Ομιλία του Υπουργού Οικονομικών κ. Χάρη Γεωργιάδη στο 9ο Οικονομικό Συνέδριο Λευκωσίας – 9th Nicosia Economic Congress
Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Χαίρομαι ιδιαίτερα που έχω την ευκαιρία να απευθυνθώ σε ένα τόσο εκλεκτό ακροατήριο, σε αυτό το καθιερωμένο οικονομικό συνέδριο.
Ακριβώς το γεγονός ότι πρόκειται για ένα ετήσιο θεσμό, για ένα συνέδριο στο οποίο και πέρυσι αλλά και τα προηγούμενα χρόνια είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω, διευκολύνει την παρουσίαση τόσο του απολογισμού για τα όσα έχουν μεσολαβήσει, όσο και του προγραμματισμού όσων πρέπει να ακολουθήσουν στην κυπριακή οικονομία.
Βεβαίως, διανύουμε προεκλογική περίοδο και κανονικά θα έπρεπε να είμαι προσεκτικός, δεν θα έπρεπε για παράδειγμα να αναφερθώ σε κανένα success story μπας και θυμώσει η αντιπολίτευση. Και είναι γεγονός ότι ως Κυβέρνηση συνειδητά επιδιώκουμε την συναίνεση και τη συνεννόηση αντί την αντιπαράθεση. Αλλά επειδή το τελευταίο διάστημα έχω την εντύπωση ότι η διάθεση μας να αποφύγουμε την άγονη αντιπαράθεση ίσως ερμηνεύεται και ως ένδειξη αδυναμίας, και επειδή κάποιοι νομίζουν ότι έχουμε όλοι τόσο κοντή μνήμη, θα ήθελα από αυτό το βήμα, να στείλω κάποια μηνύματα:
- Πρώτο, ότι βεβαίως και η οικονομία μας έχει τεθεί σε μια πορεία σταθερής και ισχυρής ανάπτυξης. Μια πορεία την οποία είμαστε αποφασισμένοι να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε. Γιατί ξέρουμε ότι αυτή η πορεία ανάκαμψης είναι αποτέλεσμα του κόπου και των θυσιών των συμπολιτών μας, είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας του συνόλου των παραγωγικών μας δυνάμεων. Και εμείς στεκόμαστε δίπλα σε αυτές τις παραγωγικές δυνάμεις. Ξέρουμε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν. Και ξέρουμε ότι κανένα δικαίωμα δεν έχουμε να παίζουμε πολιτικά παιγνίδια εις βάρος της προοπτικής και της σταθερότητας της οικονομίας μας.
- Δεύτερο, ότι βεβαίως και υπάρχει εμφανής και ξεκάθαρη διαφορά στη φιλοσοφία και στην πολιτική πρόταση. Γιατί υπάρχουν οι δυνάμεις που προσπαθούν να αλλάξουν επιτέλους τα πράγματα, στο κράτος, στην οικονομία, στο τραπεζικό μας σύστημα. Έστω με λάθη ή και με παραλήψεις αλλά σίγουρα με την διάθεση να ληφθούν οι δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις. Και υπάρχουν και άλλοι, που αντιστέκονται σε κάθε αλλαγή, που παραμένουν γαντζωμένοι στο παρελθόν. Που νοσταλγούν, για παράδειγμα, την εποχή που οι Κυπριακές Αερογραμμές ήταν ένας μηχανισμός βολέματος εις βάρος βέβαια του δημοσίου συμφέροντος. Που θεωρούν ως απώλεια το γεγονός ότι δημιουργούμε σιγά-σιγά σύγχρονες τραπεζικές δομές, θέτοντας οριστικό τέρμα στην διαχρονική διαπλοκή και στη λεηλασία εκ μέρους όσων για χρόνια λυμαίνονταν τον Συνεργατισμό. Που θεωρούν την προσπάθεια για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών ως ακραία νέο-φιλελεύθερη προσέγγιση. Που δεν αντιλαμβάνονται ότι το κράτος δεν διαθέτει μια μηχανή που κόβει χρήμα, αλλά λειτουργεί με το υστέρημα του φορολογούμενου πολίτη.
