλαβιά! Ζήτω η λευτεριά!». Ο Μιχαήλ Καραολής στον λόγο του ύστατου αποχαιρετισμού γράφει, «απευθύνομαι εις πάντας να μου συγχωρήσουν όλα εις όσα έπταιξα προς αυτούς, όπως και εγώ συγχωρώ όλους όσους με αδίκησαν. Ούτε ο χρόνος, ούτε ο χώρος μου επιτρέπουν να εκφράσω όλας μου τας σκέψεις και τα συναισθήματα αγάπης που νιώθω τώρα. Ούτε το θάρρος, ούτε οι ελπίδες μας εγκαταλείπουν, η δε ψυχική μου γαλήνη είναι ακμαιότατη».

Ο Ιάκωβος Πατάτσος, που χαρακτηρίστηκε ως ο άγιος του Αγώνα, δίνει θάρρος στην πονεμένη του μάνα λίγο πριν το τέλος, λέγοντάς της: « Μάνα μου, δεν θέλω να λυπηθείς που θα με στερηθείς. Να ‘σαι περήφανη και να ξέρεις πως θα βαδίσω στην αγχόνη ψύχραιμα σαν αληθινός Έλληνας».

Και λίγο πριν την εκτέλεση, της γράφει να χαίρει, γιατί ο ίδιος ευρίσκεται μεταξύ των αγγέλων και απολαμβάνει τους κόπους του.

Ο Ανδρέας Ζάκος γράφει λίγο πριν τον απαγχονισμό του: « Η ώρα του θανάτου πλησιάζει μα στην ψυχή μας φωλιάζει η ηρεμία. Τη στιγμή αυτή ακούμε την ηρωική συμφωνία του Μπετόβεν. Στη θέση που βρισκόμαστε τώρα ούτε με το μικροσκόπιο δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε πού υπάρχει τραγωδία στον θάνατο».

Ο Χαρίλαος Μιχαήλ σημείωσε: «Τραγουδούμε και ψάλλομε, δοξάζομεν τον Θεόν που μας αξιώνει να αποθάνωμεν χάριν της ελευθερίας», ενώ ο Στέλιος Μαυρομμάτης τόνισε: «Τι να φοβηθώμεν, εφ’ όσον η ψυχή μας θα ζη αιωνίως;»

Ο Μιχαήλ Κουτσόφτας, λίγο πριν οδηγηθεί στο ικρίωμα, έλεγε: «Απ’ τη στιγμή που άκουσα την ώρα της εκτέλεσής μας νιώθω την ψυχή μου να είναι γεμάτη από μια αληθινή χαρά!», και ο Ανδρέας Παναγίδης παρατηρούσε πως «αυτά τα σκοτεινά κελιά, που άλλοτε ήταν κελιά φρίκης και τρόμου, είναι τώρα κελιά χαράς και υπερηφάνειας».

Ο έφηβος, ποιητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης, στα 18 του μόλις χρόνια, έγραφε συνειδητά λίγες στιγμές πριν τη θυσία του: «Ώρα 7.30 μμ. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε το γιατί».

 Όλο αυτό το ψυχικό μεγαλείο αποτελεί παράδειγμα του ήθους, του προσανατολισμού, της πίστης και της συνειδητής επιλογής για αγώνα και θυσία των παλληκαριών της ΕΟΚΑ. Παλληκαριών, που διέθεταν ακλόνητη και δυνατή πίστη στον Θεό, την παρουσία του οποίου αισθάνονταν σε κάθε δοκιμασία. Ο Χριστός και η Παναγία αποτελούσαν την αληθινή τους ελπίδα για να αντλούν δύναμη και να ακολουθούν την ορθή πορεία στην αποστολή τους.

Απαράμιλλες και μεγαλειώδεις στιγμές αρετής, τόλμης και δόξας. Οι λίγοι τα βάζουν με τους πολλούς, οι άοπλοι ταπεινώνουν τους οπλισμένους. Τίποτε δεν μπορεί να γονατίσει τους γενναίους. Όλα αδύναμα να κάμψουν την αγωνιστικότητά τους. Οι στερήσεις τους ατσαλώνουν. Η νίκη, τούς γεμίζει μετριοφροσύνη. Η εκεχειρία τούς δίνει καιρό να ανασυνταχθούν και να φιλοσοφήσουν.

Οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ, ως γνήσιοι απόγονοι του Λεωνίδα και του Κολοκοτρώνη, απέδειξαν ότι ήταν ανά πάσα στιγμή έτοιμοι για την υπέρτατη θυσία, την οποία θεωρούσαν το ωραιότερο, το ευγενέστερο, το ποθητότερο επίτευγμα, που θα μπορούσαν να κατακτήσουν. Η αδούλωτη αυτή γενιά, που σήκωσε το βάρος του Απελευθερωτικού Αγώνα, ξεδίπλωσε τη δράση της παντού, στο πεδίο της τιμής, παλεύοντας αδιάκοπα σε απόκρυφες σπηλιές στα βουνά του Τροόδους, σε αγρούς, σε μικρά χωριουδάκια και πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της Λάρνακας.

