9/10/17

Δηλώσεις του Κυβερνητικού Εκπροσώπου για την ανθρωπιστική βοήθεια προς τους εγκλωβισμένους

Δηλώσεις του Κυβερνητικού Εκπροσώπου για την ανθρωπιστική βοήθεια προς τους εγκλωβισμένους
Κανείς από τη διεθνή κοινότητα δεν μπορεί να δικαιολογήσει ή να κατανοήσει τέτοιου είδους απάνθρωπες συμπεριφορές, είπε σήμερα ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Νίκος Χριστοδουλίδης, αναφερόμενος στην απόφαση του κατοχικού καθεστώτος να επιβάλει «δασμούς» στην ανθρωπιστική βοήθεια που αποστέλλεται από τις ελεύθερες περιοχές προς τους εγκλωβισμένους.

Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Εκπρόσωπος είπε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε 20λεπτη τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Ντόναλντ Τουσκ τον οποίον, «πέραν της επιστολής που του απέστειλε στις 29 Σεπτεμβρίου για τις πρόσφατες ενέργειες του κατοχικού καθεστώτος, ενημέρωσε για τις εξελίξεις από τότε μέχρι και σήμερα και συμφώνησαν την ερχόμενη Πέμπτη βράδυ, κατά τη διάρκεια του δείπνου όπου θα συζητηθούν σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας, ο Πρόεδρος θα ενημερώσει τους Ευρωπαίους ομολόγους του για τις εξελίξεις, αλλά ενδεχομένως να συζητηθούν και κάποιες ενέργειες από πλευράς ΕΕ».

Πρόσθεσε ότι «το πρώτιστο για μας επικεντρώνεται, μέχρι το τέλος της εβδομάδας να διασφαλίσουμε ότι όση βοήθεια λάμβαναν οι εγκλωβισμένοι μας πριν από την υιοθέτηση αυτού του απαράδεκτου μέτρου, όντως θα λαμβάνεται».

Σημείωσε ότι το δεύτερο επίπεδο επικεντρώνεται στην ανατροπή του μέτρου που έλαβε το κατοχικό καθεστώς για τους εγκλωβισμένους, επισημαίνοντας ότι «ούτε για τα Ηνωμένα Έθνη έχει τελειώσει το θέμα αλλά και στην ΕΕ θα κινηθούμε σε συγκεκριμένους τομείς, ώστε να οδηγήσουμε την Τουρκία να ανατρέψει αυτή την απόφαση».

Ο κ. Εκπρόσωπος τόνισε ότι «κανείς δεν μπορεί να δικαιολογήσει ή να κατανοήσει τέτοιου είδους απάνθρωπες συμπεριφορές. Όλοι αντιλαμβάνονται την ανάγκη ανατροπής της συγκεκριμένης απόφασης και θα εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση».
Ερωτηθείς ποια μέτρα θα λάβει η Κυβέρνηση για ανατροπή της απόφασης αυτής, ο κ. Εκπρόσωπος σημείωσε ότι «μας ενδιαφέρει το αποτέλεσμα παρά να επικοινωνήσουμε το πώς θα κινηθούμε. Επικεντρωνόμαστε στο να υπάρξουν αποτελέσματα για τη βοήθεια που λαμβάνουν και στο να ανατραπεί η απόφαση. Ενδεχομένως η δημοσιοποίηση σκέψεων ή ενεργειών να επηρεάσουν το αποτέλεσμα».

Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του Αντιπροέδρου της Τουρκικής Κυβέρνησης κ. Ρετζέπ Ακντάγ αναφορικά με το θέμα προσάρτησης των κατεχομένων στην Τουρκία, ο κ. Εκπρόσωπος είπε ότι «την τελευταία εβδομάδα, έχουμε ακούσει δηλώσεις από τον κ. Ακιντζί, τον κ. Ερτουγρούλογλου, τον κ. Τσαβούσογλου, τον κ. Ακντάγ, που αν τις συγκρίνουμε δεν κινούνται στην ίδια κατεύθυνση και αυτή είναι ξεκάθαρη ένδειξη γιατί δεν είχαμε αποτέλεσμα στο Κραν Μοντανά. Είναι γιατί δεν υπάρχει ξεκάθαρος προσανατολισμός από τουρκικής πλευράς σε σχέση με τον επιδιωκόμενο στόχο».

Πρόσθεσε ότι «είναι σημαντικό και προκύπτει μετά από διαβήματά μας αλλά και από συναντήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι η διεθνής κοινότητα, μέσα από συναντήσεις που είχε με Τούρκους αξιωματούχους αλλά και με τον Τούρκο Πρόεδρο, στέλλει ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν μπορεί να υπάρξουν λύσεις που θα ξεφεύγουν του πλαισίου των όσων συζητούνται στις διαπραγματεύσεις, του πλαισίου στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και των αρχών και αξιών της ΕΕ. Κάποιοι το αντιλαμβάνονται κάποιοι προσπαθούν με ενέργειες, όπως αυτή (με τους εγκλωβισμένους) να δώσουν στίγμα για διαφορετικές κατευθύνσεις. Το τι έχει σημασία είναι η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας που δεν ευνοεί κάτι τέτοιο».

Σε άλλη ερώτηση ο κ. Εκπρόσωπος είπε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε τόσο προς τον ΓΓ του ΟΗΕ και τα Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας την ετοιμότητά του για συνέχιση του διαλόγου, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σημαντικά που επιτεύχθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια και με κατάλληλη προεργασία, για να μην καταλήξουμε σε ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Η αντίδραση της Τουρκίας στην ετοιμότητά μας είναι ότι δεν επιθυμούν συνέχιση, ότι υπάρχουν άλλες προτεραιότητες και ότι θα το δουν μετά από τις προεδρικές εκλογές».
Τέλος, ο κ. Εκπρόσωπος είπε ότι «δεν μπορούν να διεξαχθούν συνομιλίες αν αυτές δεν διεξάγονται μέσα στο πλαίσιο των συζητήσεων και υπό την αιγίδα των ΗΕ, στη βάση του επιδιωκόμενου στόχου».