- Και συνεπώς, τρίτο μήνυμα: ότι πρέπει να αρχίσουμε να απαντάμε. Κυρίως σε αυτούς που δεν φαίνεται να έμαθαν τίποτα από την οδυνηρή πτώση της προηγούμενης περιόδου. Επειδή σε διαφορετική περίπτωση θα επιβεβαιωθεί ότι πράγματι ξεχνάμε πολύ εύκολα. Και θα αφήσουμε ελεύθερο το πεδίο σε όσους ανεύθυνα επιλέγουν την οδό του λαϊκισμού και των συνθημάτων. Πρέπει, επαναλαμβάνω, να έχουμε την αυτοπεποίθηση και να μην διστάσουμε να εμπλακούμε σε μια αντιπαράθεση ιδεών και προτάσεων. Όχι για να οξύνουμε αχρείαστα το κλίμα. Όχι για να γκρεμίσουμε τις γέφυρες τις συνεννόησης. Αλλά για να επιτρέψουμε τελικά στη δημοκρατία να λειτουργήσει.
Σε αυτό το πλαίσιο, να αναφέρω τα εξής για την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας.
Κατά την χρονιά που μας πέρασε, υπήρξε πρόοδος και βελτίωση σε όλα σχεδόν τα μέτωπα. Η οικονομία μας το 2018, όπως και τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, συνέχισε να αναπτύσσεται με ρυθμό κοντά στο 4%. Και για φέτος αναμένουμε πολύ ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 3.5%. Βεβαίως, είχε προηγηθεί μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση μεταξύ του 2009 και του 2014, που έχει αφήσει κόστος και συνέπειες, αλλά μπορούμε πλέον να ελπίζουμε ότι μέσα από τις ισχυρές αναπτυξιακές επιδώσεις τα πράγματα θα συνεχίσουν να βελτιώνονται για το σύνολο των συμπολιτών μας.
Υπάρχει μια συνεχής αύξηση στην ιδιωτική κατανάλωση αλλά και αύξηση στις ντόπιες και ξένες επενδύσεις, που δίνουν ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα.
Βελτίωση καταγράφεται και στην αγορά εργασίας. Η ανεργία από το 16-17% έχει περιοριστεί στο 7% και παραμένει εφικτός ο στόχος για επίτευξη συνθηκών πλήρους απασχόλησης μέχρι το 2020. Αυτό με την σειρά του επιτρέπει την βελτίωση στους κοινωνικούς δείκτες, όπως είναι για παράδειγμα η κατανομή εισοδήματος που είναι ήδη σε καλύτερη θέση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά και ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, που αναμένω ότι και αυτός θα είναι σε καλύτερη θέση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο μέχρι το 2020.
Και πρέπει σε αυτό το σημείο να τονίσω, ότι οι ευκαιρίες, οι θέσεις εργασίας και οι καλύτερες απολαβές για τους εργαζομένους, εξασφαλίζονται μέσα από την διαφύλαξη και την ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας και όχι μέσα από κινήσεις που την διακυβεύουν, είτε αυτές είναι δικαστικές ή συνδικαλιστικές ή πολιτικές.
Και ήταν πράγματι αναπάντεχη η πρόσφατη πρωτόδικη δικαστική απόφαση που ουσιαστικά θεώρησε ότι μελλοντικοί μισθοί αλλά και μελλοντικές αυξήσεις στο δημόσιο είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Έχει όμως αποφασιστεί πλάνο αντίδρασης, θεωρώ πως είμαστε ή θα είμαστε έτοιμοι για κάθε σενάριο και ότι συλλογικά και υπεύθυνα θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε και αυτό το ζήτημα, προκειμένου να μην υπάρξει κανένας δημοσιονομικός εκτροχιασμός.
