Ο Υπουργός Υγείας κ. Κωνσταντίνος
Ιωάννου προέβη σε απολογισμό του έργου του Υπουργείου για την περίοδο
Μαρτίου 2018-Απριλίου 2019
Σε απολογισμό του έργου του Υπουργείου Υγείας για την περίοδο Μαρτίου 2018-Απριλίου 2019 προέβη σήμερα, στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, ο Υπουργός Υγείας κ. Κωνσταντίνος Ιωάννου. Ο κ. Υπουργός, αφού παρουσίασε αναλυτικά τις σημαντικότερες δράσεις που έγιναν στον τομέα της Υγείας για την πιο πάνω περίοδο, απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.
Αρχικά, κληθείς να σχολιάσει την έναρξη της διαδικασίας εγγραφής των παιδιών στο Μητρώο Δικαιούχων του ΓεΣΥ και ερωτηθείς εάν θεωρεί ικανοποιητικό τον αρχικό αριθμό των 65 Παιδιάτρων που έχουν συμβληθεί με τον ΟΑΥ, και εάν οι προτάσεις που δόθηκαν σε αντιπροσωπεία της Παιδιατρικής Εταιρείας Κύπρου χθες ήταν προτάσεις του ΟΑΥ ή του ιδίου και αν αυτές θα προσελκύσουν περισσότερους ιατρούς, ο Υπουργός Υγείας σημείωσε ότι εάν δεν ήταν αρκετοί οι 65 συμβεβλημένοι Παιδίατροι, δεν θα άνοιγαν οι κατάλογοι. «Ο ΟΑΥ κρίνει ότι σε πρώτο στάδιο ο αριθμός αυτός είναι αρκετός για να ικανοποιήσει τις ανάγκες και όπως φάνηκε και με την έναρξη εγγραφής των Προσωπικών Ιατρών για ενήλικες και τη σταδιακή αύξηση των γιατρών που εγγράφονται στο σύστημα, το ίδιο αναμένεται να συμβεί και με τους Παιδίατρους. Άρα δεν θα μείνει ο αριθμός στους 65. Ήδη αρκετοί έχουν επικοινωνήσει με τον ΟΑΥ τις τελευταίες μέρες, έχουν εκφράσει ενδιαφέρον και αναμένουμε να αυξηθεί ουσιαστικά και ο αριθμός των Παιδιάτρων που θα εγγραφούν στο σύστημα», είπε.
Συνεχίζοντας, ο κ. Υπουργός επεσήμανε ότι δεν έχουν δοθεί κάποια επιπλέον κίνητρα (σ.σ. στη συνάντηση με την Παιδιατρική Εταιρεία). Πρόσθεσε πως «είχε διαφανεί από συζητήσεις που έκανα ανεπίσημα το τελευταίο διάστημα με αρκετά μέλη της παιδιατρικής κοινότητας, ότι οι προτάσεις που είχαν γίνει από τον ΟΑΥ και ειδικά τον τελευταίο καιρό που είχε γίνει μια αναθεωρημένη πρόταση, δεν είχαν κατανοηθεί πλήρως από την παιδιατρική κοινότητα», ανέφερε, σημειώνοντας πως το αίτημα της ΠΕΚ ήταν να τους δοθούν οι προτάσεις γραπτώς. «Η χθεσινή συνάντηση αποσκοπούσε στο να δοθεί γραπτώς ότι έχει δοθεί και συμφωνηθεί μέχρι στιγμής από τον ΟΑΥ και το Υπουργείο Υγείας και, επιπλέον, υπήρχε και ένα αίτημα όπως αυξηθεί η αποζημίωση για τον τοκετό κατά 50 ευρώ, το οποίο και ικανοποιήθηκε. Ήταν ένα αίτημα που εκκρεμούσε ουσιαστικά εδώ και κάποιες εβδομάδες, αλλά δεν έχει δοθεί κάτι επιπλέον και ούτε και θα ήταν σωστό εκ μέρους μας να έρθουμε τελευταία στιγμή να ικανοποιήσουμε κάποια αιτήματα, διότι δεν θα ήταν και δίκαιο προς τους Προσωπικούς Ιατρούς για τους ενήλικες ή άλλους και θα δίναμε και τα λανθασμένα μηνύματα.
