Άρχισαν
οι εργασίες της 54ης διάσκεψης της COSAC ,
στο
Λουξεμβούργο
Άρχισαν
σήμερα στο Λουξεμβούργο οι εργασίες της 54 ης Διάσκεψης των Επιτροπών
Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(COSAC). Τη Βουλή των Αντιπροσώπων εκπροσωπούν στη Διάσκεψη τα μέλη της
Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κ. Πρόδρομος
Προδρόμου, κ. Γιάννος Λαμαρης, κα Αθηνά Κυριακίδου και κ. Φειδίας Σαρίκας.
Κατά
τη συζήτηση του θέματος της Κοινής Πολιτικής Ασύλου και της Νόμιμης
Μεταναστευτικής Πολιτικής, η κα Κυριακίδου ανέφερε ότι η ενωμένη Ευρώπη, στη
βάση των αξιών που πρεσβεύει, καλείται
να αντιμετωπίσει μια βαθιά ανθρωπιστική κρίση, με χιλιάδες πρόσφυγες να
καταφεύγουν στην Ευρώπη, εξαιτίας της πολιτικής αποσταθεροποίησης στις χώρες
προέλευσής τους.
Η
Βουλευτής έκανε ειδική αναφορά στην πρόσφατη επίσκεψή της στην Κώ, ως μέλος της
Επιτροπής Μετανάστευσης της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της
Ευρώπης και στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων, σημειώνοντας ότι και η
Κύπρος έχει βιώσει την προσφυγιά λόγω της τουρκικής εισβολής του 1974.
Υπογραμμίζοντας
την ευθύνη όλων, ατομική και συλλογική, για αντιμετώπιση των μεταναστευτικών και
προσφυγικών ροών, η κα Κυριακίδου τόνισε ότι, μέσω των πολιτικών που
ακολουθούνται, τα κράτη μέλη είναι συνένοχοι στη δημιουργηθείσα κατάσταση. Εκφράζοντας απογοήτευση για το ότι το
προσφυγικό πρόβλημα απασχόλησε την ΕΕ μόνο όταν οι πρόσφυγες έφτασαν στις πύλες
της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης, η Κύπρια Βουλευτής τόνισε την ανάγκη
επίδειξης πραγματικής αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών, αντί να κλείνονται
σύνορα και να χτίζονται τείχη.
Αναφερόμενη
εξάλλου στη χθεσινή απόφαση της Συνόδου Κορυφής ΕΕ-Τουρκίας, η κα Κυριακίδου
επισήμανε ότι αυτή θα έπρεπε να περιλαμβάνει και τη δημιουργία κέντρων
καταγραφής των μεταναστών που εισέρχονται στην Τουρκία, ώστε να γίνεται ο σωστός
έλεγχός τους.
Καταλήγοντας,
η κα Κυριακίδου ανέφερε ότι τα 3 δις επιπρόσθετων πόρων που συμφωνήθηκε να
δοθούν στην Τουρκία, δεν θα λύσουν το μεταναστευτικό πρόβλημα, το οποίο, όπως
επισήμανε, θα επιλυθεί εφόσον η κοινή δράση των κρατών μελών επικεντρωθεί στα
αίτια δημιουργίας του προβλήματος και όχι στη θεραπεία του.