Κατ’ ακρίβεια, τα δημόσια οικονομικά έχουν τεθεί και παραμένουν σε μια τροχιά βιώσιμης διαχείρισης. Αναμένουμε και για φέτος όχι μόνο ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, αλλά πιθανώς το μεγαλύτερο δημοσιονομικό πλεόνασμα ανάμεσα στα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Και έχω δεσμευτεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ότι πριν αποχωρήσω από το Υπουργείο Οικονομικών θα ετοιμάσω τον Προϋπολογισμό και για το 2020, τον έβδομο στη σειρά Προϋπολογισμό αυτής της διακυβέρνησης, και μπορώ και ενώπιών σας να εκφράσω την διαβεβαίωση ότι θα είναι και αυτός ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός και ότι με κανένα τρόπο δεν θα επιστρέψουμε στις αλόγιστες πρακτικές του παρελθόντος με τα μεγάλα και ανεξέλεγκτα ελλείματα.
Και με αυτό τον τρόπο, με την συνετή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, θα διαφυλάξουμε και θα ενισχύσουμε την βασικότατη πτυχή της οικονομικής μας πολιτικής που είναι η διατήρηση ενός σταθερού, ελκυστικού και προβλέψιμου φορολογικού πλαισίου, που να ενθαρρύνει την οικονομική και επενδυτική δραστηριότητα.
Κυρίες και κύριοι,
Κατά το 2018 υπήρξε επιδείνωση σε ένα μόνο δείκτη, αυτό του δημοσίου χρέους που ανήλθε στο 102.5%, μια μη-επαναλαμβανόμενη αύξηση που προήλθε από την έκδοση ομολόγων στο πλαίσιο της συναλλαγής για τον Συνεργατισμό. Προς όσους εκφράζουν ανησυχίες για αυτή την εξέλιξη, υποδεικνύω ότι αυτοί που κρίνουν το αξιόχρεο ενός κράτους, είναι οι οίκοι αξιολόγησης και τελικά, οι διεθνείς αγορές. Και θυμίζω, ότι σε διάστημα ελάχιστων βδομάδων από την επιβεβαίωση της συναλλαγής για τον Συνεργατισμό, ένας μετά τον άλλο οι οίκοι αξιολόγησης αναβάθμισαν την χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα, σηματοδοτώντας με τον πιο ουσιαστικό τρόπο την σταθεροποίηση της κυπριακής οικονομίας. Το ίδιο θετική ήταν η αντίδραση των αγορών, με ραγδαία αποκλιμάκωση στο κόστος δανεισμού της Κύπρου. Προφανώς οι οίκοι αξιολόγησης και η διεθνής επενδυτική κοινότητα είδαν την στρατηγικά θετική προοπτική των αποφάσεων για τον Συνεργατισμό και τα τραπεζικά, την οποία κάποιοι στο εσωτερικό προσποιούνται ότι δεν βλέπουν.
Το δημόσιο χρέος είναι ψηλό, αλλά το κόστος του μειώνεται δραστικά, η διάρκεια του επεκτείνεται και το κυριότερο, παραμένει σε πτωτική πορεία. Ο στόχος είναι ο περιορισμός του στο 96% μέχρι το τέλος του 2019 και κάτω από το 90% μέχρι το τέλος του 2020.
Και μπορώ να επιβεβαιώσω ότι στο πλαίσιο της διαχείρισης του δημοσίου χρέους εξετάζουμε πράγματι το ενδεχόμενο της πρόωρης αποπληρωμής του συνόλου του δανείου που λήφθηκε από την Ρωσία το 2012. Είμαστε ευγνώμονες στη Ρωσία, που ανταποκρίθηκε στο αίτημα της προηγούμενης Κυβέρνησης, αλλά έκτοτε έχει γίνει σημαντική πρόοδος και θεωρούμε ότι πλέον μπορούμε να βασιστούμε στις δικές μας δυνάμεις.
Κυρίες και κύριοι,
Κατά την διάρκεια του τελευταίου έτους αξιοσημείωτη ήταν η πρόοδος στο τραπεζικό μας σύστημα.