Εν πάση περιπτώσει, θεωρούμε πως η πρόταση όπως έχει διαμορφωθεί είναι υπέρ του δέοντος ελκυστική τόσο οικονομικά όσο και στα άλλα οφέλη που θα έχει κάποιος. Θεωρώ ότι όταν και εφόσον η γιατροί που ενδιαφέρονται να συμβληθούν αξιολογήσουν το οικονομικό σκέλος και τα υπόλοιπα που προσφέρονται από τον ΟΑΥ, τότε θα μπορέσει ο καθένας ατομικά να αποφασίσει αν θα θέλει να συμβληθεί ή όχι», υπογράμμισε ο κ. Ιωάννου.
Κληθείς να πει εάν οι πολίτες μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς να επισκέπτονται τα δημόσια νοσηλευτήρια ως δικαιούχοι του ΓεΣΥ, ο κ. Υπουργός διευκρίνισε αρχικά ότι όλοι οι πολίτες είναι δικαιούχοι του ΓεΣΥ και πρόσθεσε ότι η θετική ανταπόκριση του κόσμου φαίνεται από τον αυξημένο αριθμό των εγγραφών κατά τις 10 πρώτες μέρες. «Όσον αφορά στα δημόσια νοσηλευτήρια, εμείς είμαστε η πρώτη Κυβέρνηση που έχουμε αντιληφθεί ότι ο κύκλος των δημόσιων νοσηλευτηρίων με τη μορφή λειτουργίας που είχαν έχει ολοκληρωθεί και έχουμε προχωρήσει με συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις που είναι η αυτονόμηση των δημόσιων νοσηλευτηρίων. Από 1/1/2019, πλέον τα δημόσια νοσηλευτήρια λειτουργούν σε έναν αυτόνομο διοικητικά και οικονομικά καθεστώς», σημείωσε. Απευθυνόμενος δε προς όσους υποστηρίζουν πως μέχρι στιγμής δεν υπήρξε κάποια ουσιαστική αλλαγή στα δημόσια νοσηλευτήρια, ο Υπουργός Υγείας τόνισε ότι δεν πρόκειται για ένα εύκολο εγχείρημα, «πρόκειται για μια τεράστια μεταρρύθμιση, αλλαγή εταιρικής κουλτούρα στον τρόπο λειτουργίας των δημόσιων νοσηλευτηρίων, το οποίο δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά θα πάρει κάποιο καιρό». Σημασία έχει, σημείωσε περαιτέρω, πως μπήκαν οι διευθυντικές ομάδες πλέον που θα διοικούν επαγγελματικά με γνώσεις και εργαλεία τα δημόσια νοσηλευτήρια, ενώ, αντιλαμβανόμενοι την ανάγκη για τα θωρακίσουμε ενόψει της εφαρμογής του ΓεΣΥ, προχωρήσαμε σε τριπλασιασμό του κονδυλίου για εξοπλισμό.
Δήλωσε επιπρόσθετα πως «σαν Υπουργείο Υγείας εμείς οφείλουμε και βλέπουμε τον τομέα της Υγείας στην ολότητά του και όχι ξεχωριστά δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Εξ ου και επεξεργαζόμαστε ένα σχέδιο αυτή τη στιγμή παροχής οικονομικής βοήθειας στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, συγχρηματοδότησης, για την αγορά ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού. Κάτι περίπου στο πλαίσιο του de minimis, δηλαδή ένα μέρος της επιλέξιμης επένδυσης θα καταβάλλεται είτε από το Υπουργείο είτε με κονδύλια που θα διαθέσουμε εμείς στον ΟΑΥ. Κι αυτό αποσκοπεί και στην ποιοτική αναβάθμιση των εξοπλισμών στον ιδιωτικό τομέα, ενόψει και της εφαρμογής του ΓεΣΥ. Όσον αφορά στα προβλήματα που υπήρχαν και υπάρχουν ακόμα στα δημόσια νοσηλευτήρια, δεν κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, οι προσπάθειες που γίνονται είναι γνωστές σε όλους και είναι και κάτω από την εποπτεία της Γενικής Διευθύντριας, με τις παραπομπές στον ιδιωτικό τομέα. Τα προβλήματα ήταν υπαρκτά για τον απλούστατο λόγο ότι, την τελευταία 15ετία, και την αύξηση χωρίς σχεδιασμό των δικαιούχων στα δημόσια νοσηλευτήρια -γιατί αυτό είναι πρόβλημα που προέκυψε πριν 10-15 χρόνια-, με αυτή τη στιγμή το 75% του πληθυσμού της Κύπρου να είναι δικαιούχοι στα δημόσια νοσηλευτήρια. Στα δημόσια νοσηλευτήρια έχουμε το 50% των υποδομών και το ¼ των γιατρών, άρα αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει μια ανισότητα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, η οποία δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Για να το λύσουμε αυτό το πρόβλημα, παραπέμπουμε με ένα σημαντικό κόστος -που αυτό είναι το λιγότερο- ασθενείς είτε στον ιδιωτικό τομέα είτε με το σχέδιο υπερωριακής απασχόλησης, χρησιμοποιούμε τις υφιστάμενες υποδομές σε περισσότερες ώρες, αξιοποιώντας καλύτερα τις υποδομές και εξυπηρετώντας περισσότερους ασθενείς. Πάλι δεν λύνεται το πρόβλημα, αλλά τουλάχιστον απαμβλύθηκε σε έναν μεγάλο βαθμό. Αυτό θα λυθεί και με την εφαρμογή της 2ης φάσης του ΓεΣΥ, όπου ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας θα γίνουν ένα και το αυτό, δεν θα υπάρχει πλέον αυτό το Σινικό Τείχος μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, και οι πρώτοι που θα επωφεληθούν -και θέλω να το τονίσω- με την εφαρμογή του ΓεΣΥ είναι ο ιδιωτικός τομέας. Διότι αντιλαμβάνεστε ότι όλη αυτή η ζήτηση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στα δημόσια νοσηλευτήρια που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, θα μεταφερθεί στον ιδιωτικό τομέα. Άρα η ζήτηση στον ιδιωτικό τομέα αναμένεται αρχικά στην εξωνοσοκομειακή και αργότερα στην ενοδονοσοκομειακή, να αυξηθεί δραματικά».
Ερωτηθείς για τον αριθμό των δικαιούχων παιδιών που εγράφησαν μέχρι στιγμής στο ΓεΣΥ, ο Υπουργός Υγείας ανέφερε ότι σύμφωνα με πρώτη ενημέρωση που είχε από τον ΟΑΥ, τις πρώτες 3 ώρες είχαν εγγραφεί γύρω στις 16 χιλιάδες.
Κληθείς να πει εάν το Υπουργείο έχει μελετήσει τις πρακτικές των συστημάτων υγείας άλλων χωρών, και δη τα προβλήματα που παρουσιάζονται για παράδειγμα το NHS του Ηνωμένου Βασιλείου, ο κ. Ιωάννου υπενθύμισε ότι οι σχεδιασμοί για το ΓεΣΥ γίνονται τα τελευταία 17 χρόνια. «Ένα από τα πλεονεκτήματα απόρροια της καθυστέρησης να εφαρμοστεί, είναι ότι είχαμε τον χρόνο να σχεδιάσουμε όσο το δυνατό καλύτερα το ΓεΣΥ. Το Σχέδιο Υγείας δεν σχεδιάστηκε ούτε από το Υπουργείο, αλλά ούτε και είναι αρμοδιότητα του Υπουργού. Είχαμε εμπειρογνώμονες, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια μελέτησαν εις βάθος και τα συστήματα υγείας άλλων χωρών και τις ιδιαιτερότητες της Κύπρου και καταλήξαμε στο συγκεκριμένο», είπε. Σε σχέση με τη σύγκριση που γίνεται με το αγγλικό σύστημα, ο Υπουργός Υγείας επεσήμανε ότι υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των δύο, όπως είναι το εργασιακό καθεστώς των ιατρών, που στο ΗΒ εργοδοτούνται από το σύστημα, ενώ στην Κύπρο υπάρχει το επιχειρείν και δεν υπάρχει σχέση εργοδότη-εργοδοτούμενου, δίνοντας τη δυνατότητα σε όλους τους συμβαλλόμενους να καθορίσουν το ωράριο λειτουργίας τους, το εύρος των υπηρεσιών που θα προσφέρουν, κτλ, και ανάλογα θα λαμβάνουν και τις αποζημιώσεις από τον ΟΑΥ. «Εμείς θα κοιτάξουμε να εφαρμόσουμε το δικό μας Σχέδιο Υγείας όσο πιο σωστά γίνεται. Σίγουρα δεν είναι το τέλειο Σχέδιο. Δεν είμαι εξ αυτών που θα ισχυριστώ ότι είναι το τέλειο Σχέδιο, για αυτό πάντα λέω και το τονίζω ότι η βελτίωση θα είναι συνεχής. Δεν ξεκινούμε κάτι και λέμε ότι αυτό είναι. Για αυτό καλώ συνεχώς όλους τους εμπλεκόμενους να έρθουν για να αξιοποιήσουμε τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους και τις εισηγήσεις τους στα τυχόν προβλήματα που θα προκύψουν για να βελτιώσουμε το ΓεΣΥ», υπογράμμισε.
