Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απάντησε σε ερωτήσεις Ευρωβουλευτών στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο
Εμμένουμε στο να ξεκινήσουμε σε ένα νέο διάλογο για το Κυπριακό νοουμένου ότι θα υπάρχει καλή προετοιμασία, είπε σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης.
Απαντώντας σε ερωτήσεις Ευρωβουλευτών, μετά την προσφώνησή του ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αναφερόμενος στο Κυπριακό, είπε, μεταξύ άλλων, ότι «κάθε φορά που παραχωρούμε, προκειμένου να εξευρεθεί λύση, επανέρχονται για κάποια υπέρμετρα-με βάση τη δημοκρατία - δικαιώματα, είτε οι Τουρκοκύπριοι καθ΄ υποβολή της Τουρκίας να αξιώνουν περισσότερα».
Διερωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή η αξίωση για θετική ψήφο σε κάθε απόφαση των θεσμικών οργάνων, σημειώνοντας ότι «δεν αρνούμαστε το δικαίωμα της θετικής ψήφου, εάν και εφόσον αυτή θα ασκείται προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα της τουρκοκυπριακής κοινότητας από τυχόν αποφάσεις που να είναι σε βάρος της».
Πρόσθεσε ότι «στο Κραν Μοντανά ήμασταν πολύ κοντά (σε συμφωνία) εάν υιοθετούνταν οι έξι παράμετροι του ΓΓ του ΟΗΕ» και σημείωσε ότι αυτό που παρεμπόδισε την επίτευξη συμφωνίας στο Κραν Μοντανά ήταν οι αξιώσεις της Τουρκίας.
«Παρά ταύτα εμμένουμε στο να ξεκινήσουμε σε ένα νέο διάλογο από εκεί που έμεινε νοουμένου ότι θα υπάρχει καλή προετοιμασία», είπε ο Πρόεδρος και αναφέρθηκε στην κάθοδο της Ειδικής Απεσταλμένης του ΓΓ των ΗΕ κας Λουτ στην Κύπρο τις επόμενες μέρες.
Τόνισε ακόμα ότι «μια λύση πρέπει να είναι βιώσιμη και για να είναι βιώσιμη πρέπει να είναι λειτουργική και για να είναι λειτουργική δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτοί οι όροι όπως τους θέτει η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά».
Σε ερώτηση για την Οικονομία, ο Πρόεδρος είπε ότι «προχωρώντας με αποφασιστικότητα και τολμηρά βήματα έχουμε πετύχει και μεταρρυθμίσεις και εξορθολογισμό της οικονομίας και είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε κατά αυτό τον τρόπο».
Σε ερώτηση για το θέμα της παραχώρησης υπηκοοτήτων από την Κυπριακή Δημοκρατία, ο Πρόεδρος είπε ότι «υπάρχει μια έντονη στοχοποίηση της Κύπρου. Την τελευταία πενταετία, από το 2013 μέχρι τον Αύγουστο του 2018, το σύνολο υπηκοοτήτων που παραχώρησε η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ξεπερνά τις 4.700, που αντιπροσωπεύει το 0,3% των συνολικών υπηκοοτήτων που παραχώρησαν άλλα κράτη της ΕΕ.
Έχουμε θεσπίσει αυστηρά κριτήρια και έχουμε υποστεί έλεγχο, έχουμε υιοθετήσει πολιτικές περιορίζοντας τον αριθμό των όσων κατ΄ έτος μπορούν να αποκτήσουν υπηκοότητα και έχουμε αποφασίσει να εργοδοτήσουμε ξένο Οίκο για να ελέγχει τις διαδικασίες και τον έλεγχο των οικονομικών πόρων των επενδυτών. Είμαστε απόλυτα προσεκτικοί», υπογράμμισε.
Τέλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «η Κύπρος είναι πάντοτε έτοιμη να συνεργαστεί για το καλύτερο δυνατόν, και για μια προοπτική και μέλλον της ΕΕ. Πράττουμε ανάλογα και με το μέγεθος της χώρας μας, ό,τι είναι δυνατόν, ώστε να εδραιώσουμε την περιφερειακή ειρήνη, να εδραιώσουμε ισχυρές περιφερειακές συνεργασίες οι οποίες αποβαίνουν προς όφελος της ΕΕ. Έτσι θα συνεχίσουμε να πολιτευόμαστε με πίστη ότι μπορούμε να πετύχουμε πολύ περισσότερα όλοι μαζί, αρκεί να υπάρχει ενότητα, αλληλεγγύη, κοινός στόχος: το μέλλον του κοινού μας ευρωπαϊκού σπιτιού».