Πριν από ένα χρόνο, από αυτό το βήμα, εξηγούσα ότι «το τραπεζικό μας σύστημα λειτουργεί πλέον κάτω από ένα ιδιαίτερα απαιτητικό, πανευρωπαϊκό, εποπτικό και ρυθμιστικό πλαίσιο. Ότι η πίεση είναι συνεχής και οδηγεί προς μια κατεύθυνση που αναπόφευκτα θα αλλάξει τον τραπεζικό χάρτη, στην χώρα μας και σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Είχα προαναγγείλει ότι το πλαίσιο των κινήσεων περιλαμβάνει την σύσταση εξωτραπεζικού Φορέα Διαχείρισης Δανείων, ανάλογα με την οριστικοποίηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τον Συνεργατισμό, στη βάση όρων που θα τεθούν από τους αρμόδιους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Αυτές οι κινήσεις έχουν επισυμβεί. Έχει επίσης ενισχυθεί το νομοθετικό πλαίσιο. Και έχουμε κινηθεί αποφασιστικά προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός πιο ισχυρού και αξιόπιστου τραπεζικού συστήματος, που να είναι σε θέση να εξυπηρετεί τις ανάγκες των συμπολιτών μας και των επιχειρήσεών μας, με διαφάνεια και αξιοπιστία, και να ανταποκρίνεται ταυτόχρονα με επάρκεια στις απαιτήσεις που η ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση δημιουργεί.
Φιλόδοξος στόχος πρέπει να είναι ο περιορισμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα παραμένουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, σε μονοψήφια ποσοστά, μέχρι το τέλος του 2020.
Κυρίες και κύριοι,
Όσο και εάν κάποιοι προσπαθήσουν να παρουσιάσουν την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας μέσα από το πρίσμα του μηδενισμού και της άρνησης, τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους. Οι συμπολίτες μας ξέρουν πολύ καλά από που ξεκινήσαμε και που βρισκόμαστε σήμερα. Αλλά ξέρουμε και εμείς εξίσου καλά, ότι οι συμπολίτες μας περιμένουν και δικαιούνται πολύ περισσότερα. Και μπορούμε να καταφέρουμε πολύ περισσότερα. Μπορούμε να ανεβάσουμε τον πήχη της ευημερίας ακόμη πιο ψηλά, προς όφελος όλων.
Κτίζοντας πάνω σε όσα έχουμε καταφέρει τα τελευταία χρόνια πρέπει να συνεχίσουμε. Να εργαστούμε συλλογικά, όπως πράξαμε και τα προηγούμενα χρόνια, για να διευρύνουμε την παραγωγική βάση της οικονομίας μας. Να προωθήσουμε περαιτέρω την έρευνα και την καινοτομία, την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, δημόσια και ιδιωτική, και τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους.
Πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια για την προώθηση μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στο κράτος και στην οικονομία μας. Και καθημερινά διαπιστώνουμε ότι αυτή η προσπάθεια δεν είναι ούτε απλή ούτε και εύκολη. Για παράδειγμα η απολύτως αναγκαία μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με την συνένωση Δήμων, βρίσκει αντίσταση. Αλλά δεν πρέπει να τα βάλουμε κάτω. Ούτε και πρέπει να μας φοβίζει το όποιο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος. Κυβέρνηση και Βουλή πρέπει να λάβουμε τις αποφάσεις εκείνες που θα διασφαλίζουν την οικονομική βιωσιμότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και θα εξυπηρετούν τους πολίτες.
Και αυτή ακριβώς πρέπει να είναι η προσέγγιση μας για όλα τα ζητήματα. Να μην διστάζουμε να λαμβάνουμε δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις, πηγαίνοντας και ενάντια στο ρεύμα εάν αυτό χρειαστεί, γιατί μόνο έτσι θα πάμε μπροστά. Και μόνο έτσι θα διαφυλάξουμε την θετική προοπτική της χώρας μας, μιας μικρής χώρας, με μια ανοικτή αλλά δυναμική οικονομία, που καλείται να λειτουργήσει σε ένα ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα, η οποία επιβάλλει σε όλους μας εγρήγορση και προσήλωση.
Κυρίες και κύριοι,
Σας ευχαριστώ που με ακούσετε.