Συνεχίζοντας, επανέλαβε ότι προβλήματα θα προκύψουν, αλλά ο στόχος είναι να εντοπίζονται και να επιλύονται. Τόνισε επιπλέον πως «προβλήματα θα προκύψουν και λόγω της άρνησης που υπήρχε μέχρι πρόσφατα από διάφορους εμπλεκόμενους να συμβληθούν με το ΓεΣΥ. Αυτό δημιουργεί επιπλέον προβλήματα στην ομαλή εφαρμογή».
Ακολούθως, κληθείς να δώσει περισσότερα στοιχεία για την αλλαγή της στρατηγικής που αφορά στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, ο κ. Ιωάννου δεν θέλησε να μπει σε λεπτομέρειες εν αναμονή της συνάντηση που θα έχει με τον ΟΑΥ τις επόμενες μέρες, κατά την οποία θα του παρουσιαστεί το τελικό σχέδιο. «Μετά θα παρουσιαστεί και στον ΠΑΣΙΝ, ως ο καθ’ ύλην αρμόδιος. Ήδη έχει αποσταλεί μια επιστολή όσον αφορά στις προθέσεις, που στην ουσία το γενικό πλαίσιο θα είναι εγγύηση ως ένα ποσοστό του υφιστάμενου προϋπολογισμού των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων. Αυτό θα γίνει σε μια προσπάθεια να καθησυχαστούν οποιοιδήποτε ενδοιασμοί ή ανησυχίες των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων. Αντιλαμβάνεστε ότι όταν κάποιος σου εγγυάται τον υφιστάμενο προϋπολογισμό είτε στην ολότητά του είτε κατά 90-95% τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας», δήλωσε ο κ. Υπουργός.
Ερωτηθείς εάν θεωρεί πως η ιδιωτική πλατφόρμα που δημιουργήθηκε θα επηρεάσει το ΓεΣΥ, ο Υπουργός Υγείας απάντησε ξεκάθαρα πως δεν τον ανησυχεί καθόλου, «διότι δεν μπορώ να καταλάβω τι έχει να προσφέρει διαφορετικό αυτή η πλατφόρμα από τα υφιστάμενα δεδομένα. Αυτή η πλατφόρμα αντιλαμβάνομαι ότι εξυπηρετεί ή ότι οι δικαιούχοι είναι υγιείς πολίτες, όσοι έχουν τη δυνατότητα να έχουν ιδιωτικές ασφάλειες. Όσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα ιδιωτικής ασφάλισης, δεν μπορούν να συμμετέχουν στην πλατφόρμα αυτή. Μιλώ πάντα από την πλευρά των ασθενών, όχι των παρόχων, που στο τέλος της ημέρας οι ασθενείς είναι οι σημαντικοί. Τι διαφορετικό έχει από υφιστάμενο σύστημα, τι διαφορετικό έχει να προσφέρει. Εν πάση περιπτώσει, εμείς προχωρούμε με την εφαρμογή του ΓεΣΥ, με προϋπολογισμό 1 δις ευρώ τον χρόνο, επομένως κάποιος μπορεί να κάνει και τη σύγκριση των οικονομικών μεγεθών και σε ποιους προσφέρει κάλυψη, που είναι για μένα το πιο σημαντικό».
Σε παρατήρηση δημοσιογράφου ότι υπάρχει από πλευράς της ιδιωτικής πλατφόρμας αίτημα για να καλύπτονται οι συνταγές των γιατρών που δεν είναι ενταγμένοι στο ΓεΣΥ για τους ασθενείς που είναι δικαιούχοι και σε ερώτηση εάν αυτό είναι εφικτό, ο κ. Ιωάννου κατέστησε σαφές πως αυτό αποκλείεται διότι, όπως είπε, «ο ΟΑΥ αποζημιώνει φαρμακευτική αγωγή βάσει συνταγογράφησης που γίνεται από συμβεβλημένους γιατρούς. Άρα χωρίς να είναι κάποιος συμβεβλημένος, πώς μπορεί να τον αποζημιώνει; Πώς μπορεί να ξέρει τι διαδικασίες εφαρμόστηκαν, ποια πρωτόκολλά ακολουθηθήκαν; Πρέπει να είναι γιατρός συμβεβλημένος, όπως ισχύει σε όλα τα Σχέδια σε όλο τον κόσμο».
Στη συνέχεια, ο Υπουργός Υγείας, κληθείς να πει εάν υπήρξε κάποια εξέλιξη στο ζήτημα της επέκτασης του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας και της καθυστέρησης που παρατηρείται εξ υπαιτιότητας του εργολάβου του έργου, ανέφερε πως, σύμφωνα με χθεσινή ενημέρωση που είχε από το Υπουργείο Μεταφορών, «μάλλον δεν υπάρχει θετική κατάληξη. Η εισήγηση από άλλες Υπηρεσίες είναι όπως διακοπεί το συμβόλαιο και επαναπροκηρυχθεί για το υπόλοιπο. Άρα είτε για τη μια λύση είτε για την άλλη, δυστυχώς παρατηρείται καθυστέρηση, παρά το γεγονός ότι σε συνάντηση πέρσι με τον εργολάβο και την ΚΕΑΑ συμφωνήθηκε όπως δοθούν 5 εκ. ευρώ στον εργολάβο για να τον βοηθήσουν στη χρηματική ροή και έδωσε συγκεκριμένες δεσμεύσεις, δυστυχώς δεν τις τήρησε.
Σαν Υπουργείο Υγείας όμως, έχοντας αντιληφθεί εδώ και 2-3 μήνες την καθυστέρηση, έχουμε αποφασίσει όπως ολοκληρώσουμε Χειρουργική Πτέρυγα στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου δυναμικότητας 20 κλινών, το οποίο ως ένα βαθμό θα απαμβλύνει το πρόβλημα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στις Επαρχίες Λάρνακας και Αμμοχώστου με τη μη έγκαιρη ολοκλήρωση της επέκτασης της Λάρνακας -πλέον η Λάρνακα και η Αμμόχωστος είναι μια Διεύθυνση. Αυτή τη στιγμή περιμένουμε από το Τμήμα Δημοσίων Έργων να μας δώσουν την αναθεωρημένη οικονομική δαπάνη της αναβάθμισης αυτής, για να προχωρήσουμε τάχιστα με την προκήρυξη των προσφορών και την ολοκλήρωση του έργου που προβλέπεται να πάρει περίπου 10 μήνες. Άρα ελπίζουμε ότι αρχές του 2020 να έχει ολοκληρωθεί και να προσθέσουμε επιπλέον υποδομές στη διεύθυνση Λάρνακας-Αμμοχώστου. Είναι η εναλλακτική λύση που έχουμε σκεφτεί σαν Υπουργείο Υγείας λόγω του προβλήματος που δεν είναι στον έλεγχό μας στο τέλος της ημέρας».
Σε ερώτηση εάν υπήρξε μέχρι στιγμής ενδιαφέρον για τις άδειες για καλλιέργεια και παραγωγή της φαρμακευτικής κάνναβης, ο Υπουργός Υγείας αναφέρθηκε στην πρόταση που θα υποβάλει στην επόμενη συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου για ορισμό Συντονιστικής Επιτροπής, η οποία, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων που ορίζονται από τον νόμο, θα καλέσει τους ενδιαφερόμενους να καταθέσουν το ενδιαφέρον τους για τις τρεις άδειες. «Η Επιτροπή αυτή θα αξιολογήσει τους φορείς που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον, βάσει παραμέτρων που προβλέπονται από τον νόμο και οι πρώτοι τρεις θα κληθούν αν υπογράψουν συμβόλαια. Είναι τεράστιο το ενδιαφέρον που παρατηρείται. Μου έχουν ζητήσει συνάντηση περισσότεροι από 15 φορείς που ενδιαφέρονται να υποβάλουν αίτηση και θεωρώ ότι με την προκήρυξη θα υπάρξει μεγάλο ενδιαφέρον διεθνείς εταιρείες».
Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τις αλλαγές που θα γίνουν στο σύστημα παραπομπών ασθενών που εφαρμόζεται από το Υπουργείο Υγείας, ο κ. Υπουργός σημείωσε ότι «με την εφαρμογή της 2ης φάσης του ΓεΣΥ δεν θα γίνονται πλέον παραπομπές στον ιδιωτικό τομέα, διότι ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας θα ενοποιηθούν. Θα συνεχίσει όμως το σχέδιο κάτω από την εποπτεία της Γενικής Διευθύντριας για την επιδότηση ασθενών για παραπομπές στο εξωτερικό για υπηρεσίες που δεν προσφέρονται στην Κύπρο. Εμείς οφείλουμε σαν Υπουργείο Υγείας να προσφέρουμε την καλύτερη εξυπηρέτηση και την παροχή των βέλτιστων υπηρεσιών υγείας προς τον Κύπριο ασθενή. Και αυτό θα συνεχίσουμε να πράττουμε».