Η πόλη του Ζήνωνα του Κιτιέα, ανασυνθέτοντας το ένδοξο παρελθόν της, έθρεψε τα δικά της ηρωικά παιδιά για τα οποία δικαιωματικά σεμνύνεται και αισθάνεται υπερηφάνεια. Άντρες και γυναίκες, νέοι αγνοί, που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία της πατρίδας.

Τον 25χρονο ευγενικό, πράο, σεμνό και ιδεολόγο Μιχαλάκη Παρίδη, ο οποίος μυήθηκε στον Αγώνα το 1954. Συνελήφθηκε την 1η Απριλίου του 1955, αλλά δραπέτευσε τον Δεκέμβριο του 1957. Με γενναιότητα πολέμησε και έπεσε σε συμπλοκή με τους Άγγλους στο χωριό Βάβλα, διακηρύσσοντας πως «οι αγωνιστές της ελευθερίας δεν παραδίδονται. Νικούν ή πεθαίνουν». Ήταν 27 Αυγούστου 1958.

Τον Ανδρέα Σουρουκλή, που μαζί με τα αδέλφια του, τους γονείς και τη σύζυγό του πρόσφεραν απλόχερα τις υπηρεσίες τους στον Αγώνα, φιλοξενώντας στο σπίτι τους αντάρτες. Έπεσε κατά τη διάρκεια ενέδρας εναντίον των Άγγλων στο χωριό Τρούλλοι την 1η Αυγούστου 1958.

Τον μαθητή Πετράκη Κυπριανού, ο οποίος αποβλήθηκε από το σχολείο του, την Αμερικανική Ακαδημία, όταν έριξε φυλλάδια της ΕΟΚΑ και ύψωσε την ελληνική σημαία. Συνειδητά επέλεξε να πολεμήσει με τους πάνοπλους Άγγλους στρατιώτες που τον είχαν περικυκλώσει στο χωριό Ορά, την 21η Μαρτίου 1957 ενώ ο ίδιος διέθετε ένα μόνο κυνηγετικό και είκοσι επτά φυσίγγια. Στην κηδεία η μητέρα του, παρά τον αβάσταχτο πόνο της, φώναξε: «Έτσι σε ήθελα γιε μου νά ρτεις, ήρωας». Ήταν η απάντηση που έδινε στον γιο της, που λίγες μέρες πριν της είχε γράψει: «Μην ανησυχείς μάνα, γιατί ποτέ δεν πρόκειται να συλληφθώ, θα πέσω πολεμώντας». Ήταν μόλις 17 χρόνων.

Ηρωικός ήταν και ο θάνατος του εφτάχρονου μαθητή, Δημητράκη Δημητριάδη, «του πιο μικρού ήρωα», κατά τον αρχηγό Διγενή, που έπεσε από τα πυρά των Άγγλων στις 14 Μαρτίου 1956, ενώ ακολουθούσε σε διαδήλωση μια ομάδα μαθητών απέναντι από τη βόρεια πλευρά του Ιερού Ναού Αγίου Λαζάρου, όπου βρισκόμαστε σήμερα. Όταν το στρατιωτικό αυτοκίνητο στάθμευσε απέναντί τους και οπλισμένοι στρατιώτες πήραν θέσεις, τα μεγαλύτερα παιδιά έτρεξαν να φύγουν, όμως ο εφτάχρονος Δημητράκης έμεινε εκεί, ακίνητος στη μέση του δρόμου. Στα μικρά του χεράκια έσφιγγε πεισματικά δυο πέτρες, που τις έριξε από απόσταση στην κατεύθυνση των στρατιωτών. Ποια απειλή είδαν για τη ζωή τους οι πάνοπλοι Άγγλοι στρατιώτες; Κι’ όμως, σκληρά και αδίσταχτα τον πυροβόλησαν.

Τη μνήμη του μικρού Δημητράκη αποκατέστησε πρόσφατα, ως αρμόζει, η Πολιτεία, ενεργοποιώντας μηχανισμούς για την ταυτοποίηση και επαναταφή των οστών του, που εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο, 65 χρόνια μετά τη δολοφονία του. Η συγκλονιστική θυσία του μικρού «λουλουδά», δεκάδες χρόνια μετά, λαμβάνει τη δική της περίοπτη θέση στο έπος της ΕΟΚΑ. Ένα παιδάκι, αδύναμο και ανήμπορο να αμυνθεί, που διέθετε όμως συνείδηση της εθνικής του ταυτότητας, η οποία του υπαγόρευε να ανταποκριθεί με κάθε τρόπο.

Εξίσου σημαντική στον Αγώνα υπήρξε η παρουσία απλών γυναικών της πόλης της Λάρνακας, που με την συμμετοχή τους επέδειξαν σθένος, πρωτοφανή ευρηματικότητα, θάρρος και μεγαλείο είτε ως μανάδες που έθαβαν τα λατρευτά παιδιά τους, είτε ως μέλη της Οργάνωσης, που αναλάμβαναν επικίνδυνες αποστολές.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Ο απελευθερωτικός Αγώνας του 1955-59 είναι έπος ψυχής, που γράφτηκε με τον ιδρώτα και το αίμα των αγωνιστών της ελευθερίας. Ένα έπος που δίδαξε ότι ο άνθρωπος καταξιώνεται μόνο όταν διασώζει την αξιοπρέπειά του και αγωνίζεται για την ελευθερία και το κοινό καλό.

Βέβαια ο Αγώνας μας δεν έφερε το ποθούμενο, όμως δεν χάνει τίποτε από το μεγαλείο και τη δόξα του. Με τη συνθήκη Ζυρίχης – Λονδίνου, που υπογράφηκε με το τέλος του Αγώνα, ο τόπος μας κατάφερε να απαλλαγεί από τον αγγλικό ζυγό και να οδηγηθεί στην ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία αποτελεί το κύριο στήριγμά μας στις δύσκολες ώρες που πέρασε και περνά η πατρίδα μας από τότε μέχρι σήμερα, με μεγαλύτερη τραγωδία την εισβολή του 1974 και το βάρος της τουρκικής κατοχής.

Η Κυβέρνηση δεν έπαψε στιγμή να εργάζεται μεθοδευμένα επιδιώκοντας την επανέναρξη του διαλόγου και τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων προκειμένου να επιτύχουμε μια λειτουργική και βιώσιμη λύση στο εθνικό μας πρόβλημα, που να διασφαλίζει την ιστορική μας συνέχεια και προοπτική.

Μια λύση που να εδράζεται στις Ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και που να διασφαλίζει το σπουδαίο αγαθό της ειρήνης. Δυστυχώς, καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες ενός φρικτού πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος, που εξελίσσεται μπροστά στις οθόνες μας, αφήνοντας πίσω του ανυπολόγιστες καταστροφές, ανθρώπινες απώλειες, πρόσφυγες και βέβαια ανείπωτο πόνο, φόβο, αγωνία και ανασφάλεια.

Η Κύπρος από την πρώτη στιγμή, ως χώρα που βίωσε και εξακολουθεί να βιώνει τέτοια θλιβερά γεγονότα, αντέδρασε με ενσυναίσθηση, καταδικάζοντας τη ρωσική εισβολή, η οποία παραβιάζει ξεκάθαρα το Διεθνές Δίκαιο, εκφράζοντας έμπρακτα την αλληλεγγύη και την υποστήριξή της στον ουκρανικό λαό.

Ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανήκουμε ως ισότιμο μέλος καταβάλλει προσπάθειες για τη διασφάλιση μιας συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός που θα τερματίσει την αιματοχυσία και θα ανοίξει τον δρόμο για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων. Η αξιοποίηση της διπλωματικής οδού μέσω ενός εποικοδομητικού διαλόγου και ο τερματισμός κάθε επιθετικής ενέργειας αποτελεί τη μόνη εφικτή λύση για την αποκατάσταση της σταθερότητας και της ασφάλειας. Και αυτό το αναγνωρίζει όλος ο πολιτικός πολιτισμός της ανθρωπότητας και ιδιαιτέρως η Ευρώπη, η οποία επιδιώκει ενωμένη να διαφυλάξει την ειρήνη απέναντι στις νέες προκλήσεις και εκφάνσεις της βαρβαρότητας.

Στο πλαίσιο αυτό ενεργοποιούνται και οι δικές μας αντιδράσεις που αποσκοπούν πρωτίστως στην υπεράσπιση της κρατικής μας κυριαρχίας. Επιπρόσθετα θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντική την ανάπτυξη από μέρους της Κυβέρνησης στρατηγικών συμμαχιών σε διάφορους τομείς, οι οποίοι αναδεικνύουν τον αναβαθμισμένο γεωπολιτικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Κύπρος και το γεγονός ότι μπορεί να αποτελέσει παράγοντα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.

Με πνεύμα αντίστασης στα κατακτητικά σχέδια της Τουρκίας εις βάρος της Κύπρου και ευρύτερα του Ελληνισμού παραμένουμε προσηλωμένοι στις αρχές και στις αξίες μας. Συνεχίζουμε να επιζητούμε την επικράτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην πατρίδα μας και την καλλιέργεια συνθηκών ειρηνικής συνύπαρξης. Χρέος όλων μας να μην αφήσουμε τη λήθη, την άγνοια και την αναλήθεια να κερδίσουν.

Αφουγκραζόμενοι τα μηνύματα της εθνικής επετείου της 1ης Απριλίου 1955 και το μεγαλείο ηρωισμού με το οποίο ταυτίζεται, έχουμε χρέος κι εμείς να εργαστούμε για τη δημιουργία ενός κράτους δικαίου, που ιδανικά αποτελεί τη μόνη προοπτική και ελπίδα για τους νέους και τις επόμενες γενιές.

Ελάχιστο χρέος μας απέναντι σε όσους πολέμησαν, βασανίστηκαν, θυσιάστηκαν για τη λευτεριά.

Ζήτω η 1η Απριλίου 